Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2016

Περιπέτειες των διακόνων (διάκων) Σάντας.

Τον Δεσπότη μας Κύριλλο δεν τον βρήκαμε στη Σάντα για να του διαβιβάσουμε την επιθυμία του Χαλδείας Λαυρέντιου και αυτό μας λύπησε πολύ. Δε χάσαμε καιρό. Την  1η του Σεπτέμβρη 1914 κατεβαίνω μόνος μου στην Τραπεζούντα, διαβιβάζω την επιθυμία του Λαυρέντιου στον Δεσπότη μας και παρακαλώ αυτόν και τους υιούς Χ. Σεράση να με περάσουν στην κατάσταση των διακόνων Σάντας. 
Πιστοφάντων

Η κατάσταση συμπληρώθηκε αυθημερόν και την 3 του Σεπτέμβρη στάλθηκε στην Σάντα. Την επαύριο 4 του Σεπτέμβρη ο Αρχιερατικός Επίτροπος Νικόλαος Περτσάμ κάλεσε τους διάκους στο Πιστοφάντων και τους παρουσίασε την διαταγή του Μητροπολίτη να μαζευτούν 53 χρυσές λίρες από τους διάκους και να σταλούν στη Μητρόπολη. Ο Ν. Περτσάμ μας είπε ότι έχει πληροφορίες πως οι 53 λίρες θα διατεθούν για έξοδα που έκαμε ο Δεσπότης για να πετύχει την αναγνώριση των διάκων. Αυτά ήσαν ψέματα όπως μάθαμε. 
Τις 53 λίρες καταβρόχθισε ο Κύριλλος και δεν έκανε καμία ενέργεια στις  Αρχές για την αναγνώριση των διάκων μονάχα  έδωσε ένα γράμμα σ’ έναν φίλο του αξιωματικό γραμματέα του στρατολογικού Γραφείου Κιουμουσχανέ, μα αυτό δεν ωφέλησε όπως θα δούμε.
Λοιπόν ο Κύριλλος δεν ξόδεψε πουθενά μια δεκάρα το αυτοκίνητο που τον κατέβασε στην Τραπεζούντα ήταν κάποιου Τούρκου φίλου του. Μέσ’ στην Τραπεζούντα ούτε ξενοδοχεία γνώριζε ούτε εστιατόρια, έτρωγε έπινε και κοιμόταν δωρεάν στους Σερασήδες και όμως ζήτησε και πήρε από μας τους φουκαράδες 53 χρυσές λίρες!
 Χειρότερη ληστεία δε μπορούσε να γίνει. Οι διάκοι Σάντας άμα είδαν πως ζητούνται άπ’ τον καθένα 2—5 χρυσές λίρες έγιναν έξω φρένων, ήρθαν άθελα στα χείλη τους φράσεις πικρές, φαρμακερές για την διαγωγή αυτή του Δεσπότη, μα η απεριόριστη ευλάβεια τους προς τον κλήρο τους ανάγκασε να καταπιούν το λαρύγγι τους και να μασήσουν τη γλώσσα τους! Ικέτευσαν, παρακάλεσαν τον Αρχιερατικό Επίτροπο να τροποποιήσει λιγάκι την απόφαση του Δεσπότη, μα στάθηκε αδύνατο. Αναγκασθήκαμε τότε πολλοί από μας να δανειστούμε λεφτά και να ξοφλήσουμε το χρέος μας στον Δεσπότη, επρόκειτο δε την 5ην του Σεπτέμβρη να ξεκινήσουμε για την Άρτασα.
Όλοι οι διάκοι Σάντας εκτός από μένα και τον Χρυσόστομο Παυλίδη (Χρύσιο) συγκεντρωθήκανε την 5η του Σεπτέμβρη στο Πιστοφάντων και ξεκινήσανε μαζί για
την Άρτασα. Εμείς οι δύο δεν τους πήραμε είδηση και ξεκινήσαμε  απ' το Ισχανάντων ολομόναχοι την ίδια μέρα. Το ταξίδι αυτό είχε μεγάλη διαφορά  απ' το προηγούμενο ταξίδι του Αυγούστου, γιατί στις 29 Αυγούστου όλα τα παρχάρια του Μετσίτ ερημώθηκαν, οι παρχαρομάννες Τούρκισες και Ρωμιές κουβαλήθηκαν στη Γεμουρά και πέρα για πέρα στο οροπέδιο του Μετσίτ επικρατούσε βουβή σιωπή και απόλυτη ερημιά.
 Μπαίνοντας στο δρόμο καταλάβαμε πως θα διατρέξουμε κινδύνους λόγω της ερημιάς, μα τι μπορούσαμε να κάνουμε; Κάναμε το σταυρό μας και ξεκινήσαμε. Δρασκελίσαμε τα οροπέδια της Σάντας, μπήκαμε στο οροπέδιο του Μετσίτ, περάσαμε το Αρνοστάλ και το ποταμάκι που διασχίζει το οροπέδιο του Μετσίτ, και σαν πήραμε τον πέραν του ποταμού ανήφορο συναντήσαμε 9—10 φυγόστρατους Τούρκους άγριους την όψη και βιαστικούς. Μόλις τους είδε ο Χρύσιος παραμέρισε χωρίς να μου πει τίποτε, αργότερα δε στην ερώτηση μου γιατί παραμέρισε μου απάντησε πως από τους φυγόστρατους Τούρκους πρέπει να προφυλαχθεί κανείς, γιατί αυτοί είναι οι χειρότεροι εγκληματίες της χώρας και οι πλέον φανατισμένοι εναντίον μας. 
Κατά καλή μας τύχη δεν μας πείραξαν γιατί η βιασύνη τους έδειχνε πως κάποιο σκουλήκι τους  έτρωγε, κι έτσι απείραχτοι φτάσαμε στο Τσιαμί πογάζ, όπου βρίσκεται  η καλύτερη βρύση του οροπεδίου Μετσίτ με τα κρύα, κρουσταλλένια νερά της. Εκεί μας ήρθε η όρεξη να φάμε κάτι. Δεν προφτάσαμε να κάτσουμε και βλέπουμε παρακάτω από την βρύση σε απόσταση 50 μέτρων δύο Τούρκικα τσοπανόπουλα να βόσκουν το κοπάδι τους. 
Τα τσοπανόπουλα άρχισαν από σκοπού να φωνάζουν και να σφυρίζουν σαν να κινδύνευαν τάχα  και καλούσαν σε βοήθεια. Τα σφυρίγματα και οι φωνές έδειχναν πως αυτά ήσαν συνεννοημένα με τους Τούρκους ληστές και τους έδιναν το σύνθημα της παρουσίας μας, πράγμα που δεν το αντιληφθήκαμε εμείς. Τρώγαμε με μεγάλη ψυχραιμία και απάθεια.
 Τα τσοπανόπουλα διπλασιάζουν τις φωνές, ποδοκροτούν, σφυρίζουν, βρίζουν, κάνουν τρελές χειρονομίες, μα εμείς τρώμε μακαρίως! Του Χρύσιου του μπήκαν οι ψύλλοι, μα δεν μου λέγει τίποτε για να μη με τρομάξει. Στο μεταξύ μια πυκνή καταχνιά σκέπασε τον κόσμο. Τους τσοπάνηδες με πολλή δυσκολία τους διακρίναμε σα φαντάσματα, τα πρόβατά τους καθόλου, άλλη ανθρώπινη σκιά δεν φαινόταν  πουθενά, και όμως ακούγαμε από βαθιά πυροβολισμούς ακατάπαυστους, φωνές άγριες βρισιές ακατονόμαστες. 
Τότε, τότε μονάχα μου μπήκαν κι εμένα οι ψύλλοι  και λέγω του Χρύσιου: «Αγαπητέ, κάποιος κίνδυνος υπάρχει, δεν κατάλαβες τίποτε;». Ο Χρύσιος μου απαντά: «Πως δεν κατάλαβα; Μα δεν σου είπα τίποτε για να μην σε τρομάξω και τώρα σήκω να φύγουμε!» Δεν πρόφθασε να πει τις τελευταίες λέξεις και φάνηκαν σε βάθος 100 μέτρων μέσ' στην καταχνιά θολές σκιές κινούμενες, που μαύριζαν όσο  πήγαιναν.
 Ήσαν οι ληστές που πήραν τον ανήφορο κατά μας με προτεταμένα τα ντουφέκια, που βρίζανε και απειλούσαν το σύμπαν! Είδαμε τότε τον θάνατον κατάματα, σηκωθήκαμε και το βάλαμε στα πόδια, τρέχαμε κατά τον  Αη Ζαχαρία, τρέχαμε σαν αστραπή, τρέχαμε, τρέχαμε. Οι ληστές μας έχασαν από τα μάτια τους αιτία η ευλογημένη καταχνιά. Τελευταία φτάσαμε στον Αη Ζαχαρία, όπου από το φοβερό λαχάνιασμα μας άρπαξε φοβερός βήχας που παρά λίγο να μας πνίξει. Ήπιαμε λίγη ρακή και τσάι, και συνήλθαμε. Το βράδυ κατεβήκαμε στην Κρώμνη, όπου συναντήσαμε όλους τους άλλους διάκους της Σάντας.
Οικισμός Σαμανάντων Κρώμνης

Το πρωί της 6ης του Σεπτέμβρη ξεκινήσαμε απ' την Κρώμνη όλοι μαζί οι διάκοι Σάντας για την 'Αρτασα. Το απόγευμα της ίδιας μέρας παρουσιαστήκαμε στον διευθυντή του Στρατολογικού Γραφείου Άρτασας και τον παρακαλέσαμε να επικυρώσει την κατάσταση των διάκων Σάντας. Ο αξιωματικός αυτός μας κοίταξε βλοσυρά και δεν μας έδωσε απάντηση. Μέσ' στην απελπισία μας θυμηθήκαμε το άχρηστο γράμμα του Δεσπότη στον Τούρκο γραμματέα του Στρατολογικού Γραφείου Κιουμουσχανέ, και την επαύριον πρωί στείλαμε τον Κοσμά Λιανίδη με το γράμμα στον Κιουμουσχανέ. 
Ο γραμματέας υποκρίθηκε πως τρέφει απεριόριστη εκτίμηση στον Δεσπότη και πως θα φροντίσει για το ζήτημα μας, μα συγχρόνως υπενθύμισε πως οι περιστάσεις είναι δύσκολες και πως δεν θα μπορέσει να πετύχει εύκολα  εκείνο που θέλει. Σαν μας έφερε την είδηση αυτή ο Κ. Λιανίδης καταλάβαμε πως δεν θα βγει τίποτε από το γράμμα του Δεσπότη, κι αποφασίσαμε να βρούμε άλλη λύση. Χρονοτριβήσαμε ως μια βδομάδα μεσ' στην Άρτασα και ζητούσαμε την επέμβαση των ισχυρών Τούρκων μα τίποτε δεν πετύχαμε κι όχι μονάχα δεν πετύχαμε τίποτε, παρά  ακούσαμε και επιπλήξεις κι απειλές από τον διευθυντή του Στρατολογικού Γραφείου Άρτασας. 
Στο μεταξύ ανέβηκα εγώ μόνος μου στην  Αργυρούπολη, παρουσιάστηκα στον καλό φίλο Δημήτρη Αποστολίδη και τον παρακάλεσα να ενεργήσει για την υπόθεση των διάκων Σάντας. Ο Αποστολίδης μου  υπενθύμισε ότι σ’ αυτές τις περιστάσεις δύσκολα λύνονται τα ζητήματα των Σανταίων γιατί τους πήραν με κακό μάτι  οι αρχές, μα μου υποσχέθηκε πως αν δεν τελεσφορήσει η  ομαδική μας ενέργεια θα φροντίσει αυτός  ιδιαιτέρως για τη δική μου απαλλαγή. Ευχαρίστησα τον άντρα και έφυγα.
Μέσ' στην τόση μας  απελπισία μας έτυχε ο από μηχανής θεός, ο Πιλάλ εφέντης κουμπάρος του Γιάννη Κουρτίδη. Ο Πιλάλ  εφέντης έζησε και μεγάλωσε στο Τάσκιοπρι με τους Κυρτογλάντας και ήταν πολύ ειλικρινής απέναντι τους. Ήταν τόσο αφοσιωμένος σ' αυτούς, ώστε δέχτηκε να τον καλέσουν να στεφανώσει τον Γιάννη τον γιο του Ευστάθιου Κύρτογλου, που βρισκόταν τότε μαζί μας στην  Άρτασα. Τον πλησιάζει τον Πιλάλ  ο κουμπάρος του Γιάννης και του εκθέτει την κατάσταση των διάκων Σάντας.
 Ο Πιλάλ απόρησε για την ιδιοτροπία της Στρατολογικής υπηρεσίας και υποσχέθηκε στον Γιάννη πως θα ενεργήσει αστραπιαία για το ζήτημα των διάκων. Πιάνει και γράφει στον πεθερά του διευθυντή του Στρατολογικού Γραφείου Κιουμουσχανέ, με τον οποίον είχε αδελφικές σχέσεις  και ζητεί την άμεση  επέμβασή του για την επίλυση του ζητήματος των διάκων Σάντας. 
Τότε δεν θυμούμαι από που μας ζητήθηκαν 20 λίρες χρυσές, και αναγκασθήκαμε όλοι οι διάκοι να καταβάλλουμε από μια χρυσή λίρα ο καθένας, και να στείλουμε ξανά τον Κ, Λιανίδη στον Κιουμουσχανέ. Το  βράδυ της 11ης του Σεπτέμβρη μας έφερε ο Κ. Λιανίδης απ' τον Κιουμουσχανέ την έγκριση του καταλόγου των διάκων Σάντας από το Στρατολογικό Γραφείο Κιουμουσχανέ. Παρουσιάσαμε την έγκριση αυτή στο Στρατολογικό Γραφείο  Άρτασας, πήραμε από εκεί τους τεσκερέδες μας και φύγαμε χαρούμενοι την νύχτα τής 11—12 του Σεπτέμβρη για την Σάντα.

Μιλτιάδης Κ. Νυμφόπουλος
Εκπαιδευτικός
Ιστοριογράφος της Σάντας


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah