Τρίτη 6 Μαρτίου 2018

Οι επαγγελματίες της Βενιζέλου...αρκετά χρόνια πριν...

Το κομμάτι της Βενιζέλου, που αρχίζει μετά την οδό Φιλίππου, είναι η τελική ευθεία, που οδηγεί στη μαρμάρινη πλατεία (σ. σ. Διοικητηρίου, της Θεσσαλονίκης). Στη γωνία, στην εσοχή που δημιουργείται στη συμβολή με την οδό Τοσίτσα (σ. σ. εκεί που λειτουργεί το Μπιτ Παζάρ), ο κινηματογράφος «Μοσκώφ’ στον πρώτο όροφο της πολυκατοικίας. Στη γωνία που ξεκινάει η ανηφόρα της Βενιζέλου, το κατάστημα μεταλλικών επίπλων του Τσαούσογλου, δίπλα το βιβλιοπωλείο του Ευσταθιάδη και παραδίπλα η κλινική Ανδρεάδη, από τις πιο οργανωμένες εκείνης της εποχής. Ακόμη κείτεται εκεί, χρόνια πολλά σε αχρησία, με πολύ καλά διατηρημένη την εξωτερική πόρτα και από πάνω της την επιγραφή «Κλινική Θεόδωρου Ανδρεάδη».
«Κλινική Θεόδωρου Ανδρεάδη».

Πιο πάνω το οπωροπωλείο «Άριστον», των αδελφών Ποτούρογλου. Εξακολουθεί και σήμερα να είναι, όπως και τότε, οικογενειακή επιχείρηση, διατηρώντας μια παράδοση κοντά 60 ετών, όπως κι η πινακίδα δίπλα στην είσοδο γράφει «Οπωροπωλείον το Άριστον, από το 1948». 
Μας έκανε εντύπωση, παιδιά ακόμη, η ποικιλία των μαναβικών και οπωρικών, που στόλιζε τους πάγκους και τα καφάσια του καταστήματος. Καταμεσής του χειμώνα έβρισκες αγγούρια και ντομάτες, μελιτζάνες και πιπεριές, καθαρά καλοκαιρινά είδη, που σε ελάχιστα οπωροπωλεία μπουτίκ υπήρχαν και, πάντως, σε κανένα άλλο της γειτονιάς. Πρώτος ο Ποτούρογλου θα ’φερνε τα κεράσια και τις φράουλες, τα ερίκια και τα μούσμουλα, τα πεπόνια, τα καρπούζια, τα σταφύλια, τα σύκα, όλα πολύ πριν κυκλοφορήσουν στην υπόλοιπη αγορά. Εκλεκτική η πελατεία του, αλλά και οι ίδιοι οι καταστηματάρχες, ο Θεολόγος, ο Μελέτης και ο Γιώργος' αυτός είχε και το καφενείο στη Φιλίππου, αλλά, παράλληλα, βοηθούσε και τα αδέρφια του. Πάντοτε ευγενικοί και περιποιητικοί, σωστοί επαγγελματίες.
Περνώντας το οπωροπωλείο, συναντούσες ένα καθαριστήριο, το κουρείο του Ξενάκη και του Ζούλη, που μοιράζονταν την πελατεία με το άλλο κουρείο, του Τσαβδάρογλου, και ένα δύο μαγαζάκια ακόμη, μέχρι να συναντήσεις την είσοδο του Μπιτ Παζάρ, της αγοράς των παλαιοπωλών.
Η άνοδος της Βενιζέλου, από αριστερά, ξεκινούσε με το ζαχαροπλαστείο «Φίλιππειον» και το τσαγκάρικο του Μουρατίδη (το παρέλαβε, μετά, ο γιος του και το μετέφερε στην Ολύμπου, δίπλα στο στραγαλοπωλείο «Ηρακλής») και συνέχιζε με ένα ψιλικατζίδικο, σήμα κατατεθέν για τη γειτονιά και για τις συνήθειες των παιδιών της ηλικίας μου: ο περίφημος μπάρμπα Ιωακείμ. Και τι δεν είχε μέσα! Ό,τι λαχταρούσε η ψυχή μας. Μπίλιες (γκαζιές), χαρτάκια με τις φωτογραφίες ποδοσφαιριστών ή τις σημαίες κρατών κ.τ.λ., χαλκομανίες, μπισκοτολούκουμα και ζαχαρωτά, καραμέλες και τσίκλες, ταινίες View-Master, μικρά        περιοδικά.
View-Master
Χαμός γινόταν για τα κλασικά («κλασσικά εικονογραφημένα» ήταν ο ακριβής τίτλος τους), τον «Μικρό Ήρωα», το πιο δημοφιλές ανάγνωσμα για τα παιδιά, τότε, τον «Ταρζάν — Γκιαούρ», τη «Μάσκα», τον «Ζορρό», το «Μυστήριο», τον «Μικρό Εξερευνητή», το «Γκρέκο» (ένα περιοδικάκι με εικονογραφημένες φάσεις από ποδοσφαιρικούς αγώνες στη Βραζιλία και με πρωταγωνιστή ένα ταλαντούχο Ελληνόπουλο), τα αστυνομικά διηγήματα του Γιάννη Μαρή.
Στην είσοδο του μαγαζιού, δυο μεγάλα κοφίνια με χύμα μέσα, μεταχειρισμένα, όλα τα παραπάνω περιοδικά, προϊόν ανταλλαγής με άλλα είδη, καραμέλες, μαστίχες, γκαζιές κ.τ.λ., αφού είχε προηγηθεί η ανάγνωσή τους, μετά τον αρχικό αγοραστή, και από ένα σωρό άλλους, φίλους και συμμαθητές. Τριμμένα τα εξώφυλλα, φαγωμένες οι γωνιές των σελίδων τους, αλλά ελκυστικά γιατί πουλιόντουσαν σε πολύ χαμηλή τιμή ή συνέφερε η αδάπανη ανταλλαγή, δύο παλιά για ένα καινούργιο. Τα κοφίνια άδειαζαν και γέμιζαν καθημερινά. Ένα συνεχές αλισβερίσι, που κορυφωνόταν τα πρωινά της Κυριακής, όταν τα σχολεία ήταν κλειστά.
Ο μπάρμπα Ιωακείμ, ένας κοντόχοντρος ηλικιωμένος, με το κεφάλι κουρεμένο με την ψιλή, σχεδόν ολότελα ξυρισμένο, σκληρός διαπραγματευτής, αγόραζε και πουλούσε πάντοτε με κέρδος, ανυποχώρητος στα παζάρια, δεν τον έπιανες από πουθενά, ένας δεινός εμποράκος. Στην πόρτα της εισόδου του ψιλικατζϊδικου, υπήρχε ένα μηχάνημα, κάτι σαν τον σκοτεινό θάλαμο του φωτογράφου, όπου με ένα προσοφθάλμιο και τον χειρισμό μιας μανιβέλας, προβάλλονταν διαδοχικά σε μια οθόνη εικόνες, με ταχύτητα τέτοια, που να φαίνεται σαν ταινία κινηματογραφική. Με μισή δραχμή βλέπαμε δυο τρία λεπτά τέτοιας ταινίας.


Απόσπασμα από το βιβλίο  "Σε τούτα εδώ τα μάρμαρα " του Γιώργου Λυσαρίδη


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah