Σάββατο 9 Φεβρουαρίου 2013

Μεταναστεύσεις στις αρχές του 20ού αιώνα


Οι νέες οικονομικο-κοινωνικές συνθήκες που αναπτύσσονται αναδιαμορφώνουν ταχύτατα και τον κοινωνικό χάρτη της περιοχής.
 Οι νέες σημαντικές ευκαιρίες απασχόλησης δημιουργούν νέα κέντρα προσέλκυσης των ελληνικών πληθυσμών, η παρατεταμένη και εντεινόμενη πορεία εκφυλισμού του οσμανικού κράτους πολλαπλασιάζει τις ευκαιρίες για τους Έλληνες, ενώ παράλληλα καταγράφεται μια αλλαγή των καταναλωτικών και κοινωνικών προτύπων των Ελλήνων, κυρίως στις απομονωμένες ορεινές κοινότητες, με τη μέχρι τώρα παραγωγή ελάχιστων και απαραίτητων για τη συντήρηση της οικογένειας αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων.

Οι λόγοι ανάπτυξης των ορεινών και απομονωμένων αυτών χωριών και οικισμών αίρονται, με άμεση συνέπεια τη διαμόρφωση - από τα τέλη ακόμη του 19ου αιώνα - ενός ρεύματος μετανάστευσης προς την Τραπεζούντα κυρίως, αλλά και προς τις υπόλοιπες παράλιες πόλεις και κωμοπόλεις, καθώς και τις σχετικά κοντινές περιοχές του εξωτερικού και κατά βάσιν της νότιας Ρωσίας.
 Καθοριστικό ρόλο στην απόφαση των ελληνικών πληθυσμών να μεταναστεύσουν παίζει η απομόνωσή τους σε μακρινές περιοχές και εκτός των ραγδαία αναπτυσσόμενων κέντρων, η οποία με μαθηματική ακρίβεια περιθωριοποιεί τους πληθυσμούς αυτούς, σε συνδυασμό με τις εξαιρετικά δύσκολες καιρικές συνθήκες που επικρατούν κατά το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα του έτους.
Από την ήδη παρακμάζουσα περιοχή της Χαλδίας - για την οποία έχει γίνει σχετική αναφορά σε προηγούμενο κεφάλαιο - η διαρροή πληθυσμού, κυρίως προς τη γειτονική και ομόδοξη Ρωσία, συνεχίζεται και εντείνεται. Από τους υπόλοιπους οικισμούς και χωριά της ενδοχώρας σημαντικές πληθυσμιακές μάζες μετακινούνται τώρα από τις ορεινές και απρόσιτες περιοχές κυρίως προς τα παράλια, όπου οι καιρικές συνθήκες είναι ηπιότερες, αλλά και οι οικονομικές ευκαιρίες περισσότερες. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου οι μεταναστεύσεις αυτές είναι τόσο μεγάλες, που μπορεί να γίνει λόγος για νέο αποικισμό1. Σε κάθε περίπτωση η Κωνσταντινούπολη, παρά τη μεγάλη απόσταση, προσελκύει επίσης σημαντικό αριθμό Ποντίων, επιβεβαιώνοντας το αξίωμα της κοινωνικής καταξίωσης και μόνο με το γεγονός της μετάβασης και εγκατάστασης εκεί, που αντανακλάται στη γνωστή ευχή που συνοδεύει κάθε νεογέννητο στις περιφέρειες του οθωμανικού κράτους «...και στην Πόλη σιμιτζής και στο Γαλατά σουτζής». 
ΣύγχρονηΤραπεζούντα

Πρέπει, όμως, να σημειωθεί ότι, εκτός από αυτούς που οριστικά μετακινούνται στις νέες αυτές περιοχές, μεγάλος όγκος μεταναστών μετακινείται εποχιακά και αφορά μόνο τους άνδρες: κατά το τέλος του καλοκαιριού ή στις αρχές του φθινοπώρου και μετά τη συγκομιδή της σοδειάς, μετακινούνται προς τα αστικά κέντρα, και κυρίως την Τραπεζούντα, Κωνσταντινούπολη και Ρωσία, για να συμπληρώσουν το πενιχρό οικογενειακό εισόδημα.
 Η συνεχής, όμως, παραμονή τους εκεί, σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να κρατήσει και για χρόνια. Ο ρόλος των γυναικών γίνεται περισσότερο αποφασιστικός, δεδομένου ότι πλέον στα χωριά, εκτός από τις κλασικές ασχολίες του σπιτιού, αναλαμβάνουν τώρα και όλες τις εξωτερικές - που μέχρι πριν ασκούσαν οι άνδρες - οι οποίες είναι ιδιαίτερα επίπονες (κτηνοτροφικές εργασίες, κοπή και συλλογή ζωοτροφών κ.λπ.). Η επιστροφή των ξενιτεμένων στις ιδιαίτερες πατρίδες συνιστά σημαντικό γεγονός στη ζωή των μικρών περιφερειακών ποντιακών κοινοτήτων, που συνοδεύονται από εκδηλώσεις χαράς, στις οποίες παίρνουν μέρος όλοι οι κάτοικοι.

Όπως έχει λεχθεί, οι Έλληνες κυριαρχούν ως τραπεζίτες, αντιπρόσωποι ξένων ασφαλιστικών οίκων, έμποροι και επαγγελματοβιοτέχνες όχι μόνο στην αγορά των μεγάλων πόλεων αλλά και των κωμοπόλεων. 
Σημαντικό στοιχείο των αγορών αυτών - και κυρίως της Τραπεζούντας και Αμισού, που είναι οι μεγαλύτερες πύλες εισόδου και εξόδου των προϊόντων του Πόντου - αποτελούν οι μικροί παραγωγοί των χωριών της ενδοχώρας, οι οποίοι με δικά τους μέσα μεταφέρουν ένα μέρος των προϊόντων τους (κυρίως αγροτικά και γαλακτοκομικά - γιαούρτι, γάλα, βούτυρο, πατάτες, φασόλια κ.λπ.) στις αγορές των πόλεων για να τα πουλήσουν, βελτιώνοντας κατ' αυτό τον τρόπο τα πενιχρά τους εισοδήματα.



1.ΤΣΑΝΤΕΚΙΔΗΣ Κοσμάς: «Παροικίαι Σανταίων», ΠΕ, τχ. 89-90, 1957, σελ. 4.271-4.272. Εδώ ο συγγραφέας αναφέρεται στους λόγους των μεγάλων σε όγκο μεταναστεύσεων των κατοίκων της Σάντας με την ομάδα επτά (7) χωριών, που βρίσκονται σε υψόμετρο περίπου 1.800 μέτρων στην ενδοχώρα, με τις δύσκολες καιρικές συνθήκες και τους λιγοστούς πόρους εκτός από την καλλιέργεια μικρών ποσοτήτων λαχανικών και σιτηρών και την κτηνοτροφία. 
Έτσι, οι κάτοικοι αναγκάζονται να μεταναστεύσουν και μάλιστα σε τέτοια έκταση, ώστε να δημιουργήσουν ολόκληρες παροικίες, κυρίως στην Τραπεζούντα και ανατολικά της, στα χωριά Κύμινα, Κόχαλη, Μέσωνα, Βώνο, Λύκαινα, Βάρβαρα και στα χωριά των Σουρμένων Χαλανίκ, Πύργη, Καταβόλ. Οι μεταναστεύσεις αυτές επεκτείνονται και προς τη Ρωσία, στις περιοχές: Βατούμ (χωριά Αχλάσι, Τσιάκβα, Άτσκοβα, Τβήρικα), Τυφλίδας (Σέκιτλι, Ιβάνοβα, Χαραπά, Φτελέν, Βιζιρόφ), Τσάλκας, Σοχούμ (Μιχαηλόβσκα, Ανδρέεβσκα - Ζουρνατσάντων, Αλεξανδρόβσκα), Καρς κ.λπ.




ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΟΝΤΙΑΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ «ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΝΤΟΥ» ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 24
ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΑΝΤΩΝΗ Υ. ΠΑΥΛΙΔΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah