Τετάρτη 23 Ιουλίου 2014

Ο δρόμος προς το το Ψηλόκαστρο Δράμας...

Απ' ότι έχει ακούσει και θυμάται ο Συμεωνίδης Α. Αριστείδης
Μετά τη γενοκτονία των Αρμενίων το 1915 στον Πόντο, οι Τούρκοι ήθελαν να εξοντώσουν και τους Έλληνες του Πόντου με διάφορες μεθόδους όπως εκτοπίσεις οικογενειών που οι περισσότεροι χάνονταν στην πορεία από αρρώστιες, αφυδάτωση, ασιτία, και γενικά κακοποίηση από τους συνοδούς Τούρκους τσαταρμάδες (χωροφύλακες).
Το 1916 άρχισαν να παίρνουν τους Έλληνες στο στρατό και να τους χρησιμοποιούν σε καταναγκαστικά έργα. Όλη μέρα να σπάζουν πέτρες και να κάνουν χαλίκι για το σιδηρόδρομο.
Νηστικοί και διψασμένοι. Το καλοκαίρι στον ήλιο και στη ζέστη και το χειμώνα στο κρύο και στην παγωνιά. Όποιος αδιαθετούσε πέθαινε χωρίς ιατρική περίθαλψη. Κι ήταν πολλοί αυτοί που πέθαιναν. Η κύρια τροφή τους όσο ήταν  στα καταναγκαστικά έργα ήταν «αλαμάν  τσορμπαρσί», δηλαδή γερμανική σούπα.
Τη σούπα αυτή την έμαθαν οι Γερμανοί στους Τούρκους για να εξοντώσουν γρηγορότερα τους  Έλληνες από ασιτία. Ήταν νερό με κορκότα.
 Ανάμεσά τους ήταν και ο Λάζαρος Συμεωνίδης, Συμεόνογλου τότε. Επειδή κατάλαβε ότι την ίδια τύχη θα είχε και αυτός, μια μέρα αποφάσισε με μια παρέα αγανακτισμένων να λιποτακτήσει. Έγινε δηλαδή κατσάκις.
Ο Λάζαρος φεύγει με την παρέα του για να πάει ο καθένας στον τόπο του αλλά στην πορεία αποφάσισαν να βγουν στο βουνό αντάρτες που ήταν ήδη  πολλοί. Οι Τούρκοι πήγαν στην οικογένειά του στο Δέβγερης Σαμψούντος και τον έψαξαν. Αυτός όμως είχε ήδη φύγει στο βουνό. Σε αντίποινα εκτόπισαν τους γονείς του σε άγνωστη κατεύθυνση, οπότε δεν τους ξαναείδε ποτέ πια. Οι αντάρτες στο βουνό ζούσαν από τα τρόφιμα που έπαιρναν κατεβαίνοντας σε τουρκικά χωριά.
 Βρέθηκε σε όλες σχεδόν τις μάχες που έδωσαν με τον τουρκικό στρατό, επικεφαλής του οποίου ήταν ο Λίβα Πασάς.
Το αντάρτικο κράτησε μέχρι τις 20 Ιουνίου 1923, οπότε έγινε και η συνθήκη της Λοζάνης που προέβλεπε την υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών.Ο Λάζαρος Συμεωνίδης και άλλοι  επικηρυγμένοι δεν μπορούσαν να κατέβουν και να παραδοθούν, φοβούμενοι τις δυσάρεστες συνέπειες. Αποφάσισαν να  παραδοθούν στο ρώσικο στρατό. Έτσι προχώρησαν προς τα ρωσικά σύνορα και παρέδωσαν τον οπλισμό τους. Καταρχήν οι Ρώσοι ήθελαν να τους παραδώσουν στους  Τούρκους, αλλά αυτοί αντέδρασαν και είπαν ότι τους στέλνουν σε βέβαιο θάνατο.
Βέβαια με ταλαιπωρίες και δυσκολίες ήρθαν σε επαφή με το Ελληνικό Προξενείο,
 έβγαλαν ελληνικά διαβατήρια, και με το σιδηρόδρομο μέσω Βουλγαρίας ήρθαν στη  Θεσσαλονίκη. 
Εκεί ο Λάζαρος έμαθε ότι πολλοί συμπατριώτες του είναι στη Δράμα και συγκεκριμένα στην  Πλατανιά Δράμας. Εκεί είχε πολλούς από το Δέβγερη και στη  Ψηλή Ράχη (Ζάριτς) ήταν γνωστός του ο παπα-Σάββας και είχαν επαφή. Συναντήθηκε με την παραμάνα του, ο πατέρας του  ήταν δευτεροπαντρεμένος. 
Η Χρυσή Κοσέογλου-Παπαδοπούλου, μετέπειτα Συμεωνίδου, ζούσε στο Τσινίκ. Το χωριό Τσινίκ αποτελούνταν  από τρεις συνοικισμούς: Άνω και Κάτω Τσινίκ και ένα μικρότερο όπου είχε λίγους Τούρκους που μιλούσαν ποντιακά.
Είχε δύο Ενορίες την Αγία Βαρβάρα και τον Άγιο Γεώργιο. Στη δεύτερη ιερέας ήταν ο Χρήστος Κοσέογλου, πρώτος ξάδερφος της Χρυσής. Είχε χειροτονηθεί από τον Μητροπολίτη της Σαμψούντας Γερμανό Καραβαγγέλη στην Μητρόπολη της Αγίας Τριάδας στη Σαμψούντα.
 Ο Γερμανός Καραβαγγέλης ήταν πρώην Μητροπολίτης Καστοριάς. Επειδή τους κατοίκους του Τσινίκ τους κυνηγούσαν -2 φορές το  κάψανε το χωριό- ανέβηκαν στα βουνά και όπου τους βρίσκανε τους σκότωναν. Έτσι ήταν σε διαρκή διωγμό, εξορισμένοι, νηστικοί και κουρελιασμένοι. Σε μια μάχη που έγινε στο Άγιο Τεπέ, ήταν και γυναικόπαιδα μαζί τους, κάποια στιγμή ο καπετάνιος των ανταρτών Ιστήλ Αγάς διέταξε να κάνουν έξοδο.
Στην έξοδο εκείνη η Χρυσή είχε ένα μωρό στη πλάτη το οποίο φοβόταν και έλεγε «πουμπάλα-πουμπάλα». Κάποτε σταμάτησε να ακούγεται. Οι Τούρκοι τους πυροβολούσαν πισώπλατα και όταν έφτασε σε ασφαλή απόσταση κατέβασε το παιδί και το βρήκε σκοτωμένο με μια σφαίρα στην πλάτη. Τράβηξαν πολύ πείνα. Ξεχώριζαν μέσα στα χιόνια τα χόρτα που τρώγονταν και τα έβραζαν. Τους έλειπε το αλάτι. Οι αντάρτες χτυπούσαν τούρκικα χωριά και εφοδιάζονταν με τρόφιμα ζώα κλπ. για να φάνε τα γυναικόπαιδα και οι ίδιοι. Μέχρι και το δέρμα του ζώου κάναν διανομή για να το φάνε.
Η Ελληνικη αποστολη στη Λοζανη

Με τη Σύμβαση της Λοζάνης αποφάσισαν να κατέβουν στα χωριά τους να αναζητήσουν τα παιδιά, την οικογένεια, τους συγγενείς από τους οποίους βρέθηκαν ελάχιστοι. Τους βάλανε στο πλοίο από το λιμάνι της Σαμψούντας. 
Η Χρυσή μαζί με τις συννυφάδες της φτάσανε στην Κωνσταντινούπολη και μετά από μερικές ημέρες συνέχισαν για Πειραιά με πλοίο. Μαζί της ήταν και η Κοσέβα η νύφη της. Φτάσανε στην Ήπειρο, Άρτα, Λευκάδα και από κει οδικώς φτάσανε στην Καλαμαριά. Αλλά εκεί τους πρόσφυγες τους είχαν σε καραντίνα και έφυγαν για τη Δράμα όπου είχαν πληροφορηθεί ότι είχε πολλούς συμπατριώτες τους. 
Από κει πήγαν στο Ζυγό Καβάλας όπου δούλευαν στα καπνά καθώς έκαναν το ίδιο επάγγελμα και στην πατρίδα τους.
Ο πρώτος της ξάδερφος της «Χατζή-παπάς», ο παπα-Χρήστος Παπαδόπουλος, ήρθε στην Ελλάδα με Ντογαλαριώτες (Μαρμαριά) οι οποίοι ήταν Λαρέτ. Αφού ήταν παπάς έπρεπε να λειτουργήσει. Έπρεπε όμως πρώτα να τον διορίσει ο Δεσπότης. Πήγε στη Μητρόπολη Δράμας, έφτασε μέχρι την πόρτα και δεν τον δέχτηκε ο Δεσπότης. Είχε πολλούς επίσημους επισκέπτες. Ο Χατζη-παπάς όμως κατάλαβε ότι δεν τον δέχθηκε γιατί ήταν ρακένδυτος. Μερικές μέρες μετά συναντήθηκε με την εξαδέλφη του Χρυσή την οποία και εγκατέστησε στο  Ψηλόκαστρο. Ήταν μόνος, παιδιά και γυναίκα χάθηκαν στην εξορία. Έτσι συγκατοίκησαν. Είπε στη Χρυσή τον λόγο που δεν τον δέχθηκε ο Δεσπότης και τότε εκείνη του έδωσε λεφτά που είχε κερδίσει δουλεύοντας στο Ζυγό. Αγόρασε καινούργια ρούχα και ξαναπήγε στη Μητρόπολη. Τον είδε ο Δεσπότης και του είπε να περάσει αποκαλώντας τον με το όνομά του και του πρόσφερε καφέ.
 Ο π. Χρήστος καθώς είχε χιούμορ ήταν και μορφωμένος δεν έχασε την ευκαιρία και είπε στον Δεσπότη: «Αγιότατε, και προχθές εγώ ήμουν που ήρθα, μόνο που άλλαξαν τα ράσα. Τι να τον κάνω τον καφέ να τον ρίξω στο μανίκι;» Ο Δεσπότης δικαιολογήθηκε ότι είχε πολλά επίσημα πρόσωπα. Νομάρχες, βουλευτές και δεν μπορούσε να τον δεχθεί στην κατάσταση που ήταν. Επειδή τότε δεν είχε πολλούς παπάδες τον διόρισε στον Άγιο Γεώργιο Νικηφόρου και στην Μεταμόρφωση Σωτήρος Γύρους (Γερεκλή) όπου υπάγονταν οι συνοικισμοί Κέλι, Σουρτσιλέρ και Γερεκλή. Οι τρεις αυτοί συνοικισμοί ήταν μία ενορία.
Ο Χατζη-παπάς που ήταν από το Κάτω Τσινίκ είχε γνωστό τον παπα-Σάββα που ήταν και αυτός από το Δεβγέρης. Ο παπα-Σάββας πρότεινε ο Λάζαρος που ήταν συμπατριώτης του να παντρευτεί την πρώτη εξαδέλφης του Χατζη-παπά την Χρυσή. Κουμπάρος έγινε ο αδελφός του παπα-Σάββα. Εγκαταστάθηκαν στο Ψηλόκαστρο και απέκτησαν τρία παιδιά. Τον  Αριστείδη και την Όλγα. Ήταν ο πρώτος παπάς στην περιοχή και έκανε γάμους στο Μικρό Λιβάδι, στη Μαρμαριά, Μυροβλήτη, Νικηφόρο. Άνω-Κάτω Πυξάρι, Ψηλόκαστρο, Γύρος και Τείχος.
Το 1939 ο Μητροπολίτης Αθηνών και πάσης Ελλάδας Χρύσανθος, τον μετέθεσε στη Σαλαμίνα, καθότι ο Δαμασκηνός ήταν εκεί εκτοπισμένος και τον είχε έμπιστο επειδή ήταν ο ίδιος μητροπολίτης Τραπεζούντας και τον γνώριζε από πριν. Αυτά βέβαια του τα ανακοίνωσε ο Πανάρετος της Δράμας και έτσι δέχθηκε τη μετάθεσή του.
Στον οικισμό Ψηλοκάστρου (Κέλι) πρωτόρθαν από το Ταντουρλούχ της Τραπεζούντας οι Τρεχτάντ: Παύλος Αποστολίδης με τα παιδιά του Διομήδη, Θεμιστοκλή, Ανατολή και Ειρήνη.
 Ο Γιόρτς με τη γυναίκα του Βαρβάρα η οποία είχε ένα γιο τον Νικόλαο Παραστατίδη από άλλον άνδρα. 
Οι Λάζαρος, Ισαάκ και Δέσποινα Αποστολίδη (αδέλφια). 
Οι Γοργοράντ: Ερσαία με τα παιδιά της Θεόφιλο, Ευγενία, Όλγα, Ανάστα και τον ανιψιό της Λαυρέντιο.
 Επίσης ήταν από τους Γοργοράντες ο Θεόδωρος με τον αδελφό του Ιωάννη και τον ξάδελφο του Αγάπιο και ο Νάνος.
Η Τουρκικη αποστολη στη Λωζανη

Σε δεύτερη αποστολή ήρθαν οι Κουρτάντ στο Ψηλόκαστρο.
Οι Κουρτάντ ήταν οι Μιχαλιδαίοι: ο Ισαάκ, ο Ιάκωβος, ο Μιλτιάδης και ο Άνθιμος. Είχαν μαζί τους και τη μάνα της Σοφίας, την Ελισάβετ η οποία ήταν γυναίκα του Μιλτιάδη.
 Ο Ιάκωβος με τη γυναίκα του Συμέλα η οποία είχε παιδιά την Ξανθίππη, τη Μελάνα και την Όλγα.
 Ο Κοσμάς ήταν ξάδελφος του Ισαάκ, του Μιλτιάδη και του Άνθιμου που είχε γυναίκα την Ανατολή και είχε παιδιά τον Στάθη, την Σουσάνα, τον Θεόφιλο, τον Αναστάσιο και τον Ανέστη. 
Ο Ισαάκ είχε γυναίκα τη Σοφία και απέκτησαν παιδιά τον Κώστα, την Όλγα, την Μαρία, την Ευθαλία, το Νίκο και τον Γερμανό.
 Ο δε Άνθιμος είχε γυναίκα την Όλγα και παιδιά την Δέσποινα, τον Κώστα, την Ελισάβετ, την Χρυσούλα, τον Χαράλαμπο, τον Δαμιανό και τον Δημητράκη.
Επίσης στην δεύτερη αποστολή ήταν μαζί τους και ο Κοσμάς Παυλίδης με τον γιο του Θεόφιλο. Ο δε ανιψιός Θεοχάρης Παυλίδης ήταν της Δέσποινας Αποστολίδου Παυλίδου από τους Τρεχτάντ. 
Ήταν και οι Ζαπουνάντ. Ο Κώστας Ζαπουνίδης πήρε του Παύλου Αποστολίδη την κόρη, την Ειρήνη και  απέκτησαν τον Δημήτρη, τον Χαράλαμπο και τη Μέλη. Ο Ζαπουνίδης Ηρακλής πήρε την άλλη κόρη του Παύλου Αποστολίδη, την Ανατολή και απέκτησαν την Κίτσα, την Αφροδίτη, την Ευδοκία, την Ερμιόνη και τον Λεωνίδα. 
Ήταν και ο Ζαπουνίδης Αχιλλέας που παντρεύτηκε την Ευγενία και απέκτησαν την Παρέσα, την Μαρίκα, την Πολυξένη, την Σταυρούλα και την Ραχήλ. Ο Ζαπουνίδης Γιωρίκας παντρεύτηκε την Φροσύνη Ωρολογά από το Γύρος και απέκτησαν την Χρυσούλα, το Νίκο, τον Περικλή και το Σάββα. 
Ο Παυλίδης Αλέκος παντρεύτηκε την Αναστασία Παπαδοπούλου του Κωνσταντίνου και απέκτησαν τον Κωνσταντίνο, τον Παύλο, τον Γιαννίκα, την Δάφνη και τη Ρόζα.
 Ο Παπαδόπουλος Κωνσταντίνος είχε άλλες δύο κόρες, την Φρόσω, η οποία παντρεύτηκα τον Ηλία και απέκτησαν το Νίκο, την Ευαγγελία και την άλλη κόρη του, την Τσόφα, την έκλεψε ο Κλεάνθης Στεφανίδης και απέκτησαν την Ανθή, τη Λεμόνα, τη Μάρω και τον Ανανία. 
Ο Κλεάνθης ήταν από το Τσινίκ της Σαμψούντας και ήρθε με το ορφανοτροφείο στην Ελλάδα.
Ο Αγάπιος Γρηγοριάδης παντρεύτηκε την Ευθυμία  Ιορδανίδου, αδελφή του Ιορδάνη και απέκτησαν την Εριέττα, τη Μάρω και τον Αριστοτέλη. Ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης
παντρεύτηκε τη Μαρία και απέκτησαν την Όλγα και τον Πρόδρομο. Ο Νάνος, ξάδελφος του Θεόδωρου παντρεύτηκε την Αλεξάνδρα Μχαηλίδου, εξαδέλφη του Κοσμά Μιχαηλίδη και απέκτησαν τον Ισαάκ  και το Νικολάκη. Ο δε αδελφός του Θεόδωρου, Γιάννης έμεινε ανύπαντρος.
Επίσης στο Ψηλόκαστρο ήρθαν και οι Κοτσάντ οι οποίοι αποτελούνταν από την Κοτσίνα, η μάνα τους, η οποία είχε παιδιά τον Φίλιππο,τον Βασίλη, την Ελπίδα, (την Κατίνα και τον Μήτσο παιδιά του Ναθαναήλ). Η Ελπίδα ήταν γυναίκα του «Χοντρογιάννη» Αμανατίδη  και απέκτησε την Ελένη και τον Βασίλη. Ο «Χοντρογιάννης», η Ανατολή, γυναίκα του Κοσμά και η Ελπίδα ήταν Αμανατιδαίοι από την Ματσούκα του Πόντου. 
Η Ελπίδα σύζυγο είχε τον Μωυσίδη Συμεών ο οποίος απέκτησε τη Συμέλα, Δέσπω, Χρήστο και Αρχιμήδη. Ο Συμεών Μωυσίδης ήταν γιος του Χαράλαμπου ο οποίος είχε τον Ιάκωβο και τον Στυλιανό. Μωυσιδαίοι ήταν και ο Ευστάθιος με τον αδελφό του Θεόφιλο και τη θεία τους Ευγενία.
Στη δεύτερη αποστολή που ήρθε στο Ψηλόκαστρο το 1923 ήταν και η Βαρβάρα Μαυροπούλου με τα παιδιά της Θανάση και Σωτήρα. Μετά ήρθαν από τη Σαμψούντα ο Γεώργιος Κοσέογλου, αργότερα Σπανίδης που παντρεύτηκε την «Κοσέβα» Μελπομένη και απέκτησαν ένα γιο τον Θεόφιλο. Επίσης ο Καρακωνσταντινίδης Κώστας από την Σαμψούντα  παντρεύτηκε την Ευθυμία που προστάτευε ο Κοσές και απέκτησαν το
Λάζαρο, το Σταύρο, το Συμεών και τον Κυριάκο.

Από την Προύσα ήταν ο Τοπαλίδης Ευστράτιος ο οποίος είχε γυναίκα την Αγγελική και απέκτησαν τα εξής παιδιά: την Ελένη, τη Μαρία, τη Σουλτάνα, τη Σοφούλα, τον Θεόδωρο και τον Βασίλη. Είχαν επίσης και  τη γιαγιά τους Μαρία. 
Η άλλη οικογένεια από την Προύσα ήταν ο Μαυρίδης Στυλιανός, η γυναίκα του Δέσποινα και απέκτησαν τον Κωνσταντίνο, τον Λευτέρη και την Αναστασία.
 Τρίτη οικογένεια από την Προύσα ήταν η Ζωή Χατζηπάντου που είχε κόρη την Ελένη η οποία είχε κόρη την Αφεντρία με άντρα το Γιαννόζ και παιδιά τον Μιχάλη και τον Ανανία.
Ο Παπαδόπουλος Κωνσταντίνος ο οποίος είχε κορίτσια αυτά που προαναφέραμε: την Φρόσω, τη Σοφία και την Αναστασία, είχε κι έναν γιο τον Ιωάννη ο οποίος παντρεύτηκε την Ειρήνη και είχε τα εξής παιδιά: την Ελένη, την Θεοδώρα, την Δήμητρα και τον Κώστα.
Ο Κλεάνθης Στεφανίδης έκλεψε τη Σοφία, κόρη του Παπαδόπουλου Κώστα και τους προστάτευε ο Κοσές. Απέκτησαν την Αθηνά, τη Λεμόνα, την Μαρία και τον Ανανία.
Ο Τορνικίδης Ναθαναήλ παντρεύτηκε τη Σοφία και  απέκτησαν τη Μαρία, τη Διαλεχτή (Κίτσα), το Βασίλη και τον  Σάββα.
 Επίσης από τους Τορνικιδέους ήταν η Χρυσούλα Τορνικίδου, χήρα του Αδάμ, η οποία είχε τον Γιώργο, την Μαγδαληνή και τη Σοφίκα. Η Σοφίκα παντρεύτηκε τον Καλογιαννίδη Ιωάννη και απέκτησε παιδιά τον Γιώργο, τη Σούλα (Παρέσα), την Μάρω και την Διαμάντω. 
Η Μαγδαληνή παντρεύτηκε τον Μιλτιάδη και απέκτησε παιδιά την Γεωργία, την Βίτο, την Ιουλία, την Παρθένα και την Ελευθερία. Ο δε Γιώργος παντρεύτηκε τη Φανή και απέκτησε ένα γιο και μια κόρη. 
Ο Παύλος Τορνικίδης με την γυναίκα Χαρίκλεια απέκτησαν τον Γέργο, τη Σοφία, τη Λέλα και τον Ερωτοκλή.
Ο Γεραλής Σουμελίτας, που είχε ένα γιο, τον Γιάννη με την πρώτη γυναίκα του Κυριακή, παντρεύτηκε την Μαρία Ιωαννίδου που είχε και εκείνη ένα γιο, τον Νίκο, από προηγούμενο γάμο.
Ο Αντώνιος Αμπελίδης παντρεύτηκε την Αθηνά Αντωνίνα και απέκτησαν τον Γιώργο, τον Γιάννη και την Κλεονίκη.
Ο Αβραάμ Γιαννακίδης που ήταν Σαντέτες και είχε συγγενείς στο Ντόγαλαρ (Μαρμαριά), γνωρίστηκε με την Σωτηρία Μαυροπούλου, κόρη της Βαρβάρας και αδελφή του Θανάση, ο οποίος επίσης πήρε γυναίκα από το Ντόγαλαρ, την Μάρθα. Απέκτησαν την Χαρίκλεια, την Στέλλα, την Σοφία και τον Σταμάτη.
 Ο δε Θανάσης Μαυρόπουλος απέκτησε τον Γιώργο και την Ελισάβετ.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah