Σάββατο 2 Ιανουαρίου 2016

Η αντίσταση μεμονωμένων φρουρίων, οι απελευθερωτικοί πόλεμοι Χασάν του Μακρού και Αλεξίου Κομνηνού και η εξέγερση των Ματσουκαίων.

Πρώτος μητροπολίτης της Τραπεζούντας επί Τουρκοκρατίας αναφέρεται στα 1472 ο Παγκράτιος, που διαδέχτηκε τον μητροπολίτη Δωρόθεο. Αλλά ο Παγκράτιος εκθρονίστηκε βίαια με διαταγή του σουλτάνου, την ίδια κιόλας χρονιά, και τη θέση του την πήρε ο Δωρόθεος, ο μητροπολίτης Αθηνών. Ο λόγος της απέλασης του Παγκρατίου συνδέεται με τις σοβαρές πολεμικές επιχειρήσεις που διεξήγαγε τούτη τη χρονιά ο Τουρκομάνος ηγέτης και γαμπρός των Κομνηνών Ουζον Χασάν (Χασάν ο Μακρός) για την απελευθέρωση της Τραπεζούντας από τον οθωμανικό ζυγό.΄
Ήδη, κατά τα έτη 1467 και 1468, ο Χασάν ο Μακρός είχε κάνει επίθεση εναντίον της τουρκοκρατούμενης Τραπεζούντας. Στη Δύση, μάλιστα, νόμισαν πως την είχε κιόλας κυριεύσει. Έτσι, το όνομα του ηγέτη των Αμιδιωτών έγινε γρήγορα θρυλικό και οι φήμες που έφταναν παντού μιλούσαν για τη γενναιότητα και τη σωματική του δύναμη, για το σταυρό που φορούσε στο δεξί του ώμο και για τη φιλία του με τους Χριστιανούς. Διαδόθηκε, μάλιστα, ότι ο Ουζούν Χασάν κατέλαβε και τη Σινώπη και επρόκειτο να επιτεθεί εναντίον της Κωνσταντινούπολης. Το σίγουρο πάντως ήταν ότι γίνονταν μεγάλες ετοιμασίες κατά το 1471 από το Μωάμεθ Β' εναντίον του Χασάν, που είχε εισβάλει στην άλλοτε αυτοκρατορία της Τραπεζούντας.
Κωνσταντινούπολη

Αλλά η επίθεση εναντίον της χώρας του Πόντου έγινε το Μάη του 1472 με αρχηγό του στρατού τον ανεψιό του αυτοκράτορα Δαβίδ, τον Αλέξιο, γιο του Αλεξάνδρου (ή Σκαντάριου) Κομνηνού. Ο Αλέξιος είχε προ πολλού δραπετεύσει από την υπηρεσία του σουλτάνου και κατέφυγε στο συγγενή του Χασάν. Έτσι, μπροστά στον κίνδυνο να απελευθερωθεί η Τραπεζούντα, ο Μωάμεθ έστειλε 9 γαλέρες και 25 μικρότερα πλοία.
Στο μεταξύ τα στρατεύματα του Χασάν, ο οποίος παρέμεινε στο Ερζιγκιάν, κατέλαβαν την Τοκάτη του Πόντου, την Καισάρεια της Καππαδοκίας και προέλασαν μέχρι την Άγκυρα. Ο Μωάμεθ Β' ανησύχησε τώρα πιο πολύ και κινητοποιήθηκε ακόμα πιο ενεργητικά. Τέθηκε σε επιφυλακή η Κωνσταντινούπολη, έκλεισαν όλες σχεδόν οι πύλες της και φράχτηκε ο Κε-ράτιος με αλυσίδες. Με τα στρατεύματά του ο Πορθητής πέρασε στη Μικρασία και προχώρησε ως τη Νικόπολη (Σεμπίν-Καραχισάρ) του Πόντου. Τον ίδιο καιρό και ο Χασάν ετοιμαζόταν να δώσει τη μάχη με τον αντίπαλό του. 
Την άνοιξη του 1473 οι δυο εχθρικές στρατιές παρατάχτηκαν αντιμέτωπες στον κάμπο της Σεβάστειας. Στην πρώτη μάχη που έγινε, ο σουλτάνος έχασε τρεις στρατηγούς του, πράγμα που τον ώθησε να επιτεθεί ο ίδιος εναντίον του Χασάν, επικεφαλής της πολυάριθμης στρατιάς του. Η δεύτερη μεγάλη μάχη, μια από τις αιματηρότερες και κρισιμότερες της αρχαιότερης οθωμανικής ιστορίας, έγινε στις 26 Ιουνίου του 1473, ανάμεσα στην Παϊπούρτη και το Τερζάν, στα σύνορα της άλλοτε αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας. Παρατάχθηκαν, από τις δυο μεριές, 200.000 περίπου στρατιώτες. Η σύγκρουση ήταν σφοδρή και πεισματική, και κατέληξε με νίκη του Μωάμεθ, εξαιτίας του ανώτερου πεδινού πυροβολικού που διέθετε ο Πορθητής, και το οποίο πυροβολικό κατατρόμαξε τους ιππείς του Χασάν του Μακρού.
Σε τούτες τις κρίσιμες περιστάσεις με τους πολέμους και τις συγκρούσεις για χάρη της Τραπεζούντας, οι Έλληνες της περιοχής δεν μπορούσαν να μείνουν αμέτοχοι, προπάντων αυτοί που, για να γλιτώσουν από την τυραννία, είχαν καταφύγει στις ορεινές περιοχές της Ματσούκας και της Χαλδίας. Επιπλέον, το ηθικό όλων των ανθρώπων αυτών είχε αναπτερωθεί από την απελευθερωτική κίνηση και εκστρατεία του Ουζούν Χασάν και του ανεψιού του πρώην αυτοκράτορα Δαβίδ, του Αλεξίου Κομνηνού.
Κατά την άποψη του Χρύσανθου στα χρόνια αυτά, και στα αμέσως μετά την άλωση, και όχι στα πριν, πρέπει να τοποθετήσουμε όλα τα ελληνικά ή τουρκικά τραγούδια και τις παραδόσεις που αναφέρονται σε γενναίες αντιστάσεις ηρωικών ελληνικών φρουρίων της ποντιακής χώρας εναντίον αυτών που τα πολιορκούσαν, γιατί το 1461 η ραγδαία προέλαση του Μωάμεθ Β' προς την Τραπεζούντα βρήκε τον ποντιακό λαό και στρατό απροετοίμαστο για άμυνα.
 Ταυτόχρονα τότε, η δειλία του Δαβίδ Κομνηνού και η δολιότητα των αυλικών συμβούλων παρέλυσε το πολεμικό μένος των Ποντίων, το οποίο δεν πρόφτασε να ανδραγαθήσει και να δείξει την παλικαριά του, σύμφωνα με τις ωραίες αγωνιστικές του παραδόσεις. Ενώ, κατά την περίοδο αυτή, των πολέμων του Ουζούν Χασάν με τον Μωάμεθ, που κράτησαν πολλά χρόνια, δόθηκε στους Έλληνες της ποντιακής χώρας καιρός και δύναμη να βοηθήσουν τον απελευθερωτικό αγώνα του Αλεξίου Κομνηνού και του ηγέτη των Ασπροπροβατάδων, ο οποίος ξεσήκωσε ολόκληρη την Ανατολή και έφτασε να απειλεί και την Κωνσταντινούπολη, την Άγκυρα και την Τραπεζούντα.
Φάρος στο λιμάνι της Τραπεζούντας

Τέτοια φρούρια που αντιστάθηκαν γενναία, εκτός από τα άλλα, ήταν και το περίφημο του Ηλ’ ο κάστρος (το κάστρο του Ήλιου, Ηλιόκαστρο), δηλαδή αυτό που βρισκόταν κοντά στον ποταμό Σέρα, ανάμεσα στην Τραπεζούντα και τα Πλάτανα:
Όλα τά κάστρα είδα κι όλα εγύρισα 
αμον [σαν] του Ήλ' τον κάστρον, κάστρος 'κι έτονε [δεν υπήρχε]
Χίλοι-μύροι γενίτσαροι πολεμούν άτο 
κι ουδέ επορούν να παίρ'νε κι ουδ’ αφήν ’ν άτο. 
Σαράντα πόρτας είχεν κι όλα χάλκινα 
κι έναν μικρόν πορτόπον διπλοχάλκινον.
 Σαράντα γενίτσαροι πολεμούν άτο... [κλπ.]
Παρόμοιο τραγούδι ήταν και εκείνο που ασχολείται με της Ωριάς το κάστρον, δηλαδή, το Κάστρο της Ωραίας, που ο Π. Τριανταφυλλίδης πιστεύει ότι είναι το φρούριο της Κορδύλης (Ακτσέκαλε), το οποίο υπεράσπιζε Χριστιανή ηρωίδα. Επίσης και άλλα κάστρα, όπως το Πέτρωμα (Πέτρα-καλέ) και το Παλαιόκαστρον της Παλαιοματσούκας, αντιστάθηκαν στους Οθωμανούς και τραγουδήθηκαν από τη λαϊκή μούσα. Στην περίοδο αυτού του αγώνα, πολλά ορεινά μέρη της ποντιακής χώρας, στο εσωτερικό της περιφέρειας Τραπεζούντας, είχαν απελευθερωθεί και τράβηξαν κοντά τους πολλούς άντρες, ακόμα και από την ίδια την Τραπεζούντα. Αυτά, λοιπόν, τα λευτερωμένα μέρη ονομάζουν τα δημοτικά τραγούδια του Πόντου Ρωμανία, δηλαδή ελληνική γη, όπως λέει π.χ. και το προαναφερμένο γνωστό μας τραγούδι:
«Υιέ μ ’ (λέει η μητέρα στο γιο), άν ζεις και γίνεσαι (άνδρας) σην Ρωμανίαν φύγον,
Εκεί έ(χ)εις  κυρ Ανδρόνικον, καλαδελφόν Ξαντίνον...».
Επίσης, ένα άλλο της ίδιας περιόδου τραγούδι, αρχίζει:
«Έρθεν ο Τούρκον ο κακόν κι εκόνεψεν σην χώραν
Τ' ομάλα (πεδιάδες) Τούρκ'ς έγόμωσεν [γέμισε] και τα βουνά λεβέντους...»
Στους απελευθερωτικούς αγώνες, αυτής της περιόδου, πρέπει να συμπεριλάβουμε και τη διήγηση, που αναφέρουν οι ελληνικές και τουρκικές παραδόσεις, για την εξέγερση των Ματσουκαίων.
Σύμφωνα μ’ αυτή τη διήγηση, μια μέρα Παρασκευή (αργία των μουσουλμάνων), σε ώρα που οι πύλες των φρουρίων της Τραπεζούντας ήταν ανοιχτές και οι Τούρκοι βρίσκονταν μαζεμένοι στο τζαμί τους και προσεύχονταν, κατέβηκαν από τα βουνά ένοπλοι Ματσουκαίοι και φυγάδες Τραπεζούντιοι και επιτέθηκαν εναντίον της πόλης. Κατάφεραν εύκολα να την κυριέψουν και να την κρατήσουν προσωρινά, αλλά κατόπιν οι ένοπλοι Τούρκοι, που ήταν πολυπληθέστεροι, αντεπιτέθηκαν με το στρατό τους και τους νίκησαν. 
Έτσι, άλλοι από τους αντάρτες σκοτώθηκαν στη μάχη που άναψε, και άλλοι αιχμαλωτίστηκαν και οδηγήθηκαν έξω από τα τείχη, στην πλατεία «Μεϊντάνιν», όπου σφαγιάστηκαν. Από τότε η πλατεία ονομάστηκε «Γκιαούρ μεϊντάνι» (πλατεία των Απίστων) και μέχρι το έτος 1800 οι πύλες της Τραπεζούντας, κάθε Παρασκευή, για λόγους πρόνοιας και ασφάλειας ή από παράδοση ή θρησκευτική πρόληψη, έμεναν κλειστές.
Ωστόσο, παρ’ όλους τους αγώνες που ακολούθησαν με την άλωση της Τραπεζούντας, τις αντιστάσεις των φρουρίων και τους απελευθερωτικούς πολέμους του 1467-1473 η εξουσία των Τούρκων επικράτησε τελικά, και στην ελληνική τούτη γωνιά της Μικρασίας. Δεν άργησε να έρθει και η περίοδος του κατευνασμού και της σχετικής τάξης.
Μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά
 Οι Χριστιανοί, που ήταν από πολλές πλευρές χρήσιμοι στους κατακτητές, άρχισαν να γίνονται ανεκτοί και να μην καταδιώκονται άγρια. Μετά τον κατευνασμό αυτό, οι ίδιοι οι σουλτάνοι έδειξαν ιδιαίτερο σεβασμό προς το μεγάλο μοναστήρι του Πόντου, την Παναγία Σουμελά, προπάντων ο Σελίμ ο Α', ο Σελίμ ο Β' και ο Μουράτ ο Γ', οι οποίοι εξέδωσαν και φιρμάνια που έσωσαν το μοναστήρι από την καταστροφή. Επιπλέον, παραχώρησαν στο μοναστήρι και ειδικά προνόμια που του επέτρεψαν να επιβιώσει στους κατοπινούς αιώνες και να λειτουργήσει με ασφάλεια.
 Συγκεκριμένα ο Σελίμ Α, γιος της Ελληνίδας Μαρίας «Γκιουλμπαχάρ», το 1512 επικύρωσε με χρυσόβουλο (Χάττι σερίφ) τα προνόμια που είχε η Σουμελά από τους Κομνηνούς, ώστε να είναι εντελώς ασύδοτη και αφορολόγητη και να «δεσπόζει» στα χωριά, τα οποία της ανήκαν ως τιμάρια, καθώς και στους δουλοπάροικους των χωριών. Ο ίδιος σουλτάνος «επεστέγασε» με χαλκό το ναό και δώρισε σ’ αυτόν πέντε μεγάλες λαμπάδες στολισμένες με χρυσά γράμματα. Αλλά και ο άλλος Σελίμ, ο Β', φάνηκε πολύ ευεργετικός προς το μοναστήρι και του παραχώρησε φιρμάνι με το οποίο αναγνώριζε ως «ασύδοτα» και αφορολόγητα τα κτήματά του.

Χρήστος Σαμουηλίδης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah