Ευάγγελος Ιωαννίδης |
Κάτω από δυσμενείς συνθήκες και με ολοκληρωτική έλλειψη κάθε βοήθειας, οι αντάρτες του Πόντου και οι ηγέτες τους είναι ισάξιοι των παλικαριών της Ρούμελης, της Πελοποννήσου της Μακεδονίας και των άλλων περιοχών της επαναστατημένης Ελλάδας στους πολέμους της ανεξαρτησίας 1821-1827 και 1914-1923.
Και βέβαια, υπάρχει η διαφορά συνθηκών και προϋποθέσεων. Πρώτα-πρώτα το γεγονός ότι η επανάσταση στην Ελλάδα προηγήθηκε μια περίπου εκαντονταετία και η δημιουργία μιας σταθερής εστίας του ελληνισμού δηλ. ένα Πεδεμόντιο, αποτελούσε κάποια εγγύηση για τους ελληνικούς πληθυσμούς που ζούσαν ακόμα κάτω από την κυριαρχία του Τούρκου κατακτητή.
Ύστερα, οι περισσότεροι οπλαρχηγοί του 1821 μυήθηκαν στην τέχνη του πολέμου από τη θητεία τους στην αυλή του Αλή πασά, αλλά και ως μισθοφόροι στους στρατούς των Άγγλων και Γάλλων, ενώ παρόμοια ευκαιρία δεν υπήρχε για τους Έλληνες αρχηγούς στον Πόντο.
Βέβαια, η εδαφική διαμόρφωση στον Πόντο ήταν πιο ευνοϊκή για τους Πόντιους μαχητές και τούτο επειδή οι ορεινοί όγκοι στον Πόντο είναι συνεχείς και δύσβατοι. Τα χωριά της Εφτάκωμης Σαντάς, αλλά και άλλων περιοχών ήσαν φτιαγμένα σε ύψος 1.500-1.900 μέτρων, με βουνά που ήσαν και είναι κατάφυτα από την πλευρά που στρέφονται κυρίως προς τη Μαύρη Θάλασσα.
Η παρουσία των ανταρτικών σωμάτων με αριθμό που φτάνει τη σύνθεση συγχρόνων ταξιαρχιών και μεραρχιών, ενώ η αντιμετώπιση διπλάσιων και τριπλάσιων δυνάμεων του τακτικού στρατού των Τούρκων, σημαίνει ότι οι διοικητές των μονάδων αυτών είχαν τα προσόντα, τη γνώση, την ευφυΐα και τη δύναμη ηγετών των μεγάλων μονάδων, ως προς την εφαρμογή της σωστής στρατηγικής και τακτικής του πολέμου και ιδιαίτερα του ανταρτοπόλεμου.
Αντών πασάς |
Στρατάρχης της Ρούμελης ονομάστηκε ο γιος της καλόγριας, ο μεγαλεπίβολος στρατηλάτης της Στερεάς Ελλάδος Καραϊσκάκης, Στην αφάνεια, τη λησμονιά, στην άγνοια και την περιφρόνηση καταδικάστηκαν οι στρατάρχες, οι στρατηλάτες, οι στρατηγοί, οι ήρωες των ποντιακών βουνών1, Αντών πασάς, Βασίλ αγάς, Ιστυλ αγάς, Γκοτζά Αναστάς Χαμδή μπέης, Κισά Μπατζάκ, Μιχαήλ αγάς, Ευκλείδη Κουρτίδη κ.ά.
Σαν κλέφτες του κοινού ποινικού δικαίου, κατέβηκαν από τα βουνά του Πόντου μετά την αμνηστία της τουρκικής κεμαλικής διοίκησης, όπου ζούσαν ακόμα και ως τις αρχές του 1924 και με χίλιες προφυλάξεις βρήκαν τον τρόπο να φύγουν έξω από τα σύνορα της Τουρκίας.
Πολλοί από αυτούς δολοφονήθηκαν, ενώ άλλοι έγιναν γεωργοί, βοσκοί και υπηρέτες. Είναι καιρός να αποκατασταθεί η μνήμη τους και να απονεμηθούν μετά το θάνατό τους (γιατί κανείς δε ζει πλέον) οι ηθικές αμοιβές που δεν είναι τίποτα άλλο παρά η αναφορά τους από τη σύγχρονη ιστορία μας και η αναγραφή των ονομάτων τους, στα μνημεία των αγωνιστών του έθνους και η ανάρτηση των προσωπογραφιών τους (αν υπάρχουν) στους δημόσιους χώρους, κάθε τόπου όπου ζουν οι απόγονοι αυτών των ηρώων, που έδωσαν τη ζωή τους για βωμούς και εστίες, ανεξάρτητα αν έπεσαν στα χώματα της πανάρχαιας γης τους ή έπεσαν σε άλλα πεδία των μαχών ή πέθαναν στην Ελλάδα.
Αναφορικά με την απονομή τιμής στους επώνυμους, ανώνυμους και άγνωστους μαχητές η ίδρυση του μνημείου για τον Έλληνα άγνωστο μαχητή του Πόντου στην πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους, τη συμπρωτεύουσα Θεσσαλονίκη, αλλά και σε όλες τις πόλεις και χωριά όπου υπάρχουν προσφυγικοί πληθυσμοί, θα κάλυπτε το θέμα αυτό.
Κοτζά Αναστάς |
Αναφορικά τώρα με τα ανταρτικά σώματα στη διάρκεια του Β' παγκόσμιου πολέμου, μπορούμε να πούμε χωρίς δισταγμό πως από τις πηγές που υπάρχουν αλλά και από προσωπική αντίληψη γίνεται φανερό ότι διέθεταν όλα τα πολεμικά μέσα, από εξοπλισμό σύγχρονο, μέσα επικοινωνίας, επιμελητεία, δίκτυο πληροφορικών κ.ά.
Όμως πέρα από αυτά τα επιτελεία και οι ηγεσίες των ανταρτικών σωμάτων ήταν πλαισιωμένες με συμβούλους των συμμαχικών δυνάμεων όπως λ.χ. Αγγλίας, Αμερικής, Γαλλίας και τέως Ε.Σ.Σ.Σ.
Βασίλ Αγάς (Βασίλειος Ανθόπουλος |
Το επιχείρημα αυτό δηλ. η σύμπνοια με τον κατακτητή, αποτελεί “πιστεύω” των αντιδραστικών και συντηρητικών κύκλων κάθε εποχής, που δεμένοι με το “establishment”, φοβούνται την απώλεια των προνομίων τους.
Το ίδιο ακριβώς επιχείρημα ακούγονταν από τους αντιδραστικούς κύκλους της χώρας μας, στα χρόνια 1941-44, στη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα του λαού μας κατά των στρατευμάτων κατοχής ήτοι Γερμανών, Ιταλών και Βουλγάρων. Τους κατηγορούσαν λοιπόν, γιατί εξοντώνοντας ένα Γερμανό ή ένα Βούλγαρο ή έναν Ιταλό στρατιώτη, οι αρχές κατοχής εφάρμοζαν την αντίθετη με το δίκαιο του πολέμου αρχή των αντιποίνων και εξόντωναν μαζικά τους άμαχους πληθυσμούς.
Αχιλλέας Στ. Ανθεμίδης
1. Αυτή είναι ίσως η μοίρα των αγωνιστών κάθε εποχής. Σαν προδότες της πατρίδας και συμμορίτες χαρακτηρίστηκαν οι μαχητές του ΕΛΑΣ, οι αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης 1941-44, από Έλληνες και ξένους, ενώ όταν πολεμούσαν στα βουνά της Ελλάδας την ίδια εποχή 1941-45 ήταν πατριώτες και ήρωες. Αποκλείστηκαν δια βίου από το δημόσιο, οικονομικό και κοινωνικό βίο της χώρας μέχρι την αναγνώρισή τους από τον ν. 1285/82 και τον ν. 1863/89. Η αμοιβή τους ήταν ο αποκλεισμός τους από τα ανώτατα αξιώματα του δημοσίου βίου της χώρας και η ταπείνωσή τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου