Τα χρόνια 1915-1923 είναι χρόνια της Εθνοκάθαρσης

Κυριακή 21 Ιουλίου 2013

Τα κινήματα εθνοκαθάρσεων στους Οθωμανούς δεν ξεκινούν το 1915 και δεν τελειώνουν τη δεκαετία του 1920. Οι ρίζες της πολιτικής αυτής ξεκινούν το 1800 και συνεχίζονται σε τακτές χρονικές περιόδους, με την ίδρυση του νέου τουρκικού κράτους, κατά τη διάρκεια του ρεπουμπλικανικού καθεστώτος.
Τα κινήματα εθνικών αφυπνίσεων στα Βαλκάνια, που συμβαίνουν παράλληλα με τα ατελέσφορα σχέδια (των Ενωτικών) να δημιουργήσουν ένα εθνικό κράτος στην Ευρώπη, οδήγησε στο να ανοίξουν βαθιά τραύματα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αυτές οι εξελίξεις οδήγησαν στην επικράτηση ενός φόβου, σε βαθμό πανικού μπρος στην επερχόμενη ολοκληρωτική διάλυση της Αυτοκρατορίας, στον κύκλο των διαδόχων του θρόνου, στις δυνάμεις της εξουσίας και τις ομάδες των νεο-γενίτσαρων (ντεβσιρμέδων). Η εξουσία αντέδρασε ταχύτατα για να διατηρήσει τη δύναμή της και να εμποδίσει τη διάλυση, προσπαθώντας να δημιουργήσει κοινά χαρακτηριστικά στον πληθυσμό και να εμφυσήσει την ίδια ταυτότητα.
 Για τη διασφάλιση της εξουσίας, λόγω ανυπαρξίας εθνικής και κοινωνικής ταυτότητας, οι ομάδες των νεο-γενίτσαρων ξεκίνησαν την προσπάθεια διαμόρφωσης κοινής ταυτότητας, στη βάση της ύπαρξης μιας ομόθρησκης ισλαμικής κοινωνίας. Ο ισλαμισμός υπήρξε ο μοναδικός συνδετικός κρίκος της ταυτότητας αυτών των δυνάμεων, που είχαν μοναδικό πολιτικό στόχο τη διατήρηση της εξουσίας τους.
Οι απώλειες στα ευρωπαϊκά εδάφη οδηγεί το περιβάλλον του θρόνου και τις ομάδες εξουσίας στο να αγκαλιάσουν ακόμα περισσότερο τις πανισλαμιστικές ιδέες και να στρέψουν το βλέμμα τους από τη Δύση προς την Ανατολή. Τα απελευθερωτικά κινήματα στη χερσόνησο του Μοριά και στα Βαλκάνια είχαν επιταχύνει τη διεργασία αυτή. Αυτός ο νέος προσανατολισμός προς την Ανατολή δεν ήταν μια ασυνείδητη κίνηση. 
Ήταν μια συνειδητή στρατιωτική επιλογή προσανατολισμού από την Ευρώπη προς Μικρά Ασία-Κουρδιστάν και για τη δημιουργία μιας ζώνης επιρροής που ξεκινούσε από το νότιο Καύκασο και επεκτεινόταν προς την Κεντρική Ασία και στηριζόταν στις τουρκικές και ισλαμικές κοινότητες, με σκοπό τη δημιουργία νέων πεδίων κυριαρχίας.
Οι αναφερόμενες γεωγραφικές περιοχές για μελλοντική επέκταση της κυριαρχίας, που στηριζόταν και στον πανισλαμισμό, είχε μπροστά της εμπόδια. Οι τουρκικοί πληθυσμοί, οι οποίοι θα έπρεπε να στηρίξουν τη νέα στρατηγική, ήταν μια ισχνή μειοψηφία. Σύμφωνα με την οθωμανική απογραφή του πληθυσμού, το ποσοστό των μη μουσουλμάνων μέσα στα σημερινά όρια της Τουρκίας ξεπερνούσε το 40%. Στο υπόλοιπο 60% το ποσοστό των εθνικά Τούρκων ήταν μόλις 12%. 
Γι' αυτό το λόγο, επειδή δεν ήταν δυνατή η εγκαθίδρυση μιας κυριαρχίας που θα βασιζόταν στην πληθυσμιακή υπεροχή των μουσουλμάνων επί των μη μουσουλμάνων, η εθνική εκκαθάριση των μη μουσουλμανικών πληθυσμών επιλέχθηκε ως βασικός πολιτικός στόχος.
Επιπλέον, τα έτη 1894-96, παρά τις έντονες αντιδράσεις της Ευρώπης επί διοίκησης του σουλτάνου Αβδουλχαμίτ, σύμφωνα με τις καταγραφές του Αρμενικού Πατριαρχείου, σφαγιάστηκαν 300.000 Αρμένιοι. Οι σφαγές αυτές, που απέδωσαν στο σουλτάνο Αβδουλχαμίτ τον τίτλο του «Ερυθρού Σουλτάνου», συνεχίστηκαν με τη μορφή γενοκτονίας επί των ημερών του Κομιτάτου «Ενωση και Πρόοδος». Η Εθνοκάθαρση αυτή δεν είχε με κανένα τρόπο ως αιτία οποιοδήποτε λόγο ασφάλειας ή εθνικής άμυνας, όπως ισχυρίζεται το τουρκικό κράτος.
Χένρι Μοργκεντάου
Ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Κωνσταντινούπολη Χένρι Μοργκεντάου, αναφέρει στα απομνημονεύματά του ότι όταν συναντήθηκε με τον ισχυρότερο παράγοντα των Νεότουρκων, Ταλαάτ πασά, αρκετά πριν από την έναρξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, και του είπε ότι «αντιτίθεται σφόδρα κατά των διώξεων κατά των Ρωμιών», ο δεύτερος απάντησε ως εξής : «Τα ξένα αυτά στοιχεία πάντοτε απεργάζονταν το κακό της Τουρκίας. Λόγω της εχθρότητας αυτών των εντόπιων λαών χάσαμε επαρχίες επί επαρχιών... Αν θα επιβιώσει η Τουρκία με τα εδάφη που της έμειναν θα πρέπει να γλιτώσει από αυτούς τους ξένους λαούς». 
Ο Ντογάν Αβτζίογλου αναφέρει: « Στον εγκέφαλο του Ταλαάτ υπήρχε η έμμονη ιδέα η οποία ήταν ότι: η Τουρκία ανήκει στους Τούρκους. Για το λόγο αυτό πρότεινε τον εκτουρκισμό της Σμύρνης και των γύρω νησιών». Αυτοί οι «ξένοι λαοί», όπως τους αποκαλούσε, ήταν κατ' αρχάς οι μη μουσουλμάνοι και αποτελούσαν σε ποσοστό πάνω από 60% του πληθυσμού στη Σμύρνη και 50% στην Κωνσταντινούπολη.
Από το 1910 ξεκίνησε το κυνήγι των Ρωμιών εμπόρων και η επιχείρηση αυτή της Εθνοκάθαρσης συνεχίστηκε χωρίς καμιά διακοπή. Ακόμη και όταν το 1912 στην εξουσία ήλθε το κόμμα της «Ελευθερίας και Συνεννόησης» (το αγγλόφιλο-αντίπαλο κόμμα της «Ενωσης και Προόδου») οι Ενωτικοί συνέχισαν την επιχείρηση της Εθνοκάθαρσης. Στα Άδανα το 1909 σφαγιάστηκαν μαζικά 17 χιλιάδες ανυπεράσπιστοι εργάτες που δούλευαν στους αγρούς και μικρέμποροι και λεηλατήθηκαν τα υπάρχοντα τους. Ο στρατός και η αστυνομία παρέμειναν θεατές ενώ οι σφαγές αυτές διαρκούσαν επί μέρες.
Στα χρόνια του πολέμου η πολιτική αυτή της Εθνοκάθαρσης μετατράπηκε σε επίσημη πολιτική εκτοπισμών. Η απόφαση της 24ης Απριλίου 1915 για την εξόντωση των Αρμενίων ήταν μια κυβερνητική απόφαση. Ξεκίνησε με συλλήψεις με επίσημη απόφαση. Η βάση της αιτιολόγησης από την «Ενωση και Πρόοδο» ήταν η ίδια με αυτήν της εποχής του Αβδουλχαμίτ, ότι «επαναστάτησαν και εμείς τους σκοτώσαμε». Αυτό βέβαια δεν ανταποκρινόταν στην αλήθεια. Τι θα μπορούσαν να κάνουν αυτοί στους οποίους αρνούνταν τόσο τα εθνικά όσο και τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα για την επιβίωσή τους, παρά να αντισταθούν;
Το 1916 υπήρξε μια δεύτερη απόφαση εκτοπισμών κατά των Ρωμιών και τα υπάρχοντα και οι περιουσίες τους διετέθησαν στον έλεγχο των «Επιτροπών Εγκαταλειμμένων Περιουσιών». Επίσημα φαινόταν σαν μια απόφαση εκτοπισμού, ενώ στην πραγματικότητα ήταν μια πράξη Εθνοκάθαρσης. Μια εκτόπιση που είναι λίγο γνωστή είναι η περίπτωση των Κούρδων. Μαζί με την εκτόπιση των Ρωμιών και των Αρμενίων, έχουμε την εξορία 1 εκατομμύριου Κούρδων. Μόνο οι μισοί εξ αυτών επιβίωσαν και επέστρεψαν στα χωριά τους.
Αβδούλ Χαμίτ 1890
Τα συντάγματα Χαμιντιγιέ, που είχαν ιδρυθεί την εποχή του Αβδουλχαμίτ, μετατράπηκαν στα συντάγματα ιππικού και χρησιμοποιήθηκαν στην εκτέλεση σφαγών. Η πολιτική εθνοκαθάρσεων αλλά και η πρόκληση συγκρούσεων μεταξύ των λαών, με δημιουργία εχθροτήτων μεταξύ τους, που ξεκίνησε από τον Αβδουλχαμίτ, συνεχίστηκε την εποχή των Ενωτικών και δεν σταμάτησε με την ήττα και την ανακωχή στο τέλος του πολέμου. Μετά τη συνθήκη του Μούδρου, με βάση τις αρχές του W. Wilson, πραγματοποιήθηκαν ρυθμίσεις για την προστασία της επιβίωσης και το σεβασμό των εθνικών τους δικαιωμάτων. Η αρχή αυτή απορριπτόταν από τους νέους κυβερνώντες που ήταν του κομιτάτου «Ενωση και Πρόοδος» και πρώτα απ' όλα από τον Μουσταφά Κεμάλ. Γι' αυτό το λόγο συνεχίστηκε η πολιτική της Εθνοκάθαρσης κατά την εγκαθίδρυση του νέου τουρκικού κράτους στα εναπομείναντα οθωμανικά εδάφη.
Η πρώτη στρατιωτική ενέργεια μετά το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου πραγματοποιήθηκε κατά των Αρμενίων. Η επιχείρηση ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 1920 στις επαρχίες Καρς, Αρνταχάν, Αρτβιν και Βατούμ, που είχαν εκκενωθεί από τους Ρώσους. Ουσιαστικά ήταν μια νέα σφαγή των Αρμενίων. Στην επιχείρηση αυτή έλαβαν μέρος και παραστρατιωτικές τυχοδιωκτικές ομάδες, όπως αυτή του Τοπάλ Οσμάν, που είχαν έργο τους τη λεηλασία. Αυτοί είχαν ένα καθήκον: τη σφαγή χωρίς να εξαίρουν τα παιδιά ή τις γυναίκες.
Το πρώτο άτομο που συνάντησε ο Μουσταφά Κεμάλ, όταν έφθασε στη Σαμψούντα από την Κωνσταντινούπολη, με την υποστήριξη των Άγγλων, ήταν ο Τοπάλ Οσμάν. Στις εθελοντικές ομάδες που είχαν συγκροτηθεί από τον Τοπάλ Οσμάν είχε ανατεθεί το καθήκον της Εθνοκάθαρσης των Ρωμιών του Πόντου.
 Εξάλλου η Κεντρική Στρατιά, που ιδρύθηκε το 1920 στην Αμάσεια, είχε σκοπό την Εθνοκάθαρση κατά των Ρωμιών του Πόντου και των Αρμενίων. 
Νουρεντίν Πασάς
Η διοίκηση της Στρατιάς αυτής είχε ανατεθεί στο γενειοφόρο Νουρετίν πασά, που είχε τη φήμη του χασάπη των λαών. Τα όνειρα της «Ενωσης και Προόδου» για το Τουράν, που έφθαναν μέχρι την Κεντρική Ασία, είχαν σβήσει με την ήττα στον πόλεμο.
 Όμως δεν είχαν εξαφανιστεί οι δυνατότητες εγκαθίδρυσης τουρκικού κράτους σε πιο περιορισμένες γεωγραφικά περιοχές. 
Η διοίκηση του Μουσταφά Κεμάλ σχεδίασε την ίδρυση του νέου Ρεπουμπλικανικού κράτους στα εδάφη της Μικράς Ασίας, του βορείου Κουρδιστάν και του νοτίου Καύκασου, στηριζόμενος στην άρνηση της εθνικής ύπαρξης των άλλων λαών. Γι' αυτό το λόγο συνέχισε την πολιτική της Εθνοκάθαρσης.
Επιπλέον, το 1921 είχε ξεκινήσει η στρατιωτική εκστρατεία εναντίων των Κούρδων του Κότζγιρι που ζητούσαν την αναγνώριση της εθνικής ύπαρξής τους. Τα συντάγματα 47-42 (της Κεντρικής Στρατιάς) υπό τη διοίκηση του Νουρετίν πασά και τη συμμετοχή των άτακτων του Τοπάλ Οσμάν διέπραξαν φρικτές σφαγές.
Μετά την ανακατάληψη της Σμύρνης την 9η Σεπτεμβρίου 1922 και τα κατορθώματα του Νουρετίν πασά, η πόλη της Σμύρνης πυρπολήθηκε τη 13η Σεπτεμβρίου 1922 και οι μη μουσουλμάνοι της πόλης και της περιοχής εξαναγκάστηκαν να φύγουν.
 Με τέτοιες μεθόδους εθνοκαθάρσεων και με βάση την άρνηση της εθνικής ύπαρξης λαών, εγκαθιδρύθηκε το νέο τουρκικό κράτος. Οι συνθήκες που είχαν δημιουργηθεί με τη Σοβιετική Επανάσταση είχαν ευνοήσει την ίδρυση του τουρκικού κράτους.
Ενώ οι Άγγλοι εξασφάλισαν να ανατεθεί στον Μουσταφά Κεμάλ το καθήκον της ίδρυσης του νέου κράτους, και η Σοβιετική Ένωση για τα δικά της συμφέροντα είχε υποστηρίξει το κίνημά του. Με τις διεθνείς συνθήκες αυτές και την εσκεμμένη αγνόηση των πολιτικών εθνοκαθάρσεων, υποστηρίχθηκε το κεμαλικό καθεστώς και εγκαθιδρύθηκε ένα κράτος που από την πρώτη του μέρα στηρίχθηκε πάνω στην άρνηση του δικαιώματος ύπαρξης των άλλων λαών.
Επιπλέον, με το πρόσθετο πρωτόκολλο της Συνθήκης της Λωζάννης για την ανταλλαγή των πληθυσμών, δεν είχε απομείνει καμιά εγγύηση για την επιβίωση των άλλων λαών πλην των ντεβσιρμέ (εξισλαμισθέντων) και των μεταναστών μουσουλμάνων.

Mehmet Akyol
Κούρδος ιστορικός και εκπρόσωπος του κόμματος Ελευθερίας και Σοσιαλισμού που αποτελεί τον πολιτικό φορέα των Κούρδων σοσιαλιστών. Το συγγραφικό του έργο καλύπτει θέματα της ιστορίας της Μεσοποταμίας, του Κουρδικού λαού και των αγώνων του για ελευθερία και δικαιοσύνη


Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah