Πέμπτη 2 Απριλίου 2015

Παναγιώτης Ραφαηλίδης (ΜΕΡΟΣ 3ο )

Προσαρμογή στη δουλειά και ασθένειες
Ο Παναγιώτης γρήγορα έμαθε τη δουλειά και έβγαζε δυο νόρμες (διπλή ποσότητα), γιαυτό πήρε τον τίτλο «ουντάρνικος», δηλαδή πρωτοπόρος της παραγωγής, με ειδικά προνόμια, όπως: κάρτα για ψώνια σε ειδικά μαγαζιά και άλλα. Ο μισθός του Παναγιώτη, φυσικά, δεν επαρκούσε για την επταμελή οικογένεια, ενώ το σπίτι που του παραχώρησαν οι αρχές ήταν εντελώς ακατάλληλο (χαμόσπιτο, υγρασία και δυσοσμία από τις κοινές τουαλέτες που ήταν πολύ κοντά). Κάτω από αυτές τις ανθυγιεινές συνθήκες έβγαλε έρπητα ο Παναγιώτης πάνω στο ουραίο τμήμα του σώματος του, που είχε σαν αποτέλεσμα να υποφέρει από φρικτούς πόνους. 
Παρά την έκκλησή μας προς τις υγειονομικές υπηρεσίες, οι οποίες, να σημειωθεί, δεν έδωσαν καμία σημασία για τον άνθρωπο πρωτοπόρο, που τον αποκαλούσαν «καμάρι του εργοστασίου». Αναγκάστηκα να ζητήσω βοήθεια από τον Φράνιο, πρόεδρο του εργατικού κέντρου, να μεσολαβήσει για να στείλουν ασθενοφόρο, το οποίο δεν χρειάστηκε, τελικά, διότι όταν έφτασε, ο έρπητας είχε σκάσει. Σε λίγο αρρωσταίνει η μητέρα, μαζί με τον αδερφό μου Γιαννάκη και το κακό είχε παραγίνει.

Η χειρότερη χρονιά το 1951
Το 1951 ήταν η χειρότερη χρονιά, διότι είχαμε το πρώτο θύμα. Πέθανε ο Γιαννάκης μας, σε ηλικία έξι ετών, από μηνιγγίτιδα και την ευθύνη την έχει ο πατέρας μας και οι αρχές που αδιαφόρησαν. Τότε, λοιπόν, εδέησαν οι αρχές να παραχωρήσουν ένα διαμέρισμα στο κέντρο της πόλης με κάπως καλύτερες συνθήκες.
 Δυο φορές κλήθηκε ο Παναγιώτης στην ΟΥΝΤΜΠΑ (μυστική αστυνομία του Τίτο), όπου του πρότειναν συνεργασία, να καρφώνει, δηλαδή, τους συντρόφους που πολέμησαν σε ένα χαράκωμα, με αντάλλαγμα καλύτερο μισθό και άριστες συνθήκες διαβίωσης. Και στις δυο περιπτώσεις αρνήθηκε, λέγοντας κατηγορηματικά ότι εγώ τους ανθρώπους με τους οποίους πολέμησα, δεν τους πουλάω.
 Εγώ ήμουν παρών και στις δυο συναντήσεις ως διερμηνέας, γιατί ο πατέρας μου δεν τα κατάφερνε με τη γλώσσα. Τους ρώτησε, γιατί επιμένουν στο άτομό του για αυτή τη δουλειά, και η απάντηση ήταν ότι τον θεωρούν σοβαρό και έντιμο άνθρωπο, ξεχωριστό από τους υπόλοιπους Έλληνες.
 Οι αρχές είχαν τους ανθρώπους τους που παρακολουθούσαν τους πολιτικούς πρόσφυγες, πιθανόν για λόγους ασφαλείας, ενώ από την άλλη, η ελληνική πρεσβεία, την οποία το 1950-1951 άρχισαν να επισκέπτονται μερικοί Έλληνες, είχε συλλέξει όλα τα στοιχεία για τον αριθμό και την καταγωγή και φυσικά για τη δράση των ανταρτών στην πατρίδα.
 Μόνον για ένα άτομο δεν είχαν στοιχεία και με κάθε τρόπο τα αναζητούσαν. Αυτό το άτομο λεγόταν Βασίλης Παπαδάκης.
Οικογενειακή φωτογραφία Π. Ραφαηλίδη
Αρχίζει ο ακούσιος επαναπατρισμός
Σύντομα άρχισε ο επαναπατρισμός μερικών αιχμαλώτων και επιστρατευμένων και οι εναπομείναντες ανησυχούσαν για την παραπέρα πορεία τους. Ξαφνικά, οι αρχές καλέσανε όλους τους πρόσφυγες και ρώτησαν ποιος θα ήθελε να φύγει για τις Λ. Δημοκρατίες. Οι πρόσφυγες ήταν τρομοκρατημένοι γιατί μια νύχτα πήραν περίπου 15 άτομα και τους έστειλαν στην Ελλάδα παρά τη θέληση τους.
 Φυσικό ήταν οι περισσότεροι να δίσταζαν να δηλώσουν ανοιχτά την επιθυμία τους και μόνο ένας κρητικός ονόματι Κώστας δήλωσε για Ουγγαρία. Μετά από 15 ημέρες τον προώθησαν και μάλιστα μας έγραψε και γράμμα από εκεί όταν έφτασε. Κατόπιν τούτου πήγαμε στις αρχές και είπαμε ότι θέλουμε και εμείς, αλλά η απάντηση ήταν τώρα θα περιμένετε. Ο Παναγιώτης το 1953 πήρε γράμμα από την Τσεχοσλοβακία από κοντοχωριανό του που του ανακοίνωνε το ευχάριστο νέο πως οι κόρες του βρίσκονται στην ΕΣΣΔ στην πόλη Τασκένδη με τη διεύθυνση τους.
 Έκτοτε άρχισε η αλληλογραφία και η προσπάθεια της ένωσης μαζί τους. Ύστερα από αυτό πήγαμε με τη μητέρα μου στο Βελιγράδι στη Πρεσβεία της ΕΣΣΔ και υποβάλαμε αίτηση για τη μετάβαση μας εκεί. Τα χαρτιά άργησαν περίπου ένα χρόνο και τελικά πήραμε την έγκριση, αλλά οι φίλοι μας οι Γιουγκοσλάβοι έδειχναν απροθυμία να παραχωρήσουν βίζα εξόδου από τη χώρα τους. 
Την περίοδο εκείνη το 1955 το βασιλικό ζεύγος της Ελλάδας πραγματοποιούσε επίσημη επίσκεψη και οι αρχές κάλεσαν τον Παναγιώτη και του ανακοίνωσαν την απόφαση της κυβέρνησης να απαγορεύσει την μετακίνηση των πολιτικών προσφύγων καθ' όλη τη διάρκεια της επίσκεψης των υψηλών προσκεκλημένων στην χώρα τους. Ο Παναγιώτης δέχτηκε την απόφαση ως προληπτικό μέτρο και υποσχέθηκε να το τηρήσει.
Μόλις όμως έφυγαν οι προσκεκλημένοι αμέσως αποτάθηκε στις αρχές για τη βίζα εξόδου από τη χώρα και εδώ άρχισαν τα παράξενα παιχνίδια που έπαιζαν οι φίλοι μας. Του έδωσαν βίζα για δυο άτομα για τον ίδιο και την πεθερά του και όταν τους ρώτησε τι θα απογίνουν τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας, απάντησαν θα δούμε. Τότε οργισμένος τους απάντησε, εγώ φεύγω, όταν όμως φτάσω στη Βουδαπέστη θα καλέσω τους δημοσιογράφους και θα τους πω για το κατόρθωμα σας. Φαίνεται έπιασε το κόλπο με την απειλή και αργά το βράδυ ειδοποίησαν να φέρει φωτογραφίες για όλα τα μέλη διότι αύριο το πρωί φεύγετε. Περίεργο τους λέει: μέχρι τώρα μας λέγατε ότι βίζα χορηγεί μόνο το Υπουργείο Εσωτερικών, ενώ εδώ άλλα συμβαίνουν.
Έτσι άρον, άρον μαζέψαμε τα λιγοστά πράγματα και το πρωί με το τρένο αναχωρήσαμε για το Βελιγράδι.
δρομολόγια για αυτό έπρεπε να περιμένουμε να νυχτώσει για να ξεκινήσει το ταξίδι μας στη Βουδαπέστη και κατόπιν για την ΕΣΣΔ. Στα σύνορα υπάρχει μια πόλη που την λένε Σουμποτίτσα , αφού περάσαμε από το τελωνείο κάποιοι θέλησαν να ειρωνευτούν τον Παναγιώτη λέγοντας του : που πας Γραίκο με τόση φαμελιά Τους απάντησε με περηφάνια, στη Σοβιετική Ένωση και τότε του πέταξαν πάλι μια σπόντα. Εκεί δεν πρόκειται να χορτάσεις ψωμί, μόνο στον Καναδά υπάρχει άφθονο ψωμί. Στη Βουδαπέστη φτάσαμε το πρωί, εκεί μας περίμενε εκπρόσωπος της Σοβιετικής πρεσβείας και ένας Έλληνας πολιτικός πρόσφυγας. Μας είπαν ότι αργά το βράδυ υπάρχει τρένο για Μόσχα καθώς και να μην απομακρυνθούμε από την αίθουσα αναμονής του σταθμού. Ο Έλληνας μάλιστα μας είχε φέρει κάτι παλιατζούρες να τα πάμε σε κάποιο συγγενικό του πρόσωπο στην Τασκένδη. Κατά το βράδυ μας έφερε τα ταξιδιωτικά έγγραφα ο σοβιετικός εκπρόσωπος, και ευχήθηκε καλό ταξίδι. Η ώρα 12 τη νύχτα μπήκαμε στο τρένο με κατεύθυνση την Μόσχα όπου φτάσαμε μετά από δυο μερόνυχτα. Εκεί μας περίμενε εκπρόσωπος του Ερυθρού Σταυρού και με ένα μικρό λεωφορείο μας πήγε στο σταθμό Καζάν από όπου θα ξεκινούσαμε για Τασκένδη αφού πρώτα ξεναγηθήκαμε βλέποντας τα αξιοθέατα της σοβιετικής πρωτεύουσας.
Κατόπιν μας πήγε σε εστιατόριο όπου γευματίσαμε και επιστρέψαμε ξανά στο σταθμό. Εμένα και τον πατέρα μου μας ξενάγησε στην Κόκκινη Πλατεία για να δούμε το μαυσωλείο όπου κείτονταν οι σοροί του Λένιν και Στάλιν. Μπαίνοντας στο μαυσωλείο νιώσαμε δέος γιατί βλέπαμε μπροστά μας δυο γίγαντες ηγέτες του παγκόσμιου προλεταριάτου που ούτε κατά φαντασία άλλες εποχές θα είχαμε τη δυνατότητα να τους δούμε από τόσο κοντά. Νιώσαμε μεγάλη ικανοποίηση που μας έκανε την τιμή ο σοβιετικός σύντροφος και τον ευχαριστήσαμε από καρδίας.
Το βράδυ αποχαιρετήσαμε τον εκπρόσωπο του Ερυθρού Σταυρού και ξεκινήσαμε για την Τασκένδη. Σαν όνειρο φαινότανε όλη αυτή η περιπέτεια και δεν πιστεύαμε στα μάτια μας ότι σε 2,5 μερόνυχτα θα σμίξουμε με τα αγαπημένα μας πρόσωπα μετά από έξι χρόνια χωρισμού.
Δεν μπορούσαμε να φανταστούμε τις αδερφές παντρεμένες και από ένα παιδάκι στην αγκαλιά τους, μαζί με τους γαμπρούς που δεν γνωρίσαμε ποτέ.
Στο σιδηροδρομικό σταθμό της Τασκένδης δεν μας περίμενε κανείς, δυστυχώς, από λάθος του τηλεγραφήματος και ο σταθμάρχης ειδοποίησε την κομματική οργάνωση και αυτοί με τη σειρά τους μερίμνησαν για την μεταφορά στην όγδοη πολιτεία, όπου διέμεναν οι αδερφές μας.
Η διοίκηση της πολιτείας χορήγησε έκτακτη οικονομική βοήθεια και μερίμνησε για την τακτοποίηση των δύο αδελφών μου.
Του Νικόλα στο οικοτροφείο της δωδέκατης πολιτείας και του Δημήτρη στην τριετή σχολή μαθητείας στην πόλη Τσιρτσίκ, 30 χιλιόμετρα μακριά από την Τασκένδη.
Εγώ βρήκα δουλειά στη σχολή που φοιτούσε ο Δημήτρης ως μάγειρας και ταυτόχρονα παρακολουθούσα το νυχτερινό λύκειο. Η υπόλοιπη οικογένεια τακτοποιήθηκε σε ένα διαμέρισμα, μαζί με τον γαμπρό μας, τον Ανδρέα Παπαθεοδώρου.
Το 1955 ήταν η χρονιά όπου το ΚΚΕ διασπάστηκε χάριν στους Σοβιετικούς που έβαλαν το χεράκι τους στην υπόθεση. Βλέπεται η αλλαγή της ηγεσίας από τον Στάλιν στον Χρουτσιώφ ήταν αναμενόμενη, όπου ο τελευταίος ήθελε να επιβάλει τη γραμμή του και σε άλλα κόμματα, τα οποία διαφωνούσαν μαζί του.
Στην Τασκένδη έγινε το γνωστό πογκρόμ με πολλά έκτροπα ανάμεσα στους πολιτικούς πρόσφυγες, που χωρίστηκαν σε δυο παρατάξεις: τους Ζαχαριαδικούς και τους χατουρικούς ( από το όνομα του Χατούρα, που ήταν γραμματέας της Κομματικής Οργάνωσης Τασκένδης). Το ΚΚΕ περνούσε μια από της δύσκολες στιγμές της ιστορίας και ο Παναγιώτης δεν ήξερε πιο ρεύμα να ακολουθήσει.
Η οικογένεια Ραφαηλίδη, μέσα στη δύσκολη αυτή κατάσταση, έζησε γύρω στα είκοσι χρόνια στην αναγκαστική προσφυγιά, μέχρι την ημέρα, που όσοι επέζησαν, ήρθαν στην Ελλάδα.

Βασίλης Ραφαηλίδης

Φυσικομαθηματικός-Συγγραφέας

























Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah