Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2015

Η μάχη των Κοπαλάντων

Αρχή του 1918 και όλοι οι Σανταίοι βρέθηκαν στα όπλα. Στον Άι-Γιώργη και στο Φτελέν είχαν φρουρούς, οι οποίοι σε περίπτωση κινδύνου ήσαν υποχρεωμένοι να ρίξουν τρεις τουφεκιές ως σύνθημα. Στις 20 του Γενάρη ο πρόεδρος της επιτροπής άμυνας της Σάντας Θεοδόσιος Χειμωνίδης κάλεσε σε συνεδρίαση την 5μελή επιτροπή, και αποφασίστηκε τότε να επιταχθούν όλα τα υποζύγια της Σάντας...
Την 25η του Γενάρη ακούστηκε από το Φτελέν το σύνθημα του κινδύνου και πολλοί οπλίτες της Σάντας με αρχηγό τον Γιάννη Σπαθάρο, όρμησαν κατά το Φτελέν και πήραν κατεύθυνση προς το Κοπαλάντων. Μιλά ο ίδιος ο αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων Ιωάννης Εφραιμίδης για τη μάχη Κοπαλάντων. Περιγράφει τα γεγονότα, στα 38-39 τεύχη της “Ποντιακής Εστίας” όπου αναφέρει τα παρακάτω:

“Ήτο η πρώτη φορά αν δεν απατώμαι που συνεκρούσθησαν οι Σανταίοι κατά μέτωπον πλέον με τα γειτονικά τουρκικά χωριά. Οι Σανταίοι εγνώριζαν πολύ καλά τις προθέσεις και το μίσος των γειτονικών χωρίων και ότι με την πρώτη ευκαιρία που θα τους εδίδετο θα επετίθεντο εναντίον κυρίως των ακραίων χωρίων της Σάντας, Κοπαλάντων, Φτελέν και Χαρατσάντων με τον αντικειμενικόν σκοπόν την λεηλασίαν των κατοίκων και την εξόντωση των παλικαριών των.

Οι πρόεδροι των χωριών μας έχοντες συναίσθησιν του κίνδυνου που μας περίμενε και προς ασφάλειαν των κατοίκων ίνα μη μας καταλαμβάνουν οι εισβολείς εξαπίνης κατά την επίθεσίν των, απεφάσισαν και ίδρυσαν εις τα περισσότερα χωρία νυκτερινά φυλάκια (καραούλια). Ένα τέτοιο φυλάκιο ιδρύθη και στο χωριό Χαρατζάντων πλησίον του Φτελέν και σε απόσταση 1  1/2 ώρας από το πρώτο τουρκικό χωριό. Το φυλάκων αυτό εφρουρούσε τον δημόσιο δρόμο από τα τουρκικά χωριά προς τη Σάντα. Το φυλάκιο αυτό από τα μέσα του Οκτωβρίου 1917 εφρουρείτο τη νύκτα εναλλάξ από παλικάρια των χωρίων Ισχανάντων, Πινατάντων και Τερζάντων.
Ήτο η 25 Ιανουαρίου του 1918 και ώρα 10.30 π.μ. Αλησμόνητη θα μου μείνει η ημέρα αυτή. Ο ουρανός ήτο κατακάθαρος, χιονισμένα τα πάντα, γαλήνη και ησυχία παρετηρείτο στο χωριό μας Ισχανάντων και ξαφνικά ηκούσθησαν οι πρώτοι πυροβολισμοί προερχόμενοι από το βάθος του ποταμού. Το χωριό μας ανεστατώθη και οι κάτοικοι έντρομοι ρωτούσαν τι συμβαίνει και συνεκεντρούντο στο καφενείο του χωριού μας. Ο γράφων ευρίσκετο τη στιγμή εκείνην στο καφενείον του Χρύσωνος, οι πυροβολισμοί εξακολουθούσαν να ακούωνται. Χωρίς να χάσω λεπτόν, και κατά καθήκον εφόσον ήμουνα οργανωμένος εις την άμυναν των χωριών μας, μπήκα σ’ ένα γειτονικό σπίτι (αν ενθυμούμαι καλώς στου Σπυριδόπουλου) ξεκρέμασα το μάνλιχερ, το πήρα και έφυγα προς τη διεύθυνση του χωριού Τερζάντων, όπου ήτο και η έδρα του γενικού οπλαρχηγού Γιάννη Σπαθάρου. Εκεί συνάντησα επάνω στο δημόσιο δρόμο τον οπλαρχηγό, το Θεοδόσιο Χειμωνίδη με το Γιάννη Τριανταφυλλίδη εκ Πινατάντων και δύο άλλα παλικάρια εκ του Τερζάντων, των οποίων τα ονόματα δεν ενθυμούμαι, που εσυζητούσαν πως πρέπει να αντιμετωπισθεί η εκδηλωθείσα επίθεσις των Τούρκων.
Χωρίς πολλάς συζητήσεις μαζί με τον Σπαθάρο και τους άλλους φύγαμε γραμμή δια το Φτελέν και σε χρονικό διάστημα μιας ώρας (ρεκόρ ταχύτητος) ευρέθημεν αντιμέτωποι των Τούρκων έναντι του χωρίου Κοπαλάντων, όπου έγινε και η επίθεσις.
Από το Φτελέν ενισχύθηκαν και με τρία άλλα παλικάρια και εν όλω 8 πήραμε μέρος στη μάχη.
Γιάμπολης ποταμός

Οι Τούρκοι μόλις επληροφορήθησαν την άφιξίν μας από τους πυροβολισμούς μας, ήρχισαν γρήγορα να οπισθοχωρήσουν συναποκομίζοντες και τα λεηλατηθέντα και κατευθύνονταν ταχέως προς τη μεγάλη γέφυρα του δημοσίου δρόμου του ποταμού Γιάμπολη. Εκεί εστράφησαν τα πυρά μας και εκεί υπήρξεν ο τάφος των εισβολέων όπου εφονεύθησαν το όλον 14 Τούρκοι και αρκετοί ετραυματίσθησαν. Μετά την εκδίωξιν των Τούρκων εκ του Κοπαλάντων με διαταγή του οπλαρχηγού εστράφησαν τα πυρά μας εναντίον των δυο χωρίων Αγρίδ και Ισχάν και από τις σφαίρες μας μετεβλήθηκαν σε κόσκινα τα ξύλινα σπίτια των Τούρκων και οι κάτοικοι διεσκορπίσθησαν.
Έτσι εξελίχθη η μάχη των Κοπαλάντων και οι Τούρκοι εν τω μεταξύ δεν ετόλμησαν να κάνουν νέας επιθέσεις εναντίον μας, παρά εκδικούμενοι την ήτταν των έστησαν ενέδραν στις 9 Μαΐου του 1918 στις διαβάσεις του όρους Κιμισλή σε μια πόστα Σανταίων προερχομένων εκ Τραπεζούντος με προμήθειας και εκεί εφόνευσαν 11 πατριώτας μας”.

'Αλλος αυτόπτης μάρτυς, ο Πολίτας Τσουμπάν προσθέτει στο δημοσίευμα του Γιάννη Εφραιμίδη τα παρακάτω: Μας λέει:
 “Οι ως άνω 8 πρωτοπόροι της μάχης αυτής πήραν τον ευθύν δρόμο Φτελέν Κοπαλάντων, οι κατοπινοί όμως που σπεύσανε σε ενίσχυση των πρώτων υποπτεύθηκαν ενέδρες των Τούρκων σ’ αυτόν το δρόμο και έκαμαν την στροφή Αλιάντων, Δώδεκα Αλάτια, Κοπαλάντων. Οι επιδρομείς Τούρκοι επέμεναν να καταλάβουν το σπίτι του Χαράλαμπου Σισμανίδη, γιατί αυτό ήταν το κέντρο και η ψυχή των αμυνομένων. 
Αρχή-αρχή 4 σπίτια στην άκρη του χωριού κατελήφθησαν από τους Τούρκους, οι οποίοι έριχναν έξω στις αυλές χαλιά, στρώματα, ρούχα, έπιπλα, κι ότι άλλο δημιούργησε η εργασία των Σανταίων αυτών ανά τους αιώνας. Εκεί που ήθελαν ν’ αρπάξουν όλα τα ανωτέρω οι Τούρκοι και να φύγουν, του ρίξαμε και σκοτώσαμε πολλούς απ’ αυτούς. Σ’ αυτή τη μάχη ο καλύτερος συμπαραστάτης μου υπήρξε ο Γιάννης Εφραιμίδης, ο οποίος επέδειξε αφάνταστη ψυχραιμία σ’ όλη τη διάρκεια της μάχης. Στη μάχη αυτή έπαιξε το ρόλο του ο Γαβριήλ Πασαλίδης, ο οποίος μετέφερε στην πλάτη του από τη Σάντα ως το Κοπαλάντων μια βαριά κάσα γεμάτη φυσίγγια, που τα χρησιμοποιήσαμε καταλλήλως” .

Ύστερα απ’ τη μάχη αυτή οι Κοπαλανταίοι αναγκάσθηκαν ν’ αφήσουν το χωριό και ν’ανέβουν στη Σάντα για ασφάλεια.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah