Ο θαυμαστός καινούργιος κόσμος που άνοιξε διάπλατα
πλέον για τον ελληνισμό μετά τις κατακτήσεις του Αλέξανδρου αναπόφευκτα
επέφερε, μεταξύ πολλών άλλων, και γλωσσικές μεταβολές. Δεδομένου ότι πλέον η
γλώσσα της εξουσίας σε ένα τεράστιο γεωγραφικό εύρος ήταν η ελληνική, χιλιάδες
άνθρωποι οι οποίοι μέχρι τότε μιλούσαν άλλες γλώσσες έπρεπε είτε να γίνουν
δίγλωσσοι είτε σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα και να εγκαταλείψουν τις μητρικές
τους γλώσσες.
Παράλληλα, οι Έλληνες, οι οποίοι μετοίκησαν στις
μεγαλουπόλεις του ελληνιστικού κόσμου, όπως η Αλεξάνδρεια ή η Αντιόχεια, είχαν απολέσει
τη διαλεκτική δέσμευση που τους γεννούσε η πατρική τους εντοπιότητα και στις
νέες τους πατρίδες έπρεπε να συνεννοηθούν τόσο με Έλληνες από άλλες περιοχές
του παραδοσιακού ελληνικού κόσμου όσο και με αλλόγλωσσους.
Αλεξάνδρεια |
Έτσι, από τα ελληνιστικά χρόνια και εξής δημιουργείται
μια κοινή γλώσσα, δηλαδή μια γενικής χρήσης γλωσσική μορφή, η οποία
καθιερώνεται σταδιακά, καθώς την αποδέχεται το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού.
Παράλληλα, είναι εκείνη η γλωσσική μορφή που επιλέγεται ως γλώσσα της εξουσίας,
στις συναλλαγές με το κράτος, στα δημόσια έγγραφα παντός είδους και στην
εκπαίδευση.
Η διάλεκτος που τέθηκε ως βάση αυτής της κοινής είναι
η αττική διάλεκτος, η γλώσσα δηλαδή της Αθήνας, της πόλης που, παρά τον
μειωμένο ρόλο της στην ελληνιστική οικονομική και πολιτική σκηνή, συνέχισε να
αποτελεί αντικείμενο θαυμασμού ως μέγιστο πνευματικό, πολιτισμικό και
ιδεολογικό κέντρο του ελληνισμού. Η αττική διάλεκτος, σημαντικά επηρεασμένη,
όπως διαπιστώσαμε παραπάνω, από την ιωνική, θα εξελιχθεί σε κοινή γλώσσα, στη
λεγάμενη ελληνιστική κοινή, η οποία θα κυριαρχήσει, εξαφανίζοντας τις
διαλεκτικές διαφοροποιήσεις.
Θα πρέπει να τονιστεί ότι παρ’ όλο που βάση της κοινής
είναι η αττική διάλεκτος, η κοινή δεν ταυτίζεται με την αττική διάλεκτο όπως
μιλιόταν και γραφόταν στην Αθήνα του 5ου αιώνα π.Χ. Η κοινή αποτελεί μια
τροποποιημένη, δηλαδή στη συγκεκριμένη περίπτωση απλοποιημένη και εξομαλυμένη
εκδοχή του ιδιόμορφου αττικοϊωνικού κράματος του 5ου αιώνα π.Χ. Με άλλα λόγια,
παρατηρείται μια φωνολογική και μορφολογική ομαλοποίηση μέσω π.χ. της αποβολής
ακραίων ιδιωματικών γλωσσικών στοιχείων ή μέσω της συντακτικής απλοποίησης.
Επιπλέον, πολλές γλωσσικές επιλογές της κοινής
προέρχονται από την ιωνική και όχι από την αττική διάλεκτο. Προτιμήθηκε λοιπόν
στην κοινή το συμφωνικό σύμπλεγμα των -σο- (που χαρακτήριζε την ιωνική) αντί
του -ττ- (που χαρακτήριζε την αττική), γι’ αυτό και λέμε σήμερα θάλασσα και όχι
θάλαττα, όπως επίσης προτιμήθηκε το ιωνικό -ρσ- αντί του -ρρ-, γι’ αυτό και
σήμερα λέμε χερσόνησος και όχι χερρόνησος.
Η ελληνιστική κοινή φέρει ως ιστορική μνήμη την ιωνική
διάλεκτο, εγκιβωτίζοντας κατά κάποιον τρόπο την πνευματική ιστορία του
ελληνισμού.
υποψήφια διδάκτορας αρχαίας ιστορίας, στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Ελένη Φασσά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου