Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2013

ΤΣΑΛΚΑ (Μπαρμακσίζ)

 Το αρχικό όνομα του χωριού Τσάλκα ήταν Μπαρμακσίζ. Οι Έλληνες αυτού του χωριού προέρχονται από το χωριό Μπαρμακίζ της περιοχής του Αρζρούμ της Μικράς Ασίας. Είναι γνωστό ότι από τον 4ο αιώνα μ.χ. σ’ αυτή την περιοχή ζούσε ελληνικός πληθυσμός. Όμως στην Οθωμανική περίοδο οι Έλληνες βρέθηκαν στον κύκλο των Τουρκμένων.
Αργότερα, όταν οι Τουρκμένοι άρχισαν να κατατρέχουν τους Έλληνες, είδαν στα βουνά το ελληνικό χωριό και ρωτούσαν τους χριστιανούς (orda barmi haksiz?), που στα τουρκμενικά σημαίνει “εκεί υπάρχουν στερούμενοι”. Από αυτή την πρόταση προέρχεται η ονομασία Μπαρμακείζ (υπάρχουν στερούμενοι).
 Με τον καιρό αυτό το όνομα καθιερώθηκε στους ντόπιους Έλληνες. Το ίδιο γινόταν και με την ελληνική γλώσσα. Επειδή στο περιβάλλον των Ελλήνων έμπαιναν πολλοί ξένοι, οι Έλληνες μιλούσαν περισσότερο τα τουρκικά.
Ο περιορισμός της ελληνικής γλώσσας γινόταν λόγω της πολιτικής των Οθωμανών, που είχαν σκοπό τον εξισλαμισμό του ντόπιου χριστιανικού πληθυσμού. Όμως οι Οθωμανοί δεν ήταν και τόσο δυνατοί, αλλά απλώς ήταν βάρβαροι και δεν πρόσεχαν τίποτα, ούτε ψυχές ούτε γλώσσες ούτε πολιτισμούς.
Οι πρώτοι δάσκαλοι του ελληνικού σχολείου της Τσάλκας
 Με τον καιρό ένα μέρος του ελληνικού πληθυσμού, ιδιαίτερα στα χωριά, αναγκαστικά γινόταν τουρκόφωνο. Κρυφά όμως από γενιά σε γενιά μεταδιδόνταν η μητρική γλώσσα, ο πολιτισμός, η μόρφωση, η φιλανθρωπία και η Ορθοδοξία.
Οι Έλληνες του χωριού Μπαρμακσίζ κατάφεραν να φέρουν στη Ρωσική Αυτοκρατορία τη θρησκεία και τη γλώσσα τους. Ανάμεσα στους μετανάστες υπήρχαν πολλοί μορφωμένοι, μεταξύ των οποίων ήταν και οι ιερείς, όπως ο Π.Αμπουρσάνοβ - 60 ετών, Α.Α.Αβράμοβ - 75 ετών. Π.Χ..Ποπόβ - 63 ετών, Ι.Αϊδίνοβ και άλλοι
Οι Έλληνες μετανάστες, που επιθυμούσαν να τελούν ελεύθερα τις θρησκευτικές λειτουργίες, στο παλιό γεωργιανό χωριό βρήκαν τα ερείπια μιας ορθόδοξης εκκλησίας και την επισκεύασαν. Οι προαναφερόμενοι ιερείς με τη σειρά τους τελούσαν τις λειτουργίες στη μητρική γλώσσα, την οποία πάνω από 6 χρόνια οι Έλληνες μιλούσαν.
Η αστάθεια και η φτώχεια δημιούργησαν προβλήματα μεταξύ ιερέων και πιστών που συνεχίζονταν ως το 1838. Αυτό το έτος, μετά από διάταγμα του Εξάρχου της Γεωργίας, η περιοχή Τσάλκας χωρίστηκε σε ενορίες, επικεφαλής των οποίων διορίστηκε ο υπαστυνόμος όλων των ελληνικών εκκλησιών της περιοχής.
 Την ίδια εποχή με έγγραφο του υπαστυνόμου προς τον Έξαρχο ιερείς στην εκκλησία του Μπαρμακσίζ διορίστηκαν: ο Π.Α.Μπουρσάνοβ, ο Α.Αβράμοβ και ο Π.Χ.Ποπόβ, οι οποίοι υπηρέτησαν μαζί ως το 1840.
Κάτω από την πίεση των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων και της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, το 1840 υπεύθυνοι φορείς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δέχτηκαν αναγκαστικά τους νόμους «Χάτι Σερίφ» και «Χάτι Χουμαγιούν», που αφορούσαν στην προστασία των δικαιωμάτων του χριστιανικού
Αυτοδιοίκηση 47ου Σχολείου στην Τιφλίδα. Στο κέντρο ο Έλληνας Αμπουσέφ από την Τσάλκα
πληθυσμού.
Όμως οι ιθύνοντες κύκλοι της Αυτοκρατορίας τεχνητά ξεσήκωναν το σοβινισμό στους φανατικούς κύκλους των μουσουλμάνων. Οι προσπάθειες αυτές κατευθύνονταν εναντίον των Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Γι’ αυτό το λόγο αυξήθηκε ο αριθμός των προσφύγων από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
 Μερικοί απ’ αυτούς εγκαταστάθηκαν στο Μπαρμακσίζ. Στο χωριό αυτό διορίστηκε διάκονος ο 21 χρονος Ιωάννης Αϊδίνοβ, που είχε γεννηθεί το 1819 στο χωριό Μπαρμακσίζ της περιοχής του Αρζρούμ. Ο πατέρας του Δημήτριος (ο Αϊδίν) ήταν ο πρόεδρος του χωριού Μπαρμακσίζ και πέθανε το 1829, πριν τη μετανάστευση στη Ρωσική Αυτοκρατορία.
Έτσι ο Ιωάννης Αϊδίνοβ μετανάστευσε στην περιοχή Τσάλκας με την οικογένειά του σε ηλικία 10 χρόνων. Ο Ιωάννης, όπως και όλα τα παιδιά των μεταναστών, όταν βρισκόταν στην περιοχή Αρζρούμ, πήγαινε στο ελληνικό σχολείο του χωριού του. Στη νέα του όμως πατρίδα μαθήτευσε κοντά στον ιερέα, πληρώνοντας δίδακτρα.
Το 1836 ο Ιωάννης πέρασε στο εκκλησιαστικό σχολείο, που το τελείωσε το 1842. Τον καιρό εκείνο πέθανε και ο θείος του, που ήταν διάκονος στην εκκλησία του χωριού Μπαρμακσίζ και έτσι διορίστηκε στη θέση του ο ίδιος σε ηλικία 19 ετών.
0 νέος διάκονος Ιωάννης Αϊδίνοβ, υπηρετώντας κοντά στον ιερέα Ξενοδόχοβ, έκανε θετική εντύπωση και έγινε άξιος εμπιστοσύνης και σεβασμού από τους συγχωριανούς του. Η γραμματεία του Πατριάρχη παρατήρησε ότι ο διάκονος ήξερε καλά την ελληνική, ρωσική και τουρκική γλώσσα και ότι υπηρετούσε πιστά την Ορθοδοξία.
Τότε με απόβαση του Έξαρχου της Γεωργίας του δόθηκε ο τίτλος του ιερέα. Ο Β.Αϊδίνοβ
Γυναίκα της Τσάλκας 
παντρεύτηκε την κόρη του δασκάλου του, του Αλεξάνδρου Ξενοδόχοβ και το 1843 διορίστηκε ιερέας στην εκκλησία του χωριού Κάστρον (Γκούνια Καλά) σε ηλικία 26 χρόνων.
 Από τα επίσημα έγγραφα των αρχείων γνωρίζουμε ότι στην περιοχή Αρζρούμ τον πατέρα του Ιωάννη τον έλεγαν Δημήτριο (Αϊδίν) και ότι ήταν πολύ μορφωμένος. Πέθανε το 1829 και θάφτηκε εκεί. Ο Ιωάννης μετανάστευσε με την οικογένεια του θείου του.
Η οικογένεια αυτή στον κατάλογο των μεταναστών γράφτηκε Ευστάφιεβδ .Να σημειώσουμε ότι και ο Ιωάννης είχε αυτό το επώνυμο, πριν να περάσει στο εκκλησιαστικό σχολείο. Μετά αποφάσισε να το αλλάξει και πήρε το όνομα του πατέρα του - Αϊδίν.
 Το 1853, το έτος της αρχής του ρωσοτουρκικού πολέμου, στο χωριό Μπαρμακσίζ αποφασίστηκε να χτιστεί μια εκκλησία πάνω στα θεμέλια μιας παλιάς γεωργιανής εκκλησίας, που βρισκόταν στο κέντρο του χωριού. Μετά την κατασκευή της οι πιστοί έβαλαν και δύο καμπάνες βάρους 4 πούτια (1:16,38 χιλιογρ.) και την εγκαινίασαν αφιερώνοντας την στην Παναγία.
 Έτσι ύστερα από 22 χρόνια οι Έλληνες έχτισαν την πρώτη τους εκκλησία. Γιατί όμως τόσο αργά; Τα αρχεία αποδίδουν αυτό στη φτώχεια των μεταναστών. Αξίζει να σημειώσουμε ότι και μεταξύ των ιερέων υπήρχαν προβλήματα, που είχαν την αιτία τους στην οικονομική κατάσταση.
Επιπλέον οι μετανάστες δε σκόπευαν να μένουν εδώ, γιατί στη Μικρά Ασία ήταν αστοί, δημόσιοι υπάλληλοι, μάστορες διαφόρων επαγγελμάτων και έμποροι. Ζήτησαν από τις τοπικές αρχές να τους εγκαταστήσουν κοντά στην πόλη για να συνεχίσουν τη δραστηριότητα τους. Οι αρχές δεν μπόρεσαν να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες τους και ως το 1853 η κατάστασή τους έμεινε ασταθής.
Λόγω της έντασης του «Ανατολικού ζητήματος» άρχισε ο πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, γεγονός που αύξησε τον αριθμό των μεταναστών στον Καύκασο. Οι Έλληνες της περιοχής Τσάλκας άρχισαν να δέχονται τους συγγενείς τους από τη Μικρά Ασία.
Τότε μόνο οι κάτοικοι του Μπαρμακσίζ κατάλαβαν ότι δε θα μπορέσουν να πετύχουν το σκοπό τους, γι’ αυτό αποφάσισαν αναγκαστικά να ασχοληθούν με τη γεωργία. Το ζήτημα της μόνιμης κατοικίας δεν υπήρχε πια. Η νέα γενιά συνήθισε το χωριό και το δέχτηκε σαν πατρίδα της.
Το 1857 η εκκλησία της Παναγίας του χωριού Μπαρμακσίζ έμεινε χωρίς ιερέα. Οι υποψήφιοι ήταν πολλοί. Οι κάτοικοι του χωριού έψαχναν ένα νέο και ενεργητικό ιερέα, που θα μπορούσε να ασχοληθεί με τη μόρφωση των πιστών. Τελικά βρήκαν τον Παύλο Κοτάνοβ.
 Αυτό γεννήθηκε το 1826 στο χωριό Κοτανλί, που βρισκόταν στα σύνορα των περιοχών Αρζρούμ και Καρς κοντά στα βουνά Σογκανλούγκ. 0 συγγραφέας του έργου: «Ο ανατολικός πόλεμος 1853 - 56» γράφει γι’ αυτό το χωριό:
 «Από το Καρς στο Αρζρούμ οδηγούν τέσσερις δρόμοι.Περνώντας τα βουνά Σογκανλούγκ συναντά κανείς εκεί πάνω το ελληνικό χωριό Κοτανλί, από το οποίο το 1829 πέρασαν τα στρατεύματα του στρατηγού Πασκέβιτς». 
Οι γονείς του Π.Κοτάνοβ μετανάστευσαν στην περιοχή της Τσάλκας, όταν αυτός ήταν 2 ετών και εδώ μορφώθηκε από τον ιερέα Ξενοδόχοβ.
Αργότερα τελείωσε το εκκλησιαστικό σχολείο της Τιφλίδας. Μετά τις σπουδές διορίστηκε διάκονος στην εκκλησία του Μπαρμακσίζ. Ο Π.Κοτάνοβ σε ηλικία 26 ετών παντρεύτηκε την κόρη του πρώτου δασκάλου του ιερέα Ξενοδόχοβ. Το 1857 ο Π.Κοτάνοβ διορίστηκε από τον Έξαρχο της Γεωργίας ιερέας στην εκκλησία του Μπαρμακσίζ.
0 μεγάλος αριθμός των ιερέων στο χωριό Μπαρμακσίζ έπαιξε πολύ θετικό ρόλο. Ο ιερέας Βασίλης Φώτοβ το 1840 άνοιξε σχολείο στο σπίτι του. Σ’ αυτό το σχολείο ο Βασίλης Φώτοβ μάθαινε τα παιδιά των πιστών γράμματα και τραγούδια στην ελληνική γλώσσα. Ήθελε η νέα γενιά να αγαπήσει τη μητρική γλώσσα της. Το 1844 βάσει αυτού του σχολείου αποφασίστηκε να ανοίξουν το νέο σχολείο. Παραθέτουμε τη λίστα των μαθητών του σχολείου το 1844:

1. Κοτάνοβ Παύλος Δμήτριεβιτς 17 ετών, διαβάζει το ψαλτήρι
2. Μανουσάροβ Φιοντόρ Γεώργκιβιτς 16 ετών
3. Κεσίσοβ Φιοντόρ Γεώργκιεβιτς 16 ετών
4. Πουρσάνοβ Χρυσόστομος Ιωάννοβιτς           15 ετών
5. Κοτάνοβ Μουσέη Βασιίλιεβιτς 14 ετών
6. Κοτάνοβ Χρυσόστομος Στεφάνοβιτς 13 ετών
 7.Πασνάχοβ Κυριάκος Στεφάνοβιτς 12 ετών
 8. Αϊδίνοβ Γεώργιος Παναγιώτοβιτς 11 ετών
9. Αβράμοβ Ιωάννης Κυριάκοβιτς 11 ετών
10. Αϊδίνοβ Δαμιανός Μιαχαήλοβιτς 11 ετών
11. Αλμάσοβ Στέφανος Φιοντόροβιτς 11 ετών
12. Πουρσάνοβ Χρυσόστομος Αναστάσιεβιτς 9 ετών ; 13. Νευτάνοβ Δημήτριος Στεφάνοβιτς 8 ετών
14. Νευτάνοβ Αναστάσιος Φώτοβιτς 7 ετών
15. Μανισάροβ Μιχαήλ Κυριάκοβιτς (εδώ βλέπουμε πώς μεταμορφώθηκαν τα επώνυμα των Ελλήνων στη Ρωσική Αυτοκρατορία τον 19ο αιώνα. Στην πρώτη περίπτωση Μανουσάροβ, στην άλλη Μανισάροβ) 7 ετών
16. Αϊδίνοβ Αθανάσιος Κωνσταντίνοβιτς (να σημειώσουμε ότι η κατάληξη των πατρώνυμων «βιτς» είναι δική μας ερμηνεία. Στην πραγματικότητα στις λίστες έγραφαν «οβ», π.χ.Αθανάσιος Κωνσταντίνοβ, όχι Κωνσταντίνοβιτς). 9 ετών
Νομολόγος αυτού του σχολείου στις 18 Φεβρουάριου του 1844 διορίστηκε ο ιερέας Ιωάννης Κυριάκοβ, ενώ πρόεδρος της εκκλησίας έγινε ο Δ.Ν.Τσόχοφ.
Το 1858 με τη βοήθεια του σχολείου αυτού άνοιξε ειδικό ελληνικό σχολείο για τα παιδιά των πιστών. Όσον αφορά αυτό το θέμα το γεωργιανό εκκλησιαστικό περιοδικό έγραφε:
«Το σχολείο αυτό το ίδρυσε ο ντόπιος ιερέας Αλέξανδρος Θεοχάρης, που παραχώρησε ένα μέρος του σπιτιού του και άρχισε να διδάσκει στα παιδιά. Οι Έλληνες άνοιξαν αυτό το σχολείο με σκοπό να διδάσκουν στα παιδιά τους τη γραφή, στη ρωσική και την ελληνική γλώσσα, όπως επίσης και τις αρχές των εκκλησιαστικών κανόνων και το τραγούδι. 
Γι' αυτό ο Α. Θεοχάρης άρχισε να διδάσκει την ιερή ιστορία, την εκκλησιαστική ανάγνωση, τη γραφή στα ελληνικά και ρωσικά, την αριθμητική και το τραγούδι μόνο στην ελληνική γλώσσα. Το σχολείο συντηρούσε η κοινότητα του Μπαρμακσίζ. Το χειμώνα ο αριθμός των μαθητών έφτανε στα 40, ενώ την άνοιξη μειωνόταν λόγω της έναρξης των αγροτικών εργασιών.
Στην Τσάλκα ήταν συνηθισμένο τα εφτάχρονα αγόρια να δουλεύουν μαζί με τους μεγάλους. Στη διάρκεια των 15 ετών το σχολείο προετοίμαζε πάνω από 100 αγόρια. Τα περισσότερα απ’ αυτά αργότερα άνοιξαν δικά τους σχολεία».
Οι επισκέπτες του χωριού Μπαρμακσίζ, όπως και οι άλλοι Έλληνες της περιοχής της Τσάλκας, ήταν έτοιμοι να δώσουν τα πάντα για να ενισχύσουν τη διδασκαλία της μητρικής τους γλώσσας στα σχολεία. Το σχολείο του Μπαρμακσίζ στα τέλη του 19ου αιώνα έγινε το πιο γνωστό στην περιοχή. Η ντόπια εκκλησία και οι ιερείς έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του συστήματος της μόρφωσης και στερέωσης της μητρικής γλώσσας των Ελλήνων. Για τις αξίες της εκκλησίας και των ιερέων του χωριού Μπαρμακσίζ ο ντόπιος γεωργιανός τύπος έγραφε:
«Πρόσφατα ο Τύπος της Αθήνας άρχισε να γράφει επαινετικά άρθρα για το νέο Έλληνα ιερέα από τον Καύκασο, το Λάζαρο Κοτάνοβ, τον υφηγητή του πανεπιστημίου των Αθηνών, του τμήματος ιστολογίας και πειραματικής παθολογίας.
Ο Λάζαρος Κοτάνοβ ήταν γιος του ιερέα Έλληνα της Τσάλκας. Το 1882 τελείωσε τέσσερις τάξεις στην ιερατική σχολή της Τιφλίδας και πέρασε στο γυμνάσιο, πέτυχε στις εξετάσεις και συνέχισε τις σπουδές στο πανεπιστήμιο του Αγίου Βλαδίμηρου στο Κίεβο. Το 1884 λόγω των επαναστατικών γεγονότων αναγκάστηκε να αφήσει το πανεπιστήμιο και να πάει στην Αθήνα.
Το 1890 τελείωσε εκεί το πανεπιστήμιο και συνέχισε μεταπτυχιακές σπουδές και διατριβή επί διδακτορία. Μετάφρασε από τα ρωσικά στα ελληνικά το βιβλίο: «Μικροβιολογία του ακαδημαϊκού της Ρωσικής Ακαδημίας των επιστημών Μ.Α.Αθανάσιεβ». Ο ελληνικός τύπος έγραψε επαινετικά σχόλια γι’ αυτόν.
 Μπορούμε να τονίσουμε, ότι οι προσπάθειες των Ελλήνων να ενισχύσουν τη διδασκαλία της μητρικής γλώσσας στην ξενιτιά δεν ήταν τυχαίες. Η νέα γενιά του Μπαρμακσίζ εξαιτίας της εκκλησίας βγήκε έξω από τα σύνορα της περιοχής της και έφτασε στην ιστορική πατρίδα της. Η επανάσταση του 1917 όμως σταμάτησε αυτή την εξέλιξη.
Η επαναστατική κίνηση στα 1900 αρνήθηκε τη θρησκεία, γεγονός που επηρέασε τους Έλληνες διανοούμενους της περιοχής Τσάλκας. 0 επαναστατικός κόσμος δεν υποστήριξε την ιδέα κατασκευής νέων εκκλησιών, οι οπαδοί της πολιτικής των ιθυνόντων κύκλων όμως άρχισαν να τις χτίζουν.
Έτσι το 1907 έβαλαν το θεμέλιο της νέας ορθόδοξης ελληνικής εκκλησίας στο χωριό Μπαρμακσίζ. Με τη βοήθεια των τοπικών αρχών και με χρήματα των πιστών η κατασκευή της εκκλησίας τελείωσε το 1911 και αφιερώθηκε στη μνήμη του Μεγαλομάρτυρα Αγίου Γεωργίου. Στη Σοβιετική περίοδο αυτή η εκκλησία μεταμορφώθηκε σε κλαμπ και μετά σε σιταποθήκη. Στον περίβολο της εκκλησίας βρίσκονται οι τάφοι των πρώτων ιερέων που ήρθαν από τη Μικρά Ασία.

Σωκράτης Αγγελίδης
Διδάκτορας Ιστορίας- Ανατολικολόγος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah