Από τον Πρόλογο του βιβλίου : "ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΣΑΝΤΑΣ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ" του Μιλτιάδη Νυμφόπουλου.

Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2014

Η πολύπαθη και δοξασμένη πατρίδα μας Σάντα του Πόντου αριθμεί ζωή 16 αιώνων.
Από το 300—1924 μ. χ. έδρασε η Σάντα εθνικά και θρησκευτικά. Αυτή με την παροιμιώδη φιλο­ξενία της στάθηκε η σωστική κιβωτός του Ελληνισμού του Πόντου. Αυτή έσωσε τη ζωή χιλιάδων χριστιανών στην εποχή του Διοκλητιανού, όταν μαρτύρησαν ο Επίσκοπος Τραπεζούντας Ευγένιος, η Αγία Βαρβάρα κ.α.
Αυτή στις πλέον δυστυχισμένες μέρες του Ελ­ληνισμού του Πόντου δεχόταν ατέλειωτα κύματα φυγάδων Ελλή­νων.
 Αυτή αιώνες αργότερα με κίνδυνο της δικής της ύπαρξης προ­στάτεψε χιλιάδες φυγάδων από την απερίγραπτη βία του Τούρκου κατακτητή.
 Αυτή που δεν προσκύνησε Τούρκο αγωνίσθηκε επί 5 αιώνες εναντίον των άγριων, των φανατικών Τούρκων της Κολόσας, του Τσοράχ, των Σουρμένων και της Γεμουράς για να συγκρατηθεί στην εθνική της ζωή.
  
Χαμελέτε σον Γιάμπολη
Αυτή με τον ψεύτικο εκτουρκισμό λίγων κα­τοίκων της αποκοίμισε κατά τον 18ο αιώνα τους Τερέπεηδες που επεδίωκαν την εξόντωση της.
 Αυτή σαν  άλλη Μητρόπολη εξαπέστειλε 10—15.000 αποίκους στα παραλιακά χωριά της Τραπεζούντας και στον Καύκασο, και έδωσε χροιά Ελληνική στις περιφέρειες του Κάρς, της Τιφλίδας, του Σοχούμ και Βατούμ του Καυκάσου.
 Αυτή ακολούθησε κατά πόδας τα μεγάλα μας εθνικά κέντρα του Πόν­του στην διάδοση των Ελληνικών γραμμάτων.
 Αυτή ανάδειξε στα τέλη του περασμένου Ιθ' αιώνα και στις αρχές του σημερινού ολό­κληρη φάλαγγα διανοουμένων που με την εθνική και κοινωνική δράση τους τίμησαν την πατρίδα τους.
Η Σάντα είναι το μοναδικό στην ιστορία του Πόντου φαινό­μενο. Χώρα πετρώδης, ψυχρή, άγονη, φτωχή, αποκλεισμένη μέσα στα βουνά που την έβλεπε μονάχα ένας θεός, κατόρθωσε απ' τα παλιά χρόνια να δέχεται στους κόλπους της πολλές χιλιάδες κατα­τρεγμένων Ελλήνων, να τούς τρέφει με το υστέρημα της, να τους κάνει φανατικούς χριστιανούς και φανατικότερους Έλληνες, να τους εμπνεύσει αργότερα την Μεγάλη Ιδέα και να τους κάνει ικα­νούς να αμύνονται ως την τελευταία στιγμή κατά των παρανομιών μιας καταχθόνιας κυβέρνησης .Φωτεινότερος στέφανος για ένα Ελ­ληνικό κέντρο δεν μπορεί να υπάρξει! Τα άλλα Ελληνικά κέντρα ήσαν οπωσδήποτε αυτάρκη.  Η Τραπεζούντα, η Κερασούντα, η Σαμ­ψούντα και οι άλλες πολιτείες είχαν το εμπόριο και τις τέχνες, όλα τα χωριά του Πόντου είχαν την γεωργική τους και κτηνοτροφική παραγωγή, και μόνη η Σαντά ήταν άγονη, με κλίμα Σιβηρικό, καταδικασμένη σε θάνατο!
 Και όμως αυτή η καταδικασμένη σε θά­νατο Σαντά θαυματούργησε! Έγραψε με το αίμα της την ιστορία της, δοξάστηκε, υψώθηκε στο επίπεδο του Σουλίου και της Μάνης.
Και σ' όλα αυτά είχε τον λόγο η φλογερή φιλοπατρία όλων των Σανταίων, αρχαίων  και νεωτέρων. Για τον Σανταίο δεν βρισκό­ταν άλλος παράδεισος στη γη εκτός από τη Σαντά. Κανείς Σανταίος δεν εγκατέλειψε την Σαντά ασυγκίνητος, και κανένας επίσης ξένος πού αντίκρισε την άγια αυτή χώρα και δοκίμασε την φιλοξε­νία της δεν την εγκατέλειψε ασυγκίνητος.
Τη Τσαχμάχ' το πεγάδ'

Όλοι οι Σανταίοι θεω­ρούσαν την πατρίδα τους σαν ένα αναπόσπαστο μέρος της Ελλά­δας, σαν τον κεντρικό στύλο του Ελληνικού κτιρίου του Πόντου. Έχομε στην ιστορία μας άπειρα δείγματα φιλοπατρίας των Σανταίων, αρχαίων και μεταγενεστέρων.
Το όνομα Σαντά ηλέκτριζε τον πληθυσμό της. Παντού οι Σανταίοι καυχιόνταν πως έχουν πατρίδα την άγια Σάντα, που περιέσωσε θρησκεία και εθνισμό για 16 αιώνες. Την φιλοπατρία μάλιστα των αρχαίων Σανταίων δείχνει καθαρό το γεγονός ότι στις ευτυχισμένες μέρες της Βυζαντινής και της των Κομνηνών αυτοκρατορίας ενώ μπορούσαν να διαλέξουν τα καλύ­τερα παραλιακά εδάφη και να ζήσουν εκεί σαν πρίγκιπες, αυτοί προτίμησαν να καρφωθούν εδώ  στην εκτενή κοιλάδα του ποταμού της Σαντάς και στους βράχους της σαν άλλοι Προμηθείς για χιλιά­δες χρόνια, γιατί δεν μπορούσαν ν' αφήσουν μια άγια μάνα πού προστάτεψε τους πατέρες τους και τούς έσωσε απ' τη μπόρα της ειδωλολατρίας. 
Τα παλληκάρια της Σαντάς όλων των εποχών, επίσης και πολλά παλληκάρια της Σαμψούντας και της Αμάσειας αναδεί­χθηκαν οι υπερασπιστές της τιμής του Ελληνισμού του Πόντου! Και την υπόληψη, του Ελληνισμού την έσωσαν όχι μόνο στον Με­σαίωνα και στα 500 χρόνια της Τούρκικης τυραννίας, παρά και στα τελευταία χρόνια της ανθελληνικής δράσης του Κεμάλ, που βάλθηκε να εξοντώσει πέρα για πέρα τον Ελληνισμό του Πόντου.
Κατά το 1921, ακριβώς 100 χρόνια υστέρα απ' τη μεγάλη μας επανάσταση του 21, οι Κεμαλικοί ζήτησαν από τούς Σανταίους να εκπληρώσουν την στρατιωτική τους (;) υποχρέωση!
Ορθώθηκαν οι τρίχες της κεφαλής των παλικαριών της Σαντάς από εθνι­κή αγανάκτηση, γιατί ήθελαν να τους συμπεριφέρεται τίμια η Τούρ­κικη κυβέρνηση, και να μην επιδιώκει με ύπουλα και ανήθικα μέσα την καταστροφή τους και την καταστροφή της Σαντάς. Γιατί ήταν πασίγνωστο πως τη στιγμή που θα έβγαιναν από τα σύνορα της Σαντάς τα παλληκάρια της, αυτά μεν θα κατατάσσονταν στα εθνοκτόνα Ισαάτ Ταπουρού (Εργατικά Τάγματα), οι δε Σουλεϊμάν Κάλφας και όλοι οι αγάδες των Σουρμένων και της Γεμουράς θα ορμούσαν να λεηλατήσουν και να δηώσουν την Σάντα.
Τα παλικάρια μας λοιπόν πού πριν δεν υπηρέτησαν ούτε μια μέρα στον Τούρκικο στρατό, απάντησαν τότε στην Τούρκικη κυβέρνηση με ένα μεγάλο ΟΧΙ  και από τότε άρχισαν τα μεγαλύτερα δεινά της Σαντάς.
 Τρεις χιλιάδες γυναικόπαιδα της Σαντάς εκτοπίστηκαν κατά τον Σεπτέμβριο του 1921, διέσχισαν τα απέραντα και χιονοσκεπασμένα οροπέδια του Πόντου, και έφθασαν ατά βάθη του Κουρδιστάν με δάκρυα και μοιρολόγια!
 Φοβερές αρρώστιες αποδεκάτισαν στην εξορία τον δυστυχισμένο πληθυσμό της Σαντάς! Το Ερζερούμ, το Χούνους και το Ερζιγκιάν μεταμορφώθηκαν σε απέραντα νεκροτα­φεία των Σανταίων!
Οι ψυχές των δυστυχισμένων αυτών υπάρξεων φτερούγιζαν, επάνω απ' τα κεφάλια των ελευθέρων ανταρτών της Σαντάς και ζητούσαν εκδίκηση. Και η εκδίκηση ήρθε αμέσως σκληρή, αδυσώπητη!
Πολλοί αιμοχαρείς Τούρκοι, αυτοί που έβλα­ψαν τον αθώο πληθυσμό της Σαντάς, διαβαίνοντας από τα βουνά της Σαντάς σκοτώθηκαν από τ' αθάνατα παλληκάρια της, που σα σκιές, σα φαντάσματα ασύλληπτα ενέσπειραν τον φόβο και τον τρόμο στις τάξεις των ψευτοπαλληκαράδων Τούρκων των γειτονικών χωριών, της Γεμουράς και των Σουρμένων.
 Επί πέντε ολόκληρα χρόνια, από το 1919—1924, Τούρκος ιδιώτης δεν τόλμησε να πατήσει το έδαφος της Σαντάς και όλοι οι περίοικοι Τούρκοι πρόφεραν με σεβασμό και φόβο το όνομα της. Το 1921 βρεθήκαμε σε μια ομήγυ­ρη Τούρκων στο Βόνος της Γεμουράς.
  
Ισχανάντων (Κρενίν τη Ευκλείδη)
Αυτοί συζητώντας για την Σαντά έλεγαν:
«Όποιος τολμά ας διασχίσει τα βουνά της, οι αν­τάρτες της δεν αστειεύονται». Αυτά έφτασαν ν’ αποθανατίσουν την Σαντά! Είναι απίστευτο και όμως αληθινό ότι μία χούφτα ανταρ­τών της  Σαντάς αναστάτωσε το Ντοβλέτι επί 5 χρόνια και αντιστάθηκε στην πίεση κράτους 20 εκατομμυρίων με αρχηγό τον πανί­σχυρο Μουσταφά Κεμάλ μέχρι τέλους!
Τα σοβαρά γεγονότα της Σαντάς ανάγκασαν κι’ αυτόν τον Κεμάλ να μιλήσει στ' απομνημο­νεύματα του για την Σαντά και για τους ατίθασους αντάρτες της.
Τρεις φορές κατά το 1922 επισκεφτήκαμε κατά διαταγήν του Μη­τροπολίτη Ροδόπολης και της Τούρκικης κυβέρνησης τα παλληκάρια μας στη Σαντά μεσ' τα ερείπια της που κάπνιζαν, με σκοπό να μεσολαβήσουμε για κάποιον συμβιβασμό μεταξύ, αυτών και της κυβέρνησης, και στις τρεις αυτές επισκέψεις μας είδαμε στα στή­θη τους την εικόνα, του πρωτουργού του Ελληνικού μεγαλείου Ελευθερίου Βενιζέλου. Στις επισκέψεις μας αυτές διαπιστώσαμε την ύπαρξη φλογερού πατριωτισμού στις ψυχές των παληκαριών μας, που με τις νίκες του Ελληνικού στρατού στην Μικρασία περίμεναν να δουν μια μεγάλη Ελλάδα των 20 εκατομμυρίων, έλπιζαν στην εξάπλωση της Ελλάδας ως τον Πόντο, και πίστευαν να δουν σύντομα την ανασύσταση του Βυζαντινού  κράτους!
Επηρεασμένοι κι εμείς από το ηθικό αυτό μεγαλείο του πατριωτισμού των ανταρ­τών συμβουλέψαμε αντίσταση και όχι συμβιβασμό, γιατί το αντίθετο θα ήταν εθνική προδοσία. Τέτοια ήταν η δοξασμένη πατρίδα μας Σάντα, της οποίας γέννημα και θρέμμα ήσαν οι αντάρτες της πού έτρεφαν θανάσιμο μίσος εναντίον των προαιώνιων τυράννων μας.
Και το μίσος αυτό  υποδαυλιζόταν από τους δασκάλους και τους επιστήμονες της Σαντάς, οι οποίοι ήσαν διαπρύσιοι κήρυκες των εθνικών ιδεωδών, σύμβολα του εθνικού μεγαλείου και φοβεροί επικριτές της Τούρκικης τυραννίας.
 Δημιούργησαν λοιπόν οι δάσκα­λοι και οι επιστήμονες Σανταίοι μια δεύτερη Ελλάδα εκεί μέσα στα βουνά, μια Ακρόπολη Ελληνική μέσα στην εσχατιά εκείνη του Πόντου, Ακρόπολη πού δόξασε το Ελληνικό όνομα και εξυψώθηκε στην Πανελλήνια συνείδηση.
 Ήταν ή Σάντα μας αυτή  η εκ­προσώπηση της Μεγάλης Ιδέας στον Πόντο! 
Ζήτω η Σαντά!
Κρίνω επίκαιρο να παραθέσω εδώ και μια στιχομυθία μου με τον καλό γιατρό Φιλοποίμονα Στεφανίδη :
Μου λέγει ο γιατρός :
«Κύριε Νυμφόπουλε, απ' όσα διαβάζω βλέπω πως θέλεις να εκθειάζεις την Σάντα. Τι σου είναι αυτή η Σαντά σου»;
Του απαντώ: «Κύριε Στεφανίδη, δεν θέλω να καυχησιολογώ. Το μόνο που μπορώ να σου πω είναι ότι, δυστυχώς ή πέννα μου δεν στάθηκε ικανή να εξυμνήσει όσον έπρεπε την δόξα της Σαντάς».
Τ' Οσπίτ' τη Μαντίδη Σπύρου

Και όμως η Σαντά που αντιστάθηκε ως το τέλος στην Τούρ­κικη βία και τυραννία, η Σαντά που απέκρουσε τρεις φορές τον συμβιβασμό με την Τούρκικη κυβέρνηση και ποτέ της δεν συνθηκο­λόγησε με τον τύραννο παρ' όλες τις καταστροφές που έπαθε, αυτή που μόνη σ’ όλη την περιφέρεια Τραπεζούντας κράτησε το κε­φάλι της ψηλά μέχρι της καθόδου μας στην Ελλάδα, αυτή αδική­θηκε από τον καλό μας ιστορικό Πανάρετο Τοπαλίδη, ο οποίος έ­γραψε στην 215 σελίδα του έργου του « Ο Πόντος ανά τούς αιώ­νας» τα παρακάτω :
«Εν Σάντα .. τω 1921 επεμβάσει του Μητροπολί­του Ροδοπόλεως επήλθε συμβιβασμός μεταξύ ανταρτών και Τουρ­κικής Κυβερνήσεως και απεκατεστάθη σχετική ανακωχή και ησυχία».
 Είναι οδυνηρές για τον κάθε Σανταίο οι ανωτέρω γραμμές, γιατί η αγέρωχη ψυχή των ανταρτών μας τη στιγμή που έσβησε ολόκληρος ο πληθυσμός της Σαντάς δεν ήταν δυνατόν να συμβιβαστεί με μια καταχθόνια κυβέρνηση, που επεδίωκε την εξόντωση όλου του Ελληνισμού. 
Λοιπόν οι λέξεις συμβιβα­σμός, ανακωχή, ησυχία όπως μας τα λέγει ο Π. Τοπαλίδης, είναι άγνωστες στην ιστορία της Σαντάς. Μόνον κατά το Μάη του 1920 έγινε μεταξύ ανταρτών και Τούρκων κάποιος ψευτοσυμβιβασμός, ο οποίος δεν βάσταξε ούτε ένα 24ωρο εξ υπαιτιότητας των Τούρ­κων.
Οι Σανταίοι από χρόνια λαχταρούσαν να δουν δημοσιεύματα αντάξια της δόξας της αθάνατης πατρίδας τους, μα δεν έβλεπαν τίποτε.
Το μικρό μα κολακευτικό δημοσίευμα του ιστοριογράφου Τραπεζούντας Σάββα Ιωαννίδη για την Σαντά και μερικά άλλα ήσαν βάλσαμο παρηγοριάς, μα δεν μπορούσαν να ικανοποιήσουν την φιλοδοξία τών Σανταίων.
Ολόκληρη η Σαντά ευγνωμονεί τον πρώ­το Ιστοριογράφο της, τον αείμνηστο καθηγητή των Φυσικών στο Γυμνάσιο Τραπεζούντας Φίλιππο Χειμωνίδη, γιατί αυτός περιέσωσε τα πρώτα στοιχεία της ιστορικής ζωής της Σαντάς στην εποχή της Τουρκοκρατίας.
Όλα τα στοιχεία αυτά τα δανειζόμαστε κι ε­μείς σε περίληψη  και ομολογούμε πως είναι άξια εκτίμησης η ερ­γασία του σοφού εκείνου ανδρός.
Μα η αρχαία ως και η νέα ζωή της ηρωικής πατρίδας μας Σαντάς που δίκαια απόχτησε τον τίτλο «Το Σούλι του Ευξείνου» και πού σήκωσε το ανάστημα της μπροστά στον Κεμάλ δεν ερευνήθηκε, δεν διαλευκάνθηκε, αν και είχαμε πολλές αποδείξεις για την ύπαρξη και τη δράση της Σαντάς σε όλες τις εποχές. Την πληγή αυτή της ιστορίας της Σαντάς χρωστάμε να την γιάνουμε όσο μπορούμε.
Για την συγγραφή της Ιστορίας της δοξασμένης αυτής πα­τρίδας μας εργασθήκαμε 40 ολόκληρα χρόνια. Γνωρίζαμε ότι μία τέτοια εργασία είναι ανώτερη από  τις δικές μας δυνάμεις, μα ή απέραντη αγάπη μας προς την μητέρα μας Σάντα μας συγκράτησε στο καθήκον και δεν μας επέτρεψε ν' απογοητευθούμε.



Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah