Η
αγαπημένη μου Ποίηση αντιμετωπίζει πολλά προβλήματα. Ήθελα σ’
αυτό το άρθρο να αγγίξω μερικά απ’ αυτά.
Διαβάζοντας ποίηση συχνά βλέπουμε να
καταστρατηγούνται οι γραμματικοί ή οι συντακτικοί κανόνες και να παραβιάζεται
ακόμη και η λογική σειρά ή η φυσική ακολουθία των γεγονότων. Αυτές οι
παρεκκλίσεις επιτρέπονται κατά ποιητική αδεία.
Δηλαδή αναγνωρίζουμε στο λογοτέχνη το προνόμιο να
επιφέρει αυθαίρετες επεμβάσεις είτε στο γλωσσικό όργανο, είτε στην τοπική και
χρονική ενότητα του μύθου, είτε για να εξυπηρετήσει κυρίως τεχνικές ανάγκες
(ρυθμού ή ομοιοκαταληξίας) στην ποίηση.
Η ποιητική αδεία καθώς έχει επισημανθεί ταιριαστό
και πρόσφορο λογοτεχνικό μέσο, άλλοτε αντιμετωπίζεται από τους άσχετους ως
απαράδεκτη αυθαιρεσία.
Αγαπώ την ελληνική γλώσσα. Έχω γράψει και
μεταφράσει πάνω από εξακόσια ποιήματα από τα ρωσικά.
Ίσως είναι η μοναδική γλώσσα που επιτρέπει την έννοια
του τίτλου αυτού του άρθρου να γράφεις με δύο τρόπους (ποιητική άδεια και
ποιητική αδεία). Λίγο περισσότερο μου αρέσει το «ποιητική αδεία» γιατί δίνει
μεγαλύτερη ελευθερία στην ακρίβεια και εκφραστικότητα της έννοιας. Γιατί μέσα
στην «ανακρίβεια», κρύβει την ουσία της έννοιας και την αποδίδει με μεγαλύτερη
ακρίβεια. Θα ήθελα να αγκαλιάσω εκείνη την συγγενική ψυχή που για πρώτη φορά
είπε ή έγραψε με αυτόν τον τρόπο αυτήν την έννοια.
Αγαπώ την ελληνική γλώσσα, γιατί αν η ρωσική κατά
μέσω όρο έχει τρία συνώνυμα, η ελληνική έχει δεκατρία. Συγνώμη, βεβαίως
υπερβάλω παρασυρόμενος από την γοητεία της ομοιοκαταληξίας. Τα λίγα ελληνικά
ποιήματα και τραγούδια που είχα αποδώσει στα ρωσικά μου βγήκαν δυσκολότερα,
ίσως και αφού τα συνώνυμα είναι λιγότερα…
Αν στη ρωσική γλώσσα υπάρχει μόνο μια λέξη
(τουλάχιστον εγώ δεν γνωρίζω άλλες) που γράφεται με δυο διαφορετικούς τρόπους.
Εννοώ την έννοια «γαλότσα» που γράφεται σύμφωνα με τη ρωσική ορθογραφία
«галоша» και «калоша», ενώ στην ελληνική υπάρχει μια έννοια που γράφετε με
τρεις τρόπους. Ορίστε: «φαλάκρα», «φαράκλα» και «καράφλα».
Κάπως δεν νιώθω καλά, με μειώνει αυτό το γεγονός,
ότι οι ζωγράφοι και οι μουσικοί, εννοώ και τους μουσικοσυνθέτες έχουν
μεγαλύτερη ελευθερία στους τρόπους έκφρασης από τους ποιητές. Υπάρχουν κανόνες
που περιορίζουν τον ζωγράφο στην δουλειά του; Ας πάρουμε το μέγεθος του πίνακα
ή το φάρδος της πινελιάς. Υπάρχει κανένας φράχτης που εμποδίζει; Όχι! Απόλυτη
ελευθερία. Και ως αποτέλεσμα το πασίγνωστο έργο του Καζιμίρ Μαλέβιτς το «Μαύρο
τετράγωνο». Στην ζωγραφική υπάρχει, και συνέχεια μεγαλώνει ο στρατός των
καλλιτεχνών που ακολουθεί τον σουπρεματισμό του Μαλέβιτς. Και για να μη λέμε
ανόητες εξυπνάδες, θα εξηγήσω πως το «suprem» στα λατινικά σημαίνει
«κυριαρχία», δηλαδή κυριαρχία το χρώματος πάνω στο νόημα και είναι πράξη
«καθαρής τέχνης».Καζιμίρ Μαλέβιτς το «Μαύρο τετράγωνο». |
Υπάρχουν κάποιοι νόμοι, δόγματα που αφαιρούν την αυτοτέλεια του μουσικού; Δεν υπάρχουν!
Βγάζουν μουσική ακόμη και απ’ τα πριόνια και ξύλινα κουτάλια. Όμως το «Μαύρο τετράγωνο» της μουσικής ακούστηκε (είναι γεγονός) αρκετά χρόνια πριν στο Λονδίνο. Ένας μουσικός ανακοίνωσε σε μεγάλες εφημερίδες ότι θα διεξαχθεί Συναυλία Σιγής βεβαίως με ημερομηνία, ώρα και τόπο. Η διαφήμιση έκανε τη δουλειά της και η αίθουσα ήταν γεμάτη. Ο μουσικός κάθισε στο σκαμνάκι του και άρχισε με ύφος να χτυπάει τα πλήκτρα του πιάνο, αλλά … αφού είχαν αφαιρεθεί οι χορδές του πιάνο δεν ακουγόταν κανένας ήχος. Οι ακροατές με ανοιχτά τα στόματα παρακολουθούσαν την Συναυλία Σιγής. Μετά από μια ώρα, επαναλαμβάνω, Μια Ώρα!, όταν ο μουσικός σηκώθηκε και υποκλίθηκε τον συνόδευσαν ζωηρά χειροκροτήματα.
Στην ποίηση τα πράγματα είναι χάλια.
Τους ποιητές περικυκλώνει ένας υψηλός φράχτης που λέγεται «Ορθογραφία». Οι ποιητές βεβαίως κάνουν κάποια τανύσματα να αποβάλουν το δαιμόνιο της ορθογραφίας, αλλά το μόνο που καταφέρνουν είναι να γράφουν το έργο τους μόνο με κεφαλαία ή αντίθετα μόνο με μικρά γράμματα, να γράφουν στίχους χωρίς τους τόνους ή δίχως σημεία της στίξης.
Αμφιβάλλω πως κάποιος μπορεί να μου αναφέρει κάποιο ποίημα ή κάποιον ποιητή που έγραψε κάτι σουπρεματιστικό. Όμως εγώ βρήκα το «Μαύρο τετράγωνο» της ποίησης!
Ο αρκετά γνωστός Ρώσος ποιητής φουτουριστής που λέγεται Αλεξέι Κρουτσιόνιχ (1886 – 1968) έγραψε το αρκετά γνωστό έργο του το 1913. Και τώρα σας δείχνω το ποίημα στα ρωσικά (καμία από της λέξεις δεν έχει νόημα) και την μετάφρασή του.
Дыр бул щил
убещур
скум
вы со бу
эр эль эз
«Μετάφραση» στα ελληνικά:
Ντιρ μπουρ στσιλ
ουμπεστσούρ
σκουμ
βι σο μπου
ρο λάμδα εζ.
Με αυτήν την μετάφραση επιφέρω στην παγκόσμια λογοτεχνία καινούριο όρο «μετάφραση κατά γράμμα». Νιώθω μεγάλος πρωτοπόρος!
Αν κάποιος νομίζει πως κοροϊδεύω τους Μαλέβιτς και Κρουτσιόνιχ, κάνει λάθος. Είμαι μαζί τους. Έχω γράψει μερικά δικά μου «Μαύρα τετραγωνάκια». Κι έμενα μου αρέσει αυτή η λεβεντιά όταν άφοβα παιδιαρίζουν με ακαταλαβίστικη ποίηση. Στην ιστοσελίδα μου έχω μια επικεφαλίδα που ονομάζεται «Λογοπαίγνειο» όπου σαν μεγάλο παιδί παίζω και απολαμβάνω το παιχνίδι με τις λέξεις.
Κάποια στιγμή τράβηξε την προσοχή μου ένα βιβλίο με ευάρεστο τίτλο: «Πλαθολόγιο λέξεων» του Λυο Καλοβύρνα. Χάρηκα πολύ που γνώρισα έναν ομοϊδεάτη. Απ’ το μικρό βιβλιαράκη πηγάζει εξυπνάδα, ειρωνεία, επινοητικότητα… Οι παρακάτω λέξεις άνετα θα μπορούν να μπουν και στο λεξιλόγιό μας και στα ποιήματα και πεζά έργα. Εκτιμήστε τις:
επισκεπτανικός, ο
Ο ειδικός πανικός που επικρατεί όταν πρόκειται να έρθουν επισκέπτες και συνειδητοποιείς ότι το σπίτι σου είναι σκέτο αχούρι.
ηλιθοποιός, ο, η
Ηθοποιός που μυρίζεται ότι η καριέρα του/της ετοιμάζεται για τα μπάζα και γι' αυτό μεταπηδά στον μοναδικό επαγγελματικό κλάδο όπου δεν απαιτείται καμία γνώση, ικανότητα ή ευφυΐα: γίνεται πολιτικός. Το ίδιο ισχύει και για πρώην αθλητές.
θλημέρα, η
Η τελευταία ημέρα των διακοπών.
ισοβρακώνομαι, ρ. αμετβ.
Προσπαθώ να σιάξω το βρακί μου που έχει φύγει από τη θέση του και μ' ενοχλεί.
κιναιδώς, η
Η ντροπή που νιώθεις (ή θα έπρεπε να νιώθεις) όταν το κινητό σου κουδουνίζει σε χώρους που δεν πρέπει: σε σινεμά, θέατρα, την ώρα που κάνεις έρωτα κ.λπ.
κορναλάκας, ο
Το είδος μαλάκα που κορνάρει μέσα στα πρώτα χιλιοστά του δευτερολέπτου μόλις ανάψει το πράσινο με την εσφαλμένη πεποίθηση ότι ο μπροστινός του μετέχει στη Φόρμουλα Ένα.
κτελιατόριο, το
Η ειδική κατηγορία εστιατορίων με τα οποία έχουν κάνει σύμβαση τα ΚΤΕΛ να ξεφορτώνουν τους επιβάτες.
σκυλαφελής, -ές, ο, η
Οποιοσδήποτε αγνοεί ότι το πανέμορφο χαριτωμένο αδέσποτο κουταβάκι με το οποίο παίζει και θέλει να το πάρει σπίτι του/της κάποια στιγμή θα μεγαλώσει και θα γίνει ολόκληρο μουλάρι.
Μα, γιατί όλα αυτά τα έγραψα;
Α, θυμήθηκα!
Θέλω οι άνθρωποι να μάθουν να μην απορρίπτουν αυτό που δεν κατάλαβαν εκείνη τι στιγμή, ίσως θα το καταλάβουν αν ψάξουν το θέμα ή όταν… θα γεράσουν. Γιατί με συγχύζουν μερικοί άνθρωποι, που προσπαθούν το φαινόμενο των «δυο πι», να το μεταμορφώσουν σε φαινόμενο των «τρία πι». Μάλιστα, για το ποδόσφαιρο και την πολιτική έχουν το δικαίωμα να λένε όλα όσα τους κατεβάζει η κούτρα, αλλά για την ποίηση;; Για όνομα του θεού! Έτυχε μερικές φορές να κάνω αυτό το λάθος, και να πάω να διαβάσω ή να δείξω ένα ποίημα, για να ακούσω και τη γνώμη για το ποίημα, αλλά και για τα ορθογραφικά μου λάθη, ή ό, τι πως κάποιες λέξεις δεν είναι ποιητικές. Παρ’ όλο που δυσαρεστούμαι όταν κάνω ορθογραφικά λάθη, ταυτόχρονα δυσαρεστούμαι και απ’ αυτούς που μου τις δείχνουν με αυτό τον τρόπο. Θα δεχόμουνα τις παρατηρήσεις για τα λάθη, θα έλεγα και ευχαριστώ, αν ακολουθούσαν μετά από την εκτίμηση γενικά του ποιήματος (σας άγγιξε ή όχι; είναι όμορφο, έξυπνο ή βλακεία;…).
«Βράδιασε. Στον δρόμο περπατάνε δυο άνθρωποι. Βλέπουν ένα λάκκο με νερό της βροχής, όμως ο ένας βλέπει ένα βρώμικο λάκκο, ενώ ο άλλος τον έναστρο ουρανό μέσα του».
Και άλλο ένα ανέκδοτο πάνω στο θέμα:
«Ο Δάσκαλος μετά από τρεις μήνες μαθητείας εξέταζε τους τρεις μαθητές του για να αφήσει των καλύτερο. Πάνω σε μια λευκή κόλλα χαρτί έκανε μια κηλίδα από μελάνη και ρώτησε των καθένα; Τι βλέπεις;
Ο ένας απάντησε πως βλέπει μια κηλίδα, ο άλλος, ότι βλέπει ένα φύλλο με κηλίδα, και ο τρίτος, ότι βλέπει λευκό φύλλο.
Ο Δάσκαλος άφησε εκείνον που είδε μόνο το λευκό φύλλο».
Αυτά τα δυο φιλοσοφικά ανέκδοτα μας δίνουν ένα σπουδαίο κριτήριο για να καταλάβουμε, τι ποιότητας εκτιμητή έχουμε μπροστά μας.
Και άλλη μια ερώτηση – απάντηση προς αυτούς που κρίνουν ενώ δεν γνωρίζουν την διαφορά μεταξύ της μετάφρασης και απόδοσης:
Τι είναι αυτό που ξεχωρίζει τον ποιητή της πρώτης σειράς που ασχολείται με μεταφράσεις από τον μεταφραστή της πρώτης σειράς;
Ο γνωστός Ρώσος ποιητής Λεονίντ Μαρτίνοφ απαντάει: Ξεχωρίζει κάποια ασέβεια προς τον δημιουργό του πρωτότυπου. Αφού τον σεβασμό και την ευλάβεια μπορούν να αντικαταστήσουν πιο ισχυρά και βαθιά αισθήματα που κάνουν την απλή μετάφραση ως πιο δυνατή απόδοση.
Ντιρ μπουρ στσιλ
ουμπεστσούρ
σκουμ
βι σο μπου
ρο λάμδα εζ.
Με αυτήν την μετάφραση επιφέρω στην παγκόσμια λογοτεχνία καινούριο όρο «μετάφραση κατά γράμμα». Νιώθω μεγάλος πρωτοπόρος!
Αν κάποιος νομίζει πως κοροϊδεύω τους Μαλέβιτς και Κρουτσιόνιχ, κάνει λάθος. Είμαι μαζί τους. Έχω γράψει μερικά δικά μου «Μαύρα τετραγωνάκια». Κι έμενα μου αρέσει αυτή η λεβεντιά όταν άφοβα παιδιαρίζουν με ακαταλαβίστικη ποίηση. Στην ιστοσελίδα μου έχω μια επικεφαλίδα που ονομάζεται «Λογοπαίγνειο» όπου σαν μεγάλο παιδί παίζω και απολαμβάνω το παιχνίδι με τις λέξεις.
Κάποια στιγμή τράβηξε την προσοχή μου ένα βιβλίο με ευάρεστο τίτλο: «Πλαθολόγιο λέξεων» του Λυο Καλοβύρνα. Χάρηκα πολύ που γνώρισα έναν ομοϊδεάτη. Απ’ το μικρό βιβλιαράκη πηγάζει εξυπνάδα, ειρωνεία, επινοητικότητα… Οι παρακάτω λέξεις άνετα θα μπορούν να μπουν και στο λεξιλόγιό μας και στα ποιήματα και πεζά έργα. Εκτιμήστε τις:
επισκεπτανικός, ο
Ο ειδικός πανικός που επικρατεί όταν πρόκειται να έρθουν επισκέπτες και συνειδητοποιείς ότι το σπίτι σου είναι σκέτο αχούρι.
ηλιθοποιός, ο, η
Ηθοποιός που μυρίζεται ότι η καριέρα του/της ετοιμάζεται για τα μπάζα και γι' αυτό μεταπηδά στον μοναδικό επαγγελματικό κλάδο όπου δεν απαιτείται καμία γνώση, ικανότητα ή ευφυΐα: γίνεται πολιτικός. Το ίδιο ισχύει και για πρώην αθλητές.
θλημέρα, η
Η τελευταία ημέρα των διακοπών.
ισοβρακώνομαι, ρ. αμετβ.
Προσπαθώ να σιάξω το βρακί μου που έχει φύγει από τη θέση του και μ' ενοχλεί.
κιναιδώς, η
Η ντροπή που νιώθεις (ή θα έπρεπε να νιώθεις) όταν το κινητό σου κουδουνίζει σε χώρους που δεν πρέπει: σε σινεμά, θέατρα, την ώρα που κάνεις έρωτα κ.λπ.
κορναλάκας, ο
Το είδος μαλάκα που κορνάρει μέσα στα πρώτα χιλιοστά του δευτερολέπτου μόλις ανάψει το πράσινο με την εσφαλμένη πεποίθηση ότι ο μπροστινός του μετέχει στη Φόρμουλα Ένα.
κτελιατόριο, το
Η ειδική κατηγορία εστιατορίων με τα οποία έχουν κάνει σύμβαση τα ΚΤΕΛ να ξεφορτώνουν τους επιβάτες.
σκυλαφελής, -ές, ο, η
Οποιοσδήποτε αγνοεί ότι το πανέμορφο χαριτωμένο αδέσποτο κουταβάκι με το οποίο παίζει και θέλει να το πάρει σπίτι του/της κάποια στιγμή θα μεγαλώσει και θα γίνει ολόκληρο μουλάρι.
Μα, γιατί όλα αυτά τα έγραψα;
Α, θυμήθηκα!
Θέλω οι άνθρωποι να μάθουν να μην απορρίπτουν αυτό που δεν κατάλαβαν εκείνη τι στιγμή, ίσως θα το καταλάβουν αν ψάξουν το θέμα ή όταν… θα γεράσουν. Γιατί με συγχύζουν μερικοί άνθρωποι, που προσπαθούν το φαινόμενο των «δυο πι», να το μεταμορφώσουν σε φαινόμενο των «τρία πι». Μάλιστα, για το ποδόσφαιρο και την πολιτική έχουν το δικαίωμα να λένε όλα όσα τους κατεβάζει η κούτρα, αλλά για την ποίηση;; Για όνομα του θεού! Έτυχε μερικές φορές να κάνω αυτό το λάθος, και να πάω να διαβάσω ή να δείξω ένα ποίημα, για να ακούσω και τη γνώμη για το ποίημα, αλλά και για τα ορθογραφικά μου λάθη, ή ό, τι πως κάποιες λέξεις δεν είναι ποιητικές. Παρ’ όλο που δυσαρεστούμαι όταν κάνω ορθογραφικά λάθη, ταυτόχρονα δυσαρεστούμαι και απ’ αυτούς που μου τις δείχνουν με αυτό τον τρόπο. Θα δεχόμουνα τις παρατηρήσεις για τα λάθη, θα έλεγα και ευχαριστώ, αν ακολουθούσαν μετά από την εκτίμηση γενικά του ποιήματος (σας άγγιξε ή όχι; είναι όμορφο, έξυπνο ή βλακεία;…).
«Βράδιασε. Στον δρόμο περπατάνε δυο άνθρωποι. Βλέπουν ένα λάκκο με νερό της βροχής, όμως ο ένας βλέπει ένα βρώμικο λάκκο, ενώ ο άλλος τον έναστρο ουρανό μέσα του».
Και άλλο ένα ανέκδοτο πάνω στο θέμα:
«Ο Δάσκαλος μετά από τρεις μήνες μαθητείας εξέταζε τους τρεις μαθητές του για να αφήσει των καλύτερο. Πάνω σε μια λευκή κόλλα χαρτί έκανε μια κηλίδα από μελάνη και ρώτησε των καθένα; Τι βλέπεις;
Ο ένας απάντησε πως βλέπει μια κηλίδα, ο άλλος, ότι βλέπει ένα φύλλο με κηλίδα, και ο τρίτος, ότι βλέπει λευκό φύλλο.
Ο Δάσκαλος άφησε εκείνον που είδε μόνο το λευκό φύλλο».
Αυτά τα δυο φιλοσοφικά ανέκδοτα μας δίνουν ένα σπουδαίο κριτήριο για να καταλάβουμε, τι ποιότητας εκτιμητή έχουμε μπροστά μας.
Και άλλη μια ερώτηση – απάντηση προς αυτούς που κρίνουν ενώ δεν γνωρίζουν την διαφορά μεταξύ της μετάφρασης και απόδοσης:
Τι είναι αυτό που ξεχωρίζει τον ποιητή της πρώτης σειράς που ασχολείται με μεταφράσεις από τον μεταφραστή της πρώτης σειράς;
Ο γνωστός Ρώσος ποιητής Λεονίντ Μαρτίνοφ απαντάει: Ξεχωρίζει κάποια ασέβεια προς τον δημιουργό του πρωτότυπου. Αφού τον σεβασμό και την ευλάβεια μπορούν να αντικαταστήσουν πιο ισχυρά και βαθιά αισθήματα που κάνουν την απλή μετάφραση ως πιο δυνατή απόδοση.
Γιώργος Σοϊλεμεζίδης
2016
2016
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου