Η λαϊκή τέχνη ασκούνταν είτε επαγγελματικά (στα μεγάλα αστικά κέντρα), είτε ερασιτεχνικά (στα χωριά). Ο Πόντιος λαϊκός καλλιτέχνης είναι ένας αυτοδίδακτος τεχνίτης που ασκεί την τέχνη του με δύο κριτήρια: από τη μια, το φυσικό περιβάλλον και, από την άλλη, τις πρακτικές καθημερινές του ανάγκες. Ας μην ξεχνάμε ότι όλες οι μορφές της λαϊκής τέχνης απέβλεπαν στην κάλυψη κάποιων αναγκών του καθημερινού βίου.
Έτσι, λόγω των δύσκολων καιρικών συνθηκών, ιδιαίτερα το χειμώνα, τα σπίτια χτίζονται με χοντρούς πέτρινους τοίχους, και μάλιστα από τους ίδιους τους ιδιοκτήτες τους. Οι ίδιες συνθήκες, αλλά και οι πρόχειρες ανάγκες της ζωής, επιβάλλουν να χτίζονται πολύ κοντά, και γύρω από το σπίτι, όλοι οι βοηθητικοί χώροι: φούρνος, «αναγκαίον» ή «χρεία», «αράν», στάβλος κ.ά.
Εξάλλου, όλα τα χρηστικά και χρήσιμα εργαλεία (αλέτρι, τοκάν, τσακέλ, λυγμετέρ, αξινάρ, ξυλάγγ, καγάν κ.ά.) κατασκευάζονταν με τέχνη από τους ίδιους.
Στον Πόντο ανθούσε ιδιαίτερα η τέχνη της μεταλλουργίας (στην Αργυρούπολη) και ξυλουργίας. Από ξύλο δαμασκηνιάς ή κορόμηλου κατασκεύαζαν τη λύρα (κεμεντζέ) και από ξύλο φλαμουριάς τα πιάτα και τα κουτάλια. Αλλά και ειδικοί τεχνίτες κατασκεύαζαν ζουρνάδες, αγγεία, νταούλια. Περίφημα ήταν και τα υφαντά του Πόντου, με τα οποία γίνονταν οι παραδοσιακές ενδυμασίες, «τα ζίπκας»
α) Λαϊκή αρχιτεκτονική
Στις λαϊκές τέχνες θα μπορούσαμε να κατατάξουμε και τη λαϊκή αρχιτεκτονική, την οποία δε βλέπουμε μόνο στη δόμηση των σπιτιών, αλλά και στους αρχιτεκτονικούς ρυθμούς των εκκλησιών, οι οποίοι, βέβαια, ακολουθούν απαραίτητα τη χριστιανική και βυζαντινή παράδοση (π.χ. τρίκλιτες ή μονόκλιτες βασιλικές, σταυροειδείς με τρούλο, βασιλικές με τρούλο). Μόνο που, κατά περίπτωση, παρατηρείται κάποια διαφοροποίηση στο οικοδομικό υλικό, ανάλογα με τις δυνατότητες της περιοχής. Οι εκκλησίες του Πόντου, οι μεταβυζαντινές, είναι, κυρίως, λιθόκτιστες χωρίς κεραμοπλαστικό διάκοσμο, ο οποίος είναι κανόνας στους βυζαντινούς ναούς. Λαϊκή τέχνη έχουμε, επίσης, και στα περίφημα σχολεία του Πόντου, που χτίζονται με αξιοπρόσεκτα αρχιτεκτονικά σχέδια: Φροντιστήριο Τραπεζούντας, Ψωμιάδειος Σχολή Κοτυώρων, Τσινέκειο Γυμνάσιο Σαμψούντας, Φροντιστήριο Αργυρούπολης, Ημιγυμνάσιο Κερασούντας κ.ά.
Όσο για την αρχιτεκτονική των σπιτιών στον Πόντο, είναι σαφής ο διαχωρισμός μεταξύ αστικής και λαϊκής (του χωριού) κατοικίας. Η αστική φέρει οπωσδήποτε κεραμοσκεπή, ενώ η λαϊκή, σχεδόν παντού στον πόντο, έχει το γνωστό «δώμα», δηλ. σκεπή με χώμα. Εξάλλου, εσωτερικά η λαϊκή κατοικία περιορίζεται, για λόγους χρηστικούς, σε έναν ενιαίο ευρύχωρο χώρο. Δεν έχει την πολυτέλεια των πολλών δωματίων.
β) Κεραμική
Πρόκειται για την τέχνη κατασκευής διαφόρων σκευών και εργαλείων με ψημένο πηλό, κεραμίδι: στάμνες, κατσαρόλες, φλιτζάνια, πιθάρια, πιάτα, σωλήνες, κεραμίδια κ.ά. Ειδικότερα στον Πόντο, τα οικιακά σκεύη, μαγειρικά κ.ά., είχαν την πρώτη χρήση για τις καθημερινές ανάγκες της οικογένειας. Έφεραν, μάλιστα, και εσωτερική στίλβωση, όχι μόνο για λόγους αισθητικούς, αλλά για να είναι νοστιμότερα τα εδέσματα (φαγητά, ξυνόγαλα, γιαούρτι, λίγδα, καβουρμάς κ.ά.).
Είναι ευνόητο ότι την τέχνη της κεραμικής ασκούσαν επαγγελματίες, όχι ερασιτέχνες, τεχνίτες.
γ) Η τέχνη του σιδήρου και του χαλκού
Πρόκειται για βιοποριστικές τέχνες. Ορισμένες περιοχές του Πόντου (Μούζενα, Αμάσεια, Χαλδία, Κερασούντα, Ντεκιρτζήκιοϊ κ.ά.) ήταν γνωστές για τους περίφημους τεχνίτες του σιδήρου, τους κατασκευαστές των εργαλείων που ήταν απαραίτητα για τις καθημερινές ανάγκες της αγροτικής και κτηνοτροφικής ζωής: μακέλια, τσακέλια, καγάνια (δερπάνια), κερεντία (κόσες), κοτάνια (αλέτρια), αξινάρια (τσεκούρια), τόια-κούτσια (σφυριά) κ.ά.
Πάμπολλα ήταν και τα χάλκινα εργαλεία και σκεύη που κατασκεύαζαν ειδικοί σπεσιαλίστες χαλκουργοί, ιδιαίτερα στην Τραπεζούντα, όπου υπάρχει, ακόμη και σήμερα, ειδική αγορά με πάμπολλα μαγαζιά χάλκινων ειδών (στη συνοικία της Δαφνούντας). Αλλά και μετά την Ανταλλαγή, τα χάλκινα σκεύη κυριαρχούσαν στο αγροτικό νοικοκυριό: σινία, παρχάτσια (κανάτες), μαστραπάδες (κύπελα), χαλκά (μεγάλες χύτρες), σαχάνια (πιάτα), κουκούμια (στάμνες) κ.ά.
Από τα ίδια χέρια και εργαστήρια προέρχονται και αρκετά εκκλησιαστικά σκεύη: μανουάλια, θυμιατά, καντήλια κ.ά.
Η χαλκουργία γνώρισε ιδιαίτερη ανάπτυξη στην Τραπεζούντα, στα Σούρμενα, στην Οινόη, στην Κερασούντα, στα Κοτύωρα κ.α.
δ) Η ξυλουργική
Η άφθονη ξυλεία από τα δάση του Πόντου έδινε πλούσιο υλικό για την κατασκευή ξύλινων σκευών και εργαλείων, χρήσιμων για τις καθημερινές ανάγκες της ζωής, ιδιαίτερα της αγροτικής. Θυμίζουμε μερικά από τα ξύλινα σκεύη και εργαλεία: ζύμωτρο, σοφράς, καρσάνα, σκαμνί, πατώματα, ξυλάγγια ή δουρβάνια (για την αποβουτύρωση του γάλατος), σεντούκια, ντουλάπια, βαρέλια, αμπάρια, σκορδοκούτια (γουδιά), ξύλινα πιάτα και κουτάλια, εικονοστάσια, τοκάνια (για το αλώνισμα), ζευλία, ξυλάλετρα, ροκάνια, πυρρί-φτες (μ' αυτό φούρνιζαν τα ψωμιά), φτυάρια κ.ά.
Από ξύλο, επίσης, κατασκευαζόταν και ο αραμπάς, και, μάλιστα, σ' όλα του τα μέρη, κάτι που συνεχίζονταν και στην Ελλάδα αρκετά χρόνια μετά την Ανταλλαγή.
Η τεχνική κατεργασία του ξύλου γινόταν, βέβαια, από ειδικούς τεχνίτες, τους «τογραμα-τζήδες», όμως στα χωριά όλοι, σχεδόν, οι άντρες γνώριζαν από ξυλουργική, αναγκασμένοι από την πίεση των οικιακών αναγκών.
ε) Κατασκευή μουσικών οργάνων
Στον Πόντο υπήρχαν λαϊκοί τεχνίτες μουσικών οργάνων και μάλιστα σε μεγάλη κλίμακα.
Τα όργανα αυτά, με τα οποία διασκέδαζαν σχεδόν καθημερινά, ήταν:
1) Ο κεμεντζές ή η κεμεντζέ (λύρα), από ξύλο, κυρίως, δαμασκηνιάς ή κορόμηλου.
2) Το αγγείο, από δέρμα προβάτου ή κατσικιού.
3) Η ζουρνά, από διάφορα ξύλα.
4) Το νταούλι (τύμπανο), από κατεργασμένο δέρμα βοδιού ή γαϊδάρου.
5) Το καβάλ (φλογέρα), από κουφόξυλο.
6) Η κεμανέ, από ξύλο δαμασκηνιάς ή κορόμηλου. Η κεμανέ ήταν μεγαλύτερη από τη λύρα και είχε περισσότερες χορδές.
Υπήρχαν και άλλα είδη λαϊκής τέχνης στον Πόντο, όπως η υφαντική, η κεντητική, το πλέξιμο, η λιθοξοϊκή, η ραπτική, η αργυροχρυσοχοΐα κλπ.
Με την Ανταλλαγή μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα όλα αυτά τα είδη και λειτούργησαν ως στοιχεία βιοποριστικής διεξόδου στη δύσκολη περίοδο της πρώτης προσφυγιάς (1922-1940), αλλά και μετέπειτα. Θα λέγαμε ότι άντεξαν μέχρι την τελευταία 20ετία, οπότε ορισμένα απ' αυτά (Καβάλ, Κεμανές) άρχισαν να εκτοπίζονται σταδιακά από τη ραγδαία ανάπτυξη της προηγμένης τεχνολογίας και από τη δυναστευτική εισβολή των σύγχρονων τρόπων ζωής.
Ωστόσο, τα υπόλοιπα μουσικά όργανα (λύρα, αγγείο, ζουρνάς, νταούλι) εξακολουθούν να λειτουργούν και να συγκινούν, όπως και παλιότερα.
Έτσι, λόγω των δύσκολων καιρικών συνθηκών, ιδιαίτερα το χειμώνα, τα σπίτια χτίζονται με χοντρούς πέτρινους τοίχους, και μάλιστα από τους ίδιους τους ιδιοκτήτες τους. Οι ίδιες συνθήκες, αλλά και οι πρόχειρες ανάγκες της ζωής, επιβάλλουν να χτίζονται πολύ κοντά, και γύρω από το σπίτι, όλοι οι βοηθητικοί χώροι: φούρνος, «αναγκαίον» ή «χρεία», «αράν», στάβλος κ.ά.
Εξάλλου, όλα τα χρηστικά και χρήσιμα εργαλεία (αλέτρι, τοκάν, τσακέλ, λυγμετέρ, αξινάρ, ξυλάγγ, καγάν κ.ά.) κατασκευάζονταν με τέχνη από τους ίδιους.
Στον Πόντο ανθούσε ιδιαίτερα η τέχνη της μεταλλουργίας (στην Αργυρούπολη) και ξυλουργίας. Από ξύλο δαμασκηνιάς ή κορόμηλου κατασκεύαζαν τη λύρα (κεμεντζέ) και από ξύλο φλαμουριάς τα πιάτα και τα κουτάλια. Αλλά και ειδικοί τεχνίτες κατασκεύαζαν ζουρνάδες, αγγεία, νταούλια. Περίφημα ήταν και τα υφαντά του Πόντου, με τα οποία γίνονταν οι παραδοσιακές ενδυμασίες, «τα ζίπκας»
Παναγία η Χρυσοκέφαλος-Τραπεζούντα |
α) Λαϊκή αρχιτεκτονική
Στις λαϊκές τέχνες θα μπορούσαμε να κατατάξουμε και τη λαϊκή αρχιτεκτονική, την οποία δε βλέπουμε μόνο στη δόμηση των σπιτιών, αλλά και στους αρχιτεκτονικούς ρυθμούς των εκκλησιών, οι οποίοι, βέβαια, ακολουθούν απαραίτητα τη χριστιανική και βυζαντινή παράδοση (π.χ. τρίκλιτες ή μονόκλιτες βασιλικές, σταυροειδείς με τρούλο, βασιλικές με τρούλο). Μόνο που, κατά περίπτωση, παρατηρείται κάποια διαφοροποίηση στο οικοδομικό υλικό, ανάλογα με τις δυνατότητες της περιοχής. Οι εκκλησίες του Πόντου, οι μεταβυζαντινές, είναι, κυρίως, λιθόκτιστες χωρίς κεραμοπλαστικό διάκοσμο, ο οποίος είναι κανόνας στους βυζαντινούς ναούς. Λαϊκή τέχνη έχουμε, επίσης, και στα περίφημα σχολεία του Πόντου, που χτίζονται με αξιοπρόσεκτα αρχιτεκτονικά σχέδια: Φροντιστήριο Τραπεζούντας, Ψωμιάδειος Σχολή Κοτυώρων, Τσινέκειο Γυμνάσιο Σαμψούντας, Φροντιστήριο Αργυρούπολης, Ημιγυμνάσιο Κερασούντας κ.ά.
Όσο για την αρχιτεκτονική των σπιτιών στον Πόντο, είναι σαφής ο διαχωρισμός μεταξύ αστικής και λαϊκής (του χωριού) κατοικίας. Η αστική φέρει οπωσδήποτε κεραμοσκεπή, ενώ η λαϊκή, σχεδόν παντού στον πόντο, έχει το γνωστό «δώμα», δηλ. σκεπή με χώμα. Εξάλλου, εσωτερικά η λαϊκή κατοικία περιορίζεται, για λόγους χρηστικούς, σε έναν ενιαίο ευρύχωρο χώρο. Δεν έχει την πολυτέλεια των πολλών δωματίων.
β) Κεραμική
Πρόκειται για την τέχνη κατασκευής διαφόρων σκευών και εργαλείων με ψημένο πηλό, κεραμίδι: στάμνες, κατσαρόλες, φλιτζάνια, πιθάρια, πιάτα, σωλήνες, κεραμίδια κ.ά. Ειδικότερα στον Πόντο, τα οικιακά σκεύη, μαγειρικά κ.ά., είχαν την πρώτη χρήση για τις καθημερινές ανάγκες της οικογένειας. Έφεραν, μάλιστα, και εσωτερική στίλβωση, όχι μόνο για λόγους αισθητικούς, αλλά για να είναι νοστιμότερα τα εδέσματα (φαγητά, ξυνόγαλα, γιαούρτι, λίγδα, καβουρμάς κ.ά.).
Είναι ευνόητο ότι την τέχνη της κεραμικής ασκούσαν επαγγελματίες, όχι ερασιτέχνες, τεχνίτες.
γ) Η τέχνη του σιδήρου και του χαλκού
Πρόκειται για βιοποριστικές τέχνες. Ορισμένες περιοχές του Πόντου (Μούζενα, Αμάσεια, Χαλδία, Κερασούντα, Ντεκιρτζήκιοϊ κ.ά.) ήταν γνωστές για τους περίφημους τεχνίτες του σιδήρου, τους κατασκευαστές των εργαλείων που ήταν απαραίτητα για τις καθημερινές ανάγκες της αγροτικής και κτηνοτροφικής ζωής: μακέλια, τσακέλια, καγάνια (δερπάνια), κερεντία (κόσες), κοτάνια (αλέτρια), αξινάρια (τσεκούρια), τόια-κούτσια (σφυριά) κ.ά.
Πάμπολλα ήταν και τα χάλκινα εργαλεία και σκεύη που κατασκεύαζαν ειδικοί σπεσιαλίστες χαλκουργοί, ιδιαίτερα στην Τραπεζούντα, όπου υπάρχει, ακόμη και σήμερα, ειδική αγορά με πάμπολλα μαγαζιά χάλκινων ειδών (στη συνοικία της Δαφνούντας). Αλλά και μετά την Ανταλλαγή, τα χάλκινα σκεύη κυριαρχούσαν στο αγροτικό νοικοκυριό: σινία, παρχάτσια (κανάτες), μαστραπάδες (κύπελα), χαλκά (μεγάλες χύτρες), σαχάνια (πιάτα), κουκούμια (στάμνες) κ.ά.
Από τα ίδια χέρια και εργαστήρια προέρχονται και αρκετά εκκλησιαστικά σκεύη: μανουάλια, θυμιατά, καντήλια κ.ά.
Η χαλκουργία γνώρισε ιδιαίτερη ανάπτυξη στην Τραπεζούντα, στα Σούρμενα, στην Οινόη, στην Κερασούντα, στα Κοτύωρα κ.α.
Ερείπια Φροντιστηρίου Αργυρούπολης |
δ) Η ξυλουργική
Η άφθονη ξυλεία από τα δάση του Πόντου έδινε πλούσιο υλικό για την κατασκευή ξύλινων σκευών και εργαλείων, χρήσιμων για τις καθημερινές ανάγκες της ζωής, ιδιαίτερα της αγροτικής. Θυμίζουμε μερικά από τα ξύλινα σκεύη και εργαλεία: ζύμωτρο, σοφράς, καρσάνα, σκαμνί, πατώματα, ξυλάγγια ή δουρβάνια (για την αποβουτύρωση του γάλατος), σεντούκια, ντουλάπια, βαρέλια, αμπάρια, σκορδοκούτια (γουδιά), ξύλινα πιάτα και κουτάλια, εικονοστάσια, τοκάνια (για το αλώνισμα), ζευλία, ξυλάλετρα, ροκάνια, πυρρί-φτες (μ' αυτό φούρνιζαν τα ψωμιά), φτυάρια κ.ά.
Από ξύλο, επίσης, κατασκευαζόταν και ο αραμπάς, και, μάλιστα, σ' όλα του τα μέρη, κάτι που συνεχίζονταν και στην Ελλάδα αρκετά χρόνια μετά την Ανταλλαγή.
Η τεχνική κατεργασία του ξύλου γινόταν, βέβαια, από ειδικούς τεχνίτες, τους «τογραμα-τζήδες», όμως στα χωριά όλοι, σχεδόν, οι άντρες γνώριζαν από ξυλουργική, αναγκασμένοι από την πίεση των οικιακών αναγκών.
ε) Κατασκευή μουσικών οργάνων
Στον Πόντο υπήρχαν λαϊκοί τεχνίτες μουσικών οργάνων και μάλιστα σε μεγάλη κλίμακα.
Τα όργανα αυτά, με τα οποία διασκέδαζαν σχεδόν καθημερινά, ήταν:
1) Ο κεμεντζές ή η κεμεντζέ (λύρα), από ξύλο, κυρίως, δαμασκηνιάς ή κορόμηλου.
2) Το αγγείο, από δέρμα προβάτου ή κατσικιού.
3) Η ζουρνά, από διάφορα ξύλα.
4) Το νταούλι (τύμπανο), από κατεργασμένο δέρμα βοδιού ή γαϊδάρου.
5) Το καβάλ (φλογέρα), από κουφόξυλο.
6) Η κεμανέ, από ξύλο δαμασκηνιάς ή κορόμηλου. Η κεμανέ ήταν μεγαλύτερη από τη λύρα και είχε περισσότερες χορδές.
Υπήρχαν και άλλα είδη λαϊκής τέχνης στον Πόντο, όπως η υφαντική, η κεντητική, το πλέξιμο, η λιθοξοϊκή, η ραπτική, η αργυροχρυσοχοΐα κλπ.
Με την Ανταλλαγή μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα όλα αυτά τα είδη και λειτούργησαν ως στοιχεία βιοποριστικής διεξόδου στη δύσκολη περίοδο της πρώτης προσφυγιάς (1922-1940), αλλά και μετέπειτα. Θα λέγαμε ότι άντεξαν μέχρι την τελευταία 20ετία, οπότε ορισμένα απ' αυτά (Καβάλ, Κεμανές) άρχισαν να εκτοπίζονται σταδιακά από τη ραγδαία ανάπτυξη της προηγμένης τεχνολογίας και από τη δυναστευτική εισβολή των σύγχρονων τρόπων ζωής.
Ωστόσο, τα υπόλοιπα μουσικά όργανα (λύρα, αγγείο, ζουρνάς, νταούλι) εξακολουθούν να λειτουργούν και να συγκινούν, όπως και παλιότερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου