Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2010

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΟΧΑΡΑΛΑΜΠΙΤΩΝ

Οι Αγιοχαραλαμπίτες πόντιοι κατάγονται όλοι από την βουνίσια ηρωική Σαντά, από τον οικισμό Κοπαλάντων της ενορίας Ζουρνατσιάντων. Αντιστάθηκαν όλοι ενάντια των Τούρκων Τσετέδων και του τακτικού στρατού, οργάνωσαν αντάρτικο και αμύνθηκαν μέχρι και το 1923. 
Από το 1921 Ιούλιος μήνας άρχισε η τραγωδία όλων των Σανταίων.
Το Σεπτέμβρη 1921 ένα σύνταγμα τουρκικού στρατού και πολλοί Τσετέδες περικύκλωσαν τα χωριά της Σαντάς και μάζεψαν όλους τους άντρες όλων των ενοριών και τους φυλάκισαν στην εκκλησία της Αγίας Κυριακής Ισχανάντων. Παράλληλα άρχισαν να μαζεύουν τον άμαχο πληθυσμό από τα χωριά και να τον συγκεντρώνουν στο χωριό Πιστοφάντων.
Οι Σανταίοι άντρες σε ηλικία 20 έως 45 χρόνων επειδή θεωρούνταν φυγόστρατοι πήραν τα βουνά και ενώθηκαν με τους αντάρτες. Λίγο νωρίτερα πριν αρχίσει η συγκέντρωση του πληθυσμού από τον τουρκικό στρατό ειδοποιήθηκαν οι οικογένειες των ανταρτών και όσοι άλλοι ήθελαν να τρέξουν και να κρυφτούν στην μεγάλη σπηλιά στα Μάγαρα, όχι πολύ μακριά από την Σάντα.
Στην σπηλιά χωρούσαν 300 γυναικόπαιδα και 100 αντάρτες, σύνολο 400. Εκεί στην τοποθεσία Μάγαρα θα έδιναν μάχη οι αντάρτες του Καπετάν Ευκλείδη και του Δημήτρη Τσιρίπ για να σώσουν τα γυναικόπαιδα.
Ο Καπετάν Ευκλείδης για να γλυτώσει και άλλα γυναικόπαιδα κατέβηκε με ορισμένα παλικάρια του στον κοντινό οικισμό Φτελέν και τους πληροφόρησε τι γινόταν στην Σαντά και τους προέτρεψε να φύγουν προς τα δάση.
Αυτοί τότε θορυβημένοι αφού γρήγορα έκαναν τις ετοιμασίες τους, κυρίως για τροφές πήγαν και κρύφτηκαν στο δάσος Χαρατσιάντων και στη συνέχεια πήγαν στην τοποθεσία Μάγαρα με τα άλλα γυναικόπαιδα.
Εν τω μεταξύ ο πληθυσμός των επτά χωριών της Σαντά που είχαν συγκεντρωθεί από τους Τούρκους στο χωριό Πιστοφάντων ξεκίνησε την 10 Σεπτέμβρη για την εξορία στα βάθη του Κουρδιστάν στο Ερζερούμ και Χουνούζ.
Μετά την αναχώρηση των γυναικόπαιδων για την εξορία οι Τσέτες ετοίμαζαν την εκδίκηση τους, ιδίως εναντίον των ανταρτών που προετοιμάζονταν να δώσουν την μάχη τους στην τοποθεσία Μάγαρα. Στο ξεκίνημα της επίθεσης από τον τουρκικό στρατό και τους Τσετέδες οι καπεταναίοι βροντοφώναξαν στα παλικάρια τους.
Ο Ευκλείδης : " παιδιά, εμπρός για τις γυναίκες μας, για τα παιδιά μας και για την Σαντά "και ο Δημήτρης Τσιρίπ : "Σανταίοι, όλοι θα πέσουμε, αλλά την τιμή μας δεν θα την αφήσουμε σ' αυτά τα παλιόσκυλα, ούτε θα ντροπιάσουμε την Σάντα μας".
Οι Τούρκοι όταν το απόγευμα της 10 Σεπτέμβρη έφθασαν στην θέση Ομάλ άρχισαν να πυροβολούν. Τότε οι αντάρτες ανταπέδωσαν τους πυροβολισμούς. Επειδή η θέση Ομάλ ήταν επίπεδη και δεν προστάτευε τους αντάρτες, οι αρχηγοί διέταξαν μερικούς αντάρτες να ταμπουρωθούν σε ένα ενδιάμεσο βράχο και έτσι κατόρθωσαν vα αναχαιτίσουν την προέλαση του πυρήνα του στρατού.
Στην συνέχεια ταμπουρώθηκαν και σό σταυρωτόν λιθάρ. Όταν στην συνέχεια σήμαναν οι σάλπιγγες των Τούρκων για επίθεση άρχισε η μεγάλη μάχη. Στο πυρ των Τούρκων απάντησαν οι αντάρτες και για πολλές ώρες αντηχούσαν οι χαράδρες της Σαντάς από τους ομαδικούς πυροβολισμούς των ανταρτών και των Τούρκων.
Οι Τούρκοι έριχναν πυροβολισμούς και προς τα Μάγαρα αλλά δεν προξένησαν ζημιά στα γυναικόπαιδα διότι ήσαν καλά ταμπουρωμένα Στη μάχη αυτή σκοτώθηκε ο Δημήτρης Τσιρίπ.
Δαμιανός Τσιρίπ'ς
Μετά τον θάνατο του Δ.Τσιρίπ ο Ευκλείδης με διάφορα τεχνάσματα, όπως ομαδικοί συνεχείς πυροβολισμοί κατόρθωσε να σταματήσει την επίθεση των Τούρκων διότι τους δημιούργησε την εντύπωση ότι οι αντάρτες είναι πολλοί (5.000) και ότι έχουν καλό εξοπλισμό. Μετά το σταμάτημα της μάχης άρχισε κατακλυσμιαία βροχή με αστραπές και βροντές και οι Τούρκοι απομακρύνθηκαν.
Τότε ειδοποιήθηκαν τα γυναικόπαιδα να απομακρυνθούν και να κρυφτούν στο δάσος Πογιαχανέ  γιατί εκεί θα τα προστάτευαν καλύτερα. Έτσι κι έγινε. Τα γυναικόπαιδα έφυγαν και κρύφτηκαν στο δάσος, οι δε Τούρκοι αμέσως κατέλαβαν την σπηλιά, έβαλαν φρουρούς σε κάθε μονοπάτι όπου δόθηκε η μάχη και την άλλη μέρα θα έπιαναν τα γυναικόπαιδα. Τα γυναικόπαιδα δεν πιάστηκαν.
Εκείνη την νύχτα ο οπλαρχηγός Δαμιανός Τσιρίπ που δεν συμμετείχε στην μάχη μάζεψε από τα δάση όσα γυναικόπαιδα των ανταρτών βρήκε και τα κατέβασε με πολλές προφυλάξεις στην Όλασα και από εκεί στην Τραπεζούντα όπου κρύφτηκαν σε Ελληνικά σπίτια.
Οι Τούρκοι αφού τα γυναικόπαιδα έφυγαν και κρύφτηκαν στα δάση των απόκρημνων βουνών και επειδή οι αντάρτες κινούνταν πιο ελεύθερα εγκατέλειψαν την καταδίωξη. Βέβαια οι Τούρκοι τον σκοπό τους τον πέτυχαν, έκαψαν όλη την Σάντα και εξόρισαν όλο τον πληθυσμό. Έτσι τελείωσε η μάχη της Μάγαρας όπου σκοτώθηκαν δώδεκα Τούρκοι και τραυματίστηκαν πολλοί, από δε τους αντάρτες ο Δ.Τσιρίπς.
Στις 12 Σεπτέμβρη 1921 η Σάντα έπαψε να ζει. Γυναίκες, γέροι και παιδιά πήραν το δρόμο της εξορίας. Στην διαδρομή οι περισσότεροι αποδεκατίστηκαν από το κρύο, την πείνα και τις αρρώστιες. Ελάχιστοι επέζησαν.
Εν τω μεταξύ όλα τα σπίτια παραδόθηκαν στην φωτιά, αφού προηγουμένως λεηλατήθηκαν. Οι αντάρτες της Σαντάς παρέμειναν στα βουνά και συνέχισαν τον αγώνα τους ενάντια στους Τούρκους. Τον Ιούνιο του 1924 αρκετοί αντάρτες γλύτωσαν και ήρθαν στην Ελλάδα.
Τις παραπάνω περιπέτειες τις έζησαν όλοι οι Αγιοχαραλαμπίτες, δηλαδή όσοι κατάγονται από τον οικισμό Κοπαλάντων της Σαντάς. Τις περιπέτειες αυτές τις έζησε και τις θυμάται σήμερα και η κ. Παρθένα θυγατέρα Γεωργίου και Ειρήνης Σισμανίδου, σύζυγος σήμερα του Χαράλαμπου Κυπιρτίδη που ζει σήμερα στον Άγιο Χαράλαμπο*.
Να πως εξιστορεί την περιπέτεια της η κ. Παρθένα:
Στις 9 Σεπτέμβρη ήρθαν οι αντάρτες Σανταίοι στον οικισμό Κοπαλάντων και μας είπαν γρήγορα να φύγουμε και να κρυφτούμε στο δάσος γιατί οι Τούρκοι μαζεύουν τους Σανταίους από όλα τα χωριά με σκοπό να τους εξολοθρεύσουν. Φύγαμε και εμείς πράγματι και πήγαμε στο δάσος και στη σπηλιά. Μετά την μάχη τη νύχτα βγήκαμε από την σπηλιά και κρυφτήκαμε στο δάσος και μετά από περιπέτειες δύο μηνών και με την προστασία επτά ανταρτών φθάσαμε στην Τραπεζούντα. Μαζί μας ήταν και η νουνά μου Σοφία σύζυγος Γεωργίου Σισμανίδη.
Οι αντάρτες αφού μας έσωσαν γύρισαν στο βουνό. Τον νουνό μου Γεώργιο Σισμανίδη τον έπιασαν οι Τούρκοι. Όταν το έμαθε η νουνά μου η Τσιόφα μίλησε στους Τούρκους και αυτοί της είπαν ότι αν φέρει πέντε παγκανότες θα την αφήσουν.
Επειδή δεν είχε η νουνά μου τα χρήματα άρχισε αγώνα να τα μαζέψει και εγώ τότε δέκα χρονών ζητιάνευα για να σώσω τον νουνό μου Γεώργιο Σισμανιδη. Όταν βρέθηκαν μερικά χρήματα οι Τούρκοι αφού πήραν τα χρήματα αμέσως μετά τον σκότωσαν.
Στον Άγιο Χαράλαμπο φτάσαμε τον Νοέμβρη του 1923 σαράντα άτομα περίπου, οι μισοί σχεδόν πέθαναν από τις κακουχίες και τις στερήσεις που είχαν περάσει. Στον Άγιο Χαράλαμπο (Δεμοντζα) δεν υπήρχαν σπίτια, ζούσαν τέσσερις οικογένειες Σαρακατσαναίων. Εμείς ζούσαμε σε αντίσκηνα και σε πρόχειρες καλύβες φτιαγμένες με φτέρες. 
Τις ίδιες παραπάνω περιπέτειες έζησαν ο Χριστόφορος Σισμανίδης του Χαράλαμπου και η σύζυγος του Ελένη θυγατέρα Κωνσταντίνου Αϊδινίδη που ζουν σήμερα και οι δυο στον Άγιο Χαράλαμπο ν. Κιλκίς*

* Αυγουστος του 1998

Πηγή: 1. Ιστορία της Σαντας του Πόντου-Μιλτιάδη Νυμφόπουλου
2.Συμβολη στην γνωριμία της ηρωικής Σαντας του Πόντου-Ματθαίου Λαζαρίδη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah