Σάββατο 6 Ιουνίου 2015

Ημερολόγιο της Δράσης των Ελλήνων Ανταρτών της Σαντάς-Νοέμβριος 1922

1 - Όλην την νύκτα υποφέραμε πολύ, διότι έβρεχε και χιόνιζε συνεχώς και δεν είχαμε μέρος να προφυλαχθούμε και μέχρι τα ξημερώματα δεν κοιμηθήκαμε διόλου. Το πρωί βλέπομε να έρχεται μέσω του δάσους προς εμάς ο Γεώργιος Κοπαλίδης με ρούχα ξεσχισμένα και νηστικός πριν από δύο ημέρας και τρομοκρατημένος και μας λέγει ότι οι προχθεσινοί πυροβολισμοί ήσαν εναντίον μας εις τα Ξηραντήρια, κάτωθεν της Υπαπαντής, όπου εκρύ-πτοντο ο Χριστ. Καϊταλίδης και μερικοί άλλοι μαζί του εκ Κοπαλάντων. Και ενώ ο στρατός ερευνούσε, μας ανεκάλυψε εκεί και μας εκύκλωσε. Είχαμε, λέγει, και τον αδελφόν μου Νικόλαον και τον Συμεών Κοπαλίδην ασθενείς από τύφον, τους οποίους και εγκαταλείψαμε και φύγαμε, ενώ ο στρατός μας κατεδίωκε. Κάτω στο ποτάμι εσκοτώθη ο Τσιλίκ, δηλ. ο Χριστόφ. Καϊταλίδης και τρεις άλλοι, ενώ εγώ έπεσα στο ποτάμι εις μίαν λίμνην και διαφυγών εσώθην. Και από το αντίκρυ δάσος έβλεπα να κόβουν το κεφάλι του Χριστ. Κάΐταλίδη, το οποίον και κάρφωσαν εις ένα πάσσαλον και έφυγαν προς τα κάτω τουρκικά χωριά.
Η είδησις αυτή μας ελύπησε πολύ, αλλά τι ημπορούσαμε να κάνωμε, αφού ήτο γεγονός τετελεσμένον; Ευτυχώς που ήτο ψέμα, ως θα ίδωμεν κατωτέρω, διότι αυτός από τον φόβον του τα έχασε και δεν ήξερε τι λέγει.

2 - Κατά το βράδυ ετοιμασθήκαμε να φύγωμε κατά το ποτάμι της μονής και εφθάσαμε λίγο άνω εις το Χαρατσιάντων γύρτ, όπου και εμείναμε, διότι ο Ευκλείδης ήτο αδύνατον να περπατή, διότι πονούσαν τα πόδια του.

3 - Μόλις ξημέρωσε, βλέπομε δίπλα μας μέσα στο δάσος ένα μικρό σπήλαιον και δίπλα να τρέχη και νερό, μέρος πολύ κατάλληλον διά λημέρι. Αμέσως κτίσαμε και μερικές καλύβες και απεφασίσαμε να μείνωμε εκεί. Είχε όλα τα πλεονεκτήματα το μέρος αυτό, διότι είχε και το βουνό κοντά και το δάσος, πυκνόν προς τα κάτω, επροστατεύετο και από μεγάλους βράχους. Επί πλέον και τα τρόφιμά μας ήρχοντο κοντά.

4 - Πήγαν μερικοί εις τον Άγ. Ιωάννην, όπου κάτω στο ποτάμι είχαμε κρέατα κρυμμένα εις έν μικρόν σπήλαιον παγωμένα από το κρύο που είχε, να τα φέρουν, διά να έχωμε να φάμε.

5 - Ήλθαν φέροντες μαζί τους και τον Θανάσην Πουμπουρίδην, όστις ήτο με την ομάδα του Χριστοφόρου Καϊταλίδη και διαφυγών έφθασε εκεί, διότι εγνώριζε εκεί το κρυμμένον κρέας, διά να έχη να φάγη και τον οποίον βρήκαν εκεί οι δικοί μας κοιμώμενον. Αλλά και αυτός δεν γνώριζε την τύχην των άλλων. Προς το βράδυ βλέπομεν αντίκρυ μας εις το Τσιαρτακλή στρατιώτας, αλλά εγύρισαν πίσω. Ο καιρός εχάλασε πολύ και έπεσε αρκετό χιόνι, το οποίον μας εξησφάλιζε εκεί ακόμη περισσότερον.

13 - Το πρωί το καραούλι μας άκουσε κρότον κοπτομένου ξύλου λίγο πλαγίως από εμάς προς το ρυάκι Τσιαρτακλή. Εστείλαμε δύο παιδιά και σιγά σιγά αφού επλησίασαν εις τους αραιούς κτύπους διέκριναν τον Νικόλαον και τον Συμεών Κοπαλίδην, οίτινες ήσαν ασθενείς με τον Χριστ. Καϊταλίδην και μη δυνάμενοι τότε να φύγουν, εκρύφθησαν κάτω από ένα θάμνον κουμαριάς και μη ιδόντες αυτούς οι στρατιώται, διότι κυνηγούσαν τους άλλους, εσώθησαν. Και μη έχοντες εκεί πλέον τρόφιμα, σιγά σιγά έφθασαν εις το μέρος αυτό, διότι εγνώριζαν ότι ο Δαμ. Τσιρίπ είχε εκεί κοντά κρυμμένους καβουρμάδες. Ευτυχώς που είχαν και σπίρτα και άναψαν φωτιά και δεν πάγωσαν από το κρύο. Τους έφεραν μαζί μας, τους περιποιηθήκαμε και έγιναν καλά.

14 - Στείλαμε μερικούς στον Αλήν διά ειδήσεις. Ελθόντες μας είπαν ότι ο στρατός έφυγε από την Σάντα κατευθυνόμένος προς την Μάτσκαν. Επίσης ότι κατά την σύγκρουσίν των με τον Χριστ. Καΐταλίδην επληγώθη εις στρατιώτης στο χέρι, αλλά εμολύνθη και πέθανε, ενώ ο Χριστόφορος Καϊταλίδης και όλα τα παιδιά εσώθησαν και ότι κανείς δεν έπαθε τίποτε· άρα ο Γεώργιος Κοπαλίδης από τον φόβον του δεν ήξερε τι έλεγε.
Εμάθαμε, μας είπε ο Αλής, ότι ο Δαμ. Τσιρίπ και τρεις από τους συντρόφους του εις την Δίρχαν σκοτώθηκαν και τα κεφάλια τους κοπέντα μετεφέρθησαν εις την Τραπεζούντα.

16 - Πήγαμε εις το Πινατάντων, διά να ιδούμε τι έγινε. Και βλέπομε ότι μερικά τρόφιμά μας τα βρήκεν ο στρατός. Και σε διάφορα μέρη είδαμε να γράφεται «Η Μουφρεζέ (δηλ. στρατός) έφυγε, Γεώργιος Τεριάς». Ο Γεώργιος αυτός ήτο και ο ίδιος με τον Χριστόφορον Καϊταλίδην και διαφυγών περιεπλανήθη και παντού όπου πήγαινε έγραφε τας λέξεις αυτάς, διά να τον βρούμε.

18 - Πήγαμε εις το Πιστοφάντων και εκεί το όνομα του Τεριά το βρίσκομε παντού, αλλά δεν έγραφε που να τον βρούμε.

19 - Ήλθαν και μας βρήκαν ο Ιω. Ξανθόπουλος και ο Παναγιώτης Γραντσάς, τους οποίους έστειλε ο Δαμ. Τσιρίπ προ του στρατού εις την Γαλίαναν διά αλάτι και οίτινες, ελθόντος του στρατού, επεριπλανήθησαν πολύ σε διάφορα μέρη και χωριά φθάσαντες μέχρι το Χαψή κιόϊν. Μας είπαν ότι κατά την σύγκρουσίν μας εις το Κιμισλή με τον στρατόν, την νύκτα εκείνη εσκοτώθη και εις στρατιώτης.
Επίσης βεβαίωσαν τον φόνον του Δαμ. Τσιρίπ και των συντρόφων του, λέγοντες ότι ο Γεώργιος Τσεκερίδης εκ της Κουνάκας της Μάτσκας ήλθε μαζί μας, όταν κόβαμε τα βόδια εις το Ασπρόνερον και ότι φορτωθείς ένα δέρμα, πήγε κατά το χωριό του να το ανταλλάξη με καπνόν και να μας τον φέρη. Αλλά από την Σκαλίτα ήρχετο μόνος με το όπλον του και φορτωμένος τον καπνόν. Την ημέραν όμως ιδόντες αυτόν οι στρατιώται, τον συνέλαβον  και ερωτηθείς υπό των αξιωματικών πού πηγαίνει; απήντησε ότι «το φέρω εις τους Σανταίους, οίτινες βρίσκονται εις το Ασπρόνερον». Αμέσως ητοιμάσθη ο στρατός να έλθη εκεί να μας κυκλώση, έχων και αυτόν μαζί τους, διότι έλεγε ότι ξέρει καλά το μέρος. Ευτυχώς την ημέραν που φύγαμε εμείς εκείθεν, εκύκλωσαν το μέρος, βρήκαν τις καλύβες και τα γιατάκια μας αλλά εμείς δεν ήμαστε εκεί. Τους υπέδειξε και μερικά πράγματα που είχαμε εκεί γύρω κρυμμένα και γύρισαν πίσω, αλλά πριν φθάσουν στην μονήν, παρά το παρχάρι Σπενταμόν, τον εσκότωσαν δύο στρατιώται, ειπόντες στον αξιωματικόν τους ότι ήθελε να δραπετεύση και τον επυροβόλησαν.
Ο στρατός φυλάγει όλα τα χωρία της Μάτσκας και δεν επιτρέπουν στους Έλληνας να έβγουν από τα χωριά τους προς το δάσος.

21 - Πήγαμε εις το Πινατάντων και εμείναμε την νύκτα εις ένα σπίτι ανάψαντες πυράν, ότε τυχαίως περνώντας ο Γεώργιος Τεριάς είδε τον καπνόν και επλησίασε διά να ιδή ποίοι ήσαν από τον κρότον που έκανε έξω αμέσως καταλάβαμε ότι κάποιος πλησίασε και σηκωθήκαμε όλοι να βγούμε έξω. Τον είδαμε και τον φωνάξαμε και ήλθε κοντά μας και μας διηγήθη τι είδε και υπόφερε επί 23 ημέρες που έμεινε μόνος δίχως φαγί και δίχως φωτιά· περιεπλανάτο εδώ κι εκεί, νύκτα περνούσε από χωριά τουρκικά και πολλάκις συνεκρούσθη με Τούρκους και στρατιώτας, αλλά η μεγάλη του τύχη τον εβοήθησε και γλίτωσε.
Εκαθίσαμε εις το Πινατάντων τέσσαρες πέντε ημέρες και αλέσαμε κάτω στους μύλους Γιαμάκ σιτάρι, ζυμώσαμε και εκάναμε ψωμί δι’ αρκετόν καιρόν και φύγαμε πίσω στο λημέρι μας, στο Χαρατσιάντων γυρτ.
Ξηραντέρ (Ξηραντήρι καλαμποκιών)

26 - Πήγαμε στου Αλή διά ειδήσεις και εμάθαμε ότι θα έλθη πάλιν κατ’ αυτάς στρατός. Και προς ευκολίαν και διά να μη κουρασθώμεν πάντοτε και επί πλέον χάριν ασφαλείας συνεφωνήσαμεν με τον Αλήν ότι εις το εξής, όταν θα βρίσκεται στο χωριό τους στρατός ή υπάρχει άλλος κίνδυνος, αμέσως όλην την ημέραν θα άπλωνε από το ξηραντήρι του ένα κόκκινο πάπλωμα και όταν θα έφευγε θα άπλωνε άσπρο και δι’ αυτού του μέσου θα γνωρίζαμεν τας κινήσεις του στρατού. 
Το δε σπίτι του αν και ήτο μακριά εις τοποθεσίαν έξωθεν λίγο από το χωριό του, εφαίνετο καλά από το λημέρι μας και καθημερινώς με τα κιάλια το παρακολουθούσαμε. Επίσης επειδή στο σπίτι του σχεδόν καθημερινώς έμεναν ξένοι και διαβάται, διότι ήτο άνθρωπος πολύ φιλόξενος και είχε το σπίτι του ανοιχτόν σε όλους, διά να μη μας αντλαμβάνωνται όταν πάμε στο σπίτι του, συμφωνήσαμε, μόλις πάμε εκεί, να κρυφθούμε εις τον αχυρώνα του, ο οποίος ήτο άνωθεν της οικίας του και εντός του δάσους. 
Και αν μεν δίπλα στην πόρτα, αριστερά στην γωνίαν εστέκετο ένα ξύλον όρθιον, το οποίον θα ήτο εκεί πάντοτε, θα υπονοούσε ότι είχε ξένους στο σπίτι και τότε ένας από εμάς θα κατέβαινε και θα έριχνε μίαν μικρήν πέτραν στα κεραμίδια της οικίας του, οπότε αυτός ή η γυναίκα του θα έβγαιναν έξω και θα μας έφερναν στο σπίτι του μέσα, διότι διά τους ξένους είχε χωριστό δωμάτιο στο νότιο μέρος του σπιτιού, ενώ, αν ήτο το ξύλο πεσμένο κατά γης, τούτο θα εσήμαινε ότι δεν έχει κανένα ξένον και απ’ ευθείας θα πηγαίναμε στην πόρτα και θα μας άνοιγε. 
Και μόλις εμείς θα πηγαίναμε μέσα στο σπίτι, αμέσως από έξω θα εστέκοντο φυλάγοντες ή η γυναίκα του, Χαβά λεγομένη, ή εν από τα δύο κορίτσια του, τα οποία εναλλάξ εφύλαγαν, έως ότου φύγωμεν εμείς επί ώρες ολόκληρες στο κρύο και στην βροχή. Όταν κάποτε του κάναμε την παρατήρησιν ότι μπορούμε να φυλάγωμε εμείς, διότι τα κορίτσια κουράζονται και δεν είναι πρέπον, μας έλεγε: «όταν είσθε μέσα στο σπίτι μου, δεν έχομε σε κανέναν εμπιστοσύνην ούτε και σ’ εσάς να φυλάξετε και αν, ο μη γένοιτο, κάτι κακό σας έρχεται, να ξέρετε ότι εγώ είμαι υπαίτιος και σκοτώστε με. Αλλά, μόλις βγαίνετε από το σπίτι μου, ανοίξτε τα μάτια σας, διότι δεν ξέρω τι μπορεί να συμβή μακριά από το σπίτι μου».

27 - Διακρίναμε το κόκκινο πάπλωμα στο ξηραντήρι και καταλάβαμε ότι ήλθε στρατός.

29 - Είδαμε δέκα οκτώ στρατιώτας εις το Φτελέν και εις το Χαρατσιάντων έκαψαν δύο σπίτια.

 ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΔΡΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΝΤΑΡΤΩΝ ΤΗΣ ΣΑΝΤΑΣ (1916-1924)
  Κωνσταντίνος Κουρτίδης
 (Αδελφός του μετέπειτα γενικού αρχηγού των ανταρτών Ευκλείδη Κουρτίδη)










Σημείωση Σύνταξης : Οφείλουμε να επισημάνουμε ορισμένες γλωσσικές ατέλειες,γιατί παρουσιάζει μια σύνταξη ιδιότυπη,    σύμφωνη με τη γλωσσική του κατάρτιση. Προσπαθήσαμε να μην κάνουμε επεμβάσεις στο αρχικό κείμενο , αφού πρόκειται για ένα είδος απομνημονευμάτων, τα οποία δεν μεταβάλλονται "επ' ουδενί λόγω"εντούτοις για την ομαλοποίηση του κειμένου , προβήκαμε στις απαραίτητες διορθώσεις, εκείνες που θεωρήσαμε αναγκαίες.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah