Την στιγμή που κάποιος, ως ταπεινός προσκυνητής, φτάνει στον Πόντο, η ιστορία θα εξουσιάζει όλο το πνεύμα του. Ατελεύτητα ιστορικά γεγονότα, αρχαία, μεσαιωνικά και νεότερα, αγώνες και κατορθώματα, χαρές και λύπες, αίματα και στεναγμοί, αυτοθυσίες και ηρωισμοί, θα έλθουν στο νου του. Κι είναι φυσικό να γεννιέται σε τέτοιες στιγμές ένας απέραντος πόνος στην καρδιά του.
Όποια πέτρα κι αν αγγίξει, όποιο βράχο κι αν ακουμπήσει, όποιο τοπωνύμιο κι αν πλησιάσει, όποια χαλάσματα κι αν αντικρίσει, ολόθερμες θα ακούσει αντιρρήσεις ανιστορήσεις για την κουρσεμένη χώρα.
Και ο προσκυνητής σταματά σε κάποια ψηλή βουνοκορφή, απ' όπου βλέπει πολιτείες, από τις οποίες υψώνονται μιναρέδες, στηριγμένοι πάνω σε βάσεις καμπαναριών. Εύκολα ξεχωρίζει μέσα από λογιών κτίσματα , ναούς αλειτούργητους να στέκονται βουβοί , λες και κάτι περιμένουν....
Μέσα στην ψυχή του, τότε, ακούει ψαλμωδίες , κι ας είναι βαθύ το παρελθόν...
Και διασκελίζοντας , τότε, αιώνες ολόκληρους, φτερουγίζει πάνω από τα ιστορήματα του Ξενοφώντα και ακούει τον αλαλαγμό των Μύριων «Θάλαττα! Θάλαττα!»
Κι ύστερα αποθαυμάζει το Ελληνικό Βασίλειο του Πόντου, με πρωτεύουσες διαδοχικά την Αμάσεια, τη Σινώπη, την Κερασούντα και την όμορφη Τραπεζούντα. Και παρακολουθεί τον Ανδρέα τον Πρωτόκλητο και τον Άγιο Φίλιππο να κηρύττουν τον χριστιανισμό.
Και ύστερα , πάλι, διακρίνει τον Ακρίτα να μάχεται κατά των βαρβάρων. Στον νου μου , τότε, έρχονται οι στίχοι:
Εμέν' Ακρίτα λέγ'νε με
Κανέναν 'κι φογούμαι!
Για την Ελλάδα πολεμώ
Και πάντα στεφανούμαι!
Κι ενώ θαυμάζει τη γενναιότητα του Ακρίτα , βλέπει σαν σε οπτασία να απλώνεται εμπρός του όλο το μεγαλείο και η δόξα του Πόντου. Και με τα μάτια της ψυχής του παρακολουθεί όλη την ιστορική πορεία του Ποντιακού Ελληνισμού, την ημέρα του ξεριζωμού, όποτε, κλαίγοντας, επαναλαμβάνει τα λόγια του αείμνηστου Ιασονίδη:
« Και άραντες έπ' ώμων, μαζί με τον Σταυρόν του Μαρτυρίου, τα ποντιακά παλλάδια και λάβαρα και αποκομίσαντες μεθ΄υμών όλον τον πλούτον των αναμνήσεων εις δράμα, εις τραγωδία, εις έπος και εις μεμουσωμένην λύραν, εφτάσαμεν εις την κοινήν των Πανελλήνων Μητέρα-την Ελλάδα, με την στερνόν απόφασιν, να συμβάλωμεν εις την ανοικοδόμησιν των τειχών της»
Την ώρα εκείνη, ένα αηδόνι αναταράζει τις σκέψεις του προσκυνητή. Δεν είναι κελάηδημα αυτό που ακούει, είναι χρησμός ιερός, βγαλμένος μέσα από τα τρίσβαθα του έθνους. Είναι μαζί και προσευχή και προφητεία.
«...η Ρωμανία κι αν επέρασεν
ανθεί και φέρει κι άλλο».
Γιάννης Μελετίδης
Πέθανε στις 27 Οκτώβρη 2008 ήταν οικονομολόγος και συγγραφεας, τ. διευθυντής της εφημερίδας «Αργοναύτης» της Εύξεινου Λέσχης Βέροιας.
Όποια πέτρα κι αν αγγίξει, όποιο βράχο κι αν ακουμπήσει, όποιο τοπωνύμιο κι αν πλησιάσει, όποια χαλάσματα κι αν αντικρίσει, ολόθερμες θα ακούσει αντιρρήσεις ανιστορήσεις για την κουρσεμένη χώρα.
Και ο προσκυνητής σταματά σε κάποια ψηλή βουνοκορφή, απ' όπου βλέπει πολιτείες, από τις οποίες υψώνονται μιναρέδες, στηριγμένοι πάνω σε βάσεις καμπαναριών. Εύκολα ξεχωρίζει μέσα από λογιών κτίσματα , ναούς αλειτούργητους να στέκονται βουβοί , λες και κάτι περιμένουν....
Μέσα στην ψυχή του, τότε, ακούει ψαλμωδίες , κι ας είναι βαθύ το παρελθόν...
Και διασκελίζοντας , τότε, αιώνες ολόκληρους, φτερουγίζει πάνω από τα ιστορήματα του Ξενοφώντα και ακούει τον αλαλαγμό των Μύριων «Θάλαττα! Θάλαττα!»
Κι ύστερα αποθαυμάζει το Ελληνικό Βασίλειο του Πόντου, με πρωτεύουσες διαδοχικά την Αμάσεια, τη Σινώπη, την Κερασούντα και την όμορφη Τραπεζούντα. Και παρακολουθεί τον Ανδρέα τον Πρωτόκλητο και τον Άγιο Φίλιππο να κηρύττουν τον χριστιανισμό.
Και ύστερα , πάλι, διακρίνει τον Ακρίτα να μάχεται κατά των βαρβάρων. Στον νου μου , τότε, έρχονται οι στίχοι:
Εμέν' Ακρίτα λέγ'νε με
Κανέναν 'κι φογούμαι!
Για την Ελλάδα πολεμώ
Και πάντα στεφανούμαι!
Κι ενώ θαυμάζει τη γενναιότητα του Ακρίτα , βλέπει σαν σε οπτασία να απλώνεται εμπρός του όλο το μεγαλείο και η δόξα του Πόντου. Και με τα μάτια της ψυχής του παρακολουθεί όλη την ιστορική πορεία του Ποντιακού Ελληνισμού, την ημέρα του ξεριζωμού, όποτε, κλαίγοντας, επαναλαμβάνει τα λόγια του αείμνηστου Ιασονίδη:
« Και άραντες έπ' ώμων, μαζί με τον Σταυρόν του Μαρτυρίου, τα ποντιακά παλλάδια και λάβαρα και αποκομίσαντες μεθ΄υμών όλον τον πλούτον των αναμνήσεων εις δράμα, εις τραγωδία, εις έπος και εις μεμουσωμένην λύραν, εφτάσαμεν εις την κοινήν των Πανελλήνων Μητέρα-την Ελλάδα, με την στερνόν απόφασιν, να συμβάλωμεν εις την ανοικοδόμησιν των τειχών της»
Την ώρα εκείνη, ένα αηδόνι αναταράζει τις σκέψεις του προσκυνητή. Δεν είναι κελάηδημα αυτό που ακούει, είναι χρησμός ιερός, βγαλμένος μέσα από τα τρίσβαθα του έθνους. Είναι μαζί και προσευχή και προφητεία.
«...η Ρωμανία κι αν επέρασεν
ανθεί και φέρει κι άλλο».
Γιάννης Μελετίδης
Πέθανε στις 27 Οκτώβρη 2008 ήταν οικονομολόγος και συγγραφεας, τ. διευθυντής της εφημερίδας «Αργοναύτης» της Εύξεινου Λέσχης Βέροιας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου