Κάποιοι ισχυρίζονται ότι δεν υπήρξε γενιτσαρισμός και αν υπήρξε ήταν για το καλό των παιδιών που έτσι σώθηκαν!
Κάποιοι πιστεύουν πως δεν έγινε γενοκτονία — στην περίπτωση αυτή δεν λένε ότι, κι αν έγινε, ήταν για ... το καλό των Ελλήνων!
Αυτούς τους «αδέκαστους», τους κήρυκες της φιλίας των λαών, αν τους ρωτήσει κανείς για τα χιλιάδες Ποντιόπουλα,( για τα οποία μιλάνε πολλές γραπτές και προφορικές μαρτυρίες, που γυρνούσαν στους δρόμους, έρημα και απροστάτευτα, γιατί οι γονείς και οι άλλοι συγγενείς τους οδηγήθηκαν στις πορείες θανάτου, και τα εξισλάμισαν οι Τούρκοι) τι θα έκαναν αν τα παιδιά αυτά ήταν δικά τους;
Αν κάποιος τους πάρει το παιδί, τι θα κάνουν; Θα κινούσαν γη και ουρανό να τα βρουν, θα ήθελαν να εξοντώσουν με όποιο μέσον μπορούσαν τον απαγωγέα;
Τα άτομα αυτά μένουν αδιάφορα μπροστά στο δράμα που έζησε ο ελληνισμός της Ανατολής, συνεχίζουν να βλέπουν τα γεγονότα με το ψυχρό μάτι ενός ιστορικού — που και εκείνος, πολλές φορές, δακρύζει και αναθεματίζει τους εγκληματίες — που παρακολουθεί τα γεγονότα από πολύ ψηλά, τόσο ψηλά που δεν μπορεί να διακρίνει παρά μόνον τη μύτη του, που προσπαθεί να τη χώσει και εκεί όπου δεν φτάνει.
Αναφέρομε στους «αδέκαστους», μόνον το μεγάλο κακό που έγινε τότε στα παιδιά του Πόντου, δημοσιεύοντας άρθρο του Νίκου Καπετανίδη (εφημερίδα «Εποχή» Πέμπτη 3-9-1920), με τίτλο Τα παιδιά του δρόμου:
Ιδού τώρα και ένας μικρόκοσμος με τον οποίον δεν κρίνομεν άσκοπον ν’ απασχοληθώμεν ολίγον. Είναι τα παιδιά του δρόμου, τα περιπλανώμενα, τα γυμνόσκελα, τ’ απροστάτευτα, τα άσιτα και τα παράσιτα. Η Ανατολή, μέσα εις τας θλιβεράς και αμέτρητους ποικιλίας της, παρουσιάζει και ένα πολύ κακόμοιρον και πονετικόν κόσμον, τον κόσμον της μικράς ηλικίας, που ριγμένος εις τους πέντε δρόμους, σύρει την αθώαν του ύπαρξιν εις το έλεος των ανθρώπων.
Η ηλικία αυτή, αγνή και αθώα εις την ψυχήν της, έζησε μυρία βάσανα και αμετρήτους στερήσεις, και έδωσε θύματα πολλά, θύματα από τας επιδημίας, από την αρρώστειαν, από την πείναν. Προσθέσατε εις αυτά και τας θυσίας της ηθικής του. Πολλά παρεστράτησαν, αφωμοιώθησαν με την αλητικήν ζωήν, αλλαξοπίστησαν, έχασαν την εθνικήν των συνείδησιν και είναι, ή θα είναι εντός ολίγου, χαμένα δια πάντα.
Η εργασία της περισυλλογής που έχει γίνει από σωματεία και φιλανθρώπους, όσον και αν ήτο ειλικρινής και πρόθυμος, δεν έχει γίνει ωργανωμένα, συστηματικά, εντατικά. Ίσως δεν εφηρμόσθη και κάποια σοφωτέρα και προσεκτικωτέρα περισυλλογή. Εις τους δρόμους γυρνούν τόσα και τόσα από τα δυστυχισμένα αυτά πλάσματα, με σπινθηροβόλα μάτια, με πνεύμα εκπλήττον. Αν τα αφήσωμεν να χαθούν, να πέσουν εις τον βούρκον της δυστυχίας, να γίνουν αλήται και κλέπται, ένοχοι θα είμεθα εμείς. Και την ενοχήν αυτήν χρεωστούμε να την αισθανθούμε βαθειά. Όχι απλώς από την φιλανθρωπίαν του συρμού, από την φιλανθρωπίαν της ρεκλάμας, όχι, τέλος πάντων, από φιλανθρωπίαν, αλλά από εθνικήν υποχρέωσιν.
Τα Σωματεία, τα Σχολεία, τα συσσίτια, είναι καιρός να περιμαζέψουν αυτήν την δυστυχισμένην ηλικίαν. Αρχίζει μία κρίσιμος περίοδος, του χειμώνα και της πείνας. Και εις την περισυλλογήν αυτήν χρεωστεί να συντρέξη και κάθε ελληνική οικογένεια, κάθε Έλλην ως άτομον. Στο σπίτι, αλλά και στο κατάστημά του. Να το θρέψη, να το ενδύση. Αν πρόκειται να αποθάνωμεν από την πείναν, ας αποθάνωμεν όλοι μαζί.
Το παιδομάζωμα απο τους Οθωμανούς |
Αυτούς τους «αδέκαστους», τους κήρυκες της φιλίας των λαών, αν τους ρωτήσει κανείς για τα χιλιάδες Ποντιόπουλα,( για τα οποία μιλάνε πολλές γραπτές και προφορικές μαρτυρίες, που γυρνούσαν στους δρόμους, έρημα και απροστάτευτα, γιατί οι γονείς και οι άλλοι συγγενείς τους οδηγήθηκαν στις πορείες θανάτου, και τα εξισλάμισαν οι Τούρκοι) τι θα έκαναν αν τα παιδιά αυτά ήταν δικά τους;
Αν κάποιος τους πάρει το παιδί, τι θα κάνουν; Θα κινούσαν γη και ουρανό να τα βρουν, θα ήθελαν να εξοντώσουν με όποιο μέσον μπορούσαν τον απαγωγέα;
Τα άτομα αυτά μένουν αδιάφορα μπροστά στο δράμα που έζησε ο ελληνισμός της Ανατολής, συνεχίζουν να βλέπουν τα γεγονότα με το ψυχρό μάτι ενός ιστορικού — που και εκείνος, πολλές φορές, δακρύζει και αναθεματίζει τους εγκληματίες — που παρακολουθεί τα γεγονότα από πολύ ψηλά, τόσο ψηλά που δεν μπορεί να διακρίνει παρά μόνον τη μύτη του, που προσπαθεί να τη χώσει και εκεί όπου δεν φτάνει.
Νικος Καπετανίδης |
Ιδού τώρα και ένας μικρόκοσμος με τον οποίον δεν κρίνομεν άσκοπον ν’ απασχοληθώμεν ολίγον. Είναι τα παιδιά του δρόμου, τα περιπλανώμενα, τα γυμνόσκελα, τ’ απροστάτευτα, τα άσιτα και τα παράσιτα. Η Ανατολή, μέσα εις τας θλιβεράς και αμέτρητους ποικιλίας της, παρουσιάζει και ένα πολύ κακόμοιρον και πονετικόν κόσμον, τον κόσμον της μικράς ηλικίας, που ριγμένος εις τους πέντε δρόμους, σύρει την αθώαν του ύπαρξιν εις το έλεος των ανθρώπων.
Η ηλικία αυτή, αγνή και αθώα εις την ψυχήν της, έζησε μυρία βάσανα και αμετρήτους στερήσεις, και έδωσε θύματα πολλά, θύματα από τας επιδημίας, από την αρρώστειαν, από την πείναν. Προσθέσατε εις αυτά και τας θυσίας της ηθικής του. Πολλά παρεστράτησαν, αφωμοιώθησαν με την αλητικήν ζωήν, αλλαξοπίστησαν, έχασαν την εθνικήν των συνείδησιν και είναι, ή θα είναι εντός ολίγου, χαμένα δια πάντα.
Η εργασία της περισυλλογής που έχει γίνει από σωματεία και φιλανθρώπους, όσον και αν ήτο ειλικρινής και πρόθυμος, δεν έχει γίνει ωργανωμένα, συστηματικά, εντατικά. Ίσως δεν εφηρμόσθη και κάποια σοφωτέρα και προσεκτικωτέρα περισυλλογή. Εις τους δρόμους γυρνούν τόσα και τόσα από τα δυστυχισμένα αυτά πλάσματα, με σπινθηροβόλα μάτια, με πνεύμα εκπλήττον. Αν τα αφήσωμεν να χαθούν, να πέσουν εις τον βούρκον της δυστυχίας, να γίνουν αλήται και κλέπται, ένοχοι θα είμεθα εμείς. Και την ενοχήν αυτήν χρεωστούμε να την αισθανθούμε βαθειά. Όχι απλώς από την φιλανθρωπίαν του συρμού, από την φιλανθρωπίαν της ρεκλάμας, όχι, τέλος πάντων, από φιλανθρωπίαν, αλλά από εθνικήν υποχρέωσιν.
Τα Σωματεία, τα Σχολεία, τα συσσίτια, είναι καιρός να περιμαζέψουν αυτήν την δυστυχισμένην ηλικίαν. Αρχίζει μία κρίσιμος περίοδος, του χειμώνα και της πείνας. Και εις την περισυλλογήν αυτήν χρεωστεί να συντρέξη και κάθε ελληνική οικογένεια, κάθε Έλλην ως άτομον. Στο σπίτι, αλλά και στο κατάστημά του. Να το θρέψη, να το ενδύση. Αν πρόκειται να αποθάνωμεν από την πείναν, ας αποθάνωμεν όλοι μαζί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου