Οι γεωγραφικές, κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές
συνθήκες του Πόντου έπαιξαν το δικό τους ρόλο στη διαμόρφωση της κοινωνίας και
οικονομίας της περιοχής στις αρχές του 20ού αιώνα.
Η γεωγραφική απομόνωση μεταξύ των αδιαπέραστων
ποντιακών ορέων και του Ευξείνου Πόντου, ο οριζόντιος και κάθετος διαμελισμός
με πολλούς και ορμητικούς ποταμούς που διασχίζουν κάθετα την περιοχή, από το
εσωτερικό νότια προς τη θάλασσα βόρεια, τα πανύψηλα και αδιαπέραστα όρη
εμποδίζουν την επικοινωνία με το εσωτερικό της Μικράς Ασίας, απομονώνοντας την
περιοχή, που επηρεάζεται κατ’ αυτό τον τρόπο λιγότερο από εξωτερικούς
παράγοντες σε σχέση με τις υπόλοιπες περιοχές του μικρασιατικού χώρου.
Οι Έλληνες άποικοι, κυρίως από τη Μίλητο, που φτάνουν
εδώ από τον 8ο π.Χ. αιώνα, μεταφέροντας την ιδεολογία τους και ιδρύοντας μια
σειρά από εμπορικούς σταθμούς που μετεξελίσσονται σε πόλεις, κυριαρχούν με την
πολιτιστική τους υπεροχή, ενώ με την πάροδο του χρόνου η ελληνική γλώσσα και
θρησκεία καθίστανται βασικά στοιχεία της ιδεολογίας της περιοχής. Οι
γεωγραφικές συνθήκες και η πολιτιστική αυτή υπεροχή συντελούν στην επιβίωση της
ελληνικής ιδεολογίας και στη διατήρησή της διαμέσου των αιώνων.
Τα κρατικά μορφώματα που κατά καιρούς συγκροτούνται
στην περιοχή βοηθούν στην αναπαραγωγή της ελληνικής ιδεολογίας. Από τη
συγκρότηση των πρώτων αποικιών στα παράλια αυτά, μέχρι την άλωση της
Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους, έχουν κατά καιρούς συγκροτηθεί
μορφώματα που λειτουργούν σ’ αυτή την κατεύθυνση, όπως το Βασίλειο του Πόντου
και το απομονωμένο Θέμα της Χαλδίας στο πλαίσιο του Βυζαντινού κράτους.
Η Άλωση του 1204 |
Ταυτόχρονα με την άλωση του Βυζαντίου από τους
Σταυροφόρους ιδρύεται το κατεξοχήν κέντρο παραγωγής ελληνικών ιδεολογικών
μηχανισμών της εποχής, η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας, η οποία, διατηρώντας
ελεύθερο τον ελληνισμό της περιοχής του Πόντου για μια μακρά περίοδο περίπου
δυόμισι αιώνων, είναι ο σημαντικότερος παράγοντας αντίστασής του στους
εξισλαμισμούς και γενικά στην προσπάθεια τουρκοποίησης εκ μέρους των Οθωμανών,
που θα ακολουθήσει.
Η αντίσταση αυτή εκφράζεται τόσο με τη φυγή από
τις πόλεις και την εγκατάσταση σε ορεινούς απομονωμένους οικισμούς, κάτω από
ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες, όσο και με την ανάπτυξη κοινωνικών θεσμών όπως η
οικογένεια, όπου με τη συμβίωση πολλών γενεών κάτω από την ίδια στέγη, την
κυριαρχία του γεροντότερου και πολύπειρου άνδρα, τη σαφή ιεράρχηση των μελών
και το διαχωρισμό των ρόλων αναπτύσσεται και διατηρείται μια συμπαγής κοινωνική
συνοχή διαμέσου των αιώνων.
Οι Έλληνες του Πόντου διαμορφώνουν θεσμούς εκτόνωσης
της τεράστιας καθημερινής πίεσης και χαλάρωσης για την ανανέωση των δυνάμεών
τους. Τα μικρά ή μεγάλα πανηγύρια, η άνοδος κατά τους θερινούς μήνες στα
δροσερά και καταπράσινα οροπέδια, οι γάμοι και γενικά οι πολλές και συνεχείς
ευκαιρίες διασκέδασης δημιουργούν κλίμα αισιοδοξίας και ανανέωσης των δυνάμεων,
για να συνεχιστεί και πάλι ο καθημερινός αγώνας επιβίωσης.
Κυρίως, όμως, η αντίσταση αυτή των Ελλήνων του Πόντου
εκφράζεται με τον Κρυπτοχριστιανισμό. Τεράστιοι αριθμητικά ελληνικοί πληθυσμοί,
προκειμένου να αποφύγουν το θάνατο, προφασίζονται την προσχώρησή τους στο
Ισλάμ, διατηρούν όμως λάθρα τη θρησκεία και γενικά την ταυτότητά τους. Ειδικά
το 17ο και 18ο αιώνα, όπου έχουμε τη δεύτερη φάση των μαζικών εξισλαμισμών
(μετά από αυτή που ακολουθεί την άλωση της Τραπεζούντας), οι Έλληνες στον
ποντιακό χώρο φαίνεται να είναι ελάχιστοι και εμφανίζονται, κυρίως, στους
απρόσιτους ορεινούς οικισμούς της ενδοχώρας κοντά στις τρεις ιστορικές μονές
της περιοχής και στα παράλια.
Αυτός ο κίνδυνος πλήρους αποδιάρθρωσης των ελληνικών
πληθυσμών, που ενισχύεται και από την προσπάθεια διείσδυσης των Δυτικών μέσω
της Καθολικής προπαγάνδας, σε συνδυασμό με τις νέες πολιτικές, οικονομικές και
κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν στον Πόντο κατά το δεύτερο μισό του 17ου
αιώνα - με την είσοδο σε μια μακρά περίοδο παρακμής της Αυτοκρατορίας, την
αλλαγή των παραγωγικών σχέσεων και την ανάδειξη μιας νέας τάξης Ελλήνων εμπόρων
που συσσωρεύει κεφάλαια - συνιστούν τις κύριες προϋποθέσεις ίδρυσης του
Φροντιστηρίου Τραπεζούντας το 1682. Με άλλα λόγια, το Φροντιστήριο ιδρύεται
αφενός για να διατηρήσει και να αναπαραγάγει την ιδεολογία των Ελλήνων και
αφετέρου να στηρίξει την οικονομική και πολιτιστική τους ανάπτυξη. Ιδρύεται
στην Τραπεζούντα, το πολιτικό και πολιτιστικό κέντρο της περιοχής, που ως
τέτοιο ακριβώς δέχεται όλες τις επιδράσεις από τις κατά καιρούς κοινωνικές,
πολιτικές, οικονομικές και πολιτιστικές ανακατατάξεις.
Στους αιώνες της αποδιάρθρωσης των ελληνικών πληθυσμών
μετά την πτώση της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας, καθοριστικό ρόλο στην
επιβίωση αλλά και την ανάπτυξη του ελληνισμού της περιοχή της Χαλδίας, όπου υπάρχουν σημαντικά
κοιτάσματα πολύτιμων μετάλλων. Οι Σουλτάνοι χορηγούν προνόμια στους Έλληνες
μεταλλουργούς για να κάνουν αυτό που γνωρίζουν από τους αρχαίους χρόνους, δηλαδή
την εξόρυξη και επεξεργασία των μετάλλων, ενώ παράλληλα ορίζουν Έλληνες
Αρχιμεταλλουργούς για την οργάνωση και διεύθυνση των μεταλλείων.
Τα δύο αυτά δεδομένα μετατρέπουν την περιοχή σε ισχυρό
μαγνήτη προσέλκυσης τεράστιων αριθμητικά ελληνικών πληθυσμιακών μαζών αλλά και
σε σημαντικό οικονομικό και πολιτιστικό κέντρο. Στις αρχές, όμως, του 19ου
αιώνα, με την αλλαγή των οικονομικών και πολιτικών συνθηκών, με την καταστροφή
του σημαντικότερου μεταλλείου, την πτώση της τιμής των μετάλλων και κυρίως με το
Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1828, που με τη λήξη του αναγκάζει τους ελληνικούς
πληθυσμούς να ακολουθήσουν τον αποχωρούντα ρωσικό στρατό για το φόβο των
αντιποίνων, αρχίζει μια αντίστροφη πορεία για τους Έλληνες της περιοχής.
Η Χαλδία τώρα τροφοδοτεί με ελληνικό αίμα τις
υπόλοιπες περιοχές του Πόντου και της Μικράς Ασίας, και κυρίως του δυτικού
Πόντου. Οι Έλληνες μετακινούνται σε διάφορες περιοχές, οι οποίες έχουν ήδη
τουρκοποιηθεί και απωλέσει τα ιδεολογικά τους στοιχεία, και με το δυναμισμό και
τη δημιουργικότητά τους περιθωριοποιούν τους παλαιούς κατοίκους των περιοχών
αυτών, αναγκάζοντάς τους να μετακινηθούν αλλού και κατ’ αυτό τον τρόπο οι
περιοχές αυτές εξελληνίζονται πλήρως. Ο νέος αυτός ελληνικός αποικισμός, με
μητρόπολη τη Χαλδία, τροφοδοτεί τις περιοχές του Πόντου (και όχι μόνο) με
ρωμαλέο και δυναμικό ελληνικό στοιχείο, διαμορφώνοντας έτσι προϋποθέσεις για
την ανάπτυξη που θα ακολουθήσει.
Οι πολιτικές συνθήκες αλλάζουν κατά τα μέσα του 19ου
αιώνα με τις Μεταρρυθμίσεις και κυρίως με την υπογραφή του Χάττ-ι-Χουμαγιούν το
1856, που θεωρείται σημαντικό ιστορικό ορόσημο για τους Έλληνες της
Αυτοκρατορίας. Επίκεντρο γίνεται η Τραπεζούντα, πολιτικό, οκονομικό και
πολιτιστικό κέντρο των Ελλήνων της περιοχής από τους αρχαίους ακόμη χρόνους, ως
η σχεδόν μοναδική είσοδος όλης της περιοχής από τη θάλασσα προς το εσωτερικό
της Ασίας και, συνεπώς, η κύρια στην περιοχή πύλη εισόδου και εξόδου των
προϊόντων της Δύσης προς την Ανατολή και αντίστροφα, ούσα η αρχή του ιστορικού
«δρόμου του μεταξιού». Η οσμανική αυτοκρατορία έχει ήδη εισέλθει σε μια φάση
εντεινόμενης πολιτικής παρακμής.
Οι Έλληνες, αξιοποιώντας στο έπακρο τις δυνατότητες
που τους παρέχονται, κυριαρχούν απολύτως στην οικονομία της πόλης. Η
ανεξιθρησκεία που προβλέπεται από το Χάττ-ι-Χουμαγιούν οδηγεί σημαντικό τμήμα
των Κρυπτοχριστιανών της ενδοχώρας στην απόφαση να επανέλθουν στην πρότερη
ταυτότητα, πράγμα το οποίο επιτυγχάνουν με μεγάλες δυσκολίες και συνήθως με τη
στήριξη των ξένων διπλωματικών Αρχών. Πολλοί, όμως, εξαιτίας των δυσκολιών
αυτών, αφήνουν τις σχετικές πρωτοβουλίες για ευθετότερο χρόνο. Οι ραγδαίες,
όμως, εξελίξεις που ακολουθούν και η υπογραφή (30 Ιανουαρίου 1923) της συνθήκης
ανταλλαγής των ελληνοτουρκικών πληθυσμών, που προβλέπει την ανταλλαγή με βάση
όχι την εθνικότητα αλλά το θρήσκευμα, τους αναγκάζουν να παραμείνουν στις
εστίες τους, συνεχίζοντας να διατηρούν λάθρα την πρότερη ταυτότητα. Η περίπτωση
αυτή συνιστά ένα ακόμη ζήτημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις ελληνοτουρκικές
σχέσεις ανοικτό προς διευθέτηση.
ΑΝΤΩΝΗ Υ. ΠΑΥΛΙΔΗ
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΟΝΤΙΑΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ «ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΝΤΟΥ» ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 24
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου