Πέμπτη 19 Μαΐου 2016

Το χρονικό της καταδίκης και εκτέλεσης 69 Ποντίων , όπως το περιγράφει διασωθείς αυτόπτης μάρτυρας Φ. Συμεωνίδης

«Περί την 4ην μ.μ. διετάχθημεν εν σπουδή και εξερχόμενοι εις την προ της φυλακής πλατείαν παρετασσόμεθα εις στίχους ανά δύο. Τώρα ο αριθμός των ενόπλων φρουρών είχε πολλαπλασιασθή και επλαισιούμεθα έκαστος υπό ι­διαιτέρου αγριωπού ενόπλου στρατιώτου.
 Σιγομιλούντες βαδίζομεν προς το δικαστήριον με σφιγμένην την καρδιά. Μετά βρα- χείαν αναμονήν εν τη γνωστή αιθούση εισβάλλουν ως λυσσώντες κύνες οι δικασταί και ο γραμμα­τεύς αναγινώοκει την απόφασιν, υπό την συγκέντρωσιν της προσο­χής των ακροατών.
 Το σκεπτικό της απόφασης του στρατοδικείου ήταν: «Επειδή απεδείχθη ότι οι παρόντες και τίνες των απόντων εσκέπτοντο και ενήργουν να ι­δρύσουν Δημοκρατίαν του Πό­ντου, αποσπώντες μέγα τμήμα του οθωμανικού κράτους, από της Τραπεζούντας μέχρι του Ζογκουλδάκ και προς το εσωτερικόν μέχρι  Σεβαστείας, καταδικάζονται 69 παρόντες εις τον δι' αγχόνης θά­νατον, 15 ερήμην εις θάνατον, 7 εις 15ετή δεσμά, των δε μελών του διοικητικού συμβουλίου του συλλόγου Ορφεύς επικυρούται η υπό του στρατοδικείου επιβλη­θείσα ποινή, και οι λοιποί εις πρό­σκαιρα δεσμά εν Σεβαστεία μέχρι πέρατος του πολέμου. Αναγινώ­οκει τα ονόματα των εις αγχόνην καταδικασθέντων
Μητροπολιτικοί: Πρωτοσύγγελος Πλάτων Αϊβατζίδης, Αντώ­νιος Τζινόγλου, Χαράλαμπος Φιλοθεΐδης, Παναγιώτης Χατζή Ανα­στασίου.
Ιατροί: Αβραάμ Χρυσαφίδης, Αδαμάντιος Αρζουμανίδης, Πελοπίδας Επιφανίδης, Ηλίας Χαριτίδης, Πάρις Χάμλατζης, Χαρά­λαμπος Γρηγοριάδης.
 Φαρμακο­ποιοί: Χρήστος Χριστοφορίδης, Θεολόγος Δημητριάδης.
 Δικηγό­ροι: Λαυρέντιος Ταστσόγλου και Γιάγκος Ιορδανίδης.
Έμποροι: Νι­κόλαος Τεολόγλου, Θεαγένης Ενφιετζόγλου, Θεμιστοκλής Ξυδιάς, Γεώργιος Τζινεκίδης και ο αδελ­φός αυτού Κωνσταντίνος, Δημή­τριος Αλεξιάδης, Σάββας Αντώνογλου, Περικλής Νικολαΐδης, Πα­ντελής Αρζόγλου, Αντώνιος Ανανιάδης, Παύλος Παυλίδης, Σωκράτης Σκεντέρογλου, Γεώρ­γιος Πυρλής, Ιωάννης Ποτούρογλου και Κυριάκος Ποτούρογλου, Κωνσταντίνος Παπάζογλου, Αλέξαντρος Ιχτιάρογλου, Ανέστης Μελίδης, Νικόλαος Νικολαϊδης, Παύ­λος Παπαδόπουλος .
Διευθυντής Τραπέζης, Κων/νος Κωνσταντινίδης Διευθυντής Ρεζή, Ιωάννης Ανταβαλόγλου και ο υιός αυτού Σο­φοκλής, Αλέξανδρος Κάλφογλου, Θρασύβουλος Μουμουλίδης και ο αδελφός αυτού Ηλίας, Αβραάμ Γεδεκτσόγλου, Παύλος Ραφαήλογλου, Αλέξανδρος Ορδουλόγλου, Βασίλειος Οικονομίδης, Σπύρος Δεμιρτζόγλου, Γρηγόριος Γρηγοριάδης, Γεώργιος Αντώνογλου, Θεόδωρος Ιωαννίδης, Ιορδάνης Καδέρογλου, Δημήτριος Παπάζο­γλου, Ελευθέριος Ελευθεριάδης, Παντελής Σεραφειμίδης, Γεώρ­γιος Γελκεντζόγλου και ο αδελφός αυτού Πλάτων, Αντώνιος Χατζή Α­ντώνογλου, Μιχαήλ Αντώνογλου, Λάζαρος Αρζόγλου, Μιλτιάδης Χατζησάββας, Αντώνιος Ποδόσογλου, Τ. Καρπόζηλος, Σταύρος Κουγιουμτζόγλου, Χαράλαμπος Κεσίσογλου, Νικόλαος Ιορδανί­ας Ιωάννης Μαυρίδης, Θεμιστο­κλής Ιορδανίδης, Αντώνιος Ποδόσογλου, Περικλής Κουζουτζάκογλου και ο μετακληθείς εξ Αμισού και μετά δύο ημέρας απαγχονισθείς Πάντσος Δημητριάδης.
Μεταξύ των ερήμην καταδικασθέντων  και ο Μητροπολίτης Αμασείας Γερμανός Καραβαγγέλης, ο Στυλιανός Παπαδόπουλος, ο Γεώρ­γιος Βεκάρης, ο ιατρός Αθανάσιος Μπράβος και άλλοι.
Εις 15ετή δε­σμά ο Γεώργιος Χατζή Αντώνογλου, ο δικηγόρος Συμεών Παυλίδης, ο Γρηγόριος Υφαντίδης, ο Ηλίας Καρνεμίδης, ο αμαξηλάτης Χατζή Βασί­λης, ο πεταλωτής Λάζαρος και ο Ευ­στράτιος Μουμουλίδης.


Εις πρόσκαιρα δεσμά: Ο Αθα­νάσιος Χατζή Σάββας, ο Κων/νος Λεονταρίδης, ο Πηνιάτογλου και άλλοι.
Εις τους δι' αγχόνης καταδικασθέντας συμπεριελαμβάνετο και ο αποθανών Επίσκοπος Ζήλων Ευθύμιος, όστις, εάν ευρίσκετο εν τη ζωή, ήθελεν υποστή την αυ­τήν τύχην.
Ευθύμιος Αγριτέλης
Μετά την ανάγνωσιν της φρι­κτής ταύτης αποφάσεως γενική επεκράτησεν αναταραχή και κατάπληξις. Και ενώ μέχρι τούδε εν τα­πεινώσει και μετ' αξιοπρεπείας συμπεριεφέροντο οι υπόδικοι, εξέσπασαν ήδη εις αγανάκτησιν. Δημιουργείται σάλος, η αίθουσα σείεταικραυγαί και κατάραι αντή­χησαν κατά της αισχράς και αδίκου ταύτης δολοφονικής καταδίκης.
Ο Εμίν, αποχωρών εστράφη ό­πισθεν και με χαιρέκακον βλέμ­μα, ως τίγρις λείχουσα το αίμα των θυμάτων της, εφάνη ηδονιζόμενος. Αι επακολουθήσασαι αύται κραυγαί και έντονοι διαμαρτυρίαι των καταδίκων προκάλεσαν την άμεσον επέμβασιν των φυλάκων, οίτινες ορμήσαντες εξώθουν ό­λους ημάς προς την έξοδον.
 Εν τω μεταξύ οι καταδικασθέντες μελ­λοθάνατοι, εξάγοντες τα χρηματοφυλάκια, ωρολόγια, δακτυλίδια και ό,τι πολύτιμον είχον, παρέδιδον εις ημάς τους μέλλοντας να επιζήσωμεν, οι οποίοι εθρηνούμεν δια την μεγάλην απώλειαν.
Η παρατηρηθείσα όμως ψυχραιμία και ανδρική στάσις των μελλοθανά­των είναι αξιομνημόνευτος, αξία πάσης εξάρσεως και θαυμασμού.
Ουδείς ελιποψύχησε μετά την καταδίκην. Μόνον πικρία και θλίψις εζωγραφίσθη εις τα πρόσωπά των διά την στέρησιν των τέκνων και των άλλων προσφιλών των.
Παραταχθέντες εις δύο στοί­χους υπό την αυτήν φρούρησιν οδηγήθημεν εις τας φυλακάς του φρουρίου. Καθ' οδόν εφαίνετο ως να παρακολουθούμεν την πένθιμον εκφοράν 69 επιλέκτων προσώπων.
Αν και αι αποφάσεις του απαίσιου εκείνου δικαστηρίου ήσαν τελεσί­δικοι και ανέκκλητοι, εάν εδίδετο καιρός, θα απηυθύνοντο έντονοι διαμαρτυρίαι προς απάσας τας διευθύνσεις και τους ισχυρούς της γης. Δεν παρήλθεν όμως ημίσεια ώρα από τον εγκλεισμού μας εις το φρούριον και εδόθη διαταγή να χωρισθούν οι μελλοθάνατοι, μετα­φερόμενοι εις τας πέραν του ποτα­μού πολιτικός φυλακάς.
Προσελθών ο διευθυντής των φυλακών με κατάλογον ανά χεί­ρας εκφωνεί τα ονόματα, καλών προς την έξοδον. Επειδή εβράδυνον τίνες αποχαιρετώντες, ένο­πλοι φρουροί αναρριχηθέντες επί των τειχών, ηπείλουν να πυροβο­λήσουν.
Οδυρόμενος ο Παύλος Παπαδόπουλος δια τα τέκνα του, παραλαμβάνεται υπό του ηρωικώς αξιοπρεπούς Γεωργίου Γελκεντζόγλου, όστις σταθείς εντός και προ της εξώθυρας και υψών την δεξιάν αποχαιρετά τουρκιστί «Αρκαντασλάρ, Αλλαχά ισμαρλαντήκ»(Φίλοι μου είμαστε παραγγελία του θεού).
Ο γέρων Ιωάννης Ανταβαλόγλου, βλέπων τον υιόν του Σο­φοκλή εξελθόντα και μη ακούσας το ιδικόν του όνομα, υπενθυμίζει ότι και αυτός συμπεριλαμβάνεται, μη θέλων να αποχωρισθή του υιού του και αναφωνεί τουρκιστί "μπέντα βάρημ" (και εγώ είμαι). Τον Παντελή Αρζόγλου αντελήφθην πηγαινοερχόμενον και μη. θέλοντα να αποχωρισθή των αποσκευτών του.
Ο δε Πρωτοσύγγελος Πλάτων, αφού απεχαιρέτησε τους άλλους, καλέσας εμέ και τον Κ. Σερέφαν κλαίοντας, παρέδωκε το ωρολόγιον και ολίγα χρήματα και μας επετίμησε με παρομοίαν φράσιν του Αποστόλου Παύλου (Πράξ. 21, 13) "Τι ποιείτε κλαίοντες και συνθρίπτοντές μου την καρδίαν; Αποθνήσκομεν δολοφονούμενοι χάριν της πίστεως και του Έθνους κατά τον χριστιανικόν τούτον διωγμόν του 20ου αιώνος". Ησπάσθημεν την δεξιά του και έφυγε...
Δεν δύνομαι να παραστήσω την ομαδική εκείνην έξοδον
Ν. Καπετανίδης
Ήτο μεγάλη νεκρική πομπή ή επίσημος εθνική πανήγυρις; Δι­καίως κατά την ώρα εκείνην ο δη­μοσιογράφος εκ Τραπεζούντος Νίκος Καπετανίδης αναφώνησε "κρίμα να χάσω μίαν τέτοιαν ευκαιρίαν εθνικής πανηγύρεως!" απαγχονισθείς και αυτός μετ' ολί­γας ημέρας.
Τοιουτοτρόπως απαχθέντες υπό αυστηράν φρούρησιν, έβλε­παν καθ' οδόν να στήνονται και τα ικριώματα, οπόθεν την επιούσαν θα αιωρούντο τα σώματά των... Ενεκλείσθησαν εις τον θάλαμον των μελλοθανάτων!
Και ημείς μεν εμένομεν άγρυ­πνοι, αγνοούντες την περαιτέρω τύχην μας, προσθέτοντας μάλιστα ότι θα ήτο προτιμότερον να συναποθάνωμεν μετά τοσούτου πλή­θους επιλέκτων ομογενών.
Διεκόπτοντο δε αι σκέψεις και συνομιλίαι μας υπό λυγμών, πλημμυρισμέ­νοι δακρύων. Εκείνοι δε ως εμάθομεν παρά φυλάκων, καθ' άλλην την τελευταίαν εκείνη τραγικήν νύκτα δεν έπαυον προσευχόμενοι, ζητωκραυγάζοντες υπέρ του έθνους και τέλος έψαλον και την νεκρώσιμον ακολουθίαν των και ησπάσθησαν αλλήλους δια του τελευταίου ασπασμού.
Αν και η φρούρησις των ήτο αυστηροτάτη, δεν απεκλείετο επίθεσις εκ μέ­ρους των νεωτέρων και απόπειρα αποδράσεώς τίνων, αλλ' η αγάπη και το ενδιαφέρον υπέρ των οικο­γενειών των, αίτινες θα υφίσταντο αντίποινα, τους απέτρεψε και ως πρόβατα ήχθησαν εις την σφαγήν.
Όρθρος ήτο βαθύς της 8/21 Σεπτεμβρίου 1921 και οδηγούμενοι εις κατόπιν του άλλου ανήρχοντο, φευ, την βαθμίδα του ικριώματος, απαγχονιζόμενοι, το άνθος της αριστοκρατίας, λόγο μορφώσεως, πλούτου, εμπορικού και επιχειρηματικού πνεύματος, οι στύλοι Αμισού, Πάφρας και φαίνεται ότι οι περήφανοι πατριώτες επιχειρηματίες τραπεζίτες, γιατροί, δικηγόροι,νοικοκυραίοι, ιερείς, μητροπολίτες και καθηγητές γυμνασίου, αλλά και μαθητές γυμνασίου, καθώς και απλοί άνθρωποι, οδηγούνται απτόητοι κατά μάζες στα εκτελεστικά αποσπάσματα και τις αγχόνες του τουρκικού σοβινισμού.
 Κανείς δε λιποψυχεί. Μόνο οι χήρες και τα ορφανά κλαίνε και οδύρονται για το χαμό των δικών τους. Οι διανοούμενοι και οι πρόκριτοι του Πόντου δικάζονται από τα ψευτοδικαστήρια “Ανεξαρτησίας” της Αμάσειας και καταδικάζονται. Με την κατηγορία ότι έγινε προσπάθεια απόσχισης εδαφών από την Τουρκία, εκδόθηκαν εκατοντάδες θανατικές καταδίκες. Περίπου 450 Πόντιοι πεθαίνουν στις κρεμάλες της Αμάσειας. Κι εδώ γεννάται το ερώτημα. Είναι ποτέ δυνατόν με τις υπογραφές στα διεθνή σαλόνια συνθηκών και συμβάσεων, να απεμποληθούν και να λησμονηθούν οι θυσίες του άνθους του ελληνισμού του Πόντου; 
Η ιστορία δε λησμονεί και οι θυσίες δεν πάνε χαμένες. Δεν πέρασε ούτε ένας αιώνας από τότε και το οικοδόμημα του τουρκισμού - τουρανισμού κλυδωνίζεται και οι θυσίες αυτές, μαζί με τις θυσίες 400.000 περίπου Ελλήνων του Πόντου, θα βρουν τη δικαίωσή τους.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah