Την άλωση της Τραπεζούντας περιγράφει με δραματικό τρόπο ο ιστορικός συγγραφέας του περασμένου αιώνα Τρύφων Ευαγγελίδης στο έργο του «Ιστορία της Ποντικής Τραπεζούντας» από το οποίο παραθέτουμε ένα απόσπασμα.
Ο αυτοκράτορας της Τραπεζούντας Δαβίδ από το 1459 είχε έτοιμο στρατό από 20.000 άντρες και 30 πολεμικά πλοία, όπως έλεγε στην επιστολή του προς το δούκα της Βουργουνδίας, αλλά και αξιόλογη βοήθεια ήρθε από τη Γεωργία, ενώ πολλοί από τους Έλληνες και Φράγκους στρατιωτικούς και ναυτικούς επάνδρωναν το ναυτικό του, επίσης πολλά πολεμοφόδια και τηλεβόλα έφεραν οι Βενετοί, αλλά όλα αυτά παρέλυσαν μόλις ακούστηκε η συμμαχία του Μωάμεθ με τον Ουζούν Χασάν*.
Ήδη και ο στόλος του Μωάμεθ, εν όσο ακόμα διεξάγονταν οι διαπραγματεύσεις του Ουζούν Χασάν με τους πρέσβεις του σουλτάνου, αφού άφησε τη Σινώπη, ερχόταν εναντίον της Τραπεζούντας, ενώ ο στρατός της ξηράς ερχόταν κατά του Ουζούν Χασάν. Ο στόλος, αφού έλαβε όλα τα μέτρα ώστε να παρεμποδίζει κάθε βοήθεια από τη Θεοδοσία και τη Γεωργία, ήρθε μπροστά στην Τραπεζούντα. Ο τουρκικός στρατός που βρισκόταν πάνω σ' αυτόν άρχισε να αποβιβάζεται και να λεηλατεί τα προάστια της Τραπεζούντας, η οποία πολιορκούνταν επί 32 μέρες χωρίς αποτέλεσμα.
Όταν όμως ήρθε η είδηση ότι κατατροπώθηκε ο Ουζούν Χασάν και αποσύρθηκε από τη συμμαχία των χριστιανών ηγεμόνων, τότε ο Δαβίδ καταλήφθηκε από μεγάλη απελπισία και άρχισε να σκέφτεται για τη σωτηρία και την τιμή τη δική του και των συμπολιτών του, αλλά δεν είχε την ανδρεία του τελευταίου αυτοκράτορα του Βυζαντίου Κωνσταντίνου Παλαιολόγου να πέσει για την τιμή τη δική του και του κράτους θυσιαζόμενος ένδοξα γι' αυτό και να υψώσει έτσι αιώνιο μνημείο στην ιστορία και στην καρδιά των Ελλήνων.
Ενώ έτσι είχαν τα πράγματα στην Τραπεζούντα, ο Μωάμεθ πλησίαζε ανενόχλητος την πόλη των Κομνηνών, περνώντας τα οχυρωμένα στενά της περιοχής χωρίς να συναντά αντίσταση. Η εμπροσθοφυλακή του, υπό το στρατηγό Mαχμούτ πασά, κατέλαβε τη Σκυλολίμνη (Κιολ-τζαήρ).
Εναντίον του τρομερού αυτού εχθρού δεν τόλμησε να αντισταθεί ο Δαβίδ, αλλά άρχισε να διαπραγματεύεται προτείνοντας τις παλιές συνθήκες. Στις διαπραγματεύσεις αυτές μεσολαβητής ήταν ο πρωτοβεστιάριος Γεώργιος Αμοιρούτσης, πρώτος εξάδελφος του στρατηγού Μαχμούτ Πασά, που ήταν Έλληνας εξωμότης. Η ιστορία κατακρίνει τον Γεώργιο ότι με τρόπο προδοτικό και υπέρ των Τούρκων διεκπεραίωνε τη μεσολάβηση που του εμπιστεύτηκε ο Δαβίδ,αλλά και η κατοπινή διαγωγή του, που τιμήθηκε από τον Μωάμεθ με διατροφή και άλλα αξιώματα όσα κανείς άλλος από τους Έλληνες, ενίσχυσε την υποψία αυτή των Τραπεζούντιων, διότι ο Δαβίδ και ο λαός ήταν διατεθειμένοι, κατ' αρχήν, να δοκιμάσουν την τύχη τους πολεμώντας, αλλά ο Γεώργιος Αμοιρούτσης έπεισε πλήρως τον Δαβίδ και τον πίεσε να υποκύψει στις αισχρές εκείνες συμφωνίες.
Σύμφωνα μ’ αυτές, ο Μαχμούτ εκ μέρους του Μωάμεθ κάλεσε δια μέσου του Γεωργίου Αμοιρούτση τον Δαβίδ να υποταχθεί τελείως, γράφοντας του τα εξής, σύμφωνα με τον Λαόνικο Χαλκοκονδύλη:
«Στον βασιλιά της Τραπεζούντας, του βασιλείου των Ελλήνων, ο Μεγάλος Βασιλιάς λέει τα εξής: Βλέπεις ο ίδιος πόση χώρα κατέλαβε παραχωρώντας. Αν μεν αμέσως παραδώσεις την πόλη στο βασιλιά, θα παραχωρήσει και σε σένα κάποια περιοχή, όπως και στον ηγεμόνα των Ελλήνων της Πελοποννήσου Δημήτριο δώρισε και πλούτη και νησιά και την πλούσια πόλη Αίνο, όπου διαμένει ευτυχισμένος και με ασφάλεια. Α ν όμως δεν πεισθείς και θέλεις να αντισταθείς, να ξέρεις ότι σύντομα θα αιχμαλωτίσει τους πολίτες (γιατί ο Μεγάλος Βασιλιάς θα σηκωθεί θυμωμένος και δε θα εξαιρέσει ούτε εσάς, και σε εξευτελιστικό θάνατο θα σας παραδώσει».
Σ' αυτούς τους όρους του Μαχμούτ απαντώντας ο αυτοκράτορας Δαβίδ δια μέσου του Γεωργίου έλεγε:
«Αλλά εμείς και πρωτύτερα, για να μην παραβούμε τις συμφωνίες με το βασιλιά, και τον αδελφό του βασιλιά στείλαμε και έτοιμοι ήμασταν να δεχτούμε ότι διατάξει ο βασιλιάς υπακούοντας τον αμέσως, αλλά και στο ναύαρχο του βασιλιά τότε λέγαμε ότι δεν έπρεπε να καταστρέψει και να λεηλατήσει τη χώρα και ότι του είχαμε προετοιμάσει αυτά που θα ήθελε να πάρει ο βασιλιάς επιτιθέμενος».
Αυτά απαντώντας ο Δαβίδ είχε την απαίτηση να συνάψει συνθήκες με τον Μωάμεθ, δίνοντας και την κόρη του Άννα σ' εκείνον για γάμο και μια περιοχή. Αλλά από αυτά ο Μωάμεθ, που είχε φτάσει κιόλας μπροστά στην πόλη, κατάλαβε την αδυναμία του Δαβίδ και επέμενε ζητώντας την παράδοση της πόλης, απειλώντας επιπλέον ότι θα την κυριέψει και θα αιχμαλωτίσει τους κατοίκους της.
Σ' αυτό βοηθούσε, όπως λέει και η «Έκθεση Χρονική Ανωνύμου» και το περιστατικό με κάποιο δερβίση Σαχ Τζουνεΐτη, ο οποίος, όταν κάποτε είχε πιάσει επιδημία πανούκλας στην Τραπεζούντα και είχαν φύγει ο βασιλιάς και όλοι οι άρχοντες σε παραλιακή τοποθεσία, αυτός εισχώρησε ξαφνικά στην πόλη και μαζί με πολίτες σκότωσε πολλούς, άριστους και ανδρείους πολεμιστές, διότι κοιμούνταν αμέριμνα και, αφού άρπαξε αγαθά και άρματα και άλογα, έφυγε χωρίς να πάθει τίποτα. Απ' αυτό το γεγονός ο Μωάμεθ παίρνοντας θάρρος αποφάσισε την κατάληψη της Τραπεζούντας.
Εξάλλου ο Δαβίδ, πιστεύοντας ότι η αντίσταση ενάντια σε τόσο μεγάλη ναυτική και πεζική δύναμη ήταν μάταιη, και μη επιθυμώντας την καταστροφή της πατρίδας του, αφού αυτή πο-λιορκούνταν απ' όλες τις μεριές, ούτε και την αιχμαλωσία των υπηκόων του, με την προτροπή του γραμματέα του Μωάμεθ Θωμά Καταβοληνού, όπως λέει ο Κριτόβουλος, αποφάσισε να παραδώσει την πόλη υπό όρους τους οποίους συνήψε με τον Μωάμεθ η Σάρα Χατούν, με την παρακίνηση της αυτοκράτειρας Ειρήνης ή Ελένης, που έφυγε από την Τραπεζούντα πριν καταπλεύσει εκεί ο στόλος του γαμπρού της Ουζούν Χασάν. Πράγματι η Χατούν, αφού συμφώνησε με το σουλτάνο, επέστρεψε στο Δαβίδ και είπε:
«Είναι γνωστό στη μεγαλειότητα σου ότι δεν είμαι εχθρός σου, γι' αυτό πήγαινε και κάνε ότι νομίζεις».
Έτσι υπογράφηκε συμφωνία, κατά την οποία η πόλη θα έμενε απείραχτη και κανένα κακό δε θα γινόταν στους κατοίκους της, ούτε θα τους έπαιρναν τις περιουσίες,. Με βάση, λοιπόν, αυτούς τους όρους, ο Δαβίδ έστειλε τα κλειδιά της Τραπεζούντας στον Μωάμεθ στις 15 Αυγούστου 1461, όπως λένε. Και από τη μια μεριά έμπαιναν οι γενίτσαροι στην πόλη και καταλάμβαναν την ακρόπολη κι από την άλλη ο Δαβίδ έβγαινε απ' αυτήν και οδηγούνταν σ' ένα πλοίο, αφού είχε παραδώσει την πόλη στο ναύαρχο του στόλου, ενώ ταυτόχρονα ο Χιτήρ Μπέης, που διορίστηκε έπαρχος της πόλης, ολοκλήρωσε την κατοχή της.
Όμως οι βιαιοπραγίες και οι φόνοι και οι αρπαγές και όσα άλλα άσχημα συνέβησαν, μετά την παραλαβή της πόλης, δικαίωσαν τη γνώμη του λαού, ο οποίος επιθυμούσε μάλλον με ένδοξο πόλεμο παρά με ταπεινωτική παράδοση να εγκαταλείψει την πόλη των πατέρων του, την οποία τόσες φορές με την ανδρεία και το αίμα τους έσωσαν. Διότι πίστευαν, όπως και έγινε, ότι περισσότερες συμφορές θα προέκυπταν από την παράδοση παρά από την- ύστερα από γενναία αντίσταση - άλωση της Τραπεζούντας.
Έτσι, ο μεν Δαβίδ, κατά τα συμφωνημένα, επιβιβάστηκε σ' ένα τουρκικό πλοίο με την οικογένειά του και τους θησαυρούς του, καθώς και με τον Καβασίτη και όλη τη γενιά του, με τον μεγάλο μεσάζοντα Αρταμούριο, με τον φιλόσοφο πρωτοβεστιάριο Αμοιρούτση και αναχώρησε για Κωνσταντινούπολη, και από κει στο Μαύρο όρος, κοντά στις Σέρρες ή στην Αδριανούπολη, όπως λέει ο Φραντζής, όπου έμενε και ο δεσπότης Δημήτριος. Τον Δαβίδ ακολούθησαν και πολλές οικογένειες ευγενών από την Τραπεζούντα, σύμφωνα με διαταγή του Μωάμεθ, όπως η οικογένεια των Δορανιτών και άλλων, οι οποίοι πήραν σε αντάλλαγμα της αυτοκρατορίας ως ιδιοκτησία άλλες περιοχές που τους χορηγήθηκαν εκεί.
Ο Μωάμεθ, εξάλλου, ενθουσιασμένος από τη νίκη του, έμεινε όλο το χειμώνα στην Τραπεζούντα συμπληρώνοντας την υποταγή των γύρω χωρών- ύστερα παρέδωσε την Τραπεζούντα, όπως λέει ο Χαλκοκονδύλης, στο ναύαρχο της Καλλιούπολης, για ενίσχυση του οποίου έδωσε 400 δικούς του δυνατούς άντρες, και εγκατέστησε νέους κατοίκους στην ακρόπολη και Αζάπηδες στην πόλη, ύστερα έστειλε τον ύπαρχο της Αμάθειας Χιτήρ Μπέη και κατέλαβε τα ορεινά χωριά του Μεσοχαλδίου, στα οποία κυριαρχούσαν οι Καβασίτες. Επίσης και η Κερασούντα υποτάχθηκε στην πρώτη διαταγή και οι κάτοικοι των ορεινών παραδόθηκαν χωρίς την ελάχιστη αντίσταση, παρότι μερικές παραδόσεις και δημοτικά τραγούδια υποστηρίζουν το αντίθετο.
Ο Μωάμεθ μεταχειριζόμενος πολιτική και συμπεριφορά αντίθετη με τα συμφωνημένα απέναντι στους παραδοθέντες χριστιανούς, τους πήρε τα αγαθά τους, τους έδιωξε από τα σπίτια και τις ιδιοκτησίες τους και απαγόρευσε σ' αυτούς να μπαίνουν μέσα στα τείχη, και για πολύ χρόνο κανείς δεν τολμούσε να πλησιάσει τις δύο γέφυρες που ενώνουν την πόλη προς τα προάστια. Και διέταξε να εγκατασταθούν οι χριστιανοί κοντά στο Ιπποδρόμιο, τον Άγιο Φίλιππο και την Αγία Σοφία.
«Έτσι, λοιπόν, κυριεύτηκε η Τραπεζούντα», λέει ο Χαλκοκονδύλης, «καθώς και ολόκληρη η χώρα των Κόλχων υποτάχτηκε στον (Τούρκο) βασιλιά, δεδομένου ότι κι αυτή ήταν ελληνική ηγεμονία και θρεμμένη με τα ήθη και έθιμα των Ελλήνων, με αποτέλεσμα σύντομα να αναστατωθούν από τον (Τούρκο) βασιλιά και οι Έλληνες και οι ηγεμόνες των Ελλήνων, πρώτα στην Κωνσταντινούπολη, ύστερα στην Πελοπόννησο και την Τραπεζούντα και σ' αυτή τη χώρα».
Πράγματι ο Μωάμεθ, αφού χώρισε την Τραπεζούντα σε τμήματα, ένα τμήμα της κράτησε για τον εαυτό του κάνοντας αργότερα τους κατοίκους του «σιλικτάριους» και «σπαχογλάνους» στις πύλες των ανακτόρων του στην Κωνσταντινούπολη κρατώντας αυτούς και για υπηρέτες και για παιδαγωγούς, ένα άλλο μέρος εγκατέστησε στην Κωνσταντινούπολη και ένα άλλο μέρος το έκανε γενίτσαρους, δηλ. το εξισλάμισε και έκανε τους κατοίκους του εργάτες σε κατασκευές, διαλέγοντας 800 παιδιά, τα οποία κατέταξε στην τάξη των νεοελθόντων κατοίκων της Τραπεζούντας.
Έτσι φοβερή και σκοτεινή νύχτα σκέπασε την πόλη των Μεγάλων Κομνηνών, και τα πριν λαμπρά ανάκτορα των αυτοκρατόρων, τα οποία περιγράφει ο Ευγενικός, ο Βησσαρίων και ο Κλαβίγιος μεταβλήθηκαν σε κατοικία απλού διοικητή. Αλλά και τα σπίτια των δουκών και των άλλων ευγενών και όλη η πόλη δόθηκαν για εγκατάσταση των Αζάπηδων που είχαν ακολουθήσει τον Μωάμεθ, ενώ τα ωραία αγόρια και κορίτσια γέμισαν τα χαρέμια των Τούρκων μεγιστάνων και η πόλη σχεδόν ερημώθηκε, όπως λέει ο Φραντζής.
Η Μητρόπολη και οι γύρω από αυτήν σχολές και βιβλιοθήκες έγιναν κατοικίες των Ουλεμάδων και αργότερα έδρα του εκάστοτε διοικητή. Όλοι οι μέσα και έξω από την πόλη ναοί, οι πιο λαμπροί, έγιναν μουσουλμανικά τεμένη, ο δε εκάστοτε μητροπολίτης Τραπεζούντας καθορίστηκε να έχει την έδρα του σε προάστιο, στη μονή του Αγίου Φιλίππου, η οποία αργότερα, αρπάχτηκε κι αυτή από τους Τούρκους.
*Ο Ουζούν Χασάν ήταν Τούρκος φύλαρχος, και ο μόνος ισχυρός πολιτικός αντίπαλος του σουλτάνου Μεχμέτ. Παντρεύτηκε την ανεψιά του Δαβίδ και κόρη του Ιωάννη Δ' και είχε υπογράψει συμμαχία με τον πεθερό του, την οποία όμως - μετά την ήττα του από το Μωάμεθ - καταπάτησε.
Ο αυτοκράτορας της Τραπεζούντας Δαβίδ από το 1459 είχε έτοιμο στρατό από 20.000 άντρες και 30 πολεμικά πλοία, όπως έλεγε στην επιστολή του προς το δούκα της Βουργουνδίας, αλλά και αξιόλογη βοήθεια ήρθε από τη Γεωργία, ενώ πολλοί από τους Έλληνες και Φράγκους στρατιωτικούς και ναυτικούς επάνδρωναν το ναυτικό του, επίσης πολλά πολεμοφόδια και τηλεβόλα έφεραν οι Βενετοί, αλλά όλα αυτά παρέλυσαν μόλις ακούστηκε η συμμαχία του Μωάμεθ με τον Ουζούν Χασάν*.
Ήδη και ο στόλος του Μωάμεθ, εν όσο ακόμα διεξάγονταν οι διαπραγματεύσεις του Ουζούν Χασάν με τους πρέσβεις του σουλτάνου, αφού άφησε τη Σινώπη, ερχόταν εναντίον της Τραπεζούντας, ενώ ο στρατός της ξηράς ερχόταν κατά του Ουζούν Χασάν. Ο στόλος, αφού έλαβε όλα τα μέτρα ώστε να παρεμποδίζει κάθε βοήθεια από τη Θεοδοσία και τη Γεωργία, ήρθε μπροστά στην Τραπεζούντα. Ο τουρκικός στρατός που βρισκόταν πάνω σ' αυτόν άρχισε να αποβιβάζεται και να λεηλατεί τα προάστια της Τραπεζούντας, η οποία πολιορκούνταν επί 32 μέρες χωρίς αποτέλεσμα.
Όταν όμως ήρθε η είδηση ότι κατατροπώθηκε ο Ουζούν Χασάν και αποσύρθηκε από τη συμμαχία των χριστιανών ηγεμόνων, τότε ο Δαβίδ καταλήφθηκε από μεγάλη απελπισία και άρχισε να σκέφτεται για τη σωτηρία και την τιμή τη δική του και των συμπολιτών του, αλλά δεν είχε την ανδρεία του τελευταίου αυτοκράτορα του Βυζαντίου Κωνσταντίνου Παλαιολόγου να πέσει για την τιμή τη δική του και του κράτους θυσιαζόμενος ένδοξα γι' αυτό και να υψώσει έτσι αιώνιο μνημείο στην ιστορία και στην καρδιά των Ελλήνων.
Ενώ έτσι είχαν τα πράγματα στην Τραπεζούντα, ο Μωάμεθ πλησίαζε ανενόχλητος την πόλη των Κομνηνών, περνώντας τα οχυρωμένα στενά της περιοχής χωρίς να συναντά αντίσταση. Η εμπροσθοφυλακή του, υπό το στρατηγό Mαχμούτ πασά, κατέλαβε τη Σκυλολίμνη (Κιολ-τζαήρ).
Εναντίον του τρομερού αυτού εχθρού δεν τόλμησε να αντισταθεί ο Δαβίδ, αλλά άρχισε να διαπραγματεύεται προτείνοντας τις παλιές συνθήκες. Στις διαπραγματεύσεις αυτές μεσολαβητής ήταν ο πρωτοβεστιάριος Γεώργιος Αμοιρούτσης, πρώτος εξάδελφος του στρατηγού Μαχμούτ Πασά, που ήταν Έλληνας εξωμότης. Η ιστορία κατακρίνει τον Γεώργιο ότι με τρόπο προδοτικό και υπέρ των Τούρκων διεκπεραίωνε τη μεσολάβηση που του εμπιστεύτηκε ο Δαβίδ,αλλά και η κατοπινή διαγωγή του, που τιμήθηκε από τον Μωάμεθ με διατροφή και άλλα αξιώματα όσα κανείς άλλος από τους Έλληνες, ενίσχυσε την υποψία αυτή των Τραπεζούντιων, διότι ο Δαβίδ και ο λαός ήταν διατεθειμένοι, κατ' αρχήν, να δοκιμάσουν την τύχη τους πολεμώντας, αλλά ο Γεώργιος Αμοιρούτσης έπεισε πλήρως τον Δαβίδ και τον πίεσε να υποκύψει στις αισχρές εκείνες συμφωνίες.
Σύμφωνα μ’ αυτές, ο Μαχμούτ εκ μέρους του Μωάμεθ κάλεσε δια μέσου του Γεωργίου Αμοιρούτση τον Δαβίδ να υποταχθεί τελείως, γράφοντας του τα εξής, σύμφωνα με τον Λαόνικο Χαλκοκονδύλη:
«Στον βασιλιά της Τραπεζούντας, του βασιλείου των Ελλήνων, ο Μεγάλος Βασιλιάς λέει τα εξής: Βλέπεις ο ίδιος πόση χώρα κατέλαβε παραχωρώντας. Αν μεν αμέσως παραδώσεις την πόλη στο βασιλιά, θα παραχωρήσει και σε σένα κάποια περιοχή, όπως και στον ηγεμόνα των Ελλήνων της Πελοποννήσου Δημήτριο δώρισε και πλούτη και νησιά και την πλούσια πόλη Αίνο, όπου διαμένει ευτυχισμένος και με ασφάλεια. Α ν όμως δεν πεισθείς και θέλεις να αντισταθείς, να ξέρεις ότι σύντομα θα αιχμαλωτίσει τους πολίτες (γιατί ο Μεγάλος Βασιλιάς θα σηκωθεί θυμωμένος και δε θα εξαιρέσει ούτε εσάς, και σε εξευτελιστικό θάνατο θα σας παραδώσει».
Σ' αυτούς τους όρους του Μαχμούτ απαντώντας ο αυτοκράτορας Δαβίδ δια μέσου του Γεωργίου έλεγε:
«Αλλά εμείς και πρωτύτερα, για να μην παραβούμε τις συμφωνίες με το βασιλιά, και τον αδελφό του βασιλιά στείλαμε και έτοιμοι ήμασταν να δεχτούμε ότι διατάξει ο βασιλιάς υπακούοντας τον αμέσως, αλλά και στο ναύαρχο του βασιλιά τότε λέγαμε ότι δεν έπρεπε να καταστρέψει και να λεηλατήσει τη χώρα και ότι του είχαμε προετοιμάσει αυτά που θα ήθελε να πάρει ο βασιλιάς επιτιθέμενος».
Αυτά απαντώντας ο Δαβίδ είχε την απαίτηση να συνάψει συνθήκες με τον Μωάμεθ, δίνοντας και την κόρη του Άννα σ' εκείνον για γάμο και μια περιοχή. Αλλά από αυτά ο Μωάμεθ, που είχε φτάσει κιόλας μπροστά στην πόλη, κατάλαβε την αδυναμία του Δαβίδ και επέμενε ζητώντας την παράδοση της πόλης, απειλώντας επιπλέον ότι θα την κυριέψει και θα αιχμαλωτίσει τους κατοίκους της.
Τραπεζούντα |
Εξάλλου ο Δαβίδ, πιστεύοντας ότι η αντίσταση ενάντια σε τόσο μεγάλη ναυτική και πεζική δύναμη ήταν μάταιη, και μη επιθυμώντας την καταστροφή της πατρίδας του, αφού αυτή πο-λιορκούνταν απ' όλες τις μεριές, ούτε και την αιχμαλωσία των υπηκόων του, με την προτροπή του γραμματέα του Μωάμεθ Θωμά Καταβοληνού, όπως λέει ο Κριτόβουλος, αποφάσισε να παραδώσει την πόλη υπό όρους τους οποίους συνήψε με τον Μωάμεθ η Σάρα Χατούν, με την παρακίνηση της αυτοκράτειρας Ειρήνης ή Ελένης, που έφυγε από την Τραπεζούντα πριν καταπλεύσει εκεί ο στόλος του γαμπρού της Ουζούν Χασάν. Πράγματι η Χατούν, αφού συμφώνησε με το σουλτάνο, επέστρεψε στο Δαβίδ και είπε:
«Είναι γνωστό στη μεγαλειότητα σου ότι δεν είμαι εχθρός σου, γι' αυτό πήγαινε και κάνε ότι νομίζεις».
Έτσι υπογράφηκε συμφωνία, κατά την οποία η πόλη θα έμενε απείραχτη και κανένα κακό δε θα γινόταν στους κατοίκους της, ούτε θα τους έπαιρναν τις περιουσίες,. Με βάση, λοιπόν, αυτούς τους όρους, ο Δαβίδ έστειλε τα κλειδιά της Τραπεζούντας στον Μωάμεθ στις 15 Αυγούστου 1461, όπως λένε. Και από τη μια μεριά έμπαιναν οι γενίτσαροι στην πόλη και καταλάμβαναν την ακρόπολη κι από την άλλη ο Δαβίδ έβγαινε απ' αυτήν και οδηγούνταν σ' ένα πλοίο, αφού είχε παραδώσει την πόλη στο ναύαρχο του στόλου, ενώ ταυτόχρονα ο Χιτήρ Μπέης, που διορίστηκε έπαρχος της πόλης, ολοκλήρωσε την κατοχή της.
Όμως οι βιαιοπραγίες και οι φόνοι και οι αρπαγές και όσα άλλα άσχημα συνέβησαν, μετά την παραλαβή της πόλης, δικαίωσαν τη γνώμη του λαού, ο οποίος επιθυμούσε μάλλον με ένδοξο πόλεμο παρά με ταπεινωτική παράδοση να εγκαταλείψει την πόλη των πατέρων του, την οποία τόσες φορές με την ανδρεία και το αίμα τους έσωσαν. Διότι πίστευαν, όπως και έγινε, ότι περισσότερες συμφορές θα προέκυπταν από την παράδοση παρά από την- ύστερα από γενναία αντίσταση - άλωση της Τραπεζούντας.
Έτσι, ο μεν Δαβίδ, κατά τα συμφωνημένα, επιβιβάστηκε σ' ένα τουρκικό πλοίο με την οικογένειά του και τους θησαυρούς του, καθώς και με τον Καβασίτη και όλη τη γενιά του, με τον μεγάλο μεσάζοντα Αρταμούριο, με τον φιλόσοφο πρωτοβεστιάριο Αμοιρούτση και αναχώρησε για Κωνσταντινούπολη, και από κει στο Μαύρο όρος, κοντά στις Σέρρες ή στην Αδριανούπολη, όπως λέει ο Φραντζής, όπου έμενε και ο δεσπότης Δημήτριος. Τον Δαβίδ ακολούθησαν και πολλές οικογένειες ευγενών από την Τραπεζούντα, σύμφωνα με διαταγή του Μωάμεθ, όπως η οικογένεια των Δορανιτών και άλλων, οι οποίοι πήραν σε αντάλλαγμα της αυτοκρατορίας ως ιδιοκτησία άλλες περιοχές που τους χορηγήθηκαν εκεί.
Ο Μωάμεθ, εξάλλου, ενθουσιασμένος από τη νίκη του, έμεινε όλο το χειμώνα στην Τραπεζούντα συμπληρώνοντας την υποταγή των γύρω χωρών- ύστερα παρέδωσε την Τραπεζούντα, όπως λέει ο Χαλκοκονδύλης, στο ναύαρχο της Καλλιούπολης, για ενίσχυση του οποίου έδωσε 400 δικούς του δυνατούς άντρες, και εγκατέστησε νέους κατοίκους στην ακρόπολη και Αζάπηδες στην πόλη, ύστερα έστειλε τον ύπαρχο της Αμάθειας Χιτήρ Μπέη και κατέλαβε τα ορεινά χωριά του Μεσοχαλδίου, στα οποία κυριαρχούσαν οι Καβασίτες. Επίσης και η Κερασούντα υποτάχθηκε στην πρώτη διαταγή και οι κάτοικοι των ορεινών παραδόθηκαν χωρίς την ελάχιστη αντίσταση, παρότι μερικές παραδόσεις και δημοτικά τραγούδια υποστηρίζουν το αντίθετο.
Ο Μωάμεθ μεταχειριζόμενος πολιτική και συμπεριφορά αντίθετη με τα συμφωνημένα απέναντι στους παραδοθέντες χριστιανούς, τους πήρε τα αγαθά τους, τους έδιωξε από τα σπίτια και τις ιδιοκτησίες τους και απαγόρευσε σ' αυτούς να μπαίνουν μέσα στα τείχη, και για πολύ χρόνο κανείς δεν τολμούσε να πλησιάσει τις δύο γέφυρες που ενώνουν την πόλη προς τα προάστια. Και διέταξε να εγκατασταθούν οι χριστιανοί κοντά στο Ιπποδρόμιο, τον Άγιο Φίλιππο και την Αγία Σοφία.
«Έτσι, λοιπόν, κυριεύτηκε η Τραπεζούντα», λέει ο Χαλκοκονδύλης, «καθώς και ολόκληρη η χώρα των Κόλχων υποτάχτηκε στον (Τούρκο) βασιλιά, δεδομένου ότι κι αυτή ήταν ελληνική ηγεμονία και θρεμμένη με τα ήθη και έθιμα των Ελλήνων, με αποτέλεσμα σύντομα να αναστατωθούν από τον (Τούρκο) βασιλιά και οι Έλληνες και οι ηγεμόνες των Ελλήνων, πρώτα στην Κωνσταντινούπολη, ύστερα στην Πελοπόννησο και την Τραπεζούντα και σ' αυτή τη χώρα».
Πράγματι ο Μωάμεθ, αφού χώρισε την Τραπεζούντα σε τμήματα, ένα τμήμα της κράτησε για τον εαυτό του κάνοντας αργότερα τους κατοίκους του «σιλικτάριους» και «σπαχογλάνους» στις πύλες των ανακτόρων του στην Κωνσταντινούπολη κρατώντας αυτούς και για υπηρέτες και για παιδαγωγούς, ένα άλλο μέρος εγκατέστησε στην Κωνσταντινούπολη και ένα άλλο μέρος το έκανε γενίτσαρους, δηλ. το εξισλάμισε και έκανε τους κατοίκους του εργάτες σε κατασκευές, διαλέγοντας 800 παιδιά, τα οποία κατέταξε στην τάξη των νεοελθόντων κατοίκων της Τραπεζούντας.
Έτσι φοβερή και σκοτεινή νύχτα σκέπασε την πόλη των Μεγάλων Κομνηνών, και τα πριν λαμπρά ανάκτορα των αυτοκρατόρων, τα οποία περιγράφει ο Ευγενικός, ο Βησσαρίων και ο Κλαβίγιος μεταβλήθηκαν σε κατοικία απλού διοικητή. Αλλά και τα σπίτια των δουκών και των άλλων ευγενών και όλη η πόλη δόθηκαν για εγκατάσταση των Αζάπηδων που είχαν ακολουθήσει τον Μωάμεθ, ενώ τα ωραία αγόρια και κορίτσια γέμισαν τα χαρέμια των Τούρκων μεγιστάνων και η πόλη σχεδόν ερημώθηκε, όπως λέει ο Φραντζής.
Η Μητρόπολη και οι γύρω από αυτήν σχολές και βιβλιοθήκες έγιναν κατοικίες των Ουλεμάδων και αργότερα έδρα του εκάστοτε διοικητή. Όλοι οι μέσα και έξω από την πόλη ναοί, οι πιο λαμπροί, έγιναν μουσουλμανικά τεμένη, ο δε εκάστοτε μητροπολίτης Τραπεζούντας καθορίστηκε να έχει την έδρα του σε προάστιο, στη μονή του Αγίου Φιλίππου, η οποία αργότερα, αρπάχτηκε κι αυτή από τους Τούρκους.
*Ο Ουζούν Χασάν ήταν Τούρκος φύλαρχος, και ο μόνος ισχυρός πολιτικός αντίπαλος του σουλτάνου Μεχμέτ. Παντρεύτηκε την ανεψιά του Δαβίδ και κόρη του Ιωάννη Δ' και είχε υπογράψει συμμαχία με τον πεθερό του, την οποία όμως - μετά την ήττα του από το Μωάμεθ - καταπάτησε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου