Ο Μητροπολίτης Γερβάσιος καθώς και οι διάδοχοί του Λεόντιος και Κύριλλος φιλοδοξούσαν να ιδρύσουν Κεντρική Σχολή στη Σαντά με τρεις Γυμνασιακές τάξεις του εξαταξίου Γυμνασίου.
Πρώτος ο Μητροπολίτης Γερβάσιος κάλεσε στο διδακτήριο Πιστοφάντων τον Αύγουστο του 1904 γενική συνέλευση των κατοίκων Σαντάς. Στην συνέλευση ο Μητροπολίτης εισηγήθηκε το ζήτημα της Κεντρικής Σχολής και έθεσε τρία ερωτήματα:
α) Χρειάζεται να ιδρύσουμε στη Σαντά Κεντρική Σχολή με γυμνασιακές τάξεις;
β) Μπορεί να συντηρηθεί μια τέτοια σχολή;
γ) Μπορεί να ιδρυθεί η σχολή στις τοποθεσίες Κατσά, Αγιάννης ή Παΐράμι;
Όλοι οι κάτοικοι, μαζί και εμείς οι δάσκαλοι γνωμοδοτήσαμε πως χρειάζεται να ιδρυθεί Κεντρική Σχολή γιατί υποβάλλεται ο πληθυσμός της Σαντάς σε αφάνταστες στερήσεις για να στείλει εκατοντάδες παιδιών στο Γυμνάσιο Τραπεζούντας, μα εκφράσαμε μερικούς ενδοιασμούς για την συντήρησή της και για την τοποθεσία της.
Ο Τριαντάφυλλος Μαυρόπουλος υποστήριξε τότε πως η καλύτερη και η κεντρικότερη τοποθεσία για την Κεντρική Σχολή είναι το Κατσά, μα όλοι εμείς οι άλλοι βρήκαμε πως τον χειμώνα είναι απρόσιτη η τοποθεσία αυτή εξ αιτίας του Σιβηρικού ψύχους και των χιονοστιβάδων που δημιουργούνται σε πολλά σημεία της Σαντάς. Και τότε διαλύθηκε η Γενική Συνέλευση χωρίς αποτέλεσμα.
Κατά το 1910 όμως ο Τριαντάφυλλος Μαυρόπουλος, που ήθελε την Κεντρική Σχολή κλασσική και επαγγελματική συγχρόνως, αποφάσισε να δωρήσει στη Σχολή όλες τις καταθέσεις του στη Ρωσική Τράπεζα, που ήσαν περίπου 5.000 ρούβλια ή 600 χρυσές λίρες Τουρκίας, και ν’ αποτελέσει μέλος της Επιτροπής που επρόκειτο να σταλεί στον Καύκασο για συλλογή χρημάτων. Η απόφαση του αυτή δημοσιεύτηκε στην Αθηναϊκή εφημερίδα «Το Κράτος » κατά το 1911.
Επειδή όμως δεν κατορθώθηκε να σταλεί η επιτροπή στον Καύκασο και επειδή χρόνιζε το ζήτημα, συνεννοήθηκε ο Τριαντάφυλλος Μαυρόπουλος με τον δραστήριο ξάδελφο του Χρήστο Μαυρόπουλο και αποφάσισαν από κοινού να παροτρύνουν τους συγγενείς τους και μερικούς προεστούς της Σαντάς να συνεισφέρουν για την ίδρυση της Σχολής. Οι δύο αυτοί άνδρες αφού πρόσφεραν οι ίδιοι γενναία ποσά για την ίδρυση της Κεντρικής Σχολής πέτυχαν να συστήσουν νέα Επιτροπή εράνων, η οποία αφού παρακάλεσε τους Πιστοφανταίους και τους άλλους να συμφωνήσουν με την γνώμη του Τριαντάφυλλου Μαυρόπουλου όπως ανεγερθεί το σχολικό κτίριο στην τοποθεσία Κατσά, κάλεσε ύστερα μερικούς ευκατάστατους Σανταίους, να συνεισφέρουν γι αυτόν τον σκοπό.
Προθυμοποιήθηκαν τότε οι Κωστής Μαυρόπουλος, Γιάννης Μαυρόπουλος, Παντελής Λαμπριανίδης, Θόδωρος Πελαγίδης, Γεώργιος Απτάλ , Αβραάμ Γιαλαμάς κ.α. να γραφούν για σεβαστά ποσά και όταν ο Τριαντάφυλλος Μαυρόπουλος είδε ν' ανεβαίνουν οι εγγραφές σε 1.000 χρυσές λίρες, τότε αγόρασε τον χαμηλό λόφο Κατσά που τον ονόμασε λόφο Ομόνοιας , χάραξε εκεί και τα θεμέλια της Σχολής , ξόδεψε 20 χρυσές λίρες για το σχέδιο του κτιρίου και το καλοκαίρι του 1910 παρακάλεσε τον μητροπολίτη Κύριλλο να καταθέσει τον θεμέλιο λίθο.
Ο μητροπολίτηε έκανε τον αγιασμό και έβαλε τον θεμέλιο λίθο, ο πρώτος ιστοριογράφος της Σαντάς Φ. Χειμωνίδης εκφώνησε τον πανηγυρικό και όλος ο πληθυσμός της Σαντάς ανέμενε να γίνει πραγματικότητα η ανέγερση του σχολικού κτιρίου και η λειτουργία της Κεντρικής Σχολής. Δυστυχώς οι περισσότεροι προεστοί που γράφηκαν για μικρά ή μεγάλα ποσά δεν κατόρθωσαν να συγκεντρώσουν τα χρήματα , αλλά φοβήθηκε και ο Τριαντάφυλλος Μαυρόπουλος λιγάκι το Σιβηρικό χειμώνα της Σαντάς και δεν τόλμησε να προχωρήσει πέρα από τη θεμελίωση του διδακτηρίου. Το ζήτημα της κεντρικής σχολής κράτησε σε αγωνία και τη μητρόπολη και τον πληθυσμό της Σαντάς ως την έναρξη του Α' παγκοσμίου πολέμου, μα στο μεταξύ αντικατέστησε την κεντρική σχολή το οκτατάξιο σχολείο Ισχανάντων.
Μονάχα ένας Σανταίος ο μεταλλειολόγος Γιάννης Πιστοφίδης μερικά χρόνια αργότερα ακουγόταν να διαμαρτύρεται εναντίον του σχεδίου της ανέγερσης ιδιαίτερης Κεντρικής σχολής στη Σαντά. Αυτός έλεγε το 1911 πολύ επίμονα τα παρακάτω:
"Βρε παιδιά, τι την θέλομε την ιδιαίτερη Κεντρική σχολή;
Δεν έχουμε σήμερα σχολείο στο Ισχανάντων με 8 τάξεις;
Κάλλιστα μπορούμε να προσθέσουμε μια τάξη ακόμα στο σχολείο αυτό, με έναν φιλόλογο, και ένα καθηγητή των Φυσικομαθηματικών και θα έχομε έτσι αθόρυβα ημιγυμνάσιο της προκοπής σ' ένα κέντρο, όπου θα βρεθούν πολλές οικογένειες που θα δεχτούν ν' αναλάβουν την περιποίηση των εξωτερικών μαθητών. Έτσι μέσα σ' ένα κατοικημένο μέρος μπορούμε να συντηρήσουμε ημιγυμνάσιο. Τι τις θέλουμε τις ερημιές; Τι χρειαζόμαστε το Κατσά, το Παϊράμ, τον Αγιάννη, όπου μακριά από τα χωριά ουρλιάζουν οι λύκοι, όπου πέφτουν χιονοστιβάδες και όπου δεν μπορεί να γίνει καμιά επίβλεψη και καμιά περιποίηση των παιδιών;
Το διδακτήριο του Ισχανάντων μάλιστα επαρκεί κάλλιστα για να στεγαστεί η Κεντρική σχολή, αφού σήμερα στεγάζει 140 παιδιά σε 8 τάξεις, από τις οποίες οι δύο ανώτερες ισοδυναμούν με την Α' και Β' τάξη εξαταξίου γυμνασίου. Έτσι δεν θ' αναγκαστούμε να ξοδέψουμε χιλιάδες λίρες για την ανέγερση πολυτελούς κτιρίου, η δε μισθοδοσία των καθηγητών που λέμε πρέπει να βαρύνει τα σχολικά ταμεία όλων των ενοριών, γιατί τα σχολεία κάθε ενορίας μετά την ίδρυση της κεντρικής σχολής θα περιοριστούν με έναν δάσκαλο. Μονάχα έτσι λύονται τα ζητήματα του βαρύ χειμώνα, της ανέγερσης ιδιαίτερου σχολικού κτιρίου, του οικοτροφείου κλπ.
Είναι αλήθεια γελοίο να σκεφτούμε να ξοδέψουμε εκατομμύρια - και που θα τα βρούμε- και να φτιάξουμε Κεντρική Σχολή σε ερημικές τοποθεσίες, όπως είπαμε, τη στιγμή που έχουμε τόσα κέντρα πυκνοκατοικημένα με διδακτήρια επαρκή και ευπαρουσίαστα, με πληθυσμό φιλόξενο και τόσα άλλα πλεονεκτήματα!! Αυτά που σας λέω μπορούν να εφαρμοστούν κάλλιστα και στο σχολείο Πιστοφάντων"
Η ιδέα αυτή του Πιστοφίδη αν και μας ήρθε πολύ αργά ήταν τόσο λογική, ώστε αναγκαστήκαμε να την παραδεχτούμε πολλοί από μας και να συγχαρούμε τον άντρα από βάθους καρδίας και είναι βέβαιο ότι θα έπαιρνε σάρκα και οστά η ιδέα αυτή, αν δεν μας έβρισκε η μπόρα του Πανευρωπαϊκού πολέμου του 1914 και αν δεν ξεριζωνόταν λίγο αργότερα από τις εστίες του ο Ελληνικός πληθυσμός του Πόντου, μαζί και ο πληθυσμός της Σαντάς
Μιλτιάδης Νυμφόπουλος
Εκπαιδευτικός
Ιστοριογράφος της Σαντάς
*Οι φωτογραφίες είναι από το προσωπικό αρχείο της κ. Ευγενίας Μαυροπούλου.
1910: Τελετή εγκαινίων κεντρικής σχολής Σαντάς. Αριστερά του μητροπολίτη Κύριλλου διακρίνεται ο Γιάννης Πασαλίδης. |
Πρώτος ο Μητροπολίτης Γερβάσιος κάλεσε στο διδακτήριο Πιστοφάντων τον Αύγουστο του 1904 γενική συνέλευση των κατοίκων Σαντάς. Στην συνέλευση ο Μητροπολίτης εισηγήθηκε το ζήτημα της Κεντρικής Σχολής και έθεσε τρία ερωτήματα:
α) Χρειάζεται να ιδρύσουμε στη Σαντά Κεντρική Σχολή με γυμνασιακές τάξεις;
β) Μπορεί να συντηρηθεί μια τέτοια σχολή;
γ) Μπορεί να ιδρυθεί η σχολή στις τοποθεσίες Κατσά, Αγιάννης ή Παΐράμι;
Όλοι οι κάτοικοι, μαζί και εμείς οι δάσκαλοι γνωμοδοτήσαμε πως χρειάζεται να ιδρυθεί Κεντρική Σχολή γιατί υποβάλλεται ο πληθυσμός της Σαντάς σε αφάνταστες στερήσεις για να στείλει εκατοντάδες παιδιών στο Γυμνάσιο Τραπεζούντας, μα εκφράσαμε μερικούς ενδοιασμούς για την συντήρησή της και για την τοποθεσία της.
Ο Τριαντάφυλλος Μαυρόπουλος υποστήριξε τότε πως η καλύτερη και η κεντρικότερη τοποθεσία για την Κεντρική Σχολή είναι το Κατσά, μα όλοι εμείς οι άλλοι βρήκαμε πως τον χειμώνα είναι απρόσιτη η τοποθεσία αυτή εξ αιτίας του Σιβηρικού ψύχους και των χιονοστιβάδων που δημιουργούνται σε πολλά σημεία της Σαντάς. Και τότε διαλύθηκε η Γενική Συνέλευση χωρίς αποτέλεσμα.
Τριαντάφυλλος Μαυρόπουλος, |
Επειδή όμως δεν κατορθώθηκε να σταλεί η επιτροπή στον Καύκασο και επειδή χρόνιζε το ζήτημα, συνεννοήθηκε ο Τριαντάφυλλος Μαυρόπουλος με τον δραστήριο ξάδελφο του Χρήστο Μαυρόπουλο και αποφάσισαν από κοινού να παροτρύνουν τους συγγενείς τους και μερικούς προεστούς της Σαντάς να συνεισφέρουν για την ίδρυση της Σχολής. Οι δύο αυτοί άνδρες αφού πρόσφεραν οι ίδιοι γενναία ποσά για την ίδρυση της Κεντρικής Σχολής πέτυχαν να συστήσουν νέα Επιτροπή εράνων, η οποία αφού παρακάλεσε τους Πιστοφανταίους και τους άλλους να συμφωνήσουν με την γνώμη του Τριαντάφυλλου Μαυρόπουλου όπως ανεγερθεί το σχολικό κτίριο στην τοποθεσία Κατσά, κάλεσε ύστερα μερικούς ευκατάστατους Σανταίους, να συνεισφέρουν γι αυτόν τον σκοπό.
Χρήστος Μαυρόπουλος |
Μονάχα ένας Σανταίος ο μεταλλειολόγος Γιάννης Πιστοφίδης μερικά χρόνια αργότερα ακουγόταν να διαμαρτύρεται εναντίον του σχεδίου της ανέγερσης ιδιαίτερης Κεντρικής σχολής στη Σαντά. Αυτός έλεγε το 1911 πολύ επίμονα τα παρακάτω:
"Βρε παιδιά, τι την θέλομε την ιδιαίτερη Κεντρική σχολή;
Δεν έχουμε σήμερα σχολείο στο Ισχανάντων με 8 τάξεις;
Κάλλιστα μπορούμε να προσθέσουμε μια τάξη ακόμα στο σχολείο αυτό, με έναν φιλόλογο, και ένα καθηγητή των Φυσικομαθηματικών και θα έχομε έτσι αθόρυβα ημιγυμνάσιο της προκοπής σ' ένα κέντρο, όπου θα βρεθούν πολλές οικογένειες που θα δεχτούν ν' αναλάβουν την περιποίηση των εξωτερικών μαθητών. Έτσι μέσα σ' ένα κατοικημένο μέρος μπορούμε να συντηρήσουμε ημιγυμνάσιο. Τι τις θέλουμε τις ερημιές; Τι χρειαζόμαστε το Κατσά, το Παϊράμ, τον Αγιάννη, όπου μακριά από τα χωριά ουρλιάζουν οι λύκοι, όπου πέφτουν χιονοστιβάδες και όπου δεν μπορεί να γίνει καμιά επίβλεψη και καμιά περιποίηση των παιδιών;
Το διδακτήριο του Ισχανάντων μάλιστα επαρκεί κάλλιστα για να στεγαστεί η Κεντρική σχολή, αφού σήμερα στεγάζει 140 παιδιά σε 8 τάξεις, από τις οποίες οι δύο ανώτερες ισοδυναμούν με την Α' και Β' τάξη εξαταξίου γυμνασίου. Έτσι δεν θ' αναγκαστούμε να ξοδέψουμε χιλιάδες λίρες για την ανέγερση πολυτελούς κτιρίου, η δε μισθοδοσία των καθηγητών που λέμε πρέπει να βαρύνει τα σχολικά ταμεία όλων των ενοριών, γιατί τα σχολεία κάθε ενορίας μετά την ίδρυση της κεντρικής σχολής θα περιοριστούν με έναν δάσκαλο. Μονάχα έτσι λύονται τα ζητήματα του βαρύ χειμώνα, της ανέγερσης ιδιαίτερου σχολικού κτιρίου, του οικοτροφείου κλπ.
Είναι αλήθεια γελοίο να σκεφτούμε να ξοδέψουμε εκατομμύρια - και που θα τα βρούμε- και να φτιάξουμε Κεντρική Σχολή σε ερημικές τοποθεσίες, όπως είπαμε, τη στιγμή που έχουμε τόσα κέντρα πυκνοκατοικημένα με διδακτήρια επαρκή και ευπαρουσίαστα, με πληθυσμό φιλόξενο και τόσα άλλα πλεονεκτήματα!! Αυτά που σας λέω μπορούν να εφαρμοστούν κάλλιστα και στο σχολείο Πιστοφάντων"
Η ιδέα αυτή του Πιστοφίδη αν και μας ήρθε πολύ αργά ήταν τόσο λογική, ώστε αναγκαστήκαμε να την παραδεχτούμε πολλοί από μας και να συγχαρούμε τον άντρα από βάθους καρδίας και είναι βέβαιο ότι θα έπαιρνε σάρκα και οστά η ιδέα αυτή, αν δεν μας έβρισκε η μπόρα του Πανευρωπαϊκού πολέμου του 1914 και αν δεν ξεριζωνόταν λίγο αργότερα από τις εστίες του ο Ελληνικός πληθυσμός του Πόντου, μαζί και ο πληθυσμός της Σαντάς
Μιλτιάδης Νυμφόπουλος
Εκπαιδευτικός
Ιστοριογράφος της Σαντάς
*Οι φωτογραφίες είναι από το προσωπικό αρχείο της κ. Ευγενίας Μαυροπούλου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου