Σάββατο 11 Νοεμβρίου 2017

Κι αν πας σην ξενιτείαν

Ξένε μ’, κι αν πας σην ξενιτείαν, μη στέκ’ς, ’λήγορα έλα, 
σην ξενιτείαν θολά νερά, φαρμακερά πεγάδια,
που νίφκεται, μαραίνεται, που πίνει άτα, αποθάνει,
που πλύν’ τα χεροπόδαρα τ’, την στράταν σασιρεύει*.
Χριστέ μ’, να μη ’ξημέρωνες, πουλί μ’, να μη ’κελάηδνες,
ο ξένο μ’ ξενιτέας εν, μερών, θα ξενιτεύει.

*σασιρεύει = κάνει λάθος, βρίσκεται σε αμηχανία.

Μετανάστες στις ΗΠΑ, από την Μικρά Ασία και τη Θράκη, σε γλέντι τους.


Αν πας στην ξενιτειά

Ξένε μου κι αν ξενιτευτείς, γρήγορα να γυρίσεις,
 στην ξενιτειά θολά νερά, φαρμακερές βρυσούλες, 
μαραίνεται όποιος νίβεται, πεθαίνει όποιος τα πίνει
 κι αν πλύνει χειροπόδαρα, θα χάσει αυτός το δρόμο.
Χριστέ μου ας μη ξημέρωνες, πουλί μη κελαηδούσες, 
γιατί θε να ξενιτευτεί με την αυγούλα ο ξένος.

Η ξενιτειά περιγράφεται με τα πιο μελανά χρώματα. Μπορεί να έχει κέρδη πολλά, όμως δεν μπορεί να γίνει πατρίδα. Αυτή η επισήμανση την ώρα της αναχώρησης του ξενιτεμένου, αποτελεί την ύστατη συμβουλή προς αυτόν, να επιστρέψει οπωσδήποτε στη γενέτειρα. Είναι το σάλπισμα της ψυχής των σπιτικών του, που θα τον παρακολουθεί όσο θα βρίσκεται στα ξένα.









Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah