Σάββατο 20 Ιουνίου 2015

Η κούνια και ο ύπνος

Η κούνια ονομαζόταν κουνίν και ήταν δυο λογιών, το σαντέτκον και το αρμενοκούν που δεν ήταν σε χρήση στη Σαντά.
Μέρη της κούνιας ήσαν:
1) Η καμάρα, κυλινδρικό καδρόνι που ένωνε τα δύο «ποδάρια» όπως ονομάζονταν τα δυο πλαϊνά πού κάτω είχαν σχήμα ημικυκλικό για να κουνιέται.
2) Κλινάρια, δυο ημικυκλικά λεπτά σανιδάκια που ένωναν την καμάραν με τα ποδάρια.
 3) Μήλα, δυο ξύλινες σφαίρες στην ένωση της καμάρας με τα κλινάρια.
 4) Χορτοκούν’ σακί γεμάτο χόρτα   πάνω στο οποίο έστρωναν τα διάφορα πανικά, που μ’ ένα όνομα ονομάζονταν κουνέμπαλα.
5) Μαξιλάρ’ πάνω στο οποίο τοποθετούσαν το προσωπομάντηλο για να σκεπάζει το πρόσωπο.
6) Μεσοπάν’ ή χεροπάν’ στενόμακρο ύφασμα που τύλιγε τα χέρια και τα κρατούσε κολλητά στον κορμό.
 7) Τρυπέμπαλα, στενόμακρα πανικά τρύπια στη μέση, για να επιτρέπουν τα κάτουρα να κατεβαίνουν και να χύνονται στο
 8) Ταγάρ, δοχείο πήλινο ή τενεκεδένιο, σχήματος κόλουρου κώνου. Τα τρυπέμπαλα τύλιγαν το σώμα άπ’ τη μέση και κάτω.
9) Το σιπιάκ (λέξη τουρκική) ξύλινη κάνουλα σχήματος Γ, για να αποχετεύει στο ταγάρ τα κάτουρα των αγοριών. Για τα κορίτσια τοποθετούσαν φύλλα καστανιάς, λάπατου ή άλλων πλατύφυλλων φυτών.
10) Ποδαρέμπαλον, ύφασμα μάλλινο για να τυλίγουν τα πόδια.
 11) Κουνοδέματα ή κουνοδέμια, δύο υφάσματα στενόμακρα ως 1.50 μέτρο με κασίκια και φούντες στην άκρη· το ένα χρησίμευε για να δεθούν τα πόδια στην κούνια και το άλλο για να δεθούν τα χέρια. Έτσι το καημένο το μωρό θέλοντας και μη, έμενε ακίνητο επί ώρες σαν μούμια (όσο διαρκούσε ο ύπνος).
 12) Γεργανόπον, παπλωματάκι πάνω σ’ αυτά, για να μην κρυώνει το χειμώνα.
13) Κουνοσκέπαγμαν, μεγάλο κομμάτι ύφασμα, που σκέπαζε όλη την κούνια.
14. Χάντρες ή κουδουνάκι ή άλλο, κρεμασμένα στην καμάρα για να παίζει μ' αυτά όταν θα ξυπνούσε.
Τις πρώτες μέρες μετά την γέννηση κοίμιζαν το  μωρό κρεβάτι. Όταν παρουσιάζονταν ανάγκη να πάνε στο τσαΐρι ή αλλού το κοίμιζαν στην λαϊστέρα (εναέρια κούνια) γινόταν με δυο σκοινιά δεμένα σε δυο κοντινά φυτά ή στο χοντρό κλαδί ενός δέντρου, πάνω στο οποίο άπλωναν χριάμ(κιλίμι) ή κάτι άλλο.
Την κούνια δεν την κουνούσαν αδειανή ούτε και δυο μαζί συγχρόνως για να μην πεθάνει το μωρό. Αφού συνήθιζε το παιδί να κοιμάται στην κούνια, δεν το κοίμιζαν πια στο κρεβάτι, από φόβο μήπως το πνίξει η μάνα του στον ύπνο της.
Το πλάγιαζαν από την δεξιά πλευρά, αφού το σταύρωναν και μουρμούριζαν: "Κύριε ημών Ιησού Χριστέ δος ύαν και ύπνον".
Αν την ώρα του ύπνου βρισκόταν εκεί κανένας ξένος, έπρεπε να φύγει πριν τοποθετήσουν το μωρό στην κούνια του, για να μην πάρει μαζί του , τον ύπνο του παιδιού.
Αν γελούσε ή εκλαιγε στον ύπνο του έλεγαν πως βλέπει όνειρο.
Αν την ώρα που κοιμόταν περνούσε απ' έξω κηδεία, έπρεπε να τα βγάλουν από την κούνια το μωρό  "για να μην πατίεται" (να μην βλαφτεί).
Την πρώτη μέρα της γέννας το τάιζαν τσάι με το κουταλάκι και μερικοί έβαζαν στο στόμα του την άκρη υφάσματος ζαχαρωμένου. Η γυναίκα που θήλαζε ονομάζονταν βυζαλίστρα. Από την ποσότητα του γάλακτος της μητέρας εξαρτιόταν πότε θα  του έδιναν ημιστερεά τροφή δλδ  αραρούτι ή σιταρένιο αλεύρι με βούτυρο και ζάχαρη. Αργότερα του έδιναν στερεά  τροφή, αφού πρώτα μασούσαν , τότε άρχιζαν να του δίνουν και νερό.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah