Εφόσον όμως τόσο σημαντικά κείμενα γράφτηκαν στην
ιωνική διάλεκτο, η πρώιμη ελληνική ποίηση, η φιλοσοφική και η ιστορική σκέψη,
αλλά και η ιατρική, εφόσον ένα τεράστιο και ανεκτίμητο μέρος του ελληνικού
πνευματικού πολιτισμού αρθρώθηκε σ’
αυτήν τη γλώσσα, γιατί η ιωνική δεν απέκτησε το κύρος και τη δημοφιλία της αττικής διαλέκτου;
Μολονότι, δηλαδή, ο ιωνικός ποιητικός και πεζός λόγος απολάμβανε ιδιαίτερη
αίγλη και εκτίμηση από το σύνολο των ελληνοφώνων,
παρατηρούμε ότι η ιωνική διάλεκτος δεν διαδόθηκε στο βαθμό που αυτό συνέβη με
την αττική.
Μάλιστα ο Ευριπίδης, προκειμένου να καταδείξει την
υπεροχή των Ιώνων σε σύγκριση με τα υπόλοιπα ελληνικά φύλα, επιλέγει μια
ανατρεπτική εκδοχή του μύθου και σε κάποιο βαθμό καινοτομεί, τροποποιώντας τις
παραδεδομένες γενεαλογίες.
Σύμφωνα
με τον Ησίοδο λ.χ., ο Ξούθος, ο Δώρος και ο Αίολος, οι πρόγονοι των τριών κυρίων
ελληνικών φύλων (ιωνικών, δωρικών, αιολικών αντιστοίχως), είναι γιοι του Έλληνα, του προπάτορα όλων των Ελλήνων και
εγγονοί του Δία. Στο μύθο που πραγματεύεται ο Ευριπίδης, ο Ξούθος παρουσιάζεται
μεν ως εγγονός του Δία, αλλά ο
Δώρος και ο Αίολος δεν είναι πλέον αδελφοί, αλλά γιοι του από την Κρέουσα (στ. 1.589-1.594). Η εκδοχή του Ευριπίδη
υπονοεί τη μυθική προτεραιότητα των Ιώνων σε σχέση με τους υπόλοιπους Έλληνες, ενώ, από την άλλη μεριά, οι Δωριείς
και Αιολείς παρουσιάζονται να κατάγονται από μια Αθηναία βασιλικής γενιάς(!).
Τέλος, είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον ότι ο Ευριπίδης,
παρουσιάζοντας τη γεωγραφική διάταξη των ιωνικών περιοχών, τις οποίες θα
καταλάβουν και θα κατοικήσουν οι απόγονοι του Αθηναίου Ιωνα, προσδιορίζει και το ρόλο τους σε σχέση με
τη θεωρούμενη ως μητρόπολή τους,
την Αθήνα. «Οταν έρθει ο πεπρωμένος χρόνος,
οι ιωνικές πόλεις θα ενισχύσουν την αθηναϊκή δύναμη». Τα λόγια αυτά προφέρονται
από μια θεά, την Αθηνά, η οποία, όπως συχνά κάνουν οι θεοί στα έργα του
Ευριπίδη, εμφανίζεται από μηχανής για να δώσει την τελική λύση, και δηλώνουν, με το βάρος της θείας
αυθεντίας, τη σχεδόν μοιραία υποταγή της Ιωνίας στην αθηναϊκή υπεροχή.
υποψήφια διδάκτορας αρχαίας ιστορίας, στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Το γεγονός αυτό ερμηνεύεται ως αποτέλεσμα πολλαπλών
και ποικίλων παραγόντων, προπαντός εξωγλωσσικών.
Η ιωνική διάλεκτος, απέκτησε πανελλήνια αναγνώριση, διότι ήταν προϊόν ενός
πολιτισμού που επίσης γνώριζε πανελλήνια ακτινοβολία. Ωστόσο, σταδιακά οι
ιωνικές πόλεις υποσκελίζονται από την αθηναϊκή υπερδύναμη. Αυτή η μεταβολή δεν
θα ήταν δυνατόν να μην αντανακλάται και στη γλώσσα.
Η ηγεμονική θέση της Αθήνας σε πολιτικό, οικονομικό
και πολιτισμικό επίπεδο εξασφάλισε τη δυναμική, την ισχυροποίηση και την
ιδιαίτερη διάδοση της αττικής διαλέκτου. Πρέπει, ωστόσο, να επισημανθεί ότι η
αττική διάλεκτος, η οποία μιλήθηκε από όλους τους μορφωμένους Έλληνες και θεωρήθηκε επίσης ηγεμονική
διάλεκτος της ελληνικής, έφερε σε μεγάλο βαθμό τη σφραγίδα της ιωνικής
διαλέκτου.
Όπως είναι γνωστό,
ο 5ος αιώνας π.Χ. χαρακτηρίζεται από την άνοδο της Αθήνας, ως εξέχουσας
ελληνικής δύναμης. Οι επαφές της με τον ιωνόφωνο χώρο
εντείνονται κατά τη διάρκεια της ιωνικής επανάστασης, ενώ μετά τους Περσικούς
Πολέμους και τη συγκρότηση της Α' Αθηναϊκής Συμμαχίας, οι ιωνικές πόλεις
εντάσσονται στην αθηναϊκή επικράτεια. Την περίοδο αυτή κατά την οποία η Αθήνα
ασκεί πολιτική και οικονομική ηγεμονία στον εκτεταμένο χώρο της Ιωνίας, και όχι
μόνο, πρέπει να εντοπιστεί και η διείσδυση της ιωνικής στην αττική διάλεκτο.
Αυτό βέβαια ουδέποτε οδήγησε στην πλήρη αφομοίωση της ιωνικής από την αττική,
καθώς οι δύο διάλεκτοι, καθ’ όλη τη
διάρκεια της διαλεκτικής φάσης της ελληνικής, παρέμειναν σαφώς διακριτές.
Ωστόσο, φαίνεται ότι η συνύπαρξή τους σε έναν κοινό
οικονομικό και διανοητικό χώρο οδήγησε στην ομαλοποίηση ορισμένων ακραίων
χαρακτηριστικών ή ιδιαιτεροτήτων τους. Έτσι,
βαθμιαία η αττική απέβαλε το σύμπλεγμα -ττ-
και την αττική κλίση ουσιαστικών και επιθέτων, ενώ η ιωνική τροποποίησε ένα
εντελώς ιδιόμορφο χαρακτηριστικό της, απέφυγε δηλαδή την τροπή του κληρονομημένου από την ινδοευρωπαϊκή α σε
η, μετά από ε, ι ή ρ (π.χ. γενεή, χώρη).
Επιπροσθέτως, θεμελιώδους σημασίας μεταβολή ήταν η
αντικατάσταση του αθηναϊκού αλφαβήτου και η υιοθέτηση του ιωνικού (και
συγκεκριμένα του Μιλήσιου, του
αλφαβήτου της πόλης που κρατούσε για αιώνες τα σκήπτρα του πολιτισμού).
Πρόκειται για τη λεγάμενη «ευκλείδεια μεταρρύθμιση». Η μεταρρύθμιση πήρε το
όνομά της από τον Ευκλείδη, που διατελούσε επώνυμος άρχοντας την εποχή κατά την
οποία επίσημα εισήχθη αυτή η μεταβολή (403/2 π.Χ.). Η γλωσσική αυτή μεταβολή
συντελείται και, σύμφωνα με πολλούς μελετητές, απηχεί την περιρρέουσα
ατμόσφαιρα της Αθήνας σε μια πολύ σημαντική ιστορική συγκυρία.
Η ήττα στον Πελοποννησιακό Πόλεμο και η καταστροφή της
ναυτικής δύναμης και ηγεμονίας των Αθηναίων, αλλά και η τυραννία των Τριάκοντα
έχουν πια παρέλθει. Η δημοκρατία έχει αποκατασταθεί και οι Αθηναίοι επιθυμούν
στην αυγή μιας νέας γι’ αυτούς εποχής να ανανεώσουν το αλφάβητό τους. Μάλιστα, η πρόταση για την
εισαγωγή του νέου αλφαβήτου έγινε από τον Αρχίνο,
σύντροφο του Θρασύβουλου. Σύμφωνα με τη Σούδα (s.v. Σαμίων ο δήμος): «όταν ήταν άρχοντας ο
Ευκλείδης, ο Αρχίνος έπεισε
τους Αθηναίους να χρησιμοποιήσουν τα γράμματα των Ιώνων (τους δε Αθηναίους
έπεισε χρήσθαι τοις των
Ιώνων γράμμασιν Αρχίνος επί άρχοντος Ευκλείδου).
Οι αλλαγές που επέφερε η εισαγωγή του Μιλήσιου αλφαβήτου ήταν σημαντικές, αν
και πρέπει να επισημανθεί ότι, όπως είναι φυσικό, εφαρμόστηκαν σταδιακά. Έτσι, το Ε π.χ. το οποίο πριν το 403/2 π.Χ.
στα επιγραφικά κείμενα δήλωνε το ε,το η ή το ει, μετά την ευκλείδεια
μεταρρύθμιση δήλωνε αποκλειστικά το ε, ενώ το Η δεν κατέγραφε πια τη δασύτητα
(h), αλλά μόνο το η.
Η επιλογή του κανονικοποιημένου ιωνικού αλφαβήτου δεν
ήταν βέβαια προϊόν τυχαίας επιλογής. Πρόκειται για το αλφάβητο μιας διαλέκτου
που συνυπήρχε με την αττική
για αιώνες συνάπτοντας στενούς δεσμούς μαζί της, παράλληλα είχε αδιαμφισβήτητο
κύρος και ιστορικό βάρος, ενώ τέλος παρέπεμπε στις ένδοξες μέρες της αθηναϊκής
υπεροχής, επιβεβαιώνοντας και υπενθυμίζοντας τους δεσμούς με τη γη της Ιωνίας.
Αξιοσημείωτο είναι ότι οι παραπάνω εξελίξεις
αποκρυσταλλώνονται και στο χώρο του μύθου. Διαμορφώνεται βαθμιαία και ένα
μυθολογικό υπόβαθρο που απηχεί την προσέγγιση Ιωνίας και Αθήνας, τόσο
οικονομικά όσο και γλωσσικά. Το ότι οι Αθηναίοι ήταν ιωνικό γένος ήταν γενικά
αποδεκτό από τους αρχαίους ιστορικούς (βλ.
π.χ. Ηρόδοτο 1.56), ενώ η ισχυρότατη σύνδεση μεταξύ Αθήνας και Ιωνίας
διατυπώνεται ήδη από την εποχή του Σόλωνα, ο οποίος ισχυρίζεται ότι η Αττική
είναι η αρχαιότατη ιωνική γη (Αθηναίων Πολιτεία 5).
Επιπλέον, ο μυθικός οικιστής των Ιώνων, ο Ιων, κατάγεται στις πιθανότατα αθηναϊκής
έμπνευσης γενεαλογίες από την
Αττική. Έτσι, ο Ευριπίδης (Ιων) τον
παρουσιάζει ως Αθηναίο, γιο της Κρέουσας, κόρης του μυθικού βασιλιά των Αθηνών,
Ερεχθέα (στ. 8-34), ενώ στο τέλος του
έργου η Αθηνά προαναγγέλλει τη βασιλεία του στην Αθήνα (στ. 1.573-5).
Ησίοδος |
Ελένη Φασσά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου