Οι Έλληνες ρίζωσαν και προόδεψαν στα μέρη του Πόντου. Επικράτησαν με τον υπέροχο πολιτισμό τους, εξελλήνισαν βαρβάρους και πάνω από δύο χιλιάδες χρόνια αντιμετώπισαν τις άγριες επιθέσεις αγρίων τυράννων, που επιχειρούσαν να εξαφανίσουν το εθνικό τους πιστεύω. Οι ελληνικές πόλεις μέσα στην πολυτάραχη ιστορική διαδρομή, μακριά από τη μητρόπολη τους, παρά τους συνεχείς αγώνες και τις κακουχίες, διατήρησαν αλώβητη την πολιτιστική τους παράδοση και καλλιέργησαν υπέρλαμπρο πολιτισμό.
Αποικίζουν συστηματικά την περιοχή του Πόντου και αρχίζει η φάση της κοινωνικής ποινικής δικαιοσύνης. Παύει πια η εκδίκηση, ατομική ή συλλογική των ομάδων και επικρατεί η ιδέα της δικαιοσύνης και της διατήρησης της ηθικής και κοινωνικής τάξης. Η διαμόρφωση οργανωμένων πόλεων - κρατών ισχυροποιεί τη θέση των αρχόντων, που η αρμοδιότητά τους, από καθαρά διαιτητική, γίνεται καθοριστική, αφού νομοθετούν, δικάζουν και εκτελούν τις σχετικές αποφάσεις.
Η φιλελευθεροποίηση και η δημοκρατικοποίηση στην απονομή της δικαιοσύνης συνεχίζεται και στο επόμενο στάδιο, η δικαστική εξουσία μεταβιβάζεται από τους άρχοντες σε ευρύτερα λαϊκά στρώματα. Σταθμό για την εξέλιξη αυτή αποτελεί η Ηλιαία στην Αθήνα, δικαστήριο με αστική και ποινική αρμοδιότητα. Τον 5ο π. X. αιώνα, όταν στο δικαστήριο αυτό υπάγεται ο κύριος όγκος των υποθέσεων, η Αθήνα, με την προτροπή του Περικλή, αναπτύσσει ιδιαίτερα ισχυρές σχέσεις με τις ελληνικές πόλεις στην περιοχή του Πόντου. Οι Έλληνες Πόντιοι ακμάζουν την εποχή αυτή και παρά τη μηδική και περσική κατάκτηση, προάγουν τον ελληνικό πολιτισμό, πράγμα που, πέρα από την καταγωγή τους, διευκολύνει την έντονη οικονομική και πολιτιστική σύνδεσή τους με την Αθήνα.
Αν ο αρχαίος ελληνισμός είναι αξιοθαύμαστος, επειδή μας άφησε μνημεία του στοχασμού και του λόγου, αθάνατα μεγαλουργήματα, είναι διπλά άξιος θαυμασμού για το δίκαιο που καλλιέργησε. Πράγματι, ασχολήθηκε με ζωτικά προβλήματα του ποινικού δικαίου, ενός κατεξοχήν κοινωνικού επιστημονικού κλάδου, δημιούργησε μια πλήρη θεωρία για το άδικο και κάλυψε έναν μεγάλο αριθμό από τους γνωστούς στην ποινική επιστήμη σήμερα θεσμούς.
Η ποινική ευθύνη παύει γρήγορα να ρυθμίζεται μόνον από το αποτέλεσμα και εξετάζεται και το υποκειμενικό στοιχείο του εγκλήματος. Μπορεί ενδεικτικά ακόμη να ειπωθεί ότι γίνεται διάκριση ανάμεσα στα εγκλήματα από δόλο και από αμέλεια, η άμυνα αναγνωρίζεται ως λόγος ο οποίος αίρει τον άδικο χαρακτήρα της εγκληματικής πράξης, όπως εξάλλου και η συναίνεση του παθόντα και ότι ο θεσμός της παραγραφής, ως λόγος που αποκλείει το αξιόποινο των κολάσιμων πράξεων, δεν είναι άγνωστος. Για να αντιληφθούν οι μη νομικοί την αξία των πνευματικών αυτών κατακτήσεων, αρκεί να τονισθεί ότι ακόμη και σήμερα πολλοί θεσμοί του ποινικού δικαίου δεν αποτελούν απολύτως ξεκαθαρισμένες έννοιες και αξίες.
Κωνσταντίνος Κωνσταντινίδης
Αποσπάσματα από την εισήγηση του στο Α' Παγκόσμιο συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη 7-14 Ιούλη 1985
Αποικίζουν συστηματικά την περιοχή του Πόντου και αρχίζει η φάση της κοινωνικής ποινικής δικαιοσύνης. Παύει πια η εκδίκηση, ατομική ή συλλογική των ομάδων και επικρατεί η ιδέα της δικαιοσύνης και της διατήρησης της ηθικής και κοινωνικής τάξης. Η διαμόρφωση οργανωμένων πόλεων - κρατών ισχυροποιεί τη θέση των αρχόντων, που η αρμοδιότητά τους, από καθαρά διαιτητική, γίνεται καθοριστική, αφού νομοθετούν, δικάζουν και εκτελούν τις σχετικές αποφάσεις.
Η φιλελευθεροποίηση και η δημοκρατικοποίηση στην απονομή της δικαιοσύνης συνεχίζεται και στο επόμενο στάδιο, η δικαστική εξουσία μεταβιβάζεται από τους άρχοντες σε ευρύτερα λαϊκά στρώματα. Σταθμό για την εξέλιξη αυτή αποτελεί η Ηλιαία στην Αθήνα, δικαστήριο με αστική και ποινική αρμοδιότητα. Τον 5ο π. X. αιώνα, όταν στο δικαστήριο αυτό υπάγεται ο κύριος όγκος των υποθέσεων, η Αθήνα, με την προτροπή του Περικλή, αναπτύσσει ιδιαίτερα ισχυρές σχέσεις με τις ελληνικές πόλεις στην περιοχή του Πόντου. Οι Έλληνες Πόντιοι ακμάζουν την εποχή αυτή και παρά τη μηδική και περσική κατάκτηση, προάγουν τον ελληνικό πολιτισμό, πράγμα που, πέρα από την καταγωγή τους, διευκολύνει την έντονη οικονομική και πολιτιστική σύνδεσή τους με την Αθήνα.
Αν ο αρχαίος ελληνισμός είναι αξιοθαύμαστος, επειδή μας άφησε μνημεία του στοχασμού και του λόγου, αθάνατα μεγαλουργήματα, είναι διπλά άξιος θαυμασμού για το δίκαιο που καλλιέργησε. Πράγματι, ασχολήθηκε με ζωτικά προβλήματα του ποινικού δικαίου, ενός κατεξοχήν κοινωνικού επιστημονικού κλάδου, δημιούργησε μια πλήρη θεωρία για το άδικο και κάλυψε έναν μεγάλο αριθμό από τους γνωστούς στην ποινική επιστήμη σήμερα θεσμούς.
Η ποινική ευθύνη παύει γρήγορα να ρυθμίζεται μόνον από το αποτέλεσμα και εξετάζεται και το υποκειμενικό στοιχείο του εγκλήματος. Μπορεί ενδεικτικά ακόμη να ειπωθεί ότι γίνεται διάκριση ανάμεσα στα εγκλήματα από δόλο και από αμέλεια, η άμυνα αναγνωρίζεται ως λόγος ο οποίος αίρει τον άδικο χαρακτήρα της εγκληματικής πράξης, όπως εξάλλου και η συναίνεση του παθόντα και ότι ο θεσμός της παραγραφής, ως λόγος που αποκλείει το αξιόποινο των κολάσιμων πράξεων, δεν είναι άγνωστος. Για να αντιληφθούν οι μη νομικοί την αξία των πνευματικών αυτών κατακτήσεων, αρκεί να τονισθεί ότι ακόμη και σήμερα πολλοί θεσμοί του ποινικού δικαίου δεν αποτελούν απολύτως ξεκαθαρισμένες έννοιες και αξίες.
Κωνσταντίνος Κωνσταντινίδης
Αποσπάσματα από την εισήγηση του στο Α' Παγκόσμιο συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη 7-14 Ιούλη 1985
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου