ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ - ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ
Σύμφωνα με τον νομικό ορισμό που αναγράφεται στο άρθρο 2 της σχετικής συνθήκης των Ηνωμένων Εθνών από το έτος 1948, γενοκτονία σημαίνει μεθοδική εξολόθρευση, ολική ή μερική, μιας εθνικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας, σκοτώνοντας ή προκαλώντας σοβαρή φυσική ή πνευματική βλάβη ή προκαλώντας συνθήκες για την φυσική εξόντωση μελών της ομάδας αυτής. Πρόκειται για ένα πρωτογενές έγκλημα, το οποίο δεν έχει συνάρτηση με πολεμικές συγκρούσεις. Είναι γεγονός ότι όσα έγιναν στον Πόντο την εποχή εκείνη, ήταν αποτέλεσμα της απόφασης των Τούρκων σοβινιστών για επίλυση του εθνικού προβλήματος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τη φυσική εξαφάνιση των γηγενών εθνοτήτων.
Δηλαδή με τις γενοκτονίες των Χριστιανικών λαών, Ελλήνων, Αρμενίων και Ασσυρίων, καθώς και με τη βίαιη Τουρκοποίηση των Μουσουλμανικών εθνοτήτων. Ήδη, η προσπάθεια αφανισμού των Χριστιανών της περιοχής του Πόντου είχε αρχίσει από το 1911, με απόφαση που πήραν οι Νεότουρκοι σε συνέδριό τους στη Θεσσαλονίκη. Απόφαση για εξόντωση, η οποία και δυναμώθηκε το 1914 με τον οικονομικό πόλεμο και την καταλήστευση των Ελληνικών περιουσιών, με τις επιθέσεις και λεηλασίες από οργανωμένες συμμορίες, τις εξορίες, τις ομαδικές εκτοπίσεις και τα τάγματα εργασίας σε απόμακρες περιοχές της Ανατολίας, όπου ελάχιστοι επέζησαν.
Η λυσσαλέα εκστρατεία γιγαντώθηκε από το έτος 1916, οπότε και σταδιακά δημιουργήθηκε το αντάρτικο κίνημα των Ποντίων με αποκλειστικό κίνητρο τη σωτηρία τους. Το Ποντιακό αντάρτικο, που είχε το χαρακτήρα της εθνικής αντίστασης, έγραψε νέες σελίδες ηρωισμού της Ελληνικής ψυχής. Η σκληρότερη όμως φάση της γενοκτονικής εκστρατείας άρχισε στις 19 Μαΐου 1919, με την αποβίβαση του Μουσταφά Κεμάλ στη Σαμψούντα, με άδεια του Σουλτάνου, και κράτησε μέχρι το 1924. Με την υποστήριξη 2 Σωμάτων Στρατού, της Σεβάστειας και του Ερζερούμ και τη βοήθεια Τούρκων αιμοσταγών τσετέδων (ανταρτών ληστών), άρχισε το φοβερό έργο του.
Από τους περίπου 700.000 Έλληνες που ζούσαν στον Πόντο την παραμονή του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, μέχρι το τέλος του 1923 είχαν εξοντωθεί 353.000 άτομα. Όλοι αυτοί έπεσαν θύματα ενός προμελετημένου εγκλήματος, ενός καλά οργανωμένου σχεδίου, χωρίς στην περιοχή εκείνη να υπάρχει πόλεμος μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας. Τον επίλογο της γενοκτονίας ακολουθεί η μοναδική στην παγκόσμια ιστορία ρύθμιση από μια συνθήκη ειρήνης, τη συνθήκη της Λωζάνης το 1923, και η επιβολή από τη διεθνή κοινότητα της υποχρεωτικής ανταλλαγής εκατομμυρίων ανθρώπων, πληθυσμών δηλαδή όχι κάποιων συγκεκριμένων περιοχών, αλλά ολόκληρων χωρών.
Έτσι οι πρόγονοί μας ξεριζώθηκαν από τις προαιώνιες εστίες τους και μεταφέρθηκαν αναγκαστικά σε μια νέα πατρίδα. Η Βουλή των Ελλήνων, ως γνωστόν, με ομόφωνη απόφασή της το Φεβρουάριο του 1994, έλαβε μια ιστορική απόφαση, που θα έπρεπε να είχε λάβει πολύ νωρίτερα: όρισε τη 19η Μαΐου ως ημέρα μνήμης της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου κατά την περίοδο 1916 - 1922. Θα αποπειραθούμε μια νηφάλια προσέγγιση του θέματος αυτού, που γνωρίζουμε ότι είναι «δύσκολο» και δημιουργεί εντάσεις, αν και δεν θα έπρεπε. Τα τελευταία χρόνια τίθενται ιδιαίτερα έντονα από διάφορες πλευρές κάποιες ενδιαφέρουσες απόψεις.
Λέγεται, ότι δεν πρέπει η χώρα μας να προκαλεί την Τουρκία με αποφάσεις όπως αυτή της Βουλής το 1994, ότι πρέπει να αφαιρεθούν άμεσα από τα σχολικά εγχειρίδια Ιστορίας όλα όσα ενοχλούν την Τουρκία, κλπ. Κάποιοι μάλιστα φεύγουν αγχωδώς πολύ μπροστά, προτείνοντας τη συγγραφή κοινών εγχειριδίων ιστορίας, πράγμα βέβαια που ακούγεται ευχάριστα, αλλά είναι άτοπο αν δεν συνοδεύεται από κοινές ιδεολογικές αναφορές και προ πάντων, όπως στην περίπτωση Ελλάδας και Τουρκίας, αν υπάρχουν ανοικτά ζητήματα (Κύπρος, Αιγαίο, κλπ). Όλοι λοιπόν αυτοί οι «ειδικοί» εκφράζουν όχι την πραγματικότητα, αλλά μάλλον το πως θα επιθυμούσαν να είναι τα πράγματα.
Εξετάζουν τα δεδομένα της Τουρκίας χρησιμοποιώντας τις καθιερωμένες «μήτρες» που ισχύουν κάθε φορά στις διεθνείς σχέσεις, αγνοώντας όμως τις σημαντικές ιδιαιτερότητες που αναφέρονται στην τουρκική περίπτωση. Σε πολλές περιπτώσεις προχωρούν σε επικίνδυνες για την αποτελεσματικότητα των απόψεών τους υπεραπλουστεύσεις. Υποστηρίζουν για παράδειγμα ότι κατά την περίοδο εκείνη είχαμε πόλεμο και στον πόλεμο παρουσιάζονται αγριότητες απ’ όλες τις πλευρές. Αγνοούν όμως ότι το ολοκαύτωμα των Ελλήνων του Πόντου (και της υπόλοιπης Μ. Ασίας) ξεκίνησε πολύ πριν το 1919 που έγινε η απόβαση των Ελλήνων στη Σμύρνη και ότι τα γυναικόπαιδα που κυρίως υπέστησαν αυτές τις αγριότητες, δεν συμμετείχαν σε κανένα πόλεμο.
Ο αφανισμός των Χριστιανικών εθνοτήτων από το Μικρασιατικό χώρο είχε προαποφασιστεί, όπως όχι μόνο το πλήθος των διαθέσιμων πηγών μαρτυρά, αλλά ακόμη και αξιόλογοι Τούρκοι επιστήμονες (όπως πχ ο Taner Akçam) αποδέχονται. Η ιδεολογία του σύγχρονου Τουρκικού κράτους αντικατοπτρίζεται τόσο στα διδακτικά εγχειρίδια, όπου κυριαρχούν σύμβολα ρατσισμού και εθνικισμού, όσο και στα μνημεία. Το μνημείο του Τοπάλ Οσμάν, του Άϊχμαν των Ποντίων, που δεσπόζει στο λόφο της Κερασούντας και το μνημείο του αρπακτικού Τούρκου νικητή απέναντι στον καταρρεύσαντα Έλληνα στο Αφιόν Καραχισάρ, εκφράζουν αυτήν ακριβώς την ιδεολογία.
Παρότι τα δεδομένα αυτά δημιουργούν απαισιοδοξία για το μέλλον των Ελληνοτουρκικών σχέσεων, όμως δεν θα πρέπει να μας εμποδίζουν να εργαζόμαστε συνεχώς για την οικοδόμηση σχέσεων συνεργασίας με τους γείτονές μας. Κεντρικός στόχος του αγώνα των Ποντιακών φορέων μετά το 1994 είναι η διεθνοποίηση της γενοκτονίας και η αναγνώρισή της από το επίσημο τουρκικό κράτος. Ο στόχος όμως αυτός, αν και φαίνεται υπερβολικά φιλόδοξος αν συνυπολογιστούν όσα παραθέτουμε, όμως δεν πτοεί τους Ποντίους, που ως φορείς της ιδεολογίας της ειρήνης και της δημιουργικής συνεργασίας, δεν έχουν άλλο δρόμο. Γνωρίζουν κάτι που αγνοούν οι τεχνικοί των διεθνών μας σχέσεων.
Ότι αν πετύχαιναν από νωρίς στο στόχο τους αυτό, η ιστορία των Ελληνοτουρκικών σχέσεων μετά το 1922 θα ήταν διαφορετική. Δεν θα είχε ούτε Σεπτεμβριανά, ούτε Κυπριακό, ούτε Ίμια. Η δομή και η ιδεολογία του Τουρκικού κράτους είναι που διαπερνά τη συλλογική συνείδηση του Τουρκικού λαού και γεννά την επιθετικότητα. Ο αγώνας συνεπώς των Ποντίων είναι αγώνας πρωτίστως για την ειρήνη. Οι άλλοι, οι «ειδικοί», που προτείνουν μια «φιλία» χωρίς όρους και προϋποθέσεις, συντελούν, προφανώς χωρίς να το επιθυμούν, στην αναπαραγωγή της ιδεολογίας της παρακμής από το Τουρκικό κοινωνικό σύστημα.
Οι υγιείς σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών δεν μπορούν να οικοδομηθούν πάνω στην παραχάραξη ή την αποσιώπηση της αλήθειας, γιατί αυτή αργά ή γρήγορα θα γίνει γνωστή. Η νέα γενιά της Τουρκίας δεν είναι υποχρεωμένη να μολύνεται με το άγος του εγκλήματος εναντίον των Ελλήνων του Πόντου κατά την περίοδο 1916 - 1922. Η ιστορική αποκατάσταση παρά την αρχική έκπληξη ή ακόμη και οδύνη που θα επιφέρει για την άγνωστη μέχρι τότε αλήθεια, στη συνέχεια μπορεί να λειτουργήσει λυτρωτικά και ν’ αποτελέσει την προϋπόθεση να ζητήσει συγνώμη η Τουρκία για το έγκλημα αυτό, ως εγγύηση ότι δεν θα επαναληφθούν ανάλογα εγκλήματα, γεγονός που στη συνέχεια θα επιφέρει μια διαρκή και στερεή ειρήνη μεταξύ των δύο χωρών.
Μια τέτοια πράξη άλλωστε δεν είναι μοναδική στο πεδίο των διεθνών σχέσεων. Ο Βίλυ Μπραντ πριν από αρκετά χρόνια γονάτισε στο μνημείο του Εβραϊκού ολοκαυτώματος, όπως λίγα μόλις χρόνια πριν έκανε ο Γερμανός Πρόεδρος στο μνημείο των Καλαβρύτων, αποδεικνύοντας έτσι έμπρακτα ότι η σημερινή Γερμανία δεν έχει ουδεμία σχέση με το γενοκτόνο Ναζιστικό καθεστώς. Βρίσκεται συνεπώς και η Τουρκία μπροστά στην ίδια πρόκληση. Το Κυπριακό που βρίσκεται τελευταία σε εξέλιξη, παρά τις επιθυμίες κάποιων «ειδικών», δεν είναι, παρά ένα μόνο επεισόδιο στο σύνολο των Ελληνοτουρκικών σχέσεων. Δεν θα κριθεί το μέλλον των Ελληνοτουρκικών σχέσεων μόνο εκεί, γιατί αργότερα μπορεί κάτι άλλο να δημιουργηθεί.
Το λόγο λοιπόν έχει η Τουρκία. Ένα νέο τοπίο στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις, όπου η ειρήνη θα είναι σταθερή και διαρκής, που δεν θα καταρρέει βίαια κάτω από το βάρος κάποιου τυχαίου γεγονότος, όπως συνεχώς από το 1922 μέχρι σήμερα επαναλαμβάνεται, είναι αναγκαίο όσο ποτέ. Το τοπίο αυτό το δικαιούνται οι λαοί των δύο χωρών και το απαιτούν οι νέες συνθήκες. Η διεθνής αναγνώριση της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου είναι αδιαπραγμάτευτη και επιβάλλεται να αποτελεί τον πιο βασικό στόχο όλων μας.
http://greekworldhistory.blogspot.gr/
Σύμφωνα με τον νομικό ορισμό που αναγράφεται στο άρθρο 2 της σχετικής συνθήκης των Ηνωμένων Εθνών από το έτος 1948, γενοκτονία σημαίνει μεθοδική εξολόθρευση, ολική ή μερική, μιας εθνικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας, σκοτώνοντας ή προκαλώντας σοβαρή φυσική ή πνευματική βλάβη ή προκαλώντας συνθήκες για την φυσική εξόντωση μελών της ομάδας αυτής. Πρόκειται για ένα πρωτογενές έγκλημα, το οποίο δεν έχει συνάρτηση με πολεμικές συγκρούσεις. Είναι γεγονός ότι όσα έγιναν στον Πόντο την εποχή εκείνη, ήταν αποτέλεσμα της απόφασης των Τούρκων σοβινιστών για επίλυση του εθνικού προβλήματος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τη φυσική εξαφάνιση των γηγενών εθνοτήτων.
Δηλαδή με τις γενοκτονίες των Χριστιανικών λαών, Ελλήνων, Αρμενίων και Ασσυρίων, καθώς και με τη βίαιη Τουρκοποίηση των Μουσουλμανικών εθνοτήτων. Ήδη, η προσπάθεια αφανισμού των Χριστιανών της περιοχής του Πόντου είχε αρχίσει από το 1911, με απόφαση που πήραν οι Νεότουρκοι σε συνέδριό τους στη Θεσσαλονίκη. Απόφαση για εξόντωση, η οποία και δυναμώθηκε το 1914 με τον οικονομικό πόλεμο και την καταλήστευση των Ελληνικών περιουσιών, με τις επιθέσεις και λεηλασίες από οργανωμένες συμμορίες, τις εξορίες, τις ομαδικές εκτοπίσεις και τα τάγματα εργασίας σε απόμακρες περιοχές της Ανατολίας, όπου ελάχιστοι επέζησαν.
Η λυσσαλέα εκστρατεία γιγαντώθηκε από το έτος 1916, οπότε και σταδιακά δημιουργήθηκε το αντάρτικο κίνημα των Ποντίων με αποκλειστικό κίνητρο τη σωτηρία τους. Το Ποντιακό αντάρτικο, που είχε το χαρακτήρα της εθνικής αντίστασης, έγραψε νέες σελίδες ηρωισμού της Ελληνικής ψυχής. Η σκληρότερη όμως φάση της γενοκτονικής εκστρατείας άρχισε στις 19 Μαΐου 1919, με την αποβίβαση του Μουσταφά Κεμάλ στη Σαμψούντα, με άδεια του Σουλτάνου, και κράτησε μέχρι το 1924. Με την υποστήριξη 2 Σωμάτων Στρατού, της Σεβάστειας και του Ερζερούμ και τη βοήθεια Τούρκων αιμοσταγών τσετέδων (ανταρτών ληστών), άρχισε το φοβερό έργο του.
Από τους περίπου 700.000 Έλληνες που ζούσαν στον Πόντο την παραμονή του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, μέχρι το τέλος του 1923 είχαν εξοντωθεί 353.000 άτομα. Όλοι αυτοί έπεσαν θύματα ενός προμελετημένου εγκλήματος, ενός καλά οργανωμένου σχεδίου, χωρίς στην περιοχή εκείνη να υπάρχει πόλεμος μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας. Τον επίλογο της γενοκτονίας ακολουθεί η μοναδική στην παγκόσμια ιστορία ρύθμιση από μια συνθήκη ειρήνης, τη συνθήκη της Λωζάνης το 1923, και η επιβολή από τη διεθνή κοινότητα της υποχρεωτικής ανταλλαγής εκατομμυρίων ανθρώπων, πληθυσμών δηλαδή όχι κάποιων συγκεκριμένων περιοχών, αλλά ολόκληρων χωρών.
Έτσι οι πρόγονοί μας ξεριζώθηκαν από τις προαιώνιες εστίες τους και μεταφέρθηκαν αναγκαστικά σε μια νέα πατρίδα. Η Βουλή των Ελλήνων, ως γνωστόν, με ομόφωνη απόφασή της το Φεβρουάριο του 1994, έλαβε μια ιστορική απόφαση, που θα έπρεπε να είχε λάβει πολύ νωρίτερα: όρισε τη 19η Μαΐου ως ημέρα μνήμης της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου κατά την περίοδο 1916 - 1922. Θα αποπειραθούμε μια νηφάλια προσέγγιση του θέματος αυτού, που γνωρίζουμε ότι είναι «δύσκολο» και δημιουργεί εντάσεις, αν και δεν θα έπρεπε. Τα τελευταία χρόνια τίθενται ιδιαίτερα έντονα από διάφορες πλευρές κάποιες ενδιαφέρουσες απόψεις.
Λέγεται, ότι δεν πρέπει η χώρα μας να προκαλεί την Τουρκία με αποφάσεις όπως αυτή της Βουλής το 1994, ότι πρέπει να αφαιρεθούν άμεσα από τα σχολικά εγχειρίδια Ιστορίας όλα όσα ενοχλούν την Τουρκία, κλπ. Κάποιοι μάλιστα φεύγουν αγχωδώς πολύ μπροστά, προτείνοντας τη συγγραφή κοινών εγχειριδίων ιστορίας, πράγμα βέβαια που ακούγεται ευχάριστα, αλλά είναι άτοπο αν δεν συνοδεύεται από κοινές ιδεολογικές αναφορές και προ πάντων, όπως στην περίπτωση Ελλάδας και Τουρκίας, αν υπάρχουν ανοικτά ζητήματα (Κύπρος, Αιγαίο, κλπ). Όλοι λοιπόν αυτοί οι «ειδικοί» εκφράζουν όχι την πραγματικότητα, αλλά μάλλον το πως θα επιθυμούσαν να είναι τα πράγματα.
Εξετάζουν τα δεδομένα της Τουρκίας χρησιμοποιώντας τις καθιερωμένες «μήτρες» που ισχύουν κάθε φορά στις διεθνείς σχέσεις, αγνοώντας όμως τις σημαντικές ιδιαιτερότητες που αναφέρονται στην τουρκική περίπτωση. Σε πολλές περιπτώσεις προχωρούν σε επικίνδυνες για την αποτελεσματικότητα των απόψεών τους υπεραπλουστεύσεις. Υποστηρίζουν για παράδειγμα ότι κατά την περίοδο εκείνη είχαμε πόλεμο και στον πόλεμο παρουσιάζονται αγριότητες απ’ όλες τις πλευρές. Αγνοούν όμως ότι το ολοκαύτωμα των Ελλήνων του Πόντου (και της υπόλοιπης Μ. Ασίας) ξεκίνησε πολύ πριν το 1919 που έγινε η απόβαση των Ελλήνων στη Σμύρνη και ότι τα γυναικόπαιδα που κυρίως υπέστησαν αυτές τις αγριότητες, δεν συμμετείχαν σε κανένα πόλεμο.
Ο αφανισμός των Χριστιανικών εθνοτήτων από το Μικρασιατικό χώρο είχε προαποφασιστεί, όπως όχι μόνο το πλήθος των διαθέσιμων πηγών μαρτυρά, αλλά ακόμη και αξιόλογοι Τούρκοι επιστήμονες (όπως πχ ο Taner Akçam) αποδέχονται. Η ιδεολογία του σύγχρονου Τουρκικού κράτους αντικατοπτρίζεται τόσο στα διδακτικά εγχειρίδια, όπου κυριαρχούν σύμβολα ρατσισμού και εθνικισμού, όσο και στα μνημεία. Το μνημείο του Τοπάλ Οσμάν, του Άϊχμαν των Ποντίων, που δεσπόζει στο λόφο της Κερασούντας και το μνημείο του αρπακτικού Τούρκου νικητή απέναντι στον καταρρεύσαντα Έλληνα στο Αφιόν Καραχισάρ, εκφράζουν αυτήν ακριβώς την ιδεολογία.
Παρότι τα δεδομένα αυτά δημιουργούν απαισιοδοξία για το μέλλον των Ελληνοτουρκικών σχέσεων, όμως δεν θα πρέπει να μας εμποδίζουν να εργαζόμαστε συνεχώς για την οικοδόμηση σχέσεων συνεργασίας με τους γείτονές μας. Κεντρικός στόχος του αγώνα των Ποντιακών φορέων μετά το 1994 είναι η διεθνοποίηση της γενοκτονίας και η αναγνώρισή της από το επίσημο τουρκικό κράτος. Ο στόχος όμως αυτός, αν και φαίνεται υπερβολικά φιλόδοξος αν συνυπολογιστούν όσα παραθέτουμε, όμως δεν πτοεί τους Ποντίους, που ως φορείς της ιδεολογίας της ειρήνης και της δημιουργικής συνεργασίας, δεν έχουν άλλο δρόμο. Γνωρίζουν κάτι που αγνοούν οι τεχνικοί των διεθνών μας σχέσεων.
Ότι αν πετύχαιναν από νωρίς στο στόχο τους αυτό, η ιστορία των Ελληνοτουρκικών σχέσεων μετά το 1922 θα ήταν διαφορετική. Δεν θα είχε ούτε Σεπτεμβριανά, ούτε Κυπριακό, ούτε Ίμια. Η δομή και η ιδεολογία του Τουρκικού κράτους είναι που διαπερνά τη συλλογική συνείδηση του Τουρκικού λαού και γεννά την επιθετικότητα. Ο αγώνας συνεπώς των Ποντίων είναι αγώνας πρωτίστως για την ειρήνη. Οι άλλοι, οι «ειδικοί», που προτείνουν μια «φιλία» χωρίς όρους και προϋποθέσεις, συντελούν, προφανώς χωρίς να το επιθυμούν, στην αναπαραγωγή της ιδεολογίας της παρακμής από το Τουρκικό κοινωνικό σύστημα.
Οι υγιείς σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών δεν μπορούν να οικοδομηθούν πάνω στην παραχάραξη ή την αποσιώπηση της αλήθειας, γιατί αυτή αργά ή γρήγορα θα γίνει γνωστή. Η νέα γενιά της Τουρκίας δεν είναι υποχρεωμένη να μολύνεται με το άγος του εγκλήματος εναντίον των Ελλήνων του Πόντου κατά την περίοδο 1916 - 1922. Η ιστορική αποκατάσταση παρά την αρχική έκπληξη ή ακόμη και οδύνη που θα επιφέρει για την άγνωστη μέχρι τότε αλήθεια, στη συνέχεια μπορεί να λειτουργήσει λυτρωτικά και ν’ αποτελέσει την προϋπόθεση να ζητήσει συγνώμη η Τουρκία για το έγκλημα αυτό, ως εγγύηση ότι δεν θα επαναληφθούν ανάλογα εγκλήματα, γεγονός που στη συνέχεια θα επιφέρει μια διαρκή και στερεή ειρήνη μεταξύ των δύο χωρών.
Μια τέτοια πράξη άλλωστε δεν είναι μοναδική στο πεδίο των διεθνών σχέσεων. Ο Βίλυ Μπραντ πριν από αρκετά χρόνια γονάτισε στο μνημείο του Εβραϊκού ολοκαυτώματος, όπως λίγα μόλις χρόνια πριν έκανε ο Γερμανός Πρόεδρος στο μνημείο των Καλαβρύτων, αποδεικνύοντας έτσι έμπρακτα ότι η σημερινή Γερμανία δεν έχει ουδεμία σχέση με το γενοκτόνο Ναζιστικό καθεστώς. Βρίσκεται συνεπώς και η Τουρκία μπροστά στην ίδια πρόκληση. Το Κυπριακό που βρίσκεται τελευταία σε εξέλιξη, παρά τις επιθυμίες κάποιων «ειδικών», δεν είναι, παρά ένα μόνο επεισόδιο στο σύνολο των Ελληνοτουρκικών σχέσεων. Δεν θα κριθεί το μέλλον των Ελληνοτουρκικών σχέσεων μόνο εκεί, γιατί αργότερα μπορεί κάτι άλλο να δημιουργηθεί.
Το λόγο λοιπόν έχει η Τουρκία. Ένα νέο τοπίο στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις, όπου η ειρήνη θα είναι σταθερή και διαρκής, που δεν θα καταρρέει βίαια κάτω από το βάρος κάποιου τυχαίου γεγονότος, όπως συνεχώς από το 1922 μέχρι σήμερα επαναλαμβάνεται, είναι αναγκαίο όσο ποτέ. Το τοπίο αυτό το δικαιούνται οι λαοί των δύο χωρών και το απαιτούν οι νέες συνθήκες. Η διεθνής αναγνώριση της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου είναι αδιαπραγμάτευτη και επιβάλλεται να αποτελεί τον πιο βασικό στόχο όλων μας.
http://greekworldhistory.blogspot.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου