Ο Αιγίδης, που τον επικαλούμεθα συχνά,
γιατί είναι ένας από εκείνους που τοποθέτησε σωστά το προσφυγικό πρόβλημα,
απαριθμεί τους κυριότερους κλάδους στους οποίους η προσφυγική δραστηριότητα
εισέδυσε και ανέδειξε: “Η παραγωγή νημάτων ερίου δια τάπητας, γράφει,
εμφανιζομένη δια πρώτην φοράν τω 1924 με 160 τόνους, ανέρχεται βαθμιαίως εις
300 τόνους (τω 1929), δια να καμφθή τω 1930 εις 120 τόνους και το 1931 εις 100 τόνους.
Η παραγωγή των «ανατολικών ταπήτων», εμφανιζόμενη δια πρώτην φοράν τω 1923 με
60.000 τετρ. μέτρα, ανήλθεν εις 200.000 τ.μ. τω 1928, δια να καμφθή εις 160.000
τ.μ. τω 1929, εις 150.000 τω 1930 και εις 36.000 τω 1931,
Η παραγωγή της
«μετάξης αναπηνιαμένης» από 56 τον. τω 1922, ανέρχεται τω 1925 εις 175 τω 1928,
δια να παραμείνη εις το αυτό επίπεδον και κατά τα δύο επόμενα έτη και να ανέλθη
εις 200 τον. τω 1931.
Η παραγωγή των μεταξωτών
υφασμάτων, εμφανιζόμενη δια πρώτην φοράν τω 1925 με 1.000.000 τετραγωνικών
πήχεων, ανέρχεται εις 1.400.000 τ.π. τω 1926, εις 2.200.000 τ.π. τω 1929 και
τέλος εις 3.100.000 τ.π. τω 1930 δια να καμφθή εις 2.430.000 τ.π. τω 1931.
Η παραγωγή των αλευροβιομηχανικών
προϊόντων, εις την οποίαν σπουδαιότατοι συντελεσταί απέβησαν τόσον το μέγα
αλευροβιομηχανικόν εργοστάσιον «Μύλοι Αγίου Γεωργίου», οφειλόμενον
αποκλειστικώς εις την επιχειρηματικότητα προσφύγων μεγαλοβιομηχάνων, όσον και
έτερα εργοστάσια παραγωγής ζυμαρικών κλπ ανήλθον εις 885.000 τον. τω 1930
και 925.000 τω 1931”.
Μύλοι Αγίου Γεωργίου- Πάτρα 1936 |
Συνεχίζοντας ο Αιγίδης αναφέρει ότι
μεταξύ του εμποροβιομηχανικού κόσμου της Ελλάδας είναι πασίγνωστο ότι οι
βιομηχανικές επιχειρήσεις, που ιδρύθηκαν και διευθύνονται από πρόσφυγες, με
κεφάλαια προσφυγικά, δεν είναι ευκαταφρόνητες και η επικράτησή τους σε
διάφορους κλάδους προσέφερε ανυπολόγιστη ωφέλεια στην εθνική Οικονομία.
Επικεφαλής των επιχειρήσεων αυτών
έρχονται οι κλωστοϋφαντουργικές. Υπήρχαν, βέβαια και ιδρύθηκαν μετά την καταστροφή
αξιόλογες κλωστοϋφαντουργικές βιομηχανίες, από εκείνους που ανέκαθεν
ασχολούνταν στην Ελλάδα με το είδος αυτό. Αλλά, οι προσφυγικές βιομηχανίες
κλωστοϋφαντουργίας, που προστέθηκαν σ' αυτές, προσέδωσαν ειδική ώθηση στον
κλάδο αυτό, επειδή, σ' αυτές οφείλονται, περισσότερο, μερικά νέα είδη, που
επικράτησαν στην κατανάλωση. Τα βαμβακερά υφάσματα κοινής χρήσεως
κατασκευάζονταν από τις προσφυγικές κλωστοϋφαντουργίες σε ποικιλίες άγνωστες
μέχρι τότε (αλατζάδες, ντοκουμάδες, κουβέρτες κλπ), και έτσι ελαττώθηκε στο
ελάχιστο η εισαγωγή τους από το εξωτερικό.
Η Βιομηχανία πλεκτών ειδών, η
Βιομηχανία καλτσών, μαντηλιών, προσοψίων, κορδελών κλπ δημιούργησαν, στα χέρια
των προσφύγων εργοστασιαρχών, ή εργαστηριούχων, πρωτοφανή παραγωγή για την
Ελλάδα και αυτή η παραγωγή αποτέλεσε την αφετηρία εξέλιξης και όλων των
εργοστασίων, που υπήρχαν πριν.
Η Βιομηχανία της κιγκαλερίας αποτέλεσε
άλλο κλάδο πολύτιμο για την ευρύτητα της κατανάλωσης των ειδών αυτών από τις
λαϊκές τάξεις. Και στον κλάδο αυτό δεν ήταν λίγη η προσφυγική προσφορά.
Μια άλλη βιομηχανία, που είχε εισαχθεί
για πρώτη φορά, η Βιομηχανία πλαστικών κάλυψε τις ανάγκες της ελληνικής αγοράς.
Στη Βιομηχανία ειδών διατροφής κατέλαβαν σημαντική θέση οι προσφυγικές
επιχειρήσεις και θα ήταν μεγάλος ο κατάλογος των ειδών τα οποία παρασκευάστηκαν
από τον κλάδο αυτόν (κονσέρβες, ζυμαρικά, είδη ζαχαροπλαστικής κλπ). Επίσης,
κάλυψε μεγάλο μέρος της εσωτερικής αγοράς η Βιομηχανία σιδηροσωλήνων,
ηλεκτρικών εγκαταστάσεων που τα κυριότερα εργοστάσια ιδρύθηκαν από πρόσφυγες
επιχειρηματίες. Στον τομέα των
σμαλτωμένων (εμαγιέ) ειδών, η προσφυγική πρωτοβουλία υπήρξε σχεδόν
αποκλειστική.
Γενικά, δεν υπήρξε κλάδος βιομηχανικός
στον οποίο η προσφυγική επιχειρηματικότητα και πρωτοβουλία να μη δημιούργησε
πηγές εφοδιασμού της εσωτερικής αγοράς. Εξάλλου, η αλληλοσυμπλήρωση των δυο
ομάδων - γηγενών και προσφύγων - στο πεδίο της βιομηχανικής δράσης υπήρξε
καταφανέστατα ευεργετική και για τις ομάδες αυτές και για την εθνική Οικονομία,
χωρίς να λησμονηθεί και ένας ακόμα παράγων, που συνέβαλε στην προώθηση της
Βιομηχανίας, που είναι εξίσου σημαντικός, ο παράγων της πρώτης ύλης. Δεν
υπάρχει αμφιβολία ότι από την άποψη αυτή, η συμβολή των προσφύγων αγροτών και
κτηνοτροφών για την παραγωγή των πρώτων υλών για πολλούς κλάδους, υπήρξε πάρα
πολύ σημαντική και πολύτιμη και σε μερικές περιπτώσεις,
δημιουργική.
Αργαλειός |
Ο Α. Κουτουβαλας, γράφοντας για την ανάπτυξη
της ταπητουργίας στην Ελλάδα στην οποία επιδόθηκαν με ζήλο οι προσφυγές όταν έφθασαν
στην Ελλάδα, αναφέρει ότι, πριν από τη Μικρασιατική καταστροφή οι αργαλειοί στη
Μικρά Ασία ανερχόταν σε 10 000, με ετήσια παραγωγή περίπου σε 1 εκατομ. τ.μ. συνολικής
αξίας 400 εκατομ δρχ και με απασχολημένες γυναίκες 40 000 και 10.000 άνδρες.
Ο συγγραφέας του άρθρου θίγοντας τη θέση
της ελληνικής ταπητουργίας της εποχής εκείνης μας πληροφορεί ότι στην Ελλάδα
γίνεται κάποια κίνηση κατά το 1915 και δημιουργείται το ταπητουργείο « Άγκυρα»
των αδελφών Βαγιανων. Από το 1922 όμως άρχισε να αναπτύσσεται η ταπητουργία,
όπου την εποχή εκείνη υπήρχαν 40 ταπητουργία, που απασχολούσαν γύρω στους
2.000 αργαλειούς ενώ οι εργάτες και οι εργάτριες ανέρχονταν σε 5.000 περίπου.
Γιώργος Ν. Λαμψίδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου