Πέμπτη 16 Απριλίου 2015

Οι πρώτοι πρόσφυγες στο Αρσακλί (ΠΑΝΟΡΑΜΑ)

ΠΩΣ ΠΡΟΗΛΘΕ ΤΟ ΠΑΛΙΟ ΟΝΟΜΑ
Το Πανόραμα ονομαζόταν παλιά Αρσακλί. Ο φιλόλογος - ερευνητής κ. Χρηστός Χρυσικός θεωρεί ότι το όνομα είναι σύνθετο από την τουρκική λέξη αρσάκ (βάτος) και την κατάληξη λι, που δηλώνει τον τόπο. Αρσακλί, τόπος με βατόμουρα. Με τον ίδιο τρόπο προήλθαν και τα ονόματα Καβακλί (καβάκ = καβάκι, λεύκα), Αϊβαλί - Κυδωνιές (αϊβά = κυδώνια).
Μια δεύτερη εκδοχή, αναφέρει ότι στο Πανόραμα και την περιοχή του κατοικούσε ένας μπέης ονομαζόμενος Ακ Σακαλή. Από αυτόν, λοιπόν, λέγεται ότι πήρε το όνομα: Ακ Σακαλή, που έγινε με τον καιρό, κατά παραφθορά, Αρσακλί.
Πανόραμα 1935. Αριστερά διακρίνεται το σχολείο και δεξιά ο νεοανεγειρόμενος ναός του Αγίου Γεωργίου

ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΠΑΝΟΡΑΜΑ ΜΕΤΑ ΤΟ 1930
Το όνομα Πανόραμα πήρε το χωριό κατά τη δεκαετία του 1930, όταν ο οικισμός υπαγό­ταν στην κοινότητα Πυλαίας, εκπροσωπούμενο από πάρεδρο.
Οι πρώτοι κάτοικοι του Πανοράματος ήρθαν το 1913-1914 από την Ανατολική Θράκη και τη Μικρά Ασία. Με την αλλαγή του καθεστώτος στη Ρωσία το 1917, ήρθαν στην Ελλάδα πολλοί Πόντιοι, κυρίως από την περιοχή της Γεωργίας και ειδικότερα από το Μπορζόμ.
Πριν από τον ερχομό των προσφύγων, το Πανόραμα ήταν ακατοίκητο. Όταν ήρθαν οι πρόσφυγες πρώτοι κάτοικοί του, βρήκαν μόνον τρεις παράγκες, δύο μικρές και μία μεγά­λη, που εγκατέλειψαν οι Αγγλογάλλοι στρατιώτες και που χρησίμευαν ως αναρρωτήρια κατά τη διάρκεια των βαλκανικών πολέμων (1913-1914). Σε αυτές βολεύτηκαν.

ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΣΕ ΝΑ ΤΟΥΣ ΚΡΑΤΗΣΕΙ
Ο τόπος ήταν άγονος και οι τουρκικοί μαχαλάδες μισογκρεμισμένοι από την εγκατάλειψη. Εξαιτίας του άγονου εδάφους, ορισμένοι έφυγαν γρήγορα. Προτίμησαν, αρκετοί από αυτούς, να εγκατασταθούν στα “Βλάχικα” της Καπουτζίδας (Πυλαίας) σε ένα εγκαταλειμμένο εργοστάσιο μεταλλικών αντικειμένων, που ανήκε σε Εβραίους.
 Οι περισσότε­ροι, όμως, έφυγαν για το Χαρμάν Κιοϊ (Ελευθέριο - Κορδελιό), το οποίο φαινόταν να έχει προοπτικές ανάπτυξης, επειδή ήταν κοντά στον σιδηροδρομικό σταθμό. Ορισμένοι πή­γαν στη Χαλκιδική και άλλοι στην Αγία Παρασκευή Θεσσαλονίκης.
 Από αυτούς, μερικές οικογένειες γύρισαν πίσω στο Αρσακλί - όπως ονομαζόταν τότε το Πανόραμα - γιατί έμαθαν ότι κατοικήθηκε μετά το 1918 από τους πρώτους πρόσφυγες που ήρθαν από το Βατούμ, το Σοχούμ και το Μπορζόμ της Γεωργίας.
Μερικοί από τους Μικρασιάτες, που παρέμειναν, ασχολήθηκαν με την κτηνοτροφία (πρόβατα κυρίως) και με γεωργικές εργασίες.
Με την κτηνοτροφία ασχολήθηκαν οι οικογένειες των Κ. Πατσαρίκα, Ν. Γκένου και Στρατή Ευστρατίου. Με τη γεωργία και τα κηπευτικά οι οικογένειες των Δημ. Μητρούση. Ηλία Αναστασίου, Δημητρίου Κολοκοτρώνη, Γεωργίου Βαλσαμάκη, Αθανάσιου Γιούγκατζη ή Πολυχρονιάδη, Ελένης Σακελιάδου κ. ά.
Επειδή δεν πίστευαν ότι θα μείνουν μόνιμα, αλλά πως θα επιστρέφουν στα χωριά τους, δεν ενδιαφέρθηκαν να χτίσουν εκκλησία και σχολείο, ούτε και μόνιμη κατοικία. Τακτοποιήθηκαν πρόχειρα στις παράγκες και γύρω από αυτές.

ΜΕΤΑ ΤΗ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ
Μετά τους πρόσφυγες από τη Ρωσία, που ήρθαν μετά από το 1917, με την ανταλλαγή των πληθυσμών του 1922-1923 εγκαταστάθηκαν στο Πανόραμα και οι Πόντιοι της Μι­κράς Ασίας.
Ήρθαν οι Σάββας Πουλιτσίδης, Αβραάμ Σαμανίδης, Ισαάκ Μιχαηλίδης, Θεμιστοκλής Μωυσίδης, Γεώργιος Λαυρ. Παπαδόπουλος, Ειρήνη Μιχαηλίδου, Περικλής Σαουρίδης, Ιωάννης Χρυσόπουλος, Παρθένα Κομματίδου, Θεμιστοκλής Μιχαηλίδης, Μι­χαήλ Μιχαηλίδης, Κώστας Λειβαδόπουλος, Παναγιώτης Σιαμανίδης, Λάζαρος Παναγιωτίδης, Ιωάννης Τσαλαπίδης, Αλέξανδρος Μ. Ιωαννίδης, Ιωάννης Τσιράς, Δημήτριος Θω- μαΐδης, Καλλιόπη Παχατουρίδου, Ιωάννης Θειόπουλος, Αβραάμ Ιορδανίδης, Σοφοκλής Τριανταφυλλίδης, Κυριακή Μιχαηλίδου. 
Η εγκατάστασή τους εδώ έγινε επειδή είχαν ήδη “τακτοποιηθεί” στο Αρσακλή συγγενείς τους. Επειδή έρχονταν συνεχώς και άλλοι - λόγω συγγένειας ή γνωριμιών - οι εγκαταστάσεις δεν επαρκούσαν. Άλλωστε, μερικοί είχαν και ζώα. Τις παράγκες τις μοίρασαν και τακτοποιήθηκαν στην κυριολεξία ο ένας πάνω στον άλλον. Έτσι παρουσιάστηκε επιτακτικά η ανάγκη να χτίσουν σπίτια, έστω πολύ πρόχειρα.
Αυτοί που κατοίκησαν τις παράγκες, έχτισαν στη συνέχεια με πλιθιά ή κιρπίτσια (άψητα τούβλα από ειδικό χώμα και άχυρα) τα πρώτα σπίτια, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα σε εκείνους που ήρθαν κατόπιν να βολευτούν στις παράγκες που είχαν εγκαταλείψει οι προ­ηγούμενοι.
Όργωναν τη γη με τα βόδια. Ζώα, όμως, δεν υπήρχαν για να ζέψουν στα κάρα για μεταφορές. Έτσι έζευαν τα βόδια.
Για να βλέπουν οι καινούργιοι που βρίσκεται το Αρσακλί, είχαν σημάδι έναν μεγάλο σταυρό που υπήρχε στο Καρά Τεπέ (Λόφος Αναλήψεως).
Ο πρώτος πυρήνας οικισμού εμφανίστηκε στην περιοχή “Χαραπάδες”, όπου υπήρχαν χαλάσματα εγκαταλειμμένου τουρκικού οικισμού. Ο σχηματισμός του κοινωνικού αυτού πυρήνα δημιούργησε την ανάγκη για συγκρότηση κοινοτικής επιτροπής, που θα πρόσφερε στους κατοίκους τις πιο βασικές υπηρεσίες. Πρώτος εκπρόσωπος - πρόεδρος της κοινο­τικής επιτροπής, που υπαγόταν στην Καπουτσίδα, ήταν ο Λάζαρος Παναγιωτίδης. Πρώ­τος αιρετός πρόεδρος εκλέχθηκε το 1930 ο Πολύχρονης Μαυρομάτης. Οι ενέργειες για την εκλογή των εκπροσώπων του οικισμού γίνονταν από τον Α. Μ. Ιωαννίδη, που ήταν υπεύθυνος της αρμόδιας επιτροπής.
Χατζή Αλέξανδρος Ιωαννίδης(1863-1942)
Τον Ιανουάριο του 1921 ήρθε στη Θεσσαλονίκη από το Βατούμ με το πλοίο “Δάφνη” ο Αλέξανδρος Μ. Ιωαννίδης μαζί με πολλούς άλλους Πόντιους από τις περιοχές του Καρς, του Μπορζόμ, της Τιφλίδας και από αλλού. Από αυ­τούς, πολλοί έφεραν και τα ζώα τους.
Ο Ιωαννίδης, ανήσυχος και δημιουργικός, φεύγει α­πό το Καραμπουρνάκι, όπου τους αποβίβασαν, και πη­γαίνει στη Θεσσαλονίκη. Εκεί συναντά τον Ισαάκ Μιχαηλίδη και τον Θεμιστοκλή Μωυσίδη, από τους οποί­ους πληροφορείται ότι μένουν σε έναν τουρκομαχαλά, το Αρσακλί, δέκα χιλιόμετρα μακριά από την πόλη. Το βράδυ φτάνουν στο Αρσακλί, φυσικά με τα πόδια, και στη διαδρομή ανταλλάσσουν πληροφορίες και ο Ιωαννίδης ζητάει να μάθει την οριοθέτηση της περιο­χής. Τον παραπέμπουν στους Μικρασιάτες και κυρίως στον Δημ. Κολοκοτρώνη. Από τον Καρά Τεπέ βλέπει την Καπουτσίδα (Πυλαία), το Σέδες (Θέρμη), τον Χορτιάτη και το Ασβεστοχώρι.
Στον λίγο χρόνο που έμεινε στο Αρσακλκί επισκέφτηκε το Κιλκίς, επισκέφτηκε το Κιλκίς και τη γύρω περιοχή και την Αθήνα, όπου ζητά πληροφορίες από γνωστούς και συγγενείς, για να έχει άποψη για το που μπορούν να εγκατασταθούν μόνιμα.
Με την επιστροφή του, ο Ιωαννίδης αποφασίζει να μείνει στο Αρσακλί και καλεί στις 30 Ιανουαρίου 1921 όλους τους εγκαταστημένους εκεί σε συνεδρίαση. Εξιστόρησε όλα όσα έπεσαν στην αντίληψή του κατά τις περιοδείες που έκανε και πρότεινε, όσοι θέλουν, να εγκατασταθούν στο Αρσακλί. Η απάντηση που πήρε ήταν αποθαρρυντική. “Τι θα κάνου- με”, του είπαν, “χωρίς σπίτια, νερό, δέντρα και γη;”. Ο Ιωαννίδης τους λέει ότι αυτά είναι έργα ανθρώπων, ότι μπορούν να τα βρουν, αρκεί να ομονοούν. Όσοι συμφώνησαν εξέλε­ξαν επιτροπή με επικεφαλής τον Αλέξανδρο Μ. Ιωαννίδη και βοηθό του τον Ισαάκ Μιχαηλίδη.

ΤΕΛΙΚΑ ΠΑΡΕΜΕΙΝΑΝ ΣΤΟ ΑΡΣΑΚΛΙ
Ως συμπέρασμα έβγαινε ότι ο καταλληλότερος τόπος για εγκατάσταση ήταν το Αρσα­κλί (Πανόραμα). Τα πλεονεκτήματα ήταν ότι ο τόπος βρισκόταν κοντά σε μεγάλη πόλη, η τοποθεσία ήταν ωραιότατη. Όλα αυτά θα βοηθούσαν ώστε να μπορέσουν να αποκατα- σταθούν επαγγελματικά ο καθένας ανάλογα με τις ικανότητές και τα ενδιαφέροντα του. Βέβαια, και στην περίπτωση αυτή, το “ελληνικό κουσούρι” δούλευε με τις διάφορες διχο­γνωμίες.
Στην υπηρεσία εποικισμού ήταν ο Ευθυμιάδης, φίλος από παλιά του Ιωαννίδη. Την επομένη, λοιπόν, ζήτησαν με αίτηση που κατέθεσαν, το τοπογραφικό του οικισμού, νερό, οικοδομικά υλικά παντός είδους, γεωργικά εργαλεία και είδη σποράς, χρήματα, και κυρί­ως σχολείο και εκκλησία. Επιπλέον ζήτησαν καρότσια για τη μεταφορά των υλικών. Για το νερό, ο διευθυντής τους παρέπεμψε στον δήμαρχο Θεσσαλονίκης Οσμάν Σαΐτ, που παρέμεινε στη θέση του και μετά την απελευθέρωση της πόλης από τον ελληνικό στρατό το 1912, επειδή θεωρήθηκε ότι έκανε καλά τη δουλειά του.
Στο μεταξύ, ο Ευθυμιάδης υπέδειξε τα είκοσι οικόπεδα, τα οποία μπήκαν σε κλήρο. Όλοι άρχισαν να ετοιμάζουν τα υλικά. Για την έναρξη, όμως, των οικοδομικών εργασιών, βασικότερη προϋπόθεση ήταν η ύπαρξη νερού. Για την εξεύρεση νερού συγκρότησαν επιτροπή από τους: Αλέξ. Μ. Ιωαννίδη, Λάζ. Παναγιωτίδη και Παναγιώτη Σιαμανίδη.


1925: Βρύση μπροστά στο σπίτι του Α. Βασιλειάδη
ΝΕΡΟ ΑΠΟ ΤΟΥ ΧΑΡΙΛΑΟΥ
Την περίοδο εκείνη βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη ο υπουργός Κωνσταντίνος Τσαλδάρης. Δήμαρχος της πόλης συνέχισε να είναι ο Τούρκος Οσμάν Σαΐτ και υπεύθυνος για τους πρόσφυγες ο Ζαβιτσιάνος. Όταν έφτασε η επιτροπή στους επισήμους, είχε μεγά­λη κοσμοσυρροή. Οι σύντροφοι του Ιωαννίδη κοντοστάθηκαν, έμειναν πίσω.
Μόνος εκείνος κατόρθωσε να μπει στην αίθουσα και να διεκδικήσει την παραχώ­ρηση νερού στον οικισμό του Αρσακλί. Ύστερα από έντονες συζητήσεις, αν και ολομόναχος, ο Ιωαννίδης κατάφερε να αποσπάσει την υπόσχε­ση παροχής μισής ίντσας νερού.
Με την επιμονή του ο Ιωαννίδης τους έπεισε ότι γέροντες, παιδιά και άρρωστοι είχαν ανάγκη νε­ρού. Τους είπε ότι τα έργα ανοικοδόμησης αυξά­νουν τις ανάγκες για νερό. Έτσι η παροχή έγινε μία ίντσα. Για να δοθεί, όμως, το νερό χρειάστη­καν δεκαπέντε ημέρες αγώνα και αφού με δικά του έξοδα ο Ιωαννίδης έφερε τον δήμαρχο Ο­σμάν Σαΐτ για αυτοψία στο Αρσακλί.
Η ανακούφιση των κατοίκων δεν περιγράφεται. Το νερό που είχαν ανάγκη, το προμηθεύο­νταν από όπου έβρισκαν: από τον “Λάκκο”, από πηγές γύρω από τον οικισμό και από το ρέμα!
Το νερό που δινόταν στο Αρσακλί πήγαζε από τον Χορτιάτη και πήγαινε με κανάλι στο Γεντί Κουλέ (Επταπύργιο). Στη διαδρομή του νερού, το Αρσακλί πήρε παροχή από το κανάλι, στο ση­μείο που περνούσε αυτό πάνω από τα λατομεία που εκμεταλλεύονταν ο Γ. Παπαδόπουλος, ο I. Μωυσίδης, ο I. Ακριτίδης, ο Π. Κοϊμτζίδης. Βρισκόταν στο σημείο όπου είναι σήμερα το στρατόπεδο Παπαπασχάλη. Οι σωλήνες κατέληγαν σε μια δεξαμε­νή στο σημείο όπου σήμερα βρίσκεται το περίπτερο στην πλατεία Εθνικής Αντίστα­σης (πιάτσα ταξί).
Για την ικανοποίηση των αναγκών των κατοίκων για νερό, έγιναν διαδοχικά ανά­λογες εγκαταστάσεις, όπως οι έξι κοινόχρηστες βρύσες. Ακολούθησαν οι γούρνες για το πότισμα των ζώων και μια δεξαμενή στον λόφο, όπου ήταν οι κατοικίες Μιχαηλίδη και Σαλαλίδη, ανατολικά του οικισμού.
Το 1933 έγιναν οι πρώτες ενέργειες για υδροδότηση του Πανοράματος από το νερό “Χαριλάου”, από την εταιρεία “Πρώτη - Οικοδομική” Θεσσαλονίκης, με έδρα την Αθήνα. Εκπρόσωποι ήταν ο Λύσσανδρος Ν. Χαρίλαος της Θεσσαλονίκη; και ο Μιχαήλ Α. Μωραΐτης της Αθήνας.
Ακολούθησαν δικαστικοί αγώνες μεταξύ της εταιρείας και των κατοίκων του Πα­νοράματος - 25 κάτοικοι - υπό τον Χρ. Κομματίδη για την κυριότητα των πηγών στη θέση “Δέσις”, που βρισκόταν στα διοικητικά όρια του Χορτιάτη με το Αρσακλί.
Ύστερα από επέμβαση του υπουργείου εσωτερικών, τον Δεκέμβριο του 1934 κα­τέληξαν σε συμβιβασμό. Η εταιρεία, μετά από αυτό, παραχώρησε το 10% του νε­ρού για χρήση των κατοίκων του Αρσακλί. Επίσης, η εταιρεία ανέλαβε την υποχρέ­ωση να εγκαταστήσει αντλιοστάσιο στη θέση πίσω από το στρατόπεδο Ζώη, ώστε το νερό να ανεβαίνει έως τη δεξαμενή ανάμεσα στις κατοικίες Μιχαηλίδη και Σαλαλίδη.
Ο συμβιβασμός οριστικοποιήθηκε το 1938, στις 23 Μαρτίου, με την απόφαση αριθμός 42.186 και συμβιβαστικό ποσό 40.000 δραχμές. Εκπρόσωποι της εταιρείας ήταν ο Λ. Χαρίλαος και ο Μ. Μωραΐτης, ενώ των κατοίκων του Πανοράματος (πρώην Αρσακλί) ο Χαράλ. Γαλανός, πρόεδρος της κοινότητας. Έγινε στο συμβολαιογρα­φείο του Βασιλ. Κατωπόδη, με μάρτυρες τους δικηγόρους Λεόντιο Δ. Χατζηαποστόλου και Γεώργιο Δημ. Σερεμέτη.
Επειδή οι ανάγκες του οικισμού για νερό αυξάνονταν, πήραν νερό από τις πηγές του υπήρχαν στο “Μοναστηράκι”.
Στη συνέχεια, λόγω των αυξανομένων αναγκών, έγιναν γεωτρήσεις σε περιοχή του Χορτιάτη, σε χωράφι κοντά στο κανάλι του ρωμαϊκού υδραγωγείου, που βλέ­πουμε και σήμερα.
Το Πανόραμα, στην ανάπτυξή του, απλώθηκε σε περιοχές, όπου το υψόμετρό τους δεν επέτρεπε να έχουν νερό. Έτσι έκαναν δεξαμενή νερού το 1957 στο Καρά Τεπέ, δίπλα από το εκκλησάκι της Ανάληψης.

Καταγραφές απο τον Νίκο και Αφροδίτη Τελίδη



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah