Στά παλιά χρόνια έσπερναν σιτηρά όπως
έδειχναν πολλά χορτολίβαδα (τσαΐρια) καθαρισμένα από τις πέτρες, ομαλά
και με τοίχο τουλάχιστο στο κάτω μέρος για να ισοπεδωθούν και για να μη
φύγει το χώμα από τις πολλές βροχές. Υπήρχαν δε και πολλά αλώνια, και
μέσα στά χωριά και έξω από αυτά.
Σέ
απόσταση μισής ώρας από το Πιστοφάντων υπήρχαν χωράφια παλιά πού
ονομάζονταν τη Σιαξιάβερας από το τουρκικό Σεξέν βερέν δηλ. πού το ένα
έδινε ογδόντα.
Ποταμος Γιαμπολης |
Κάθε οικογένεια είχε
2-4 γαλακτοφόρες αγελάδες, από τα προϊόντα τους όχι μόνο τρέφονταν αλλά
και πουλούσαν στην Τραπεζούντα.
Δυστυχώς όμως καθόλου δεν ήξεραν να φροντίζουν για τη βελτίωση των αγελάδων, οι οποίες μάλλον χειροτέρευαν
παρά βελτιώνονταν.
Μερικές,
χήρες προπάντων, ύφαιναν το χειμώνα χονδρά μάλλινα υφάσματα (σιάλια)
και μάλλινες κάλτσες (ορτάρια) και τσιαντάγια (τσάντες), Σαντέτκα, που πουλούσαν στα Σούρμενα και στη Γεμουρά.
Καλλιεργούσαν
και πατάτες για τα σπίτια τους, αλλά είχαν εκφυλισθεί σε βαθμό που να μη συμφέρει πια η καλλιέργεια τους. Κάποια από του Ζουρνατσιάντων έφερε
λίγες πατάτες πρώιμες απο τη Ρωσία, η επιτυχία ήταν μεγάλη και η καλλιέργεια της πατάτας πήρε κάποια ώθηση, μετά την ανακατάληψη της
Σαντάς από τους Τούρκους ως την ημέρα τής εξορίας τους, όλοι τρέφονταν
με πατάτες (αντί ψωμί).
Από
τα λαχανικά καλλιεργούσαν λάχανα (λαχανίδες και μάπες), κοκκινογούλια
και κρεμμύδια. Στα Φτελένια καλλιεργούσαν καλαμπόκι, φασόλια και πολλά
φρούτα, απίδια, καρύδια, κάστανα, κοκκύμελα (δαμάσκηνα) τής ποικιλίας
βραβουλίτσα..
Τα απίδια ωρίμαζαν και ευδοκιμούσαν, αλλά μόνο ελάχιστες ρίζες υπήρχαν
στην ενορία Κοσλαράντων και μικρά αχλάδια στις άλλες ενορίες. Αφού ή
ανθοφορία ήταν συνεχής, η μελισσοκομία μπορούσε να κάμει θαύματα,
ελάχιστοι μόνο είχαν από μερικές εγχώριες κυψέλες.
Κατά
τον Ιωάν. Τσιρίδη μετά το 1905 ο καθηγητής Ηρακλής Αντωνιάδης
προπαγάνδισε για την ευρωπαϊκή κυψέλη, σύστησε μάλιστα και εταιρεία
μελισσοκομική πού διαλύθηκε πολύ γρήγορα, γιατί πολύ πρόωρα πέθανε και ο ιδρυτής της και ακολούθησαν οι πόλεμοι.
Στα 1911 οι Νικ. Τοπαλίδης και Ιωάν. Τσιρίδης μιμούμενοι τον Αντωνιάδη
χρησιμοποίησαν ευρωπαϊκές κυψέλες και οι ελπίδες τους «εστέφθησαν υπό
επιτυχίας». Μια κυψέλη τους έδινε ως 40 κιλά, όταν δε τύχαινε να μη βρέξει πολύ, η εσοδεία ήταν ακόμα μεγαλύτερη. Αλλά και το μέλι της
Σαντάς όπως και όλης τής παραλίας του Πόντου ήταν μαινόμενον, παλαλόν,
όχι όμως τόσο όσο των άλλων μερών, διότι η αζαλέα δεν ήταν άφθονη.
Σταθης Αθανασιάδης(Γεροστάθης)