Σάββατο 16 Μαρτίου 2019

Τα δίστιχα της ξενιτιάς

Ο πόνος που δοκιμάζουν για τον αποχωρισμό, τόσο εκείνος που φεύγει στην ξενιτιά, όσο κι εκείνοι που μένουν στην πατρίδα, οι θλίψεις και τα βάσανα στα οποία υποβάλλεται ο ξενιτεμένος προπάντων στα πρώτα βήματα της νέας του ζωής, της εφηβικής, γιατί οι Σανταίοι ξενιτεύονταν 15 χρονών και κάποτε και μικρότεροι
'λοί εμέν μάνα, χα κακόν και χα τυραννισίαν
τα χρόνια 'μ δεκατέσσερα, θα πάγω σην Ρουσίαν.
Η ιδέα ότι η ξενιτειά είναι από τα τρία ανυπέρβλητα που έκανε ο Θεός:
Ποίκες τον ουρανόν ψηλα κ' εκεί σκάλα 'κι πάει.
Ποίκες την θάλασσαν πλατύν κ' εκεί γεφύρ' ΄κι στέκει.
Ποίκες την ξενιτιάν μακρά κ' εκεί λαλιά 'κι πάει.
Αυτά όλα ενέπνευσαν στο λαό παθητικότατα τραγούδια και πολλά δίστιχα  της ξενιτιάς. Σ' αυτά εκφράζουν τον πόνο τους εκείνοι που μένουν, γιατί αποχωρίζονται προσφιλές πρόσωπο για άγνωστο χρονικό διάστημα τις ανησυχίες τους για την τύχη του:

Θα ξενιτεύνε οι πεκιάρ και κλαίγνε τα κορτσόπα.
Θα ξενιτεύν, οι παντρεμέν και κλαίγνε οι νυφάδες.
Θα ξενιτεύν, μικρόπουλα και κλαίγνε οι μανάδες.
Την αγωνία τους, όσες φορές ο αγαπητός τους τους αφήνει χωρίς ειδήσεις και μάλιστα όταν υποψιαστούν ότι αρρώστησε και είναι ενδεχόμενο να πεθάνει.
Ο ξενιτεμένος εξ άλλου δίνει διέξοδο στη λύπη με τους στίχους  του γιατί:
Αφήνει γέρους, γονείς, γυναίκα, παιδιά, αδέλφια, τους οποίους ο θεός ξέρει αν θα ξαναδεί. Ανησυχεί γιατί θα ριχτεί σε μια ζωή άγνωστη, μόνος και άγνωστος μεταξύ αγνώστων υποχρεωμένος να αντιμετωπίσει όλες τις αντιξοότητες της τύχης και κυρίως της αρρώστιας.
Σην ξενιτιάν αν αρρωσταίντζ, κανείς 'κ εν να τερεί σε,
κανείς πα 'κ έρτ' έμπρια 'σ καικά, για να παρηγορεί σε.
Αν δεν αρρωστήσει, βασανίζεται γιατί είναι ενδεχόμενο να πεθάνει σε ξένη γη και να τον σκεπάσει ξένο χώμα.
Τη ξενιτείας τα νερά πικρά, φαρμακωμένα,
π' ελέπει άτα ψυχομαχεί, που πίνει ατ' αποθάνει.

Σην ξενιτειάν π' αχπάσκεται ναϊλλοί και βάι το χάλν άτ
το σάβανον ατ ας παίρ βάλλ αφκά σο  μαξιλάρν ατ.

Σην ξενιτιάν ο θάνατον τρία φοράς βαρύν εν
και το ταφίν ντο θαφτν' έσε τρία φοράς βαθύν έν.
Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια άλλων δίστιχων:
Αχπάσκουμαι σην ξενιτιάν άμον γαρίψ και ξένος,
καλύτερα, τρυγόνα μου να εμ' αποθαμένος.

Η ξενιτιά κι ο θάνατον τα δύο έναν είναι
εζύγιασα κ' ετέρεσα η ξενιτιά βαρύν έν.
Το ίδιο και το δημοτικό δίστιχο:
Την ξενιτιά, την ορφανιά, την πίκρα, την αγάπη (έρωτα)
τα τέσσερα, τα ζύγιασα, βαρύτερα είν΄τα ξένα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah