Αν
είνας λοχούσα, σίται εσπόγγιζεν, ευρήκνεν ατέν πόνος, έκλωθεν τη φορκαλί το
γουζίν κ’ εντούνεν τρία φοράς την κοιλίαν ατς κι ατότε εκόφκουσον ο πόνος και
το μωρόν έστεκεν ήσυχα απές σην κοιλίαν ατς.
(Αν μια έγκυος, όπως σκούπιζε, την εύρισκε πόνος,
γυρνούσε της σκούπας το χέρι και χτυπούσε τρεις φορές την κοιλιά της και τότε
σταματούσε ο πόνος και το μωρό καθόταν ήσυχα μέσα στην κοιλιά της).
Είνας λοχούσα, όντες κ’ επόρνεν να γεννά, έκαιεν η
μαμή έναν κοντόν μεσοχαμί φορκάλ κ’ εδέβαζεν ατέν τρία φοράς αποπαγκές κι
ατότες το μωρόν εγυροκλώσκουσον τρία φοράς απές σην κοιλίαν ατς κ’ έρχοντουν κ'
έβγαινεν.
(Μια έγκυος, όταν δεν μπορούσε να γεννήσει,
έκαιγε η μαμή ένα μικρό κομμάτι από τη σκούπα το διάβαζε τρεις φορές από πάνω
και τότε το μωρό στριφογύριζε τρεις φορές μέσα στη κοιλιά της και ερχόταν
και έβγαινε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου