Οι πόντιοι Αμαραντιώτες είναι στην καταγωγή τους σχεδόν όλοι Σανταίοι. Ηρθαν στην Ελλάδα από την αποικία των Σανταίων Γάμισλη, της περιοχής Καρς.
Το χωριό αυτό ιδρύθηκε μετά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1878.Την χρονιά αυτή, αλλά ίσως και λίγα χρόνια νωρίτερα, παρατηρήθηκε μεγάλη έφεση για (μετανάστευση, έγινε μάλιστα και επιτροπή από Σανταίους για να μεταβεί στον Καύκασο ώστε να μεταναστεύσει ολόκληρη η Σάντα, τα επτά χωριά σε έναν τόπο.
Οι περιοχές Βατούμ και Σουχούμι κρίθηκαν ακατάλληλες λόγω του ανθυγιεινού κλίματος τους και η περιοχή Καρς ως άγονη. Μετά από αυτά ματαιώθηκε η γενική μετανάστευση και έγιναν ομαδικές στις περιοχές υπό ρωσική κατοχή Καρς, Σουχούμ, Βατούμ και Τυφλίδα.
Μέχρι το 1920 το χωριό Γαμισλή είχε 70 οικογένειες, ωραίο ναό του Αγίου Παύλου και οκτατάξιο Δημοτικό Σχολείο. Στο χωριό αυτό υπήρχε και ένα ωραίο πέτρινο άγαλμα κριαριού (κότς) πιθανόν προς τιμή του κριαριού που μετέφερε τον Φροίξο και την Ελλη στην Κολχίδα.
Η Ελλη όμως, όταν περνούσαν τα στενά, έπεσε στην θάλασσα και πνίγηκε και από τότε η θάλασσα των στενών ονομάστηκε Ελλήσποντος. Στο χωριό αυτό οι πρόγονοι των ποντίων Αμαραντιωτών έζησαν αρκετά καλά μέχρι το έτος 1914 που κηρύχθηκε ο Α' παγκόσμιος πόλεμος.
Από τη χρονιά αυτή και μετά αρχίζει η Οδύσσεια των προγόνων μας.Πρίν έρθουν τα τουρκικά στρατεύματα όλοι έφυγαν και πήγαν προς βορράν σε άλλα μέρη υπό ρωσική κυριαρχία που κατοικούσαν άλλοι Σανταίοι κατά το πλείστον συγγενείς τους, όπως στα χωρία Ιβάνωφκα, Σέκιτλη, Βιζιρώφ, Φτελέν, Χαραπά και λοιπά της περιοχής Τυφλίδας.
Βέβαια για να πάνε σε αυτά τα μέρη πεζοί ή με κάρα υπέφεραν τα πάνδεινα. Το έτος 1915 τα μέρη τους τα ξαναπήραν οι Ρώσοι από τους Τούρκους, οπότε αρκετές οικογένειες ξαναγύρισαν στα χωριά τους. Αλλά μετά το 1917, όταν κηρύχθηκε η Ρωσική Επανάσταση, ο Ρωσικός Στρατός εγκατέλειψε την περιοχή Καρς, οπότε και το χωριό των προγόνων μας περιήλθε στην κατοχή των Τούρκων.
Πριν φθάσουν στο χωριό τους τα τουρκικά στρατεύματα, πολλές οικογένειες μετακινήθηκαν και πάλι προς βορράν, (όπου μετά από πολλές περιπέτειες το 1920 επιβιβάστηκαν στα ελληνικά πλοία που έφθασαν στα λιμάνια Βατούμ, Σοχούμ, Οδησσό και λοιπά , με προορισμό την Ελλάδα και αποβιβάστηκαν στην Καλαμαριά.
Στην Καλαμαριά τότε συνεπεία της άφιξης πολλών προσφύγων από Καύκασο και Πόντο και της ελλιπούς ιατρικής περίθαλψης, ο εξανθηματικός τύφος ήταν σε έξαρση και πολλοί άνθρωποι πέθαναν. Στην δύσκολη τότε χρονιά αντιπροσωπεία των χωριανών μας που αποτελέσθηκε από τους Χαράλαμπο Γεκουσίδη, Παναγιώτη Τριανταφυλλίδη και Δαμιανό Τσουκαλίδη επισκέφθηκε το χωριό Αμάραντα (τότε λεγόταν Σούρλοβα) και το έκριναν κατάλληλο για την μόνιμη εγκατάσταση των προγόνων μας.
Μάλιστα οι παραπάνω, όπως πληροφορήθηκα, γύρισαν στην Καλαμαριά και είπαν στους ταλαιπωρημένους τότε συγγενείς και πατριώτες τους ότι το χωριό που επισκέφθηκαν "εσ καλόν κλίμα, πολλά νερά, ,τρανόν μεσιάν, λιμνήν και για για νά διαβαίν' το τραίνον". Και για τους λόγους αυτούς αποφάσισαν να εγκατασταθούν στο χωριό αυτό.
Η άδεια για εγκατάσταση στο χωριό ήταν για 60 οικογένειες. Οι οικογένειες αυτές εγκαταστάθηκαν σύντομα στο χωριό, πρέπει να ήταν άνοιξη του έτους 1920. Η τότε κυβέρνηση έδωσε κάποια βοήθεια στους πρόσφυγες, δηλαδή σε κάθε οικογένεια δώσανε από ένα βόδι, ούτως ώστε, δύο οικογένειες μαζί να κάνουνε ένα ζευγάρι για να οργώσουν τα χωράφια τους.
Πρόλαβαν και έσπειραν καλαμπόκια, λαχανικά και άλλα εποχιακά, απαραίτητα γεωργικά προϊόντα χρήσιμα για την διατροφή τους. Εκείνα τα χρόνια το χωριό μας ήταν πολύ εύφορος τόπος, τα καλαμπόκια που έσπειραν είχαν μεγάλη απόδοση και η παραγωγή σε γεωργικά προϊόντα ήταν επαρκής.
Επειδή όμως τα Αμάραντα είχαν μεγάλο δάσος, που έφθανε από τα αμπέλια μέχρι την λίμνη Δοϊράνη, υπήρχαν και πολλά άγρια ζώα, όπως λύκοι, αγριογούρουνα, αλεπούδες, τσακάλια και λοιπά. Σε ένα από τα χωράφια που καλλιεργούσε η γιαγιά μου η Βαρβάρα η Φουστουλίνά τα καλαμπόκια ήταν πάρα πολλά και μετά τον θερισμό τους έπρεπε να διαφυλαχθούν την νύχτα από τα αγριογούρουνα και αποφάσισε να κοιμηθεί στο χωράφι με δύο παιδιά της.
Την νύχτα αντιλήφθηκε ότι τα αγριογούρουνα άρχισαν να τρώνε τα καλαμπόκια οπότε σηκώθηκε και με ένα ρωσικό πιστόλι πυροβόλησε και σκότωσε ένα από τα αγριογούρουνα, τα άλλα τράπηκαν σε φυγή.
Όταν εγκαταστάθηκαν οι προγονοί μας στο χωριό, βρήκαν να κατοικούν σε αυτό Τούρκοι και λίγες οικογένειες Στρωμνιτσιωτών. Οι Τούρκοι στο χώρο του σημερινού κτιρίου του Συνεταιρισμού είχαν τζαμί με μιναρέ. Με την συνθήκη της ανταλλαγής του 1923 όλοι οι Τούρκοι έφυγαν από το χωριό και το τζαμί με τον μιναρέ, λόγω της παλαιότητας και της μη συντήρησης του κατέρρευσε.
Μετά το 1923 αφού έφυγαν οι Τούρκοι δεν υπήρχε πλέον περιορισμός για εγκατάσταση και άλλων οικογενειών στο χωριό, οπότε άρχισαν να έρχονται και άλλες οικογένειες χωριανών στο χωριό μας, όπως η οικογένεια του Χρήστου Πασαλίδη, που είχε αρχικά εγκατασταθεί στο Λαχανά Θεσ/νίκης.
Από την Σάντα του Πόντου ήρθαν οι οικογένειες Συμεών Μελετιάδη (δάσκαλος απόφοιτος του ελληνικού Φροντιστηρίου Τραπεζούντας), Αριστείδη Μελετιάδη, Θεοδώρου Πιστοφίδη, Ιορδάνη και Αλκη Λαμπριανίδη.
Το 1923 ήρθαν στο χωριό οι αδελφικοί φίλοι Γεώργιος Πηλείδης και Αλέξανδρος Χιονίδης. Οι: δύο αυτοί έφυγαν από το Σανταιίκο χωριό Ανδρέοφκα του Σουχούμ και αφού έφτασαν στη Θεσσαλονίκη το 1913 κατατάχθηκαν ως εθελοντές στον ελληνικό στρατό.
Το 1916 με όλο το Δ' Σώμα Στρατού στην Ανατολική Μακεδονία πιάστηκαν από τους Βούλγαρους και στη συνέχεια τους πήραν οι Γερμανοί και τους μετέφεραν στο Γκέρλιτς της Γερμανίας, όπου έμειναν μέχρι το 1919. Εκεί έμαθαν να γράφουν και να μιλούν γερμανικά.
Δούλευαν σε πολεμικό εργοστάσιο. Μόλις γύρισαν στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 1919 (επιστρατεύθηκαν και συμμετείχαν στη μικρασιατική εκστρατεία φθάνοντας μέχρι τον Σαγγάριο ποταμό. Συνολικά οι παραπάνω υπηρέτησαν στον στρατό και στην Αστυνομία 9 χρόνια.
Πηγές για την σύνταξη της παραπάνω ιστορίας: Ιστορία και λαογραφία της Σάντας του αείμνηστου Στάθη Αθανασιάδη, από προσωπικές εμπειρίες, και πληροφορίες από τον χωριανό μας κ. Γιάννη Πασαλίδη του Χρήστου, που γεννήθηκε στο χωριό Γάμισλη της περιοχής Καρς και ζει σήμερα στο χωριό Αμάραντα Κιλκίς.
Santeos
Το χωριό αυτό ιδρύθηκε μετά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1878.Την χρονιά αυτή, αλλά ίσως και λίγα χρόνια νωρίτερα, παρατηρήθηκε μεγάλη έφεση για (μετανάστευση, έγινε μάλιστα και επιτροπή από Σανταίους για να μεταβεί στον Καύκασο ώστε να μεταναστεύσει ολόκληρη η Σάντα, τα επτά χωριά σε έναν τόπο.
Οι περιοχές Βατούμ και Σουχούμι κρίθηκαν ακατάλληλες λόγω του ανθυγιεινού κλίματος τους και η περιοχή Καρς ως άγονη. Μετά από αυτά ματαιώθηκε η γενική μετανάστευση και έγιναν ομαδικές στις περιοχές υπό ρωσική κατοχή Καρς, Σουχούμ, Βατούμ και Τυφλίδα.
Μέχρι το 1920 το χωριό Γαμισλή είχε 70 οικογένειες, ωραίο ναό του Αγίου Παύλου και οκτατάξιο Δημοτικό Σχολείο. Στο χωριό αυτό υπήρχε και ένα ωραίο πέτρινο άγαλμα κριαριού (κότς) πιθανόν προς τιμή του κριαριού που μετέφερε τον Φροίξο και την Ελλη στην Κολχίδα.
Η Ελλη όμως, όταν περνούσαν τα στενά, έπεσε στην θάλασσα και πνίγηκε και από τότε η θάλασσα των στενών ονομάστηκε Ελλήσποντος. Στο χωριό αυτό οι πρόγονοι των ποντίων Αμαραντιωτών έζησαν αρκετά καλά μέχρι το έτος 1914 που κηρύχθηκε ο Α' παγκόσμιος πόλεμος.
Από τη χρονιά αυτή και μετά αρχίζει η Οδύσσεια των προγόνων μας.Πρίν έρθουν τα τουρκικά στρατεύματα όλοι έφυγαν και πήγαν προς βορράν σε άλλα μέρη υπό ρωσική κυριαρχία που κατοικούσαν άλλοι Σανταίοι κατά το πλείστον συγγενείς τους, όπως στα χωρία Ιβάνωφκα, Σέκιτλη, Βιζιρώφ, Φτελέν, Χαραπά και λοιπά της περιοχής Τυφλίδας.
Βέβαια για να πάνε σε αυτά τα μέρη πεζοί ή με κάρα υπέφεραν τα πάνδεινα. Το έτος 1915 τα μέρη τους τα ξαναπήραν οι Ρώσοι από τους Τούρκους, οπότε αρκετές οικογένειες ξαναγύρισαν στα χωριά τους. Αλλά μετά το 1917, όταν κηρύχθηκε η Ρωσική Επανάσταση, ο Ρωσικός Στρατός εγκατέλειψε την περιοχή Καρς, οπότε και το χωριό των προγόνων μας περιήλθε στην κατοχή των Τούρκων.
Πριν φθάσουν στο χωριό τους τα τουρκικά στρατεύματα, πολλές οικογένειες μετακινήθηκαν και πάλι προς βορράν, (όπου μετά από πολλές περιπέτειες το 1920 επιβιβάστηκαν στα ελληνικά πλοία που έφθασαν στα λιμάνια Βατούμ, Σοχούμ, Οδησσό και λοιπά , με προορισμό την Ελλάδα και αποβιβάστηκαν στην Καλαμαριά.
Στην Καλαμαριά τότε συνεπεία της άφιξης πολλών προσφύγων από Καύκασο και Πόντο και της ελλιπούς ιατρικής περίθαλψης, ο εξανθηματικός τύφος ήταν σε έξαρση και πολλοί άνθρωποι πέθαναν. Στην δύσκολη τότε χρονιά αντιπροσωπεία των χωριανών μας που αποτελέσθηκε από τους Χαράλαμπο Γεκουσίδη, Παναγιώτη Τριανταφυλλίδη και Δαμιανό Τσουκαλίδη επισκέφθηκε το χωριό Αμάραντα (τότε λεγόταν Σούρλοβα) και το έκριναν κατάλληλο για την μόνιμη εγκατάσταση των προγόνων μας.
Μάλιστα οι παραπάνω, όπως πληροφορήθηκα, γύρισαν στην Καλαμαριά και είπαν στους ταλαιπωρημένους τότε συγγενείς και πατριώτες τους ότι το χωριό που επισκέφθηκαν "εσ καλόν κλίμα, πολλά νερά, ,τρανόν μεσιάν, λιμνήν και για για νά διαβαίν' το τραίνον". Και για τους λόγους αυτούς αποφάσισαν να εγκατασταθούν στο χωριό αυτό.
Η άδεια για εγκατάσταση στο χωριό ήταν για 60 οικογένειες. Οι οικογένειες αυτές εγκαταστάθηκαν σύντομα στο χωριό, πρέπει να ήταν άνοιξη του έτους 1920. Η τότε κυβέρνηση έδωσε κάποια βοήθεια στους πρόσφυγες, δηλαδή σε κάθε οικογένεια δώσανε από ένα βόδι, ούτως ώστε, δύο οικογένειες μαζί να κάνουνε ένα ζευγάρι για να οργώσουν τα χωράφια τους.
Πρόλαβαν και έσπειραν καλαμπόκια, λαχανικά και άλλα εποχιακά, απαραίτητα γεωργικά προϊόντα χρήσιμα για την διατροφή τους. Εκείνα τα χρόνια το χωριό μας ήταν πολύ εύφορος τόπος, τα καλαμπόκια που έσπειραν είχαν μεγάλη απόδοση και η παραγωγή σε γεωργικά προϊόντα ήταν επαρκής.
Επειδή όμως τα Αμάραντα είχαν μεγάλο δάσος, που έφθανε από τα αμπέλια μέχρι την λίμνη Δοϊράνη, υπήρχαν και πολλά άγρια ζώα, όπως λύκοι, αγριογούρουνα, αλεπούδες, τσακάλια και λοιπά. Σε ένα από τα χωράφια που καλλιεργούσε η γιαγιά μου η Βαρβάρα η Φουστουλίνά τα καλαμπόκια ήταν πάρα πολλά και μετά τον θερισμό τους έπρεπε να διαφυλαχθούν την νύχτα από τα αγριογούρουνα και αποφάσισε να κοιμηθεί στο χωράφι με δύο παιδιά της.
Την νύχτα αντιλήφθηκε ότι τα αγριογούρουνα άρχισαν να τρώνε τα καλαμπόκια οπότε σηκώθηκε και με ένα ρωσικό πιστόλι πυροβόλησε και σκότωσε ένα από τα αγριογούρουνα, τα άλλα τράπηκαν σε φυγή.
Αμάραντα |
Όταν εγκαταστάθηκαν οι προγονοί μας στο χωριό, βρήκαν να κατοικούν σε αυτό Τούρκοι και λίγες οικογένειες Στρωμνιτσιωτών. Οι Τούρκοι στο χώρο του σημερινού κτιρίου του Συνεταιρισμού είχαν τζαμί με μιναρέ. Με την συνθήκη της ανταλλαγής του 1923 όλοι οι Τούρκοι έφυγαν από το χωριό και το τζαμί με τον μιναρέ, λόγω της παλαιότητας και της μη συντήρησης του κατέρρευσε.
Μετά το 1923 αφού έφυγαν οι Τούρκοι δεν υπήρχε πλέον περιορισμός για εγκατάσταση και άλλων οικογενειών στο χωριό, οπότε άρχισαν να έρχονται και άλλες οικογένειες χωριανών στο χωριό μας, όπως η οικογένεια του Χρήστου Πασαλίδη, που είχε αρχικά εγκατασταθεί στο Λαχανά Θεσ/νίκης.
Από την Σάντα του Πόντου ήρθαν οι οικογένειες Συμεών Μελετιάδη (δάσκαλος απόφοιτος του ελληνικού Φροντιστηρίου Τραπεζούντας), Αριστείδη Μελετιάδη, Θεοδώρου Πιστοφίδη, Ιορδάνη και Αλκη Λαμπριανίδη.
Το 1923 ήρθαν στο χωριό οι αδελφικοί φίλοι Γεώργιος Πηλείδης και Αλέξανδρος Χιονίδης. Οι: δύο αυτοί έφυγαν από το Σανταιίκο χωριό Ανδρέοφκα του Σουχούμ και αφού έφτασαν στη Θεσσαλονίκη το 1913 κατατάχθηκαν ως εθελοντές στον ελληνικό στρατό.
Το 1916 με όλο το Δ' Σώμα Στρατού στην Ανατολική Μακεδονία πιάστηκαν από τους Βούλγαρους και στη συνέχεια τους πήραν οι Γερμανοί και τους μετέφεραν στο Γκέρλιτς της Γερμανίας, όπου έμειναν μέχρι το 1919. Εκεί έμαθαν να γράφουν και να μιλούν γερμανικά.
Δούλευαν σε πολεμικό εργοστάσιο. Μόλις γύρισαν στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 1919 (επιστρατεύθηκαν και συμμετείχαν στη μικρασιατική εκστρατεία φθάνοντας μέχρι τον Σαγγάριο ποταμό. Συνολικά οι παραπάνω υπηρέτησαν στον στρατό και στην Αστυνομία 9 χρόνια.
Πηγές για την σύνταξη της παραπάνω ιστορίας: Ιστορία και λαογραφία της Σάντας του αείμνηστου Στάθη Αθανασιάδη, από προσωπικές εμπειρίες, και πληροφορίες από τον χωριανό μας κ. Γιάννη Πασαλίδη του Χρήστου, που γεννήθηκε στο χωριό Γάμισλη της περιοχής Καρς και ζει σήμερα στο χωριό Αμάραντα Κιλκίς.
Santeos
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου