Πέμπτη 14 Ιουλίου 2016

Η Δεύτερη Φάση της Γενοκτονίας

Στον ίδιο τον Πόντο οι Συμμορίες του Τοπάλ Οσμάν τρομοκρατούσαν και δολοφονούσαν τους Ελληνικούς πληθυσμούς. Οι Τούρκικες συμμορίες «σκότωναν από μίσος και εκδίκηση και όχι με σκοπό να ληστέψουν», σύμφωνα με κείμενα της εποχής. Το Foreign Office ανέφερε :«Ο Οσμάν αγάς, ληστής ταπεινής προέλευσης, έχει αναδειχθεί σε τοπικό δεσπότη της Κερασσούντας και προεδρεύει της επιτροπής Εθνικής Άμυνας Κερασσούντας, σώμα συνδεδεμένο με τους Νεότουρκους». Ακόμη και ο Σοβιετικός απεσταλμένος στην Τουρκία, Μ. Φρούνζε, που χαρακτηρίζονταν από φιλοτουρκικό πνεύμα, έγραφε για την πολιτική του Τοπάλ Οσμάν:
«Όλη αυτή η πλούσια και πυκνοκατοικημένη περιοχή της Τουρκίας, ερημώθηκε σε απίστευτο βαθμό. Απ’ όλο Ελληνικό πληθυσμό των περιοχών της Σαμψούντας, της Σινώπης και της Αμάσειας απέμειναν μόνο μερικές ανταρτοομάδες που περιπλανιόντουσαν στα βουνά. Εκείνος που έγινε περισσότερο γνωστός για τις θηριωδίες του ήταν ο αρχηγός των Λαζών Οσμάν Αγάς, ο οποίος πέρασε δια πυρός και σιδήρου με την άγρια ορδή του όλη την περιοχή. Οι ντόπιοι Τούρκοι θυμούνται με φρίκη τη σκληρότητα του». Σε έκθεση αυτής της περιόδου αναφέρεται:

«Η καταστροφή των χωρίων ήρξατο κατά τον Απρίλιον του 1921 και συνεπληρώθη προ μηνός (Ιούνιος 1922). Άπαντα τα χωρία κατεστράφησαν, εκάησαν, εξερριζώθησαν τελείως. Πάντες οι κάτοικοι των χωρίων τούτων εξωρίσθηκαν και εφονεύθησαν αφιακρίτως γένους και ηλικίας. Εκ των εις τα βουνά καταφυγόντων οι ημίσεις απέθανον εκ κακουχιών και φόνων και ασθενείων. Εγένεντο Αποστολαί εξορίστων εις το εσωτερικόν. Εκάστης Αποστολής οι εξόριστοι ελαμβάνοντο κατ’ εκλογήν μεταξύ των εχόντων ηλικίαν 10 - 70 ετών. Η τύχη των εξοριζομένων ήτο ως επί το πλείστον σφαγή, αγχόνη και θάνατος εκ κακώσεως και πείνης».

Για την εκτόπιση των Ελλήνων του Πόντου υπάρχουν τρεις επίσημες αποφάσεις.
  • Η πρώτη, που εκδόθηκε στις αρχές του Ιουνίου 1921 και είχε την υπογραφή του Μουσταφά Κεμάλ, αναφέρει: «Η πρόσφατη εμφάνιση του Ελληνικού πολεμικού ναυτικού στη Μαύρη Θάλασσα και ο βομβαρδισμός της Ινέπολης αυξάνουν την πιθανότητα απόβασης Ελλήνων στη Σαμψούντα. Για αυτό, όσοι Έλληνες μπορούν να κρατήσουν όπλα, από 15 έως 55 ετών, θα εκτοπιστούν στην ενδοχώρα».
  • Η δεύτερη είναι η επίσημη εντολή του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού Φεβζί, που στάλθηκε στις 3 Ιουνίου 1921 στο αρχηγείο που έδρευε στην Αμάσεια: «Από το υπουργικό συμβούλιο πάρθηκε η απόφαση να εκτοπιστούν στην ενδοχώρα όλοι οι Χριστιανοί που διαμένουν στα παράλια της Μαύρης Θάλασσας και μπορούν να φέρουν όπλα. Η απόφαση τίθεται σε ισχύ με τη λήψη του τηλεγραφήματος. Σας γνωρίζουμε ότι πρέπει να αποφευχθεί το ενδεχόμενο συσπείρωσης και αντίστασης των Χριστιανών καθώς και απόβασης Ελληνικού στρατού».
  • Η Τρίτη απόφαση, υπουργική και πάλι, ελήφθη στις 3 Ιουλίου 1921 και αναφέρει: «Υπάρχει πιθανότητα απόβασης στα παράλιά μας. Αυτά τα μέρη θα εκμεταλλευτεί ο εχθρός κατά του έθνους μας σε συνεργασία με ντόπιους Έλληνες. Ως εκ τούτου είναι αναγκαία τα έκτακτα μέτρα για την υπεράσπιση της χώρας. Έτσι, από τις 12 Ιουνίου 1921, όλη η παραλία της Μαύρης Θάλασσας και οι κωμοπόλεις κηρύσσονται εμπόλεμη περιοχή».

Το τέλος του 1921 σφραγίστηκε από τις φοβερές ωμότητες των Τούρκων στον Μικρασιάτικο Πόντο. Ο Βρετανός αρμοστής στην Κωνσταντινούπολη πληροφορούσε τον υπουργό Εξωτερικών: «Οι Τούρκοι φαίνεται ότι δρουν βάσει προμελετημένου σχεδίου για την εξόντωση των μειονοτήτων. Όλοι οι άνδρες ηλικίας άνω των 15 ετών της περιφερείας Τραπεζούντας και της ενδοχώρας εκτοπίστηκαν στα εργατικά τάγματα του Ερζερούμ, Καρς και Σαρήκαμις». Την ίδια εποχή αντάρτες βρίσκονταν σε κατάσταση απόγνωσης, καθώς καμία βοήθεια δεν έφτανε πλέον σε αυτούς. Οι Σοβιετικοί είχαν αποκόψει τους δρόμους εφοδιασμού από τις Ελληνικές κοινότητες της Ρωσίας, ενώ η Ελληνική κυβέρνηση δεν απαντούσε στις αγωνιώδεις εκκλήσεις τους.
Ένα πλοίο που φορτώθηκε στον Πειραιά με όπλα και πυρομαχικά γι’ αυτούς, δεν ξεκίνησε ποτέ. Παρά την αδυναμία και την πολυδιάσπαση τους, οι Πόντιοι αντάρτες σε δύσκολη θέση τον στρατό των Τούρκων. Μολονότι ο αριθμός αντιστοιχούσε σε μία μεραρχία, κατόρθωσαν να αντιμετωπίσουν πολλαπλάσιο Τουρκικό στρατό. Ο Κεμάλ Μουσταφά είχε επιφορτίσει το 3ο Σώμα του στρατού του που έδρευε στη Σεβάστεια, καθώς το 15ο που έδρευε στο Ερζερούμ, με καθήκον της καταστολής του αντάρτικου ποντιακού περιέγραφε ως εξής το Ποντιακό αντάρτικο. Οι περιοχές δράσης των Πόντιων ανταρτών είχαν χωριστεί.
Η δύναμη των Πόντιων ανταρτών στην αρχή ήταν περίπου έξι έως επτά χιλιάδες ενόπλων. Αργότερα έφτασαν στις εικοσιπέντε χιλιάδες, που είχαν χωριστεί σε μικρές ομάδες και δρούσαν σε διαφορετικά μέρη. Ο Κεμάλ, για να δικαιολογήσει τη γενοκτονία κατά του άμαχου πληθυσμού, υπερβάλλει πρωτίστως ως προς τον αριθμό. Επίσης, ενοχοποιεί τον «παραγωγικό Ποντιακό πληθυσμό», γιατί «τροφοδοτούσε τις ένοπλες και μάχιμες ομάδες». Ο Μ. Φρούνζε, Σοβιετικός απεσταλμένος στην Τουρκία, έδωσε μία από τις ελάχιστες μαρτυρίες για τους ηττημένους αντάρτες:
«Συναντήσαμε μια μικρή ομάδα από 60 - 70 Έλληνες, οι οποίοι μόλις είχαν καταθέσει τα όπλα. Όλοι τους είχαν εξαντληθεί στο έπακρο. Άλλοι έμοιαζαν κυριολεκτικά με σκελετούς. Αντί για ρούχα κρέμονταν από τους ώμους τους κάτι απίθανα κουρέλια». Με το πρόσχημα των αντιποίνων και της καταπολέμησης των ανταρτών, οι Τούρκοι ολοκλήρωσαν τη γενοκτονία. Βασισμένος σε μια σειρά επίσημων αναφορών, ο Βρετανός πρωθυπουργός Λόυντ Τζωρτζ προέβη σε δημόσιες δηλώσεις στη Βουλή των Κοινοτήτων:«Στον Πόντο δεκάδες χιλιάδες Ελλήνων ανδρών, γυναικών και παιδιών απελαύνονταν και πέθαιναν. Ήταν καθαρή ηθελημένη εξολόθρευση».
Ο Αμερικάνος ταγματάρχης Γιόουελ έδωσε μια εικόνα του Μικρασιατικού Πόντου το 1921: «Πτώματα, πτώματα σε όλο το μήκος της πορείας των εκτοπιζόμενων φρίκη και πτώματα». Οι διανοούμενοι και οι πρόκριτοι του Πόντου δικάστηκαν από το ψευδεπίγραφο Δικαστήριο της Ανεξαρτησίας, που έδρευε στην Αμάσεια. Με την κατηγορία ότι έγινε προσπάθεια απόσχισης από την Τουρκία, εκδόθηκαν εκατοντάδες θανατικές καταδίκες. Ακόμη και οι Σοβιετικοί απεσταλμένοι, οι οποίοι είχαν πλήρη γνώση των Τουρκικών ωμοτήτων κατά των Ελλήνων, δεν μπορούσαν να κρύψουν τον αποτροπιασμό τους για τα φρικτά εγκλήματα των συμμάχων τους.



Ο Αράλοβ, Σοβιετικός πρέσβης στην Άγκυρα, ενημερώθηκε στη Σαμψούντα από τον αρχιστράτηγο Φρούνζε. Ο Φρούνζε του είπε ότι είχε δει πλήθος Ελλήνων που είχαν σφαγιαστεί «βάρβαρα σκοτωμένους Έλληνες - γέρους, παιδιά, γυναίκες». Προειδοποίησε επίσης τον Αράλοβ ότι επρόκειτο να συναντήσει πτώματα σφαγιασμένων Ελλήνων τους οποίους είχαν απαγάγει από τα σπίτια τους και είχαν σκοτώσει στους δρόμους. Οι συγκρούσεις με Μουσουλμάνους ατάκτους εξαπλώθηκαν και στον Καύκασο. Τα Ελληνικά χωρία βρέθηκαν πάλι σε κίνδυνο και οι Αρμενικοί πληθυσμοί αντιμετώπιζαν για μια ακόμη φορά τον κίνδυνο της γενοκτονίας λόγω της εξέγερσης των ντόπιων Μουσουλμάνων.

Οι επικεφαλής των ατάκτων «Τατάρικων συμμοριών» ήταν Τούρκοι αξιωματικοί, οι οποίοι είχαν αποθρασυνθεί από την απραξία των δυνάμεων της Αντάντ. Από την άνοιξη του 1922, όταν η Τουρκία στράφηκε προς την Δύση, άρχισε να επικρατεί ψυχρότητα στις Σοβιετοτουρκικές σχέσεις. Οι Σοβιετικοί άρχισαν τότε να επιδιώκουν τη μείωση της Τουρκικής επιρροής και την αυτονόμηση των Ελληνικών πληθυσμών. Ήταν όμως πλέον πολύ αργά. Μία άλλη πλευρά της δεύτερης φάσης της γενοκτονίας ήταν η ολοκλήρωση των εξισλαμισμών. Το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών ετοίμασε το 1917 έκθεση με τίτλο «Οι Ανθελληνικοί Διωγμοί εν Τουρκία», στην οποία υπάρχει ιδιαίτερο κεφάλαιο για τους εξισλαμισμούς.
Στην έκθεση αναφέρεται ότι οι Νεότουρκοι είχαν αποφασίσει τον βίαιο εξισλαμισμό Χριστιανικών εθνοτήτων. Για τον σκοπό αυτό δημιούργησαν ορφανοτροφεία για τα παιδιά των Χριστιανών που είχαν εξοντώσει. Στα Ελληνόπαιδα παρείχαν Τουρκική παιδεία και Ισλαμική θεολογική μόρφωση, ενώ υποχρέωναν τις Ελληνίδες να παντρευτούν Μουσουλμάνους. 


http://greekworldhistory.blogspot.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah