Πέμπτη 4 Ιουνίου 2015

Ο Πολυπαθής Ελληνισμός του Πόντου. (Θεφύλακτος Θεοφύλακτος) Μέρος 1ο

Τα αποσπάσματα που δημοσιεύονται στη συνέχεια προέρχονται από διάλεξή του στην αίθουσα του «Παρνασσού», στην Αθήνα, το 1920.

Θεοφύλακτος Θεοφύλακτος
Έρχομαι μακρόθεν από τα πέρατα του Ευξείνου, από τον πολυπαθή Πόντον, κομίζων τον ασπασμόν των υποδούλων αδελφών μας στους ελευθέρους της Μεγάλης Ελλάδος.
Φέρει ακόμη επ’ ώμων ο Ελληνισμός εκεί βαρύν τον σταυρόν αυτού, χωρίς να διαβλέπη εγγύς το Πάσχα της απελευθερώσεώς του. Εξηντλημένος και αιμάσσων δεν δύναται να ρήξη κραυγήν, η οποία να αντηχή εις τον Ιερόν Βράχον.
Έζησεν αιώνας ολοκλήρους ο λαός  εγκαταλελειμμένος. Μόνος με τας ιδίας δυνάμεις του εγαλουχήθη εις τα Ελληνικά Ιδανικά. Δεν εγκατέλειψε ποτέ την πίστιν του εις  αυτά. Αλλά πάντοτε με πίστιν και ακράδαντον πεποίθησιν ατένιζε την απελευθέρωσιν ολοκλήρου της Φυλής.
Η μητέρα ελίκνιζε το παιδί  με νανούρισμα την επωδόν: «Πάλι με χρόνια με καιρούς ...». Και την πεποίθησιν  αυτή ενίσχυον διαφεύγουσαι αι γνώμαι των απλοϊκωτέρων και αρχαιοτέρων Αγαρηνών, οι οποίοι και εκείνοι είχον κάπως έμφυτον την γνώμην, ότι ημέραν τινά θα παραδώσουν εις τους Έλληνας ό,τι  τους αφήρεσαν δια του πολέμου.
Με την πίστιν και την πεποίθησιν  την ειρημένην αθάνατον επωδόν «Πάλιν με χρόνια με καιρούς ...», έζησαν και απέθανον γενεαί ολόκληροι.
Οι γονείς αποθνήσκοντες άφηναν εντολήν εις τα τέκνα των να προσέλθωσιν εις τους τάφους των και να μεταδώσουν την χαρμόσυνον αγγελίαν της αποκαταστάσεως της Φυλής.
Του λαού αυτού, του οποίου η ψυχή συνδέεται αδιασπάστως με την  λοιπού Ελληνισμού, μετά του οποίου αποτελεί έν αδιαίρετον σύνολον, του Ελληνισμού, αυτού τον πόνον, που τον εντείνει η ιδέα, ότι είναι εγκαταλελειμμένος εις τον αγώνα του, καθ’ ήν στιγμήν βλέπει εγγί-ζουσαν την ημέραν της απελευθερώσεώς του, τον πόνον, που φέρει εις την απόγνωσιν, ήλθα να μεταδώσω εις τους διανοουμένους ελευθέρους αδελφούς και δι’ αυτών εις τον Ελληνικόν Λαόν και τον πολιτισμένον κόσμον.
Δια τούτο ετόλμησα να παραστώ ενώπιον υμών αφηγούμενος ολίγα εξ όσων συνέβησαν εις την χώραν εκείνην και, αφού  παράσχω αμυδράν ιδέαν του παρελθόντος τους, να ομιλήσω περί της σημερινής καταστάσεως του Πόντου και τους απογνώσεως, εις ήν τείνει ο εγκαταλελειμμένος πανταχόθεν Ποντιακός Ελληνισμός ...
Και πρώτον. Τι εστί Πόντος; Ο Ελληνικός Πόντος περιλαμβάνει το Βιλαέτιον Τραπεζούντος, το σαντζάκιον της Σινώπης, της Αμισού, της Μερζιφούντος και Σεβαστείας — Καραχισάρ. Κατά την Ελληνικήν εκκλησιαστικήν διαίρεσιν περιλαμβάνει έξ επαρχίας, την επαρχίαν Τραπεζούντος με έδραν την Τραπεζούντα, την επαρχίαν Ροδοπόλεως εις το εσωτερικόν με έδραν το Τζεβιζλίκ, την επαρχίαν Χαλδίας — Κερασούντος με έδραν την Αργυρούπολιν εις το εσωτερικόν και την Κερασούντα παραλιακώς, την της Κολωνίας με έδραν την Νικόπολιν (Καρά Χισάρ), την της Νεοκαισαρείας με έδραν τα Κοτύωρα (Ορδού) και την της Αμασείας με έδραν την Αμισόν (Σαμψούντα).
Aι επαρχίαι αυταί έχουν αυτοτελή οργανισμόν στηριζόμενον επί του προνομιακού καθεστώτος της Μεγάλης Εκκλησίας. Διοικούνται υπό των εκάστοτε Μητροπολιτών, ως θρησκευτικών και εθνικών αρχηγών και υπό της αντιπροσωπείας του λαού, η οποία εκλέγει τας διαφόρους κοινοτικάς αρχάς, την δημογεροντίαν, την εφορείαν των σχολείων. Τοιαύτη ομοιόμορφος διοίκησις υπήρχεν εις τα μεγαλύτερα κέντρα της επαρχίας και εις τα απώτερα και τα μικρότερα χωρία αυτής.
Εις τας κυριωτέρας πόλεις υπήρχον διάφορα εκπαιδευτικά σωματεία και αγαθοεργοί αδελφότητες, τα οποία ήρχοντο εις επικουρίαν ηθικήν και υλικήν των διαφόρων χωρίων της περιφερείας εκείνης. Συνετήρουν ευαγή εκπαιδευτικά ιδρύματα, δι’ ών μετελαμπαδεύοντο τα φώτα της Ελληνικής παιδείας εις τας μεγάλας αποκέντρους γωνίας, όπου υπήρχεν Ελληνική ψυχή.
Το Γυμνάσιον της Τραπεζούντος, το παλαίφατον Φροντιστήριον, υπήρξε φάρος  τηλαυγής του Ελληνικού πνεύματος εκπέμπων ζειδώρους ακτίνας εις το πλείστον μέρος του Ελληνισμού του Πόντου. Το Γυμνάσιον Αμισού εξετέλεσε προορισμόν μέγαν ιδίως δια τας περιφέρειας εκείνας της επαρχίας Αμασείας, όπου οι Έλληνες κάτοικοι καταγόμενοι από τα εσωτερικά της Μ. Ασίας ήσαν Τουρκόφωνοι. Το ισόβαθμον με αυτό Γυμνάσιον της Κερασούντος και τα ημιγυμνάσια Κοτυώρων και Σουρμένων ανάλογον εθνικήν αποστολήν εξετέλουν ευδοκιμώτατα και πλείστα όσα κέντρα, τα οποία είχαν πληθυσμόν 100 — 150 Ελληνικών οικογενειών. Ούτε και το μικρότερον ακόμη χωρίον με πληθυσμόν 15 — 20 οικογενειών εστερείτο δημοτικού σχολείου.
Εις την διοίκησιν των κοινοτικών σωματείων ελάμβανον μέρος επιστήμονες απόφοιτοι του Εθνικού μας Πανεπιστημίου, ιατροί, φιλόλογοι, έμποροι, τελειόφοιτοι διαφόρων εμπορικών σχολών και έμπειροι πολίται, σεβάσμιοι δια την τιμιότητα και την πείραν ήν είχον εις τας μετά των Τουρκικών Αρχών σχέσεις της Κοινότητος. Γενικός ρυθμιστής και οδηγός όλων των Σωματείων ήτο ο Μητροπολίτης.
Η οικονομική κατάστασις των Ελλήνων της χώρας ταύτης (σ. σ. του Πόντου) ήτο ανθηρότατη. Εις τας πόλεις το εμπόριον, η μικρά βιομηχανία του τόπου, αι εμπορικαί τράπεζαι, όλη σχεδόν η οικονομική ζωή ευρίσκετο εις χείρας των Ελλήνων.
Εις τα χωρία επίσης η θέσις των ομογενών ήτο υπέροχος. Διότι και εκεί όπου μεν το έδαφος ήτο εύφορον, την παραγωγικότητα αυτού εξεμεταλλεύοντο καλύτερον οι Έλληνες, όπου δε ο πλούτος δεν ικανοποιεί την φιλοπονίαν των ημετέρων, ούτοι εταξιδευον εις την γείτονα Ρωσσίαν και εκεί επαγγελλόμενοι τον έμπορον, τον εργολάβον, τον κτίστην, τον αρτοποιόν, τον καπνοφυτευτήν κ.λ.π. επέστρεφον εις την πατρίδα των, την οποίαν ουδέποτε ελησμόνουν και τοιουτοτρόπως πάντοτε διετηρείτο ασύγκριτος η οικονομική υπεροχή επί των συνοίκων λαών. Εξ άλλου οι σύνοικοι ούτοι λαοί περιοριζόμενοι εις τα ίδια άνευ μορφωτικών εφοδίων, πτωχοί και ενδεείς, διότι η κατ’ αρχέγονον όλως σύστημα καλλιέργεια του εδάφους δεν προσεπόριζεν εις αυτούς τα προς το ζην αναγκαία, απέβλεπον και αυτοί εις την εργασίαν του Έλληνος από τα ξένα. Τους μετεχειρίζοντο λοιπόν οι ημέτεροι εις τας εργασίας αναλόγως προς την πνευματικήν των ανάπτυξιν, τους εδάνειζον πολλάκις, δια να μη τα πάρουν ποτέ, τους διετήρουν όμως πάντοτε υποχειρίους δι’ όλων των υλικών μέσων, τα οποία τοις παρείχον.
Αλλά μήπως και αι Τουρκικαί Αρχαί δεν υφίσταντο την ιδίαν επίδρασιν;
Συνεσταλμένος ο αγάς του χωρίου εκάθητο με εσταυρωμένας τας χείρας εις ένδειξιν σεβασμού προ του εκ Ρωσίας επανελθόντος ξενιτεμένους Έλληνος γείτονός του, ο οποίος τω έδιδε διάφορα δώρα και επιδόματα. Εις δε τας πόλεις μετά φόβου Θεού ανέβαινον την μαρμάρινον κλίμακα του προκρίτου Έλληνος με την σταμπολίνα του (σ. σ. με αρκετό δέος) ο πανίσχυρος άρχων.
Αυτά βεβαίως ήσαν εις εποχήν ολίγον προκεχωρηκυίαν επί των ημερών του αιμοβόρου Χαμίτ, του οποίου η όλη μήνις εστρέφετο κατά άλλου αδελφού εν συμφοραίς έθνους, του Αρμενικού. Δεν έλειπον βεβαίως και κακουργήματα και θηριωδίαι προς τους Έλληνας, αλλά ταύτα απέρρεον ή από τον ορμέμφυτον φανατισμόν του θρησκολήπτου όχλου ή ωφείλοντο εις τεχνάσματα των διαφόρων αρχών δια να αποσπώσι χρήματα από τους ημετέρους. Εγίνοντο δε τα τοιαύτα εις μεγάλην κλίμακα.
Αλλ' επέπρωτο να γίνουν χειρότερα επί της εποχής των Νεοτούρκων. Θα επεκτεινόμην δε πολύ, εάν ανέφερον τα από της επαναστάσεως και την σκληράν επίδρασιν της στρατολογίας επί των Ελλήνων γενικώς και ιδίως των κατοίκων του Πόντου. Εκείθεν άρχεται το καταχθόνιον σχέδιον της εξοντώσεως των Χριστιανών εν Τουρκία. Το Κρητικόν ζήτημα εχρησίμευσεν ως πρώτη αφορμή ανεπιφύλακτου επιθέσεως των Νεοτούρκων κατά παντός ελληνικού και ως μέσον φανατισμού του απλοϊκού όχλου κατά των συνοίκων Χριστιανών.
Μέχρι ποιου σημείου εξεμεταλλεύθησαν οι Νεότουρκοι το Κρητικόν ζήτημα δια τον φανατισμόν τούτων είναι αφάνταστον. Αρκεί να αναφέρω, ότι εν Τραπεζούντι οι λεμβούχοι οι οποίοι την εποχήν εκείνην απετέλουν μέλη του Νεοτουρκικού Κομιτάτου συνέλαβον την ιδέαν να εκστρατεύσουν εναντίον των γκιαούρηδων της Κρήτης με τας λέμβους των. Εγένο-ντο επί τούτω συλλαλητήρια και εξεφωνήθησαν λόγοι με τα συνθήματα: «Η Κρήτη είναι δική μας. Δεν την δίνομεν στους γκιαούρηδες». Εξεβιάσθη δε και εις πρόκριτος Έλλην να εκδηλώση την επιθυμίαν των Ελλήνων του τόπου προσφωνών το πλήθος. Και άκων (σ. σ. χωρίς τη θέλησή του) βεβαίως ο δυστυχής Έλλην πρόκριτος με την σημασίαν βεβαίως, ήν υπηγόρευεν αυτώ η συνείδησίς του επεφώνησεν: «Η Κρήτη είναι δική μας (σ.σ. εννουούσε των Ελλήνων). Δεν την δίνομε σε κανέναν».
Επηκολούθησαν αργότερα οι Βαλκανικοί πόλεμοι, όπου υπό το πρόσχημα της στρατολογίας εταλαιπωρήθησαν χιλιάδες ομογενών και οι πλείστοι εύρον σκληρόν θάνατον ακολουθούντες τας ορδάς των Αγαρηνών με συντετριμμένην την ψυχήν, ότι υποβοηθούν το έργον της Ημισελήνου κατά του Σταυρού.
Ήλθον έπειτα οι διωγμοί της Θράκης και των παραλίων της Μ. Ασίας, οι οποίοι είχον πάντοτε τον αντίκτυπον των επί του Ελληνικού πληθύσμού του Πόντου, δι’ ιδιαιτέρου μέτρου εξ ίσου φονικού, όσον και αι απελάσεις, δια του εμπορικού αποκλεισμού, ο οποίος εφηρμόζετο αυστηρότατα σχεδόν εις όλα τα τμήματα του Πόντου με παραλλάσσουσαν εντατικότητα αναλόγως των διαθέσεων των εκασταχού διοικητών. Καταστροφήν δεινήν υπέστη πρώτη εκ του μέτρου τούτου η ακροτάτη πόλις του Πόντου Ριζούς, όπου ωργίασεν ο φανατισμός του τότε διοικητού Λαζιστάν και έπειτα αιμοβόρου Βαλή Τραπεζούντος, του Τζεμάλ Αζμή. Εντός βραχυτάτου χρόνου μία ανθηρά Ελληνική Κοινότης έσβησε κυριολεκτικώς, καχεκτική και τελείως εξηντλημένη, διότι οι προκριτώτεροι (σ. σ. οι πιο διακεκριμένοι πρόκριτοι) των κατοίκων της μη δυνάμενοι να προσπορισθώσι τα προς το ζην δια της εργασίας των, ηναγκάσθησαν να μεταναστεύσουν εις Ρωσσίαν ζητούντες πόρον ζωής.
Τα τείχη της Τραπεζούντας όπως είναι σήμερα
Αλλά και εν Τραπεζούντι και εν τη ενδοχώρα και εις άλλους λιμένας του Πόντου ο εμπορικός αποκλεισμός εφηρμόσθη αγρίως και επέφερε διπλούν αποτέλεσμα, ήτοι αφ’ ενός μεν συνέτριψε πλείστους ομογενείς εμπόρους μέτριας περιουσίας και εξηνάγκασε τους οικονομικώς ευρωστοτέρους να περιστείλουν τας επιχειρήσεις των, αφήνοντες το στάδιον ελεύθερον εις τους Τούρκους, αφ’ ετέρου δε υπέκαυσεν έτι πλέον το μίσος των Μουσουλμάνων όλων προς τους ομογενείς και ούτως ο Μουσουλμανικός όχλος καταλλήλως προπαγανδισθείς, εθεώρει τον Έλληνα ως ον παράσιτον, απομυζώντα την οικονομικήν ικμάδα της χώρας, η οποία ανήκε μόνον εις τους Τούρκους και ως εκ τούτου ανάξιον ουχί μόνον δικαιοσύνης, αλλά και της στοιχειώδους φιλανθρωπίας.
Ο οικονομικός ούτος αποκλεισμός ελάμβανε χαρακτήρα αληθούς απηνούς διωγμού κατά των Χριστιανών. Όχλος και κυβερνητικά όργανα αλληλοφανατιζόμενοι εξετρέποντο εις βιαιοπραγίας ανηκούστους, αψηφούντες πλέον και τας διαμαρτυρίας των ξένων προξένων, τας οποίας άλλοτε ελάμβανον υπό σοβαράν έποψιν. Η Μεγάλη Εκκλησία είχε τότε κηρύξει εαυτήν εν διωγμώ, και διέκοψε πάσαν σχέσιν με την Υψηλήν Πύλην. Αλλά και τούτο δεν επρόκειτο να ωφελήση. Η ψυχολογική κατάστασις των Ελλήνων, οι οποίοι ήκουον τους εκτοπισμούς των ομογενών της Θράκης, της Προποντίδος, ήτο απελπιστική. Έβλεπον δε επικρεμάμενον τον κίνδυνον επ’ αυτών να υποστούν το ολιγώτερον την αυτήν τύχην με εκείνους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah