Κορτσόπον είδεν όνερον (Καημοί της ξενιτιάς)

Κυριακή 17 Μαρτίου 2019


Κορτσόπον είδεν όνερονεκείτον με τον ξένον
κι όνταν εσκώθεν τον πουρνόν, κοιμάται μαναχέσσα.
Μαλών’, μαλών’ τα λώματα τ’ς και κρούει τα μαξιλάρια τ’ς.
-Μαξιλαρόπα μ’ άκλερα και ρούχα μ’ απαρδάλια,
ντ’ εποίκετε τον ξένον μου, το νέν το παλληκάρι;
-Κορτσόπον, μη κομπίεσαι σα ψεύτικα τ’ ονέρτα,
άμον καπνός χάνταν ατά κι άμον ισκιά διαβαίνε
κι άμον αέρας φύσεμαν, που πάει και ’κί γυρίζει.


★★★

λώματα = ρούχα,
απαρδάλια = κουρέλια, παλιόρουχα,
νέν = νιό, νέο.

 Κοπέλα ονειρεύτηκε

Με τον ξενιτεμένο της κοιμόταν στ’ όνειρό της
μα σαν ξυπνάει, τι να δει! Κοιμάται μοναχή της.
Μαλώνει με τα ρούχα της, χτυπάει τα μαξιλάρια.
-Μαξιλαράκια μου έρημα κι εσείς παλιόρουχα μου,
 τι κάνατε το ταίρι μου, το νιό το παλικάρι;
-Στα ψεύτικα τα όνειρα, κόρη μου, μη γελιέσαι,
σαν τον καπνό περνούν αυτά, χάνονται σαν τον ίσκιο
και σαν αγέρα φύσημα, που πάει και δεν γυρίζει.

Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah