Δευτέρα 22 Νοεμβρίου 2010

Η Δίκη των Εξ (Ιστορικό αφήγημα)

Στην γωνία των οδών Αναστάσεως και Αρτέμιδος, στο Δήμο Παπάγου, στο ύψος του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας επί της Λεωφόρου Μεσογείων και πολύ κοντά σε αυτήν, βρίσκεται ένα μικρό πάρκο. Μπαίνοντας μέσα σε αυτό και προχωρώντας δεξιά, κάποια στιγμή ο επισκέπτης θα δει έξι κυπαρίσσια.
Στ’ αριστερά του είναι μια εκκλησούλα. Στην βάση του κάθε κυπαρισσιού, υπάρχει μια πλάκα κοκκινωπού χρώματος με χαραγμένα ονόματα. Τα ονόματα από αριστερά προς δεξιά είναι: Χατζανέστης, Πρωτοπαπαδάκης, Γούναρης, Στράτος, Μπαλτατζής και Θεοτόκης.
Σε αυτό το σημείο εκτελέστηκαν, πριν 92 χρόνια στις 15 Νοεμβρίου1922, με το παλαιό ημερολόγιο, 28 με το νέο, αυτοί οι έξι άνθρωποι που θεωρήθηκαν πρωταίτιοι της Μικρασιατικής Καταστροφής.

Οι νέοι διεθνείς συσχετισμοί
Το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, βρήκε ηττημένες τη Γερμανία, την Αυστροουγγαρία, τη Βουλγαρία και την Τουρκία, τις επονομαζόμενες και Κεντρικές Δυνάμεις.
Οι νικητές ήταν οι δυνάμεις της «Εγκάρδιας Συνεννόησης», της «Αντάντ», όπως είναι ευρύτερα γνωστή, την οποία αποτελούσαν η Αγγλία, η Γαλλία, και η τσαρική Ρωσία. Στις Κεντρικές Δυνάμεις, εκτός από την Γερμανία και την Αυστροουγγαρία, ανήκε αρχικά και η Ιταλία, η οποία, όμως, το 1915 - 1916 κήρυξε τον πόλεμο, αρχικά στην Αυστροουγγαρία, κατόπιν στην Τουρκία και μετά στην Γερμανία.
Στις 6 Απριλίου 1917 εισήλθαν στον πόλεμο, στο πλευρό της Αντάντ και οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου όξυνε τις αντιθέσεις όχι μόνο μεταξύ νικητών και ηττημένων, αλλά και μεταξύ των νικητών. Η αιτία αυτών των αντιθέσεων εντοπίζεται στην επιχείρηση ανεύρεσης νέων αγορών, δεδομένου ότι από το παγκόσμιο σύστημα των αγορών είχε αποχωρήσει, λόγω της Οκτωβριανής Επανάστασης του 1917, η Σοβιετική Ρωσία, ενώ ταυτόχρονα είχαν ακυρωθεί και όλες οι συμβάσεις που είχε συνάψει η τσαρική Ρωσία.
Η Εγγύς Ανατολή αποτελούσε στις νέες συνθήκες πεδίο σύγκρουσης, πρώτον λόγω των κοιτασμάτων πετρελαίου και δεύτερον λόγω της γεωγραφικής της θέσης που την καθιστούσε διεθνούς σημασίας συγκοινωνιακό κόμβο. Επιπλέον η περιοχή θα μπορούσε να αποτελέσει προγεφύρωμα εναντίον της Σοβιετικής Ρωσίας. Η ήττα της Γερμανίας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο σήμανε και την προσωρινή αποχώρηση του γερμανικού κεφαλαίου από την περιοχή το οποίο είχε πραγματοποιήσει σοβαρή διείσδυση στην Εγγύς Ανατολή, σύμβολο αλλά και ουσιαστική κορυφαία εκδήλωση της οποίας ήταν η σιδηροδρομική γραμμή Βερολίνου - Βαγδάτης.
Το κενό αυτό αλλά και τις ευκαιρίες που δημιούργησε η διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, άλλο σοβαρό αποτέλεσμα του Α Παγκοσμίου Πολέμου, προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν οι δυνάμεις της «Αντάντ», η κάθε μια για τους δικούς της λόγους.

Ο ρόλος της Ελλάδας
Ο ρόλος της Ελλάδας στα χρόνια εκείνα καθορίστηκε από δύο παράγοντες: ο ένας ήταν ο βαθμός εξάρτησής της από το ξένο κεφάλαιο και ο άλλος ο βαθμός αυτοδυναμίας του ελληνικού κεφαλαίου. Η ελληνική οικονομία και η ελληνική εξωτερική πολιτική ελέγχονταν από την Αγγλία η οποία είχε πολύ ισχυρές θέσεις στην Εθνική Τράπεζα και στενότατους δεσμούς με το ελληνικό εφοπλιστικό και παροικιακό κεφάλαιο.
Στην συγκεκριμένη στιγμή τα συμφέροντα του αγγλικού και του ελληνικού κεφαλαίου, συνέπεσαν, αλλά για διαφορετικούς λόγους, καθώς από τη μια η Αγγλία επιχειρεί να «κρατηθεί» στην Εγγύς Ανατολή, ενώ από την άλλη το αδύναμο ελληνικό κεφάλαιο προσπαθούσε να ενοποιήσει τις δυνάμεις του, μεγάλο και σημαντικό τμήμα των οποίων βρισκόταν εκτός του ελληνικού κράτους.
Οι πολιτικές επιδιώξεις του ελληνικού κεφαλαίου εκφράστηκαν με τον καλύτερο τρόπο από τον Α. Ζαΐμη γενικό διευθυντή της Εθνικής Τράπεζας στην ομιλία του προς τους μετόχους της Τράπεζας στις 12 Μαρτίου 1920:
«Αθήνα, Πειραιάς, Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη, Θεσσαλονίκη και Αλεξάνδρεια, είναι ο άξονας στον οποίο θα στηριχθεί η ανάπτυξη της οικονομικής ζωής της Ελλάδας», είπε, καθορίζοντας έτσι τον οικονομικό χώρο που θα αποτελούσε την βάση της ελληνικής οικονομίας. Αυτή η υλική βάση συνέπιπτε με τις γενικότερες επιδιώξεις του ξένου κεφαλαίου στην περιοχή της Εγγύς Ανατολής τότε. Ένας άλλος λόγος για τον οποίο η Ελλάδα επελέγη να διαδραματίσει συγκεκριμένο ρόλο στην περιοχή ήταν το αξιόμαχο του ελληνικού στρατού ο οποίος πολεμούσε από το 1912, αλλά και η ύπαρξη σοβαρού ελληνικού στοιχείου στην Μικρά Ασία.
Ειδικά το δεύτερο είναι ένα από τα λεπτότερα σημεία γιατί έδωσε πρόσχημα στο ελληνικό κεφάλαιο να ταυτίσει μια ορισμένη πολιτική με την κατοχύρωση των εθνικών δικαιωμάτων. Πρόκειται για το ιδιαίτερα περίπλοκο ζήτημα της «Μεγάλης Ιδέας» η οποία τελικά διαδραμάτισε ολέθριο ρόλο στην νεότερη ελληνική ιστορία.
Η απελευθέρωση ελληνικών εδαφών, ως αίτημα των παλαιών αστών δημοκρατών, βασιζόταν στο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα, η δημιουργία τώρα της «Μεγάλης Ελλάδας» βασιζόταν στην συμμετοχή της χώρας σε ιδιαίτερα επικίνδυνα παιχνίδια.

Ο διαμελισμός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας
Στις 18/31 Οκτωβρίου 1918 στο αγκυροβολημένο, στον όρμο του Μούδρου στην Λήμνο, βρετανικό θωρηκτό «Αγαμέμνων» υπεγράφη η συνθήκη ανακωχής μεταξύ των δυνάμεων της «Αντάντ» και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, συνθήκη η οποία ουσιαστικά διαμέλιζε την αυτοκρατορία, ενώ ταυτόχρονα συνιστούσε μεγάλη νίκη της αγγλικής πολιτικής. Τον Ιανουάριο του 1919 ξεκίνησαν στο Παρίσι οι εργασίες της Συνδιάσκεψης Ειρήνης, όπου φθάνει και ο Ελευθέριος Βενιζέλος, προκειμένου να υποστηρίξει τα σχέδια της ελληνικής πολιτικής.
Πριν την άφιξη του στο Παρίσι είχε αποδυθεί, τους δύο προηγούμενους μήνες, σε ένα ατέλειωτο αγώνα δρόμου ανάμεσα στο Λονδίνο και το Παρίσι. Για να στηρίξει το σχέδιό του, ενέκρινε την ελληνική συμμετοχή - μαζί με 13 άλλα κράτη- στην Ουκρανική εκστρατεία εναντίον της σοβιετικής Ρωσίας το 1919.
Τον Απρίλιο του 1919 η Ιταλία χωρίς καμία προειδοποίηση αποβίβασε στρατιωτικές δυνάμεις στην Μικρά Ασία. Στις 25 Απριλίου, με πρόσχημα την προστασία των χριστιανικών πληθυσμών από επικείμενες σφαγές στις οποίες θα προέβαιναν οι Τούρκοι, η συνδιάσκεψη αποφάσισε να επιτρέψει στον ελληνικό στρατό να αποβιβαστεί στην Σμύρνη. Άγγλοι, Γάλλοι και Αμερικανοί αποφάσισαν να γίνει έτσι, σε μια πρώτη επιχείρηση εξουδετέρωσης της Ιταλίας.

Ο ελληνικός στρατός στη Σμύρνη
Στις 2/15 Μαΐου 1919, ο ελληνικός στρατός αποβιβάσθηκε στην Σμύρνη, ξεκινώντας μια επιχείρηση που ήταν ευθύς εξαρχής υπονομευμένη. Με την αποβίβαση σημειώθηκαν τα πρώτα αιματηρά επεισόδια με νεκρούς και τραυματίες.
Στις 5 Μαΐου η ελληνική στρατιωτική διοίκηση δικάζει σε στρατοδικείο τους Έλληνες συλληφθέντες για τα επεισόδια, θα ακολουθήσουν κι άλλα, και σε άλλα μέρη, τα στρατοδικεία θα τιμωρούν υπευθύνους, Έλληνες, Τούρκους ή άλλης εθνικότητας, όμως το σημαντικό είναι άλλο:
Η ελληνική στρατιωτική παρουσία στην Σμύρνη βάφεται με αίμα. Άρα, σύμφωνα με την λογική των «συμμάχων» η ελληνική πλευρά δεν μπορεί να διατηρήσει την τάξη και επιπλέον οι Έλληνες της Μικράς Ασίας παρεξήγησαν την παρουσία του ελληνικού στρατού εκεί.
 Μια διασυμμαχική επιτροπή συστήνεται για να διερευνήσει την κατάσταση και ο Ελευθέριος Βενιζέλος για να ελέγξει τα πράγματα αποστέλλει ως ύπατο αρμοστή στην Σμύρνη, μια εξαιρετικά αμφιλεγόμενη φυσιογνωμία, τον Αριστείδη Στεργιάδη, που κατέστη τελικά ένα από τα πιο μισητά πρόσωπα για τον μικρασιατικό ελληνισμό.
Στις 3 Μαΐου 1919, την επομένη δηλαδή της απόβασης των Ελλήνων στην Σμύρνη, από μια αποβάθρα της Κωνσταντινούπολης σάλπαρε ένα παλιό ατμόπλοιο το «Μπαντίρμα».

Το κεμαλικό κίνημα
Στην πλώρη του όρθιος και συλλογισμένος στεκόταν ένας άνδρας, ονόματι Μουσταφά Κεμάλ, ήταν ο άνθρωπος που λίγα χρόνια αργότερα θα ονομαζόταν Ατατούρκ αφού θα ήταν ο ιδρυτής της νέας Τουρκίας. Τρείς μέρες αργότερα, ο Κεμάλ αποβιβάσθηκε στην Σαμψούντα με σκοπό να κηρύξει αντίσταση εναντίον των Ελλήνων και να ξεκινήσει αγώνα για την ανεξαρτησία της χώρας του.
Το κεμαλικό κίνημα, με τα συνέδρια της Ερζερούμ στις 25 Ιουλίου 1919 και Σίβας στις 7 Σεπτεμβρίου 1919 απέκτησε κεντρικά όργανα και τον Μάρτιο του 1920 σχημάτισε κυβέρνηση στην Άγκυρα. Όλο το 1919 η ένοπλη αντίσταση των Τούρκων φούντωνε, ενώ οι κινήσεις του ελληνικού στρατού ήταν ήδη υπονομευμένες από τους «συμμάχους» με τον εξής τρόπο:
Η απόφαση της Συνδιάσκεψης του 1919 για ανάθεση στην Ελλάδα της προστασίας των χριστιανικών πληθυσμών, μιλούσε μόνο για τήρηση της τάξης, όχι για προσάρτηση εδαφών. Η τήρηση της τάξης, όμως, δεν γινόταν χωρίς την παρουσία του στρατού σε διάφορες περιοχές, άρα η κατοχή επεκτεινόταν, αλλά χωρίς από την άλλη να έχει πραγματικό χαρακτήρα, διότι ως αστυνομική δύναμη ο ελληνικός στρατός επιχειρούσε μόνο με την άδεια των Άγγλων. Αυτή την τραγική διαπίστωση θα γράψει και ο στρατηγός Κωνσταντίνος Νίδερ, ότι, δηλαδή, οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις δεν είχαν ελευθερία κίνησης και δράσης.

Η συνθήκη των Σεβρών
Στις 10 Αυγούστου 1920 οι δυνάμεις της «Αντάντ» οδήγησαν το «φάντασμα» της Κωνσταντινούπολης, τον Σουλτάνο, στην υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών, ένα «τεχνικά» διπλωματικό αριστούργημα που δημιουργούσε αυτό που πέρασε στην Ιστορία, ως η «Ελλάς των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών», καθώς: Η Σμύρνη και το βιλαέτι του Αϊδινίου θα διοικούνταν για πέντε χρόνια από ελληνική διοίκηση υπό την ψιλή κυριαρχία του Σουλτάνου, ενώ η οριστική τους τύχη θα καθοριζόταν μετά από δημοψήφισμα των κατοίκων της περιοχής. Η Ανατολική Θράκη ως την γραμμή της Τσατάλτζας ενσωματωνόταν στην ελληνική επικράτεια.
Δίνονταν στην Ελλάδα όλα τα νησιά του Αιγαίου συμπεριλαμβανομένων της Ίμβρου, Τενέδου και Δωδεκανήσων, πλην Ρόδου. Αν, όμως, η Αγγλία παραχωρούσε στην Ελλάδα την Κύπρο, τότε η Ιταλία θα άφηνε ελεύθερο τον πληθυσμό της Ρόδου να αποφασίσει με δημοψήφισμα την τύχη του. Το δημοψήφισμα δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί πριν το 1935.
Η Συνθήκη των Σεβρών, ήταν τόσο εύθραυστη όσο και οι ομώνυμες πορσελάνες του παρισινού προαστίου και για να εφαρμοστεί προϋπέθετε την αποδοχή της από τους λαούς της Τουρκίας και της Εγγύς Ανατολής και την εξάλειψη των αντιθέσεων στην περιοχή. Οι ίδιοι που την υπέγραψαν την κατήγγειλαν την επόμενη στιγμή. Για την Ελλάδα, όμως, σήμαινε θανάσιμη πάλη με την Τουρκία για την εφαρμογή της.
Το καταθλιπτικό αδιέξοδο στο οποίο είχε μπει η χώρα μας άγγιξε και την κορυφή της πολιτικής ηγεσίας. Κατά την επιστροφή του στην Ελλάδα, ο Ελευθέριος Βενιζέλος δέχθηκε δολοφονική επίθεση στον σιδηροδρομικό σταθμό Γκάρ ντε Λυόν, στο Παρίσι από δύο φανατικούς βασιλόφρονες απότακτους αξιωματικούς, τον Τσερέπη και τον Κυριάκη. Μαινόμενα πλήθη βενιζελικών ξεχύθηκαν στους δρόμους της πρωτεύουσας. Την μέρα εκείνη, ένα ανεξίτηλο στίγμα σημάδεψε την βενιζελική παράταξη.


Η ήττα του Βενιζέλου
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος έχασε τις εκλογές του 1920 - δεν εξελέγη ούτε ο ίδιος βουλευτής - ενώ πλανάται το ερώτημα γιατί οδήγησε την χώρα σε εκλογές. Είναι γνωστό ότι ο Ελευθέριος Βενιζέλος βρισκόταν σε ανοιχτή γραμμή με τους Άγγλους και ανακύπτει το επιπλέον ερώτημα γιατί δεν τον απέτρεψαν από αυτό το βήμα. 
Η πραγματικότητα είναι ότι οι Άγγλοι επεδίωκαν να χάσει ο Βενιζέλος τις εκλογές, γιατί εξίσου με το αγγλικό διατηρούσε ισχυρούς δεσμούς και με το γαλλικό κεφάλαιο και η στροφή του προς αυτό ήταν ανά πάσα στιγμή ενδεχόμενη.
Από την άλλη οι βασιλικοί αν και φιλογερμανοί δεν σήμαινε ότι ήταν εναντίον των Άγγλων, οι οποίοι μέσω του ναυάρχου Κάρρ διατηρούσαν επαφές με τον εξόριστο στην Ελβετία Κωνσταντίνο. Στις εκλογές ηττήθηκαν οι βενιζελικοί, όμως ο ελληνικός λαός ψήφισε τους αντιβενιζελικούς για την φιλειρηνική δημαγωγία τους.
Δημαγωγία γιατί αμέσως μόλις ανέβηκαν στην κυβέρνηση δήλωσαν πως ο πόλεμος θα συνεχιστεί. Πρωθυπουργός υπεδείχθη από την βασιλική παράταξη ο Δημήτριος Ράλλης. Στις 19 Δεκεμβρίου 1920, ο Κωνσταντίνος μετά από δημοψήφισμα επέστρεψε στην Ελλάδα. Στις 22 Δεκεμβρίου, οι Αγγλία, Γαλλία και Ιταλία ανακοίνωσαν στον πρωθυπουργό Δημήτριο Ράλλη ότι αν ο Κωνσταντίνος ανέβαινε στον θρόνο, θα διέκοπταν κάθε οικονομική ενίσχυση στην Ελλάδα.
Ταυτόχρονα η Αγγλία αντιλαμβανόταν ότι τώρα η Ελλάδα θα γινόταν λόγω ανάγκης τυφλό όργανο της. Έτσι αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τον ελληνικό στρατό, ως όργανο για να πιέσει την Τουρκία - τον Κεμάλ δηλαδή που αντιδρούσε - να συγκατατεθεί στις παραχωρήσεις που της ζητούσε. Στις 29 Ιανουαρίου 1921 συνήλθε Σύσκεψη Κορυφής των Συμμάχων στο Παρίσι με αντικείμενο ανάμεσα στ’ άλλα και την Συνθήκη των Σεβρών.
Η κυβέρνηση Ράλλη παραιτήθηκε και πρωθυπουργός ανέλαβε ο Νικόλαος Καλογερόπουλους με υπουργό Άμυνας τον Δημήτριο Γούναρη. Σε νέα σύσκεψη στις 21 Φεβρουαρίου στο Λονδίνο εκλήθη και κεμαλικός αντιπρόσωπος. Στην συνδιάσκεψη αυτή εκδηλώθηκαν όλες οι αντιθέσεις της «Αντάντ».
Οι Γάλλοι άρχισαν μυστικές συνομιλίες με τους Κεμαλικούς. Η Αγγλία αντέδρασε με την πρόκληση νέας επίθεσης του ελληνικού στρατού. Ο αντιπρόσωπος των κεμαλικών Μπεκίρ Σάμη μπέη υπέγραψε ξεχωριστή συμφωνία με Γάλλους και Ιταλούς, ενώ διαπραγματεύθηκε με τους Άγγλους την συμμετοχή της κεμαλικής Τουρκίας στην επέμβαση εναντίον της Σοβιετικής Ρωσίας.
Η απόπειρα χρησιμοποίησης του κεμαλικού στρατού για την κατάληψη Γεωργίας και Αρμενίας απέτυχαν. Ο Κεμάλ ακύρωσε όλες αυτές τις υπογραφές και ανάγκασε τον Μπεκίρ Σάμη μπέη να παραιτηθεί από υπουργός Εξωτερικών.

Η εαρινή επίθεση του ελληνικού στρατού 
Στις 23 Μαρτίου 1921, άρχισε η εαρινή επίθεση του ελληνικού στρατού που δεν κατάφερε να διαλύσει τις εχθρικές δυνάμεις, ούτε να αποκόψει τις σιδηροδρομικές επικοινωνίες τους.
Στις 4 Απριλίου 1921, μετά την αποτυχία της επίθεσης, παραιτήθηκε ο Καλογερόπουλος. Πρωθυπουργός στις 8 Απριλίου έγινε ο Δημήτριος Γούναρης. Απέρριψε τόσο την εγκατάλειψη μετά από διαπραγματεύσεις της Μικράς Ασίας με αντάλλαγμα την Ανατολική Θράκη, όσο και την αναδίπλωση του στρατού γύρω από την Σμύρνη. Ζήτησε από τον ελληνικό λαό πανστρατιά. Εκλήθησαν οι κλάσεις 1904, 1905, 1912, 1913, 1914, 1915. Η Ελλάδα των 4,5 εκατομμυρίων ψυχών έφθασε στα όρια της: παρέταξε 225.000 άνδρες.
Η οικονομική θέση των λαϊκών μαζών χειροτέρευε συνεχώς. Οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις οξύνονταν μέσω αμοιβαίων ανταλλαγών στην Ευρώπη και την Εγγύς Ανατολή και επειδή ήταν αγεφύρωτες, οι ξένες δυνάμεις αυτοανακηρύχθηκαν «ουδέτερες» και μετέτρεψαν πλέον την διαμάχη σε καθαρά ελληνοτουρκική, κρατώντας για τον εαυτό τους τον ρόλο του μεσολαβητή.
Στις 29 Ιουνίου/12 Ιουλίου 1921 άρχισε η θερινή επίθεση. Στις 5/18 Ιουλίου, τα ελληνικά στρατεύματα κατέλαβαν την Κιουτάχεια και βαδίζουν προς το Δορύλαιο (Εσκί Σεχίρ) τον πιο σημαντικό σιδηροδρομικό κόμβο των Τούρκων. Ο Κεμάλ διατάσσει υποχωρητικό ελιγμό σε βάθος 300 χιλιομέτρων ως τον ποταμό Σαγγάριο. Στους Έλληνες έμεινε η ψευδαίσθηση μιας οριστικής νίκης.
Ο ενθουσιασμός έφθασε στο κατακόρυφο, χωρίς να ληφθεί υπόψη ότι οι Τούρκοι υπεχώρησαν συντεταγμένα.

Η μάχη στο Σαγγάριο
Στις 13/26 Ιουλίου πραγματοποιήθηκε στην Κιουτάχεια σύσκεψη του επιτελείου της Στρατιάς υπό τον αρχιστράτηγο Παπούλα. Εκεί και σύμφωνα με το υπόμνημα που συνέταξε η διοίκηση της Στρατιάς αποφασίστηκε η ανάληψη εκστρατείας ως την Άγκυρα. Ο Ιωάννης Μεταξάς ως επιτελικός αξιωματικός διατύπωσε την άποψη ότι «δεν δυνάμεθα να νικήσωμεν».
Την 1/ 14 Αυγούστου 1921, άρχισε η προέλαση του ελληνικού στρατού και στις 6/19 Αυγούστου τμήματα της στρατιάς άρχισαν να περνούν τον ποταμό Σαγγάριο. Μπροστά τους απλωνόταν η κόλαση που ονομαζόταν Αλμυρά Έρημος. Πεινασμένοι, και διψασμένοι, οι έλληνες στρατιώτες ρίχτηκαν με όλες τους τις δυνάμεις σε μια από τις πιο πολύνεκρες μάχες της νεώτερης ιστορίας μας.
Στις 29 Αυγούστου/11 Σεπτεμβρίου η Στρατιά αποφάσισε να σταματήσει τον αγώνα. Στις 31 Αυγούστου με το παλαιό ημερολόγιο, ο ελληνικός στρατός ξαναπέρασε τον Σαγγάριο. 23.520 άνδρες έπεσαν για να καταστραφούν 134 χιλιόμετρα σιδηροδρομική γραμμή. Ο Γούναρης φεύγει ως επαίτης διπλωματικών και οικονομικών δανείων στην Ευρώπη.
Παντού οι Σύμμαχοι του ζητούν να υποχωρήσει. Επί πέντε μήνες περιπλανάται εκλιπαρώντας και επιστρέφει με άδεια χέρια. Στις 29 Απριλίου 1922 παραιτείται. Ο Κωνσταντίνος αναθέτει την εντολή στον Νικόλαο Στράτο. Στις 3/16 Μαΐου, η κυβέρνηση καταψηφίζεται. Στις 4/17 Μαΐου οι αντιμαχόμενες αντιβενιζελικές παρατάξεις Γούναρη - Στράτου συνεργάζονται με πρωθυπουργό τον Πρωτοπαπαδάκη.
Ο αρχιστράτηγος Αναστάσιος Παπούλας παραιτήθηκε και στην θέση του ορίστηκε ο Γεώργιος Χατζανέστης.

Η διάσκεψη των Παρισίων
Εν τω μεταξύ, στην Μικρά Ασία, οι Έλληνες της Σμύρνης, με πρωτοστάτη τον μητροπολίτη Χρυσόστομο και σε συνεννόηση με τους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης, ίδρυσαν την «Εθνική Άμυνα» ανακηρύσσοντας την Σμύρνη και την γύρω περιοχή αυτόνομη επικράτεια, αδέσμευτη από οποιοδήποτε άλλο κράτος.
Η διάσκεψη των υπουργών Εξωτερικών της Αγγλίας, Γαλλίας και Ιταλίας στο Παρίσι στις 22 Μαρτίου 1922 πρότειναν τρίμηνη ανακωχή σε Ελλάδα και Τουρκία. Η ελληνική κυβέρνηση τη δέχθηκε, ενώ οι Τούρκοι έθεσαν τον όρο μέσα σε τρείς μήνες ο ελληνικός στρατός να έχει εγκαταλείψει την Μικρά Ασία. Η διάσκεψη επίσης πρότεινε και νέα συνθήκη ειρήνης με την Τουρκία με προτάσεις που από την μια επιχειρούσαν να επαναφέρουν την αποικιοκρατία στην Τουρκία, ενώ ταυτόχρονα ήταν και εις βάρος των ελληνικών συμφερόντων.
Απορρίφθηκαν και από τους δύο. Ο μόνος δρόμος για την επίλυση του προβλήματος ήταν τα όπλα. Την νύχτα της 12ης/25ης προς 13η/26η Αυγούστου 1922 εκδηλώθηκε η τουρκική επίθεση. Στις 17/30 Αυγούστου και ενώ ο Χατζανέστης βρισκόταν 420 χιλιόμετρα μακριά από τον ελληνικό στρατό και διάβαζε χάρτες, ο Κεμάλ βρισκόταν 6 χιλιόμετρα από το πεδίο της μάχης.
Το πεδίο της μάχης αυτής ήταν το Αληβεράν. Εκεί έπεσε η ματωμένη αυλαία της μικρασιατικής εκστρατείας.

Η καταστροφή της Σμύρνης
Στις 27 Αυγούστου/9 Σεπτεμβρίου, στις 11 το πρωί έμπαινε στην Σμύρνη ο μονόφθαλμος επικεφαλής των ατάκτων Μπεχλιβάν. Στις 28 Αυγούστου/10 Σεπτεμβρίου ο τουρκικός όχλος λυντσάρισε τον μητροπολίτη Χρυσόστομο. Η μεγάλη σφαγή του πληθυσμού άρχισε από την αρμένικη συνοικία.
Στις 31 Αυγούστου/13 Σεπτεμβρίου ξημέρωσε η τελευταία μέρα της μαρτυρικής Σμύρνης. Κατά τις 12 το μεσημέρι φάνηκαν οι πρώτες φωτιές. Η προκυμαία, το περίφημο "Και", πλημμύρισε από κόσμο που προσπαθούσε να σωθεί, πηδώντας στην θάλασσα και προσπαθώντας ν’ ανέβει σε κάποιο από τα «συμμαχικά»πολεμικά που αδιάφορα παρακολουθούσαν την πολιτεία να καίγεται.
Τα πληρώματα τους έσπρωχναν τους Έλληνες και τους έριχναν στην θάλασσα. Με τελευταία εικόνα στα μάτια τους τις φλόγες της Σμύρνης, οι Έλληνες της Μικράς Ασίας έπαιρναν τον δρόμο της πικρής προσφυγιάς. Η κυβέρνηση παραιτήθηκε και πρωθυπουργός ανέλαβε ο Νικόλαος Τριανταφυλλάκος.

Η Συνθήκη της Λωζάνης
Στις 24 Σεπτεμβρίου, ένα μικροσκοπικό αεροπλάνο, που σκόρπιζε προκηρύξεις πάνω από την πρωτεύουσα, ενημέρωνε τους Αθηναίους ότι στην Μυτιλήνη και την Χίο, όπου είχε συγκεντρωθεί ο στρατός της Μικράς Ασίας, είχε ξεσπάσει κίνημα. Επικεφαλής της «Επαναστατικής Επιτροπής» ήταν οι συνταγματάρχης Νικόλαος Πλαστήρας και Στυλιανός Γονατάς.
Στις 27 Σεπτεμβρίου 1922, παραιτήθηκε ο Κωνσταντίνος και μαζί με την βασιλική οικογένεια έφυγε για την Ιταλία. Στον θρόνο ανέβηκε ο διάδοχος Γεώργιος Β’. Στις 28 Σεπτεμβρίου, η «Επαναστατική Επιτροπή» ανέλαβε την εξουσία και σχηματίστηκε κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Κροκιδά. Στις 11 Οκτωβρίου 1922 με την Συνθήκη των Μουδανιών, υπογράφεται ανακωχή μεταξύ της Αγγλίας, Γαλλίας, Ιταλίας, Ελλάδας και Τουρκίας.
Η Ελλάδα υποχρεώνεται να εκκενώσει την Ανατολική Θράκη μέχρι τον Έβρο και το τρίγωνο Καραγάτς που παραδόθηκαν στην Τουρκία. Στις 20 Νοεμβρίου 1922 άρχισαν στην Λωζάννη οι εργασίες της διεθνούς διάσκεψης για την Εγγύς Ανατολή, η οποία τελείωσε στις 24 Ιουλίου 1923 με την υπογραφή του συμφώνου ειρήνης που κατοχύρωνε την νίκη της Τουρκίας και ανέτρεπε την Συνθήκη των Σεβρών.
Στις 27 Νοεμβρίου 1922 παραιτήθηκε η κυβέρνηση Κροκιδά και σχηματίστηκε άλλη με πρωθυπουργό τον Γονατά. Η «απονομή δικαιοσύνης» Η «Επαναστατική Επιτροπή» αυτοδιαλύθηκε και ο Πλαστήρας ανακηρύχθηκε «αρχηγός της επαναστάσεως». Τα περισσότερα στελέχη της κυβέρνησης Γούναρη και ο ίδιος ο Γούναρης είχαν συλληφθεί και κρατούνταν στην Αστυνομική Διεύθυνση Αθηνών.
Η διαδικασία «απονομής δικαιοσύνης» δεν είχε καθοριστεί αφού υπήρχαν διαφορετικές απόψεις ως προς τις κινήσεις που έπρεπε να γίνουν. Η μετριοπαθής μερίδα ζητούσε προσαγωγή σε δίκη των υπευθύνων ενώ η σκληροπυρηνική (Παπαναστασίου, Πάγκαλος, Οθωναίος) την άμεση εκτέλεσή τους.
Επιπλέον υπήρχε η πίεση των ξένων δυνάμεων που ζητούσαν δίκη χωρίς συνοπτικές διαδικασίες. Στις 9 Οκτωβρίου ογκώδης διαδήλωση 100.000 πολιτών στην πλατεία Συντάγματος στην Αθήνα απαίτησε την άμεση εκτέλεση των υπευθύνων.
Στις 12 Οκτωβρίου εκδόθηκε και το διάταγμα περι συστάσεως και λειτουργίας εκτάκτου στρατοδικείου προς εκδίκασιν των κατά των υπαιτίων της εθνικής καταστροφής κατηγοριών. Πρόεδροι της ανακριτικής επιτροπής και του έκτακτου στρατοδικείου ανέλαβαν οι υποστράτηγοι Θεόδωρος Πάγκαλος και Αλέξανδρος Οθωναίος αντίστοιχα αφού είχαν λάβει σαφείς διαβεβαιώσεις από τον Πλαστήρα ότι θα εκτελεστεί οιαδήποτε απόφαση του στρατοδικείου. Βοηθοί του Πάγκαλου ορίστηκαν οι συνταγματάρχες Ι. Καλογεράς και Χ. Λούφας.
Για τους σκοπούς της ανακρίσεως οι κατηγορούμενοι μεταφέρθηκαν από την Αστυνομική διεύθυνση Αθηνών στις φυλακές Αβέρωφ. Σύμφωνα με την έκθεση της Ανακριτικής Επιτροπής, που υπεγράφη στις 24 Οκτωβρίου αλλά δημοσιεύθηκε στον τύπο στις 26 Οκτωβρίου, παραπέμπονταν σε δίκη με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας οι:
Δημήτριος Γούναρης, αρχηγός του Λαϊκού Κόμματος και πρωθυπουργός την περίοδο 1921 - 1922
Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης, υπουργός οικονομικών στις κυβερνήσεις Γούναρη και πρωθυπουργός το 1922
Νικόλαος Στράτος, πρωθυπουργός το 1922 (για μερικές ημέρες μόνον) και υπουργός Εσωτερικών το 1922
Γεώργιος Μπαλτατζής, υπουργός εξωτερικών στις κυβερνήσεις Γούναρη και Πρωτοπαπαδάκη
Νικόλαος Θεοτόκης, υπουργός στρατιωτικών στις κυβερνήσεις Γούναρη και Πρωτοπαπαδάκη
Γεώργιος Χατζανέστης, διοικητής της στρατιάς της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης
Μιχαήλ Γούδας, υποναύαρχος ε.α. και υπουργός στις κυβερνήσεις Γούναρη και Πρωτοπαπαδάκη
Ξενοφών Στρατηγός, υποστράτηγος ε.α. και υπουργός στις κυβερνήσεις Γούναρη και Πρωτοπαπαδάκη.
Το κατηγορητήριο, όπως παρατηρεί ο ιστορικός Τάσος Βουρνάς, είχε το χαρακτήρα επαναστατικού εγγράφου και πιθανολογείται ότι συντάχθηκε από τον Γεώργιο Παπανδρέου, πολιτικό σύμβουλο της «επαναστατικής επιτροπής».
Όλων η απολογία ήταν μικρή, πλην του Γούναρη, που παρέδωσε απολογητικό υπόμνημα 67 σελίδων «για να μείνει η δική του θεώρηση των γεγονότων για τις επόμενες γενεές».

Η δίκη των έξη
Στις 31 Οκτωβρίου συνήλθε το έκτακτο στρατοδικείο στο κτίριο της Παλαιάς Βουλής. Πρόεδρος του στρατοδικείου ορίστηκε ο Αλέξανδρος Οθωναίος και μέλη του οι συνταγματάρχες Φλωριάς, Θ. Χαβίνης, Ανδρέας Παναγιωτόπουλος, Μανέττας, ο αντισυνταγματάρχης Μ. Ζωγράφος, ο στρατιωτικός σύμβουλος Τσερούλης, ο πλοίαρχος Γιαννικώντας, οι αντιπλοίαρχοι Κ. Φραγκόπουλος, Γ. Σκανδάλης, οι ταγματάρχες Γραββάνης, Βαμβακόπουλος, Λεωνίδας Κανάρης και οι λοχαγοί Κατσαράκης και Βύρων Καραπαναγιώτης. Επαναστατικοί επίτροποι διορίστηκαν ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Α. Γεωργιάδης, οι συνταγματάρχες Ζουρίδης και Νεόκοσμος Γρηγοριάδης και γραμματέας του δικαστηρίου ο Ιωάννης Πεπονής.
Συνήγοροι υπεράσπισης ήταν οι Αναστάσιος Παπαληγούρας, Σ. Σωτηριάδης, Νοταράς, Δουκάκης, Οικονομίδης, Ρωμανός και Τσουκαλάς. Επίσημος σκιτσογράφος της δίκης ήταν ο Περικλής Βυζάντιος. Η διαδικασία ξεκίνησε με την κατάθεση των δώδεκα μαρτύρων κατηγορίας μεταξύ των οποίων ήταν οι Αναστάσιος Παπούλας, αντιστράτηγος ε.α., Μ. Πάσσαρης, συνταγματάρχης, Π. Σουμίλας, υποστράτηγος, Γ. Σπυρίδωνος, συνταγματάρχης, Μιλτιάδης Κοιμήσης, αντισυνταγματάρχης, Θεόδωρος Σκυλακάκης, ταγματάρχης και υπασπιστής του Πάγκαλου, Κ. Κανελλόπουλος, λοχαγός, Λ. Σπαής, λοχαγός, Αναστάσιος Βενετσανόπουλος, διευθυντής επιμελητείας του υπουργείου στρατιωτικών, Γεώργιος Δημητρίου Ράλλης, ο οποίος διαφώνησε με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας, Φωκίων Νέγρης, βενιζελικός πολιτικός και Κωνσταντίνος Ρέντης, διπλωματικός υπάλληλος και μετέπειτα υπουργός.
Μεταξύ των μαρτύρων υπεράσπισης ήταν οι Ραγκαβής, συνταγματάρχης, Παναγάκος, ταγματάρχης, Κωνσταντίνος Ζαβιτσάνος, ο οποίος μάλιστα αμφισβήτησε το ποινικό μέρος του κατηγορητηρίου. Η απόφαση του εκτάκτου στρατοδικείου ήταν μάλλον αναμενόμενη.
Παρ' ολα αυτά η Μεγάλη Βρετανία καθώς και μερικοί μετριοπαθείς κύκλοι στρατιωτικών και πολιτικών πίεζαν προκειμένου να μην πραγματοποιηθούν εκτελέσεις. Διά μέσου του πρεσβευτή τους Lindley, η Βρετανία ασκούσε πιέσεις στην ελληνική κυβέρνηση απειλώντας τους με κυρώσεις.
Αξίζει να σημειωθεί οτι εκείνη την εποχή πρωθυπουργός της Βρετανίας ήταν ο Άντριου Μπόναρ Λω, ο πρώτος ξάδερφος του οποίου, αντιβασιλέας των Ινδιών, είχε παντρευτεί την αδελφή του Γεώργιου Χατζανέστη. Αντίθετα με όλους αυτούς ο Βασιλιάς Γεώργιος Β΄ αδιαφόρησε για τους κατηγορουμένους με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί χάσμα μεταξύ των βασιλικών.
Ο Ιωάννης Μεταξάς με γραπτή επιστολή του, και κατόπιν συγκατάθεσης του πρωθυπουργού Κροκιδά, ζητά από το υπουργικό συμβούλιο να δοθεί το δικαίωμα της έφεσης στους κατηγορουμένους. Η επαναστατική επιτροπή όμως την απέρριψε. Ο υπουργός εξωτερικών Νικόλαος Πολίτης, λίγες μέρες πριν την ανακοίνωση της απόφασης, στις 10 Νοεμβρίου παραιτείται κάτω από το βάρος των ασκούμενων πιέσεων.
Την παραίτησή του ακολουθεί ολόκληρη η κυβέρνηση Κροκιδά. Τέσσερις μέρες αργότερα σχηματίζεται κυβέρνηση υπό τον Γονατά.

Η απόφαση της δίκης
Στις 7.15 π.μ.της 15ης Νοεμβρίου, ο στρατηγός Αλέξανδρος Οθωναίος διάβασε την τελική ετυμηγορία του δικαστηρίου: «Εν ονόματι του Βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου Β' το Έκτακτον Στρατοδικείον συσκεφθέν κατα νόμον, κηρύσσει παμψηφεί τους μεν Γεώργιον Χατζανέστην, Δημήτριον Γούναρην, Νικόλαον Στράτον, Πέτρον Πρωτοπαπαδάκην, Γεώργιον Μπαλτατζήν και Νικόλαον Θεοτόκην εις την ποινήν του Θανάτου.
Τους δε Μιχαήλ Γούδαν και Ξενοφώντα Στρατηγόν εις την ποινήν των ισοβίων δεσμών. Διατάσσει την στρατιωτικήν καθαίρεσιν των Γεωργίου Χατζανέστη, αρχιστρατήγου, Ξενοφώντος Στρατηγού, υποστρατήγου και Μιχαήλ Γούδα, υποναυάρχου και επιβάλλει αυτούς τα έξοδα και τέλη.
Επιδικάζει παμψηφεί χρηματικήν αποζημίωσιν υπερ του Δημοσίου κατα του Δ. Γούναρη δραχμών 200 χιλιάδων, Ν. Στράτου δραχμών 335 χιλιάδων, Γ. Μπαλτατζή και Ν. Θεοτόκη δραχμών 1 εκατομμυρίου και Μ. Γούδα δραχμών 200 χιλιάδων. Εγκρίθη, απεφασίσθη και εδημοσιεύσθη εν Αθήναις τη 15η Νοεμβρίου 1922». Τα ξημερώματα ο υπουργός στρατιωτικών Πάγκαλος επισκέφθηκε τον Πλαστήρα ζητώντας του την επίσπευση των εκτελέσεων.
Και αυτό γιατί ο πλοίαρχος Τάλμποτ με αντιτορπιλικό είχε αποπλεύσει από τη Γένοβα για τον Πειραιά με σκοπό την παράδοση βρετανικού τελεσίγραφου του υπουργού εξωτερικών με το οποίο ζητούσε από την ελληνική πλευρά την πλήρη συμμόρφωση στις υποδείξεις του ξεκαθαρίζοντας οτι σε περίπτωση εκτέλεσης των κατηγορουμένων η Βρετανία θα άφηνε ανυπεράσπιστη την Ελλάδα στις διαπραγματεύσεις της Λωζάννης και δεν θα τους παραχωρούσε δάνειο.
Η άφιξη του αναμενόταν από ώρα σε ώρα. Στις 9 π.μ. στις φυλακές Αβέρωφ ανακοινώθηκε από τον επαναστατικό επίτροπο Γρηγοριάδη η απόφαση του δικαστηρίου στους κατηγορουμένους. Κανένας δεν αιφνιδιάστηκε πλην του Χατζανέστη.
Στους μελλοθάνατους δόθηκε προθεσμία δύο ωρών προκειμένου να αποχαιρετίσουν συγγενείς και φίλους. Στις 10.30 οδηγήθηκαν στο Γουδί για να εκτελεστούν. Πριν την εκτέλεση προηγήθηκε η καθαίρεση του Χατζανέστη από κατώτερους αξιωματικούς. Ο ίδιος τότε δήλωσε οτι η μόνη του ντροπή ήταν το ότι υπήρξε αρχιστράτηγος φυγάδων. Φρούραρχος της εκτέλεσης ήταν ο μάρτυρας κατηγορίας, ταγματάρχης Σπαής.
Κανένας δεν θέλησε να του δέσουν τα μάτια. Τα πτώματά των μεταφέρθηκαν υπό δρακόντεια μέτρα ασφαλείας στο Α΄ νεκροταφείο Αθηνών για να ενταφιαστούν με συνοπτικές διαδικασίες.
Ο Δημήτριος Γούναρης (τρίτος εκ δεξιών), ο στρατηγός Παπούλας (στο κέντρο), ο υπουργός Στρατιωτικών Νικ. Θεοτόκης (με την κάσκα) και δίπλα του ο διάδοχος
Διεθνείς αντιδράσεις
Η εκτέλεση των πολιτικών δημιούργησε διεθνείς αντιδράσεις. Η Ιταλία ζήτησε από τον πρέσβη της να διακόψει τις επαφές με την ελληνική κυβέρνηση, οι ΗΠΑ εξέφρασαν την απογοήτευσή τους για την εκτέλεση των έξι, η οποία θα δυσκόλευε την συνέχιση της οικονομικής αρωγής στην Ελλάδα, η Σουηδική και Βελγική κυβέρνηση εξέφρασαν την βαθιά αγανάκτησή τους ενώ η Βρετανία διέταξε την διακοπή των διμερών σχέσεων με παράλληλη ανάκληση του πρεσβευτή της.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος κράτησε αμφιλεγόμενη στάση, ενώ στις 12 Νοεμβρίου 1922 στις επίμονες πιέσεις του Βρετανού πρέσβη δήλωσε οτι «αι συστάσεις του αποτελούν παρέμβασιν εις τας εσωτερικάς υποθέσεις της Ελλάδας και οτι η παραδειγματική τιμωρία των κατηγορουμένων αποτελεί ρητήν απαίτησιν της κοινής γνώμης».
Ευρισκόμενος στο εξωτερικό, ο Βενιζέλος και έχοντας αναλάβει όλο το βάρος των διαπραγματεύσεων, έστειλε τηλεγράφημα στον υπουργό εξωτερικών αναφέροντας «εκτελέσεις περιορισθούν εν περιπτώσει καταδίκης εις μόνους διατελέσαντες πρωθυπουργούς και αρχηγόν στρατού».
Δηλαδή πρότεινε να εκτελεστούν οι διατελέσαντες πρωθυπουργοί Δημήτριος Γούναρης, Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης, Νικόλαος Στράτος και ο αρχηγός του στρατού Γεώργιος Χατζανέστης. Παρ' όλα αυτά σε επιστολή του προς τον Παναγή Τσαλδάρη το 1929 ο Βενιζέλος φρόντισε να γράψει για όλους τους εκτελεσθέντες:
«Δύναμαι να βεβαιώσω υμάς κατά τον πλεόν κατηγορηματικόν τρόπον οτι ουδείς εκ των πολιτικών αρχηγών της Δημοκρατικής παρατάξεως θεωρεί οτι οι ηγέται της πολιτικής, ήτις εφηρμόσθη μετά το 1920, δύναται να κατηγορηθούν δια πράξιν προδοσίας της Πατρίδος ή ότι εν γνώσει ωδήγησαν τον τόπον εις την Μικρασιατική καταστροφή».
Η δίκη των Έξι χαρακτηρίστηκε από τους περισσοτέρους ιστορικούς ως αναγκαία πολιτική κίνηση. Ο ιστορικός Τάσος Βουρνάς θεωρεί ότι η κατηγορία της ενσυνείδητης προδοσίας δεν μπορεί να ευσταθήσει. Ο Θεόδωρος Πάγκαλος είπε ότι υπήρξαν μοιραία και αναγκαία θύματα εις τον βωμόν της Πατρίδος. Και ο ίδιος ο Νικόλαος Πλαστήρας φέρεται να μετάνιωσε αργότερα σύμφωνα με μαρτυρία φίλου του.
Ο Βρετανός πρέσβης Λίντλη χαρακτήρισε την δίκη των έξι αληθινή φάρσα ενώ ο Ολλανδός ομόλογός του ένα είδος θεατρικής παράστασης. Ο ιστορικός Γιάννης Κορδάτος είχε πει χαρακτηριστικά ότι έπρεπε να εκτελεστούν όχι απλώς 6, αλλά 1006 εκπρόσωποι της αστικής τάξης. Ο ιστορικός Θάνος Βερέμης υποστηρίζει στο έργο του «Οι επεμβάσεις του στρατού στην ελληνική πολιτική» οτι η δίκη των Έξι εντασσόταν στις προσπάθειες των στρατιωτικών κύκλων να μετακυλίσουν αλλού τις ευθύνες της καταστροφής, ενώ ο Γεώργιος Ζορμπάς, επίτιμος αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου και πρόεδρος της Αρχής Καταπολέμησης Βρώμικου Χρήματος αναφερόμενος στο νομικό πλαίσιο της δίκης είπε:
«Το στρατοδικείο και η ενώπιον αυτού διαδικασία καταπάτησε στοιχειώδη υπερασπιστικά δικαιώματα των κατηγορουμένων». Το 1933 εντοιχίστηκε μαρμάρινη πλάκα στην είσοδο του υπουργείου Δικαιοσύνης με τα ονόματα των εκτελεσθέντων, ενώ στον τόπο εκτελέσεως στο Γουδί κατασκευάστηκε η εκκλησία της Αναστάσεως.
Το 2008 ο Μιχαήλ Πρωτοπαπαδάκης, εγγονός του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη προσέφυγε στον Άρειο Πάγο ζητώντας την ακύρωση της απόφασης του στρατοδικείου με το αιτιολογικό της ύπαρξης νέων στοιχείων. Το ποινικό τμήμα του Αρείου Πάγου (3 προς 2) δέχθηκε τους ισχυρισμούς του και παρέπεμψε το θέμα στην Ολομέλεια για την οριστική απόφαση.
Το Δεκέμβριο του 2009 η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου τάχθηκε υπέρ της επανάληψης της «δίκης των έξι», σε διάσκεψη κεκλεισμένων των θυρών, κάνοντας δεκτή εισήγηση του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Αθανασίου Κονταξή.
Τον Οκτώβριο του 2010 το ανώτατο δικαστήριο έκρινε αθώους τους καταδικασθέντες, κάνοντας δεκτή την αίτηση του Μιχάλη Πρωτοπαπαδάκη.

Ενδεικτική Βιβλιογραφία

1. Η Δίκη των Εξ στην Βικιπαιδεία
2. Περιοδικό Ιστορία, εκδοτικός οργανισμός Πάπυρος, τεύχος 462, Δεκέμβριος 2006, άρθρο του διεθνολόγου Ιωάννη Παπαφλωράτου
3. Ε΄ Ιστορικά, ειδική έκδοση εφημερίδας "Ελευθεροτυπία", τεύχος 6, Αθήνα, 25 Νοεμβρίου 1999 (με σειρά άρθρων) 4. Τάσος Βουρνάς, Ιστορία της Νεώτερης και σύγχρονης Ελλάδας, τόμος Β΄.
5. Χρήστος Μούλιας, Ιστορικά Σημειώματα, τόμος Α΄, σελ.252, εκδόσεις περί τεχνών, Πάτρα 2007
6. Η δίκη των Έξι, αφιέρωμα της ιστοσελίδας www.sansimera.gr
7. Στο ακροατήριο η δίκη των Έξι, άρθρο της Έφης Μαρίνου στην εφημερίδα "Ελευθεροτυπία"
8. Η Ολομέλεια θα κρίνει, άρθρο της εφημερίδας "Ριζοσπάστης" 26/6/2009
9. "«Την επανάληψη της «δίκης των 6» του 1922 αποφάσισε ο Άρειος Πάγος»" Ιστότοπος in.gr (Newsroom ΔΟΛ, με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ). 20 Δεκεμβρίου 2009.
10. "Αθώοι οι καταδικασθέντες της «Δίκης των Έξι» του 1922, αποφαίνεται ο Άρειος Πάγος" (στα Ελληνικά). Ιστότοπος in.gr (Newsroom ΔΟΛ, με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ). 20 Οκτωβρίου 2010.
11. Το ΚΚΕ- Επίσημα Κείμενα 1ος Τόμος-Σύγχρονη Εποχή
12. Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ-1ος Τόμος-Σύγχρονη Εποχή
13. Σαγγάριος - Από την σειρά Τα Φοβερά Ντοκουμέντα - Εκδόσεις Φυτράκη
14. Νίκος Ψυρούκης: Η Μικρασιατική Καταστροφή-Εκδόσεις Αιγαίον/Κουκκίδα
15. Βασίλης Τζανακάρης - Δακρυσμένη Μικρασία - Εκδόσεις Μεταίχμιο
16. Ριζοσπάστης -30/3/2003 Το τέλος του Α Παγκοσμίου Πολέμου και τα πετρέλαια της Μοσούλης.
17. Ριζοσπάστης -10/8/2003 Η Συνθήκη των Σεβρών.
18. Ριζοσπάστης -18/1/2004 Η ιμπεριαλιστική ειρήνη και ο μεταπολεμικός κόσμος.
19. Ριζοσπάστης -25/5/2008 Μικρασιατική Εκστρατεία και Καταστροφή
20. Ριζοσπάστης -11/10/2001 Η Συνθήκη των Μουδανιών. Γιώργος Μηλιώνης
© 2010 ΑΘΗΝΑΪΚΟ ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΟ ΕΙΔΗΣΕΩΝ - ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΟ






Santeos
 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah