Curzon |
Ο Νάνσεν δεν είχε άλλη επιλογή
παρά να συμβιβαστεί με οποιονδήποτε συνομιλητή έβρισκε μεταξύ των Τούρκων
θριαμβευτών, που είχαν την ίδια κυκλοθυμική συμπεριφορά απέναντι στους ξένους
με τους μπολσεβίκους.
Η μελέτη των αρχείων δείχνει καθαρά
ότι ανάμεσα στον Βενιζέλο και τον Νάνσεν υπήρξε άριστη συνεννόηση.
Και οι δύο ήταν άνθρωποι του κόσμου με
ευαίσθητες πολιτικές κεραίες και πλήρη κατανόηση του τρόπου με τον οποίο θα
διασταυρώνονταν η διπλωματία, η τέχνη της πολιτικής και ο ανθρωπισμός
στον εικοστό αιώνα.
Ο Βενιζέλος και ο Νάνσεν ήταν παρόντες
στις Βερσαλλίες το 1919, ο πρώτος με κεντρικό ρόλο στη σκηνή και ο δεύτερος ως
παρατηρητής που είχε βαθμιαία βυθιστεί στον γραφειοκρατικό κυκεώνα και τις
μηχανορραφίες της αποστολής τροφίμων από την Αμερική στη Ρωσία.
Στις Βερσαλλίες ο 'Ελληνας και ο
Νορβηγός κινήθηκαν σε διαφορετικούς κύκλους αλλά τρία χρόνια αργότερα και
ύστερα από την περιφανή νίκη των Τούρκων βρέθηκαν να ανταλλάσσουν μακροσκελή,
μυστικά μηνύματα και να συμφωνούν απόλυτα στους τρόπους αντιμετώπισης της
κρίσης.
Η πρώτη κίνηση
του Νάνσεν, ενώ βρισκόταν ακόμα στην Ελβετία, ήταν να αναβαθμίσει το ρόλο του.
Κραδαίνοντας το τηλεγράφημα του υφισταμένου του στην Κωνσταντινούπολη, ο
Νάνσεν έπεισε την Αρμοστεία να συμπεριλάβει τους πρόσφυγες της Μικρασίας στη
δικαιοδοσία του.
Θεωρητικά
επρόκειτο για φιλανθρωπική αποστολή αλλά ο έμπειρος Νάνσεν γρήγορα τη
μεταμόρφωσε σε πολιτική. Στις αρχές Οκτωβρίου έφτασε στην οθωμανική πρωτεύουσα
όπου βασίλευαν η συνωμοσία και το παρασκήνιο.
Η αρχαία πόλη
και μία στενή λουρίδα γης από κάθε όχθη βρισκόταν υπό την κατοχή των Συμμάχων
-Βρετανών, Γάλλων και Ιταλών- ήδη από το 1922. Ειδικά για τη Βρετανία ο έλεγχος
αυτού του περάσματος που ήταν η μοναδική δίοδος προς τη Μαύρη Θάλασσα,
αποτελούσε κορυφαία στρατηγική προτεραιότητα.
Η πόλη
ήταν επίσης έδρα του σουλτάνου και των θρησκευτικών αρχών που θεωρητικά
διαφέντευαν τις περιοχές που ανήκαν ακόμα στους Οθωμανούς. Αλλά η στρατιά των
πραγματικών αφεντικών της Τουρκίας, των εθνικιστών, ήταν ήδη συγκεντρωμένη στην
Άγκυρα με επικεφαλής τον Μουσταφά Κεμάλ και προχωρούσε ακάθεκτη προς την
ιστορική πρωτεύουσα.Ο μεγαλύτερος
πόθος των Τούρκων κατοίκων και τρόμος των Ελλήνων και των Αρμενίων που είχαν
απομείνει ήταν ότι από στιγμή σε στιγμή οι δυνάμεις της Άγκυρας θα έμπαιναν στην
πόλη.
Fridtjof Nansen |
Προτού αποστρατεύσει τους χωρικούς για
να πάνε πίσω στα χωράφια τους, ο Κεμάλ είχε δεσμευτεί ότι θα αποκτήσει τον
έλεγχο, με τη βία ή τη διπλωματία, της Ισταμπούλ και της ανατολικής Θράκης,
δηλαδή, ολόκληρης της νοτιοανατολικής γωνιάς της Ευρώπης.
Η βρετανική κυβέρνηση, παρόλο
που ήταν διαιρεμένη και απογοητευμένη από τη στήριξη των ελληνικών στόχων, είχε
ξεκαθαρίσει ότι οποιαδήποτε στρατιωτική παρέμβαση για έλεγχο των Στενών από
μέρους της Τουρκίας θα εκλαμβανόταν ως αιτία πολέμου.
Κάποια στιγμή ο Ουίνστον Τσώρτσιλ,
Υπουργός Αμύνης εκείνη την εποχή, αναγκάστηκε να κάνει έκκληση στις επικράτειες
της Βρετανικής Αυτοκρατορίας να ετοιμαστούν να πολεμήσουν για την ελευθερία των
Στενών.
Στις 11 Οκτωβρίου οι στρατιωτικές
αντιπροσωπείες Ελλάδας, Τουρκίας, Βρετανίας, Γαλλίας και Ιταλίας κατάφεραν
επιτέλους να κηρύξουν ανακωχή αποφεύγοντας τον κίνδυνο νέας διεθνούς εμπλοκής.
Ύστερα από
λίγες μέρες ο Νάνσεν και ο Φίλιπ Νόελ-Μπέικερ έφευγαν με αυτοκίνητο από την
Κωνσταντινούπολη όταν βρέθηκαν μπροστά σε ένα από τα άμεσα αποτελέσματα αυτής
της ανακωχής: την εγκατάλειψη της ανατολικής Θράκης όχι μόνο από τον ελληνικό
στρατό αλλά από τους 250.000 περίπου Έλληνες πολίτες που ζούσαν εκεί.
Στους 800.000
χριστιανούς που έφευγαν κυνηγημένοι από την Μικρασία είχε προστεθεί ένας ακόμα
τεράστιος αριθμός προσφύγων - και σχεδόν όλοι τους κατευθύνονταν προς στην
Ελλάδα. Ο Νάνσεν περιγράφει τη σκηνή:
Τη νύχτα φτάσαμε στην κορυφή ενός
λόφου και νόμισα ότι από κάτω απλωνόταν μία ολόκληρη πόλη με τα χιλιάδες
φωτάκια της - ήταν οι φωτιές από τις κατασκηνώσεις που κατέκλυζαν τον κάμπο από
άκρη σε άκρη, και οι άνθρωποι κοιμόντουσαν εκεί, πάνω στο χώμα χωρίς καμία
προστασία. [...] Δεν ξέρουν που πηγαίνουν και όταν φτάσουν δεν θα βρουν πουθενά
καταφύγιο.
Ernest Hemingway |
Είκοσι μίλια μήκος έχει η σειρά με τα
κάρα που τα σέρνουν αγελάδες, μοσχάρια και βόδια βουτηγμένα στη λάσπη ως τα
πλευρά. Γυναίκες, παιδιά και άνδρες που τρεκλίζουν από την εξάντληση έχουν τα
κεφάλια σκεπασμένα με κουβέρτες καθώς περπατάνε στα τυφλά μέσα στη βροχή δίπλα
στα υπάρχοντά τους. [...] Είναι μία σιωπηλή πομπή. Δεν ακούγεται ούτε ένας
αναστεναγμός. Φυλάνε όλες τις δυνάμεις τους για να τραβάνε μπροστά.
Ο Χεμινγουέι
έβλεπε επίσης ότι οι επιπτώσεις αυτής της φυγής θα γίνονταν αισθητές στους
ανθρώπους και στην πολιτική ζωή για πάρα πολύ καιρό.
Στην ανατολική Θράκη και μόνο, οι
χριστιανοί πρόσφυγες που πρόκειται να εκκενωθούν είναι 250.000 [...] Σχεδόν
μισό εκατομμύριο πρόσφυγες βρίσκονται τώρα στη Μακεδονία. Πώς θα τραφούν
κανένας δεν γνωρίζει αλλά μέσα στον επόμενο μήνα όλος ο χριστιανικός κόσμος θα
ακούσει την κραυγή «περάστε στη Μακεδονία και βοηθήστε μας».
Η τελευταία φράση στο άρθρο του
Χεμινγουέι, που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Toronto Daily Star, αναφέρεται πολύ συχνά από τους
σύγχρονους ιστορικούς αλλά ελάχιστοι γνωρίζουν ότι η φράση «διαβάς εις
Μακεδονίαν βοήθησον ημίν» είναι απόσπασμα από τις Πράξεις των
Αποστόλων.
Τηρουμένων των αναλογιών, οι Έλληνες
αγρότες που εγκατέλειψαν την ανατολική Θράκη ήταν λιγότερο άτυχοι από τα 1,6
εκατομμύρια κατοίκων που μετακινήθηκαν αναγκαστικά μετά τον Ελληνοτουρκικό
Πόλεμο.
Οι οικογένειες παρέμειναν
τουλάχιστον ενωμένες και τους δόθηκαν δεκαπέντε μέρες προθεσμία να σώσουν τη
ζωή τους και ίσως να μεταφέρουν μερικά από τα ζώα και τα υπάρχοντά τους.
Ούτε και υπήρχε κάτι το παράλογο ή
απρόβλεπτο στην κλίμακα και την ταχύτητα της φυγής τους: ήταν το αναμενόμενο
αποτέλεσμα της ανακωχής για το ακριβές πλαίσιο της οποίας είχαν ξεσπάσει άγριοι
καυγάδες μεταξύ Βρετανίας και Γαλλίας προτού τεθεί υπόψη της Τουρκίας. Με τις
νέες ισορροπίες που είχαν δημιουργηθεί ύστερα από τις επιτυχίες του Κεμάλ στα
πεδία των μαχών ήταν γενικά αποδεκτό ότι η ανατολική Θράκη θα επέστρεφε στους
Τούρκους. Η Γαλλία τάχθηκε υπέρ των απαιτήσεων της Τουρκίας για άμεση παράδοση,
ενώ η Βρετανία ήθελε να κερδίσει χρόνο για να δοθεί στους Έλληνες -στρατιώτες
και πολίτες- η ευκαιρία να κάνουν μία αξιοπρεπή
και οργανωμένη έξοδο και να αποφευχθούν οι πιέσεις που
ασκούσαν οι εθνικιστές στην Kωνσταντινούπολη . Τελικά δόθηκε προθεσμία 15 ημερών
στους Έλληνες να φύγουν, για να έχουν οι συμμαχικές δυνάμεις ένα μήνα να
μεταβιβάσουν τα εδάφη στην Τουρκία. Μόλις έγιναν γνωστοί οι όροι της συμφωνίας
οι 'Ελληνες της Μικρασίας συνειδητοποίησαν ότι ο χρόνος είχε τελειώσει. Σύμφωνα
με ένα απελπισμένο τηλεγράφημα που έστειλε η ελληνική διοίκηση στην Αθήνα: Η εκκένωση γίνεται κάτω από τις
πιο απάνθρωπες συνθήκες που μπορεί κανείς να φανταστεί. [...] Στη Συληβρία [σήμερα
παραθαλάσσιο θέρετρο στην ανατολική ακτή της Ισταμπούλ] η δεκαπενθήμερη
προθεσμία συρρικνώθηκε σε τριήμερη, και η έξοδος των πανικόβλητων κατοίκων σε
τόσο ελάχιστο χρόνο είναι παράλογη και τεχνικά αδύνατη γιατί ο στρατός έχει
επιτάξει όλα τα μέσα μεταφοράς. Υπάρχουν δείγματα ότι η δημόσια τάξη θα
διαταραχθεί μόλις αποχωρήσει ο στρατός και τότε θα έχετε πλήρη
εικόνα της τρομερής καταστροφής που έπληξε την δύσμοιρη πατρίδα μας.
Η ανησυχία του Νάνσεν και του
Βενιζέλου για τους Έλληνες της ανατολικής Θράκης ήταν χωρίς αμφιβολία
ειλικρινής αλλά κανείς από τους δύο δεν μπορούσε να χάσει πολύτιμο χρόνο
θρηνώντας τους διωγμούς γιατί υπήρχαν άλλες προτεραιότητες. Όσο ο Νάνσεν
διαπραγματευόταν με τους αφέντες της Κωνσταντινούπολης και προσπαθούσε να
αποκτήσει επαφή με τους Τούρκους εθνικιστές που ισχυροποιούσαν την εξουσία τους
στην υπόλοιπη χώρα, ο Βενιζέλος πηγαινοερχόταν μεταξύ Λονδίνου και Παρισιού.
Είναι ειρωνικό ότι συγχρόνως
έβλεπε τις γεωπολιτικές του φιλοδοξίες να γκρεμίζονται στις ίδιες ευρωπαϊκές
πρωτεύουσες όπου είχε χαρεί τους μεγαλύτερους διπλωματικούς θριάμβους λίγα
χρόνια νωρίτερα.
Πάντως, παρόλο που δεν είχε επίσημη
ιδιότητα εκτός από εκείνη του συμβούλου της ασταθούς κυβέρνησης της Αθήνας,
είχε περισσότερη συναίσθηση της πραγματικότητας από πολλούς συμπατριώτες του
που ήταν πιο κοντά στα πράγματα.
Για τους
Βρετανούς ο Βενιζέλος ήταν ένας γνώριμος αν και αμφιλεγόμενος συνομιλητής και
ο λόρδος Κούρζον τον γνώριζε καλά. Καθώς ο Κούρζον διαπραγματευόταν με τους
Γάλλους για να εξασφαλίσει ορισμένες ευνοϊκές ρυθμίσεις για τα ελληνικά
συμφέροντα στους όρους της συμφωνίας, είπε στον Βενιζέλο την πικρή αλήθεια ότι
η απόφαση να περάσει η ανατολική Θράκη από τον ελληνικό έλεγχο στον τουρκικό
είχε ήδη ληφθεί και έπρεπε να το χωνέψει.
Ο
Βενιζέλος μετέφερε στην Αθήνα το μήνυμα, το οποίο αρχικά βρήκε διαμετρικά
αντίθετους τους αξιωματικούς του στρατού που είχαν πάρει πρόσφατα την εξουσία
στην Ελλάδα.
Κατά την
άποψη των σκληροπυρηνικών στρατηγών, ο ελληνικός στρατός στη Θράκη ήταν,
συγκριτικά, ετοιμοπόλεμος. Ύστερα από την ταπεινωτική ήττα που είχε υποστεί
στην Ανατολία ίσως να μπορούσε τουλάχιστον να εμποδίσει την είσοδο της Τουρκίας
στην Ευρώπη.
Ο Βενιζέλος ήταν η μοναδική πολιτική
προσωπικότητα στην Ελλάδα που διέθετε το κύρος να εναντιωθεί σε αυτή την ιδέα.
Έπεισε τους στρατηγούς ότι ήταν προς το συμφέρον τους να φανούν διαλλακτικοί
σε αυτή τη φάση και ότι ένας συμβιβασμός στο θέμα της ανατολικής Θράκης θα
δημιουργούσε πιο ευνοϊκές συνθήκες διαπραγμάτευσης για την Ελλάδα στην προσεχή
διάσκεψη ειρήνης. Όταν όμως στις 13 Οκτωβρίου ο Βενιζέλος είδε τους ακριβείς
όρους της ανακωχής που είχε υποχρεώσει την χώρα του να δεχθεί,
εξοργίστηκε.
Από την πρεσβεία της Ελλάδας στο
Μέιφερ, ο πλέον αγγλόφιλος των Ελλήνων πολιτικών έγραψε στον λόρδο Κούρζον μία
φαρμακερή επιστολή με την οποία κατέκρινε τις ελάχιστες προθεσμίες που δόθηκαν
για την εκκένωση της Θράκης - οι οποίες θα άφηναν εκατοντάδες χιλιάδες
ανθρώπους εκτεθειμένους στους κινδύνους ενός «απόλυτου αφανισμού» εκτός αν
έφευγαν αμέσως.
Η τραγική θέση αυτών των άμοιρων
ανθρώπων θα χειροτερέψει από το γεγονός ότι δεν ασκήθηκε πίεση στην Τουρκία να
δώσει αμνηστία σε εκείνους που, θεωρώντας τους εαυτούς τους Έλληνες πολίτες τα
τελευταία δύο χρόνια, είτε υπηρέτησαν στον ελληνικό στρατό ή συνεργάστηκαν με
την ελληνική διοίκηση και τώρα κατηγορούνται για έσχατη προδοσία [...] και θα
κρεμαστούν. [...] Το ελληνικό έθνος αισθάνεται ότι δεν υποστηρίχθηκαν οι
νόμιμες διεκδικήσεις του. [...] Το βασικό του λάθος για το οποίο κρίνεται
αυστηρά [...] πίστεψε ότι ο Μεγάλος Πόλεμος έγινε, μεταξύ άλλων, για την
ελευθερία των μικρών εθνών.
Την ώρα που
διαμαρτυρόταν έντονα για την εκκένωση της Θράκης, ο ευφυής νους του Κρητικού
ήδη υπολόγιζε τις επόμενες κινήσεις του.
Ήταν οδυνηρό,
σίγουρα, αλλά η μαζική έξοδος του ελληνικού πληθυσμού από τα λιμάνια και τα
εδάφη που βρίσκονταν γύρω από την Κωνσταντινούπολη και η εγκατάσταση του εκατό
μίλια δυτικότερα θα μπορούσε να αποβεί προς το συμφέρον της Ελλάδας καθώς θα
«εξελλήνιζε» την περιοχή προς δυσμάς όπου οι ελληνόφωνοι χριστιανοί ως τότε
αποτελούσαν ελάχιστη μειονότητα μεταξύ των τουρκόφωνων ή βουλγαρόφωνων
μουσουλμάνων και των χριστιανών που θεωρούσαν τους εαυτούς τους Βούλγαρους.
Στην Αθήνα ο φόβος της Βουλγαρίας, η οποία, προσβλέποντας σε διέξοδο στο Αιγαίο
είχε συνάψει στα μέσα του 1922 μυστική διπλωματική συμφωνία με την Άγκυρα, ήταν
εξίσου ισχυρός με το φόβο της Τουρκίας.
Αυτό
ήταν ένα πρόσθετο κίνητρο για να συμμαχήσει η Ελλάδα με την Τουρκία και να μπει
φρένο στις εδαφικές βλέψεις της Βουλγαρίας.
Για όλους
αυτούς τους λόγους η μετακίνηση του ελληνικού πληθυσμού από την ανατολική Θράκη
στη δυτική ήταν ένα τίμημα που άξιζε να καταβληθεί. Εξάλλου, η ίδια αρχή -η
μεταφορά πληθυσμών προκειμένου να «συγυριστεί» ο εθνικός και πολιτικός χάρτης-
θα μπορούσε ενδεχομένως να εφαρμοστεί και αλλού, σε μεγαλύτερη κλίμακα.
Η ιδέα μπήκε
στο μυαλό του Βενιζέλου και του Νάνσεν σχεδόν ταυτόχρονα. Ακόμα και προτού δει
με τα μάτια του τους ξεριζωμένους Θρακιώτες χωρικούς να έχουν κατασκηνώσει
στον κάμπο, το πρακτικό μυαλό του Νάνσεν συνέλαβε ότι, αφού πολλοί από τους
Έλληνες πρόσφυγες ήταν αγρότες, το φυσικό ήταν να εγκατασταθούν σε αγροτικές
περιοχές όπου θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν την τροφή τους το γρηγορότερο,
προκειμένου η περίοδος της εξάρτησής τους από ανθρωπιστική βοήθεια να
περιοριστεί στο ελάχιστο.
Μόνο ένας
τρόπος υπήρχε για να ελευθερωθούν άμεσα τα κατάλληλα εδάφη και αυτός ήταν να
μεταφερθεί στην Τουρκία ο μουσουλμανικός πληθυσμός της Ελλάδας που αριθμούσε
περίπου 500.000 ανθρώπους, όπως αποδεικνύει και η απόρρητη επιστολή που έστειλε
στις 10 Οκτωβρίου ο Νάνσεν από το ξενοδοχείο Πέρα Πάλας στην Κωνσταντινούπολη,
στον Βενιζέλο στο Λονδίνο. Χαρακτηρίζει «απερίγραπτα τραγική» την κατάσταση των
750.000 προσφύγων που έφευγαν ή είχαν ήδη φύγει από την Ανατολία προς την
Ελλάδα.
Παρά τις
υπεράνθρωπες προσπάθειες των ελληνικών αρχών και των οργανισμών περίθαλψης, δεν
υπήρχε αρκετό φαγητό, καταλύματα και ρούχα για τους πρόσφυγες και τα μέσα που
διέθεταν για να τους περιθάλψουν έστω και μέχρι το επόμενο καλοκαίρι, απλούστατα
δεν ήταν αρκετά.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα [...] είναι τι
θα απογίνουν τελικά οι πρόσφυγες. Όλοι φαίνεται να συμφωνούν ότι υπάρχουν
ελάχιστες ελπίδες να τους δεχθούν οι Τούρκοι πίσω στη Μικρασία, ούτε και θα το
θελήσουν οι ίδιοι. [...] Πρέπει λοιπόν να βρεθεί άλλο μέρος και υποθέτω ότι
σκοπός και της ελληνικής κυβέρνησης, είτε επιτευχθεί συμφωνία με την τουρκική
κυβέρνηση είτε όχι, είναι να τους εγκαταστήσει στα εδάφη της Μακεδονίας και της
Δυτικής Θράκης.
Από όσο μπορώ να καταλάβω το
ζήτημα, μου φαίνεται ότι η διαδικασία ανταλλαγής πληθυσμών θα είναι τόσο
μακροχρόνια και επίπονη που σε κάθε περίπτωση η καλύτερη λύση είναι η
εγκατάσταση ενός πολύ μεγάλου αριθμού προσφύγων σε περιοχές που έχουν μείνει
ακατοίκητες και ακαλλιέργητες.
Bruce Clark
"ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ ΞΕΝΟΣ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου