Η περίοδος των οθωμανικών μεταρρυθμίσεων μετά το 1876 και οι συνακόλουθες θρησκευτικές ελευθερίες που δόθηκαν οδήγησαν στην αποκάλυψη των κρυπτοχριστιανών (κλωστοί), οι οποίοι έως τότε έκρυβαν τη χριστιανική πίστη τους. Ενδεικτική του φαινομένου του κρυπτοχριστιανισμού είναι, για παράδειγμα, η έκθεση κατοίκων της Τραπεζούντας προς την ελληνική πρεσβεία Κωνσταντινούπολης στις 18 Απριλίου 1900: «Οι πρόγονοί μας σε άγνωστο χρόνο και κάτω από θλιβερές περιστάσεις, κυριευμένοι από φόβο και τρόμο εμφανίστηκαν να έχουν γίνει μωαμεθανοί, ενώ κρυφά συνέχιζαν να είναι ακόμη χριστιανοί. Αυτή η κατάσταση συνεχιζόταν μέχρι το 1858, όταν ο σεβάσμιος αυτοκράτοράς μας, ο σουλτάνος Αβδούλ Μετζίτ που βασίλευε τότε, διακήρυξε την ισότητα του δικαίου για όλους τους υπηκόους και την ελεύθερη άσκηση των θρησκειών» παρατηρούσαν με θλίψη οι Έλληνες Πόντιοι.
Παρά τις προσδοκίες που σκόρπισαν οι οθωμανικές μεταρρυθμίσεις στα μέσα του 19ου αιώνα, η θέση των χριστιανών του Πόντου δεν βελτιώθηκε ουσιαστικά.
Έτσι, στις 12 Φεβρουαρίου 1901 ο πρώην πατριάρχης Ιεροσολύμων Νικόδημος απηύθυνε έκκληση μεσολάβησης στο Ρώσο πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη Γεώργιο Νικολάγιεβιτς: «Μετά τον Κριμαϊκό Πόλεμο οι χριστιανοί της Τραπεζούντας, που αναγνωρίστηκαν ως τέτοιοι με βάση τα κρατικά φιρμάνια και διατάγματα, ενώ πριν τους θεωρούσαν μουσουλμάνους, συνεχίζουν να υποφέρουν από παντός είδους δεινά και όλα αυτά γίνονται για να αλλάξουν τη θρησκεία τους. Σήμερα ξαναζητάνε την προστασία της πρεσβείας της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, που επανειλημμένα ασκούσε επιρροή προς εξασφάλιση της θρησκευτικής ελευθερίας των χριστιανών».
Το 1850 ο συντάκτης του περιοδικού Πανδώρα, ο οποίος επισκέφθηκε την Τραπεζούντα, παρατηρούσε: «Οι εμφύλιοι διαπληκτισμοί των γενιτσάρων και αι μέχρι της τελευταίας διοικητικής μεταρρυθμίσεως καταχρήσεις και αρπαγαί των αρχόντων κατήντησαν την Τραπεζούνταν εις αθλίαν κατάστασιν. Ενώ το 1800 έτος ο αριθμός των κατοίκων αυτής ανέβαινεν εις εκατόν χιλιάδας και επέκεινα, το 1830 είχε μόλις 15.000. Σήμερον, όμως, μετά την σύστασιν των ατμοπλοίων ηύξησεν εκ νέου ο αριθμός αυτών εις 40 περίπου χιλιάδας».
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα απογραφικά στοιχεία, ο συνολικός ελληνικός πληθυσμός του Πόντου πρέπει να έφτανε στα μέσα του 19ου αιώνα τα 650.000 με 700.000 άτομα.
Η Τραπεζούντα είχε στα τέλη του ίδιου αιώνα 50.000 κατοίκους, εκ των οποίων οι 15.000 ήταν Έλληνες. Το όνομά της ο νομοφύλακας Ιωάννης Ευγενικός, στο εγκώμιό του, το αποδίδει στο ιδιαίτερο τραπεζοειδές σχήμα των λόφων που την περιβάλλουν.
Στην πόλη υπήρχαν πολλά χριστιανικά μνημεία, όπως ο Ναός της Αγίας Σοφίας, ο Ναός του Αγίου θεοδώρου Γαβρά, του περιώνυμου τοπικού αγίου, ο Ναός του πολιούχου Αγίου Ευγενίου, ο Ναός της Αγίας Αννας, ο μητροπολιτικός Ναός της Παναγίας Χρυσοκεφάλου και στις πλαγιές του Μιθρίου ο Άγιος Σάββας.
Ο συνολικός αριθμός των μοναστηριών που ιδρύθηκαν στην Τραπεζούντα και στην ευρύτερη περιοχή δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια. Μεταξύ αυτών, εξέχουσα θέση κατέχει η Μονή θεοσκεπάστου, που συνδέθηκε στενά με το αυτοκρατορικό περιβάλλον. Δίχως αμφιβολία όμως η μεγάλη φήμη του ποντιακού μοναχισμού, η οποία ξεπέρασε τα στενά γεωγραφικά όρια της Τραπεζούντας, του Πόντου και της Μικράς Ασίας, βασίστηκε στην ύπαρξη και στη λειτουργία τριών ιστορικών μονών: του Αγίου Ιωάννη Βαζελώνος, του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα και κυρίως της Παναγίας Σουμελά. Οι μονές αυτές, εκτός από θρησκευτικοί πόλοι, αναδείχθηκαν σε κέντρα της οικονομικής και κοινωνικής ζωής αλλά και της ανάπτυξης και της διάσωσης του πολιτισμού.
Από τα μέσα του 19ου αιώνα η περιοχή του Πόντου προσήλκυσε επίσης το ενδιαφέρον των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής, κυρίως λόγω των μεταλλευτικών αποθεμάτων που υπήρχαν στο υπέδαφος της, ιδιαίτερα στην περιοχή της Χαλδίας. Στο πλαίσιο αυτό πολλές ευρωπαϊκές εταιρείες επένδυσαν στην περιοχή, θέτοντας τις βάσεις της οικονομικής διείσδυσής τους στην Οθωμανική Αυτοκρατορία αλλά και της συνακόλουθης μεταξύ τους σύγκρουσης για την απόκτηση ερεισμάτων.
"ΠΟΝΤΟΣ"
"ΟΙ ΠΑΤΡΙΔΕΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ"
NATIONAL GEOGRAPHIC
Άγιος Ευγένιος-Τραπεζούντας |
Παρά τις προσδοκίες που σκόρπισαν οι οθωμανικές μεταρρυθμίσεις στα μέσα του 19ου αιώνα, η θέση των χριστιανών του Πόντου δεν βελτιώθηκε ουσιαστικά.
Έτσι, στις 12 Φεβρουαρίου 1901 ο πρώην πατριάρχης Ιεροσολύμων Νικόδημος απηύθυνε έκκληση μεσολάβησης στο Ρώσο πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη Γεώργιο Νικολάγιεβιτς: «Μετά τον Κριμαϊκό Πόλεμο οι χριστιανοί της Τραπεζούντας, που αναγνωρίστηκαν ως τέτοιοι με βάση τα κρατικά φιρμάνια και διατάγματα, ενώ πριν τους θεωρούσαν μουσουλμάνους, συνεχίζουν να υποφέρουν από παντός είδους δεινά και όλα αυτά γίνονται για να αλλάξουν τη θρησκεία τους. Σήμερα ξαναζητάνε την προστασία της πρεσβείας της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, που επανειλημμένα ασκούσε επιρροή προς εξασφάλιση της θρησκευτικής ελευθερίας των χριστιανών».
Το 1850 ο συντάκτης του περιοδικού Πανδώρα, ο οποίος επισκέφθηκε την Τραπεζούντα, παρατηρούσε: «Οι εμφύλιοι διαπληκτισμοί των γενιτσάρων και αι μέχρι της τελευταίας διοικητικής μεταρρυθμίσεως καταχρήσεις και αρπαγαί των αρχόντων κατήντησαν την Τραπεζούνταν εις αθλίαν κατάστασιν. Ενώ το 1800 έτος ο αριθμός των κατοίκων αυτής ανέβαινεν εις εκατόν χιλιάδας και επέκεινα, το 1830 είχε μόλις 15.000. Σήμερον, όμως, μετά την σύστασιν των ατμοπλοίων ηύξησεν εκ νέου ο αριθμός αυτών εις 40 περίπου χιλιάδας».
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα απογραφικά στοιχεία, ο συνολικός ελληνικός πληθυσμός του Πόντου πρέπει να έφτανε στα μέσα του 19ου αιώνα τα 650.000 με 700.000 άτομα.
Η Τραπεζούντα είχε στα τέλη του ίδιου αιώνα 50.000 κατοίκους, εκ των οποίων οι 15.000 ήταν Έλληνες. Το όνομά της ο νομοφύλακας Ιωάννης Ευγενικός, στο εγκώμιό του, το αποδίδει στο ιδιαίτερο τραπεζοειδές σχήμα των λόφων που την περιβάλλουν.
Αγία Άννα-Τραπεζούντα |
Ο συνολικός αριθμός των μοναστηριών που ιδρύθηκαν στην Τραπεζούντα και στην ευρύτερη περιοχή δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια. Μεταξύ αυτών, εξέχουσα θέση κατέχει η Μονή θεοσκεπάστου, που συνδέθηκε στενά με το αυτοκρατορικό περιβάλλον. Δίχως αμφιβολία όμως η μεγάλη φήμη του ποντιακού μοναχισμού, η οποία ξεπέρασε τα στενά γεωγραφικά όρια της Τραπεζούντας, του Πόντου και της Μικράς Ασίας, βασίστηκε στην ύπαρξη και στη λειτουργία τριών ιστορικών μονών: του Αγίου Ιωάννη Βαζελώνος, του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα και κυρίως της Παναγίας Σουμελά. Οι μονές αυτές, εκτός από θρησκευτικοί πόλοι, αναδείχθηκαν σε κέντρα της οικονομικής και κοινωνικής ζωής αλλά και της ανάπτυξης και της διάσωσης του πολιτισμού.
Από τα μέσα του 19ου αιώνα η περιοχή του Πόντου προσήλκυσε επίσης το ενδιαφέρον των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής, κυρίως λόγω των μεταλλευτικών αποθεμάτων που υπήρχαν στο υπέδαφος της, ιδιαίτερα στην περιοχή της Χαλδίας. Στο πλαίσιο αυτό πολλές ευρωπαϊκές εταιρείες επένδυσαν στην περιοχή, θέτοντας τις βάσεις της οικονομικής διείσδυσής τους στην Οθωμανική Αυτοκρατορία αλλά και της συνακόλουθης μεταξύ τους σύγκρουσης για την απόκτηση ερεισμάτων.
"ΠΟΝΤΟΣ"
"ΟΙ ΠΑΤΡΙΔΕΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ"
NATIONAL GEOGRAPHIC
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου