Πέμπτη 2 Νοεμβρίου 2017

Το Παλαιόκαστρο της Ματσούκας

 Τα κάστρα και τα καστρόπυργα του Πόντου δεν χρησιμοποιήθηκαν μόνον για την απώθηση των εχθρών της αυτοκρατορίας, αλλά και για άλλους σκοπούς, όπως η χρησιμοποίηση του Παλαιόκαστρου της Ματσούκας (πιο φημισμένο είναι το Παλαιόκαστρο της Αρδασσας) από τον αυτοκράτορα Μανουήλ ως ορμητηρίου για τις κυνηγετικές του εξορμήσεις.
Karakapan (photo: Erdal Aydin)

 Ο Νίκος Λαπαρίδης γράφει στο βιβλίο του «Η Ματσούκα του Πόντου» για τον αυτοκράτορα: «Κάποτε, ενώ κυνηγούσε στα δάση της Μαντρακενής, απομακρύνθηκε προς τα δάση του όρους Καράκαπαν, όπου άρχισε να βρέχει δυνατά και κατά την επιστροφή του, δεν μπορούσε να πλησιάσει στο Παλαιόκαστρο, λόγω καταστροφής της γέφυρας στον Πυξίτη ποταμό, κοντά στο χωριό Κρένασα. Αναγκάστηκε, έτσι, να περάσει τη νύχτα του στην Κρένασα. Την επόμενη ημέρα, όταν σταμάτησε η νεροποντή, ανέβηκε στο Παλαιόκαστρο, όπου και παρέμεινε για αρκετές ημέρες. Για ανάμνηση του παθήματος του, διέταξε να κτισθεί νέα γέφυρα στο ποτάμι, που ο κόσμος την έλεγε «γεφύρ’ τη Μανουήλ».
 Ο Πανάρετος Τοπαλίδης, που περιγράφει το γεγονός στην «Ιστορία της μονής Βαζελώνος», αναφέρει ότι στη γέφυρα τοποθετήθηκε πλάκα με αναμνηστική επιγραφή.
Σπασμένη πλάκα με επιγραφή βρέθηκε και μέσα στο κάστρο. Ενα κομμάτι αυτής της επιγραφής βρέθηκε σε τοίχο σπιτιού του χωριού Ζάβερα, όπως συμβαίνει συνήθως. Οι στίχοι πάνω στην πλάκα ήταν δυσανάγνωστοι, από αυτούς, ωστόσο, καταφαίνεται ότι το κάστρο χτίστηκε επί στρατηγού Βελισσάριου. Όμως, ένα τμήμα του που είχε καταπέσει, επισκευάστηκε από τους Κομνηνούς και έτσι επικράτησε η σκέψη ότι έχτισαν το κάστρο αυτοί.
Ένας θρύλος για το Παλαιόκαστρο της Ματσούκας αναφέρει ότι τρεις Έλληνες από άγνωστο μέρος έφτασαν στη Ζάβερα και ζήτησαν να τους οδηγήσει κάποιος στο Παλαιόκαστρο. Όταν μπήκαν μέσα, είδαν ότι στο τείχος του υπήρχε ένας σταυρός. Οι δυο από αυτούς πήραν τον κάτοικο της Ζάβερας και απομακρύνθηκαν, για να δώσουν στον τρίτο την ευκαιρία να σκάψει το τείχος, που ήταν απέναντι από εκείνο με τον σταυρό. Από μια κρυψώνα εκείνος έβγαλε όπλα.
Ωστόσο, υπάρχει η υπόνοια ότι, εκτός από τα όπλα, υπήρχαν και άλλα, πολυτιμότερα πράγματα στην κρυψώνα του τείχους. Μερικοί κάνουν τη σκέψη μήπως οι τρεις ήταν απόγονοι των φρουρών του Παλαιόκαστρου κατά την άλωσή του. Αυτοί oι φρουροί πρέπει να έκρυψαν στο τείχος κάποια πολύτιμα αντικείμενα. Οι επιζήσαντες από τους φρουρούς μπορεί να παρέδωσαν στα παιδιά τους σχετικό σχεδιάγραμμα, που το χρησιμοποίησαν αρκετά αργότερα.
Το κάστρο της Παλαιοματσούκας κατελήφθη από τον Τουρκομάνο Χατζημίρ της Χαλύβης το 1356. Από τη στιγμή που κατελήφθη το κάστρο, τα περίχωρα άρχισαν να ερημώνουν.
Μετά την κατάληψη του κάστρου της Παλαιοματσούκας, το 1356, από τους Τουρκομάνους, η περιοχή ερημώθηκε, γιατί οι κάτοικοι έφυγαν, φοβούμενοι τους νέους κατακτητές.
Δεν πέρασαν πολλά χρόνια και το Παλαιόκαστρο της Ματσούκας δέχθηκε την επίθεση του εμίρη της Παϊπούρτης, ο οποίος δεν κατάφερε να νικήσει τους ορεσίβιους κατοίκους της περιοχής. Το μεγαλύτερο μέρος του στρατού του εμίρη της Παϊπούρτης εξοντώθηκε σε μάχες που δόθηκαν στα στενά των δύσβατων βουνών της Ματσούκας. Μάλιστα, στην προσπάθειά του να καταλάβει το Παλαιόκαστρο, σκοτώθηκε και ο ίδιος.
Μια ζωντανή περιγραφή του Παλαιόκαστρου, στην ποντιακή διάλεκτο, κάνει η Βέρα Αντωνιάδου στο μυθιστόρημά της «Τ’ς εγάπ’ς ο Θεόν». Γράφει: «Σου Στάμαν καρσί, πέραν απάν’ καικά ’ς σον Πυξίτην τον ποταμόν, στέκ’ ατώρα άμον σκοπέλ’ ο κάστρον τση Ζάβερας». (Αντίκρυ στο Στάμαν, πέρα, από πάνω από τον Πυξίτη ποταμό, στέκει τώρα σαν σκιάχτρο το κάστρο της Ζάβερας).
Πιο κάτω συνεχίζει (δυστυχώς, είμαστε υποχρεωμένοι να αποδώσουμε το γλαφυρό ποντιακό κείμενο της Βέρας Αντωνιάδου στη νεοελληνική για να το καταλάβουν όλοι οι αναγνώστες):
«Απέναντι από το παρχάρι στέκει το κάστρο, το Παλαιόκαστρο. Οι τοίχοι του θεόρατοι, φτιαγμένοι από ασβέστη και ματωμένα χαλάσματα και το κάστρο της Ματσούκας ολόρθο. Χρόνια και χρόνια στέκουν οι τοίχοι στα χιόνια και τις θύελλες, με τις μισανοιγμένες πόρτες και τα αρχαία παράθυρα. Ο αέρας που φυσάει μπαινοβγαίνει στα βασιλικά δώματα. Και τις αυγουστιάτικες νύχτες, όταν το φεγγάρι μοιάζει με χάλκινο ταψί, σταματά ο αέρας και δεν κουνιέται φύλλο. Τότε το κάστρο ζωντανεύει.
 Στις καστρόπορτες φαίνονται σκιές, μάγισσες, άλογα, άνθρωποι και στρατός ... Μπαινοβγαίνουν στις καστρόπορτες Ρωμαίοι, Αγαρινοί, και ο αέρας μεταφέρει μέχρι τον ουρανό φωνές και μοιρολόγια. Τα ακούνε οι κάτοικοι του παρχαριού και τα κάνουν μακρόσυρτο τραγούδι της Ματσούκας, παίξιμο δοξαριού και λαλιά λύρας.
 Άμοιρε κόσμε!

Πάνος  Καϊσίδης
Δημοσιογράφος- Συγγραφέας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah