Θεραπευτικά μέσα στον Πόντο.

Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2017

1. Aποκάπνισμαν.
 α) Με το θυμιατό ή  με μια κεραμίδα, όπου καίνε θυμίαμα , ή βαμβάκι βαμμένο στο λάδι καντήλας της εκκλησίας, κάνουν μπροστά στο πρόσωπο του αρρώστου το σημείο του Σταυρού τρεις φορές και ύστερα το περιφέρουν πάνω από το κεφάλι του.
 β) Το ίδιο αποκαπνίζν άτον μ΄ ένα κομματάκι κουρέλι από τα ρούχα εκείνου, που υποθέτουν  ότι αυτός ήταν που μάτιαζε.
 γ) Από κατώφλι  αποχωρητηρίων κόβουν με μαυρολάβκον μαχαίρ' από ένα τσουφλάν (πελεκούδι), τα τοποθετούν πάνω σε κεραμίδα με φωτιά και θυμίαμα και  αποκαπνίζν’ άτον.

2. Γήτεμαν. Τα γητέματα ήσαν, και δυστυχώς είναι και σήμερα στους αμόρφωτους, στίχοι χωρίς ορισμένο νόημα κάποτε μάλιστα είναι ανάμεικτοι με λέξεις τούρκικες και ακατάληπτες. Όσο δε πιο  ακατάληπτες είναι, τόσο πιο ασφαλές είναι και το αποτέλεσμα. Προφέρονται με τρόπο μυστηριώδη και υποβλητικό και έτσι εμπνέουν στον άρρωστο την πεποίθηση στη δύναμη και την αποτελεσματικότητά τους. Συνοδεύονται με χειρονομίες ή κινήσεις.
Τα γητέματα χρησιμοποιούνται σαν θεραπευτικά κυρίως διαφόρων ασθενειών και κινδύνων ανθρώπων και ζώων, και για τη δημιουργία συνθηκών ευνοϊκότερων για την καλλιέργεια και σαν αποτελεσματική δέηση για ευγονία. Μερικές επωδές συνίστανται σε απλή μνεία του ζητουμένου και χαρακτηρίζονται ως άμεσοι  π.χ. όταν ο παπάς εκφωνεί: Αρραβωνίζεται η δούλη του θεού Μαρία τον δούλον του Θεού Γεώργιον, εκείνη η γυναίκα που θέλει ν' αποκτήσει αγόρι ψιθυρίζει και τις τρεις φορές: κι εγώ  τ' αγόρι, με την πεποίθηση ότι θ’ αποκτήσει  αγόρι.
Τα γητέματα στα οποία με τη βοήθεια δεήσεων διατάσσεται το κακό ή ο κίνδυνος να απομακρυνθεί, μπορούν να ονομαστούν  εξορκιστικά: Αέρ κι ΑεΔημήτρη, ΆεΘόδωρε κι ΆεΝικόλα, τ’ ομμάτ ντ’ ομματιάζ να σπάν και να τσιακλίζ. - Θέ 'μ δέσον τη λύκ’ το στάμαν, οντάν θέλω να κοιμούμαι.
Κάποτε με το όνομα του Αγίου προφέρεται και το όνομα του γητευόμενου και ονομάζομαι τα γητέματα αυτά ονομαστικά:
 Δι άτον ο Θεός τη χάρην, κι ατός δί άτο εμέν.
- Αέτς να κατενίζ και τ’ ομμάτ τη Νικόλα.
Άλλοτε μιμούνται την κίνηση και μπορούν να ονομαστούν μιμητικά:
 Άμον ντο σπογγίζω, αέτς να σπογγίεται ο πόνον.
— Κατηβαίν το νερόν σιορ - σιόρ και βζην τ'  άψημον.
- Τ' αερί το κλειδίν σο στόμαν άτουν.( και λέγοντας αυτό κλείνουν την κλειδαριά).
Άλλα γητέματα αναφέρουν τη θεραπεία άλλων κακών: Εφτά μονα αδέλφια επήραν εφτά μαυρολάβκα μαχαίρια κ’ έκοψαν, κατέκοψαν τον ανεθέλετον.
Με άλλα ζητείται η βαθμιαία θεραπεία του κακού: Έκοψαν τσίμλαν και διάκρεν πρώτα.
Τέλος μερικά γητέματα αποτελούνται από εκκλησιαστικά τροπάρια, ή εκφράσεις της  Αγ. Γραφής.
Γενικά η πίστη στην αποτελεσματικότητα του γητέματος συγκεντρώνεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στη δύναμη των  λέξεων, με δευτερεύουσα σημασία είναι οι κινήσεις: μούντζωμα, σταύρωμα, φτύσιμο, φύσημα κ.λ.π.
Οι λέξεις και φράσεις του γητέματος τηρούνται μυστικές, αλλιώς χάνουν τη δύναμή τους. Η μετάδοση του γητέματος πρέπει να γίνεται μυστικά από γυναίκα σε άντρα ή από άντρα σε γυναίκα,  αλλιώς χάνει την αξία του.
Γι αυτό και παρεφθάρησαν ορισμένες λέξεις και κατάντησαν ακατάληπτες (μη τ’ ομμάτια κάρκαλα, ουρά συγκαρκαντζούλαδο). Το γήτεμα στη δημοτική γλώσσα λέγεται ξόρκι  και στην καθαρεύουσα επωδή (όχι επωδός που λέγεται ο επαναλαμβανόμενος στίχος στο τέλος κάθε δίστιχου, ή τέλος κάθε στροφής στα ποιήματα).
Γητεύουν δε μόνο ορισμένες γυναίκες νηστικές το πρωί, (προτιμότερη η Τετάρτη και Παρασκευή) κρατώντας στη φούχτα τρία κομματάκια αλάτι ένα κάρβουνο και έναν μαυρολάβκον μαχαίρ’ και κάνοντας το σημείο του Σταυρού με το χέρι αυτό, δηλ. φέρνοντάς το στο μέτωπο, στο στήθος, στον δεξιό και αριστερό ώμο, απαγγέλλουν διάφορα τροπάρια και ξόρκια που δεν τα μαρτυρούν.
Ύστερα πετούν το ένα κομμάτι αλάτι στη φωτιά, λέγοντας μυστικά: Εσυ να σπάντζ και να χάσαι. Το δεύτερο κομμάτι το πετούν στο νερό, λέγοντας: Εσύ να λύεσαι και να χάσαι. Και το τρίτο το δίνουν στον άρρωστο να το καταπιεί: Εσύ να χωνεύκεσαι και να χάσαι. Στο τέλος σταυρώνοντας τον άρρωστο στο κεφάλι λένε: Ατό να εν το διατρικό 'σ. Αν δε το ματιασμένο είναι νήπιο, προσέχουν ποια κάρβουνα μετατοπίστηκαν  από το αλάτι που έριξαν στη φωτιά,, τα παίρνουν, τα τοποθετούν κάτω από το ποδάρι της κούνιας, για να θρυμματιστούν κατά το λίκνισμα.
Να και ένα κείμενο γητέματος, που παρέδωσε στον Παύλο Τσιατσιά η γιαγιά του:
Μάτια, μάτια ματούλια
και μαυρολάβκον μαχαίρ
 καντζία κόφτω κατακόφτω
σ' αγάνωτον τσουκάλ
περιπόταμον στέκεται
δέντρον μη δέντρον
σο ριζοκόλ πιάν άψημον
σην κορυφήν νερόν
εβζήνω τ' άψημον
(και φυσά σταυρωτά)

Και άλλο που διέσωσε η Χριστ. Αθανασιάδη που έχει παραφθαρεί λιγότερο:
Ομμάτ κι ομματίαμαν
το κάρκαλον τ’ ομμάτ
με το τρίκαντζον τ’ ουράδ
μη καρκαλώντζ τ’ ομμάτι ΄σ
μη τρικατζώνς τ’ ουράδι 'σ
εχω εναν μαυρολάβκον μαχαίρ’
κόφτω, κατακόφτω σε,
σύρω σε πέραν πόταμον
ση δεντρού τη ρίζαν πιάν τ’ άψιμον
κατηβαίν το νερόν και βζήν τ’ άψιμον
και σπάν και χάται,
το κάρκαλον τ' ομμάτι 'σ
και το τρίκαντζον τ' ουράδι 'σ.

Να και άλλο της περιφ. Αργυρούπολης από τα Ποντιακά Φύλλα:
Επέντεσα το Χριστόν τον καλαφέντην.
Ερώτεσέ με που πας νε γυναίκα; Που πας νε  άγουρε;
Πάω (σή Νικόλα....) το δέδ, σο κακόν.
Αϊ  ανάγναφε, αϊ κατάγναφε.
Πέραν θάλασσαν, πέραν ποταμόν.
Σην ρίζαν τ’ άψιμον, σην κορφήν το νερόν.
Ξύνω το νερόν και σβήνω τ' άψιμον.

Και άλλο από την Ποντιακή Εστία:
Ομμάτια κι ομματάκια
και μη τ’ ομμάτια κάρκαλα,
ουρά συγκαρκαντζούλαδο,
παίρνω μαυρολάβκον μαχαίρ'
κόφτω, κατακόφτω και σύρω
 πέραν ποταμόν περίδεντρον
σην κορφήν έχει το νερόν,
σην ρίζαν εχει τ’ άψιμον,
κατηβαίνει το νερόν σιορ- σιορ
και βζήνει τ' αψιμον.

3.  Μέσα σε μαστραπά* με νερό ρίχνουν αναμμένα κάρβουνα απαγγέλοντας και το όνομα της γυναίκας που έχει κακόν ομμάτ και υποτίθεται ότι αυτή μάτιαζε τον άρρωστο: Αβούτο το καρβόν εν τη Σοφίας τη Λωτ. Αβούτο τ’ άλλο εν τη Κερέκης τή Κωφού. κ.λ.π. Τό ονομα που συνοδεύει το κάρβουνο που βουλιάζει, προδίδει το πρόσωπο που ομματίασεν. Τότε ποτίζουν τον ομματιαγμένον το καρβονοζώμ. Επειτα παίρνουν λίγο χώμα από την πατημασιά εκείνου που μάτιαξε, το διαλύουν στο νερό και το προσφέρουν στον  άρρωστο να το πιεί.
Μύλος (Ιφύρα - Τσορούκ)

4.Το ίδιο κάνουν και για τα ζώα με τη διαφορά ότι περιφέρουν το χέρι τους πάνω στο ζώο και  αφού πετάξουν το αλάτι στη φωτιά, στο νερό και στο πλυμίν (βρασμένες τοουκνίδες και άλλα χόρτα με μπόλικο νερό) περιφέρουν το χέρι τους πάνω στο ζώο, αλλά τώρα κατ’ αντίστροφη φορά. Η νοικοκυρά βγάζοντας το τσίτι ή το βρακί της το περιφέρει τρεις φορές γύρω από το κεφάλι του ζώου.

5. Καλούν τον παπά να χαρτοδεβάζ (να διαβάσει τους σχετικούς  εξορκισμούς στον άνθρωπο ή το ζώο). Αν κατά το διάβασμα ο άρρωστος χασμουριέται, αυτό είναι σημείο αλάνθαστο ότι είναι ματιασμένος· κι όσο περισσότερα και δυνατότερα είναι τα χασμουρητά και τα τεντώματα, τόσο περισσότερο βαρύ είναι το μάτιασμα- το ίδιο και όταν εκείνη που γηεύει χασμουριέται.
Παραδέχονταν ότι το γήτεμα ορισμένων γυναικών και το χαρτοδέβασμαν  ορισμένων παπάδων ειναι πολύ  αποτελεσματικό, γιατί οι  γυναίκες αυτές έχουν 'λαφρόν χερικόν και οι ποπάδες καλόν ανάσμιαν. Μουντέτες ο παπάς (από τη Μουντά) θεράπευσε πολλούς αρρώστους ψυχικά, ίσως με υποβολή ή υπνωτισμό.
Τη βασκανία την αναιρεί  ο ίδιος  εκείνος που μάτιαζε, αν φτύσει τρεις φορές στο στόμα του ματιασμένου.

Στάθης Αθανασιάδης
Εκπαιδευτικός










*μικρή μεταλλικήπήλινη ή και γυάλινη κανάτα που χρησιμοποιόταν άλλοτε για το σερβίρισμα δροσερού νερού.
Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah