Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2014

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΔΡΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΝΤΑΡΤΩΝ ΤΗΣ ΣΑΝΤΑΣ (1916-1924) Γενάρης-Φλεβάρης 1918

Απεκλείσθημεν εις τα χωριά και η μόνη δουλειά μας ήτο πώς να διοργα­νωθούμε καλύτερα και να στήσωμε φυλάκια σε διάφορα μέρη και να φυλά­με νύχτα και μέρα. Όλα τα χωριά εφρουρούντο κανονικώς και επί πλέον κα­θημερινώς δέκα οπλίται εστέλνοντο εις Φτελέν, όπου είχε Κεντρικόν φυλάκιον και διενυκτέρευαν φυλάγοντες μέχρι το πρωί, οπότε τους αντικαθι­στούσαν άλλοι.
 Κατά τις 15 Ιανουαρίου οι Τούρκοι, μη γνωρίζοντες τι εγίνετο στην Σάντα, έστειλαν μίαν γυναίκα με ένα παιδάκι προς κατασκοπίαν, αλλά συνελήφθησαν εις Φτελέν και, αφού κατόπιν ανακρίσεως εμάθαμεν τον σκοπόν της ελεύσεώς των, εξυλοκοπήθησαν γερά και αφέθησαν ελεύθε­ροι.
Πάντως το ηθικόν των Σανταίων ήτο πολύ υψωμένον, διότι ψευδείς ει­δήσεις έφθανον εκ Τραπεζούντος ότι ακόμη περιμένεται ο στρατός και ότι η Κων/πολις κατελήφθη υπό των Άγγλων, καθώς και διάφορες άλλες φήμες.
Την 25ην Ιανουαρίου του 1918 από πυροβολισμούς εκ Φτελέν αντελήφθημεν ότι κάτι το σοβαρόν γίνεται εκεί και αμέσως εντός μιας ώρας καταβαίνομεν εκεί και από το φυλάκιον μαθαίνομε ότι πολλοί Τούρκοι τσετέδες εκύκλωσαν το χωρίον Κοπαλάντων από τα ξημερώματα και πυρ ομαδόν ακούγεται εκατέρωθεν.
 Δεν χάνομε καιρόν, τροχάδην εφθάσαμε εις Υπαπαντήν. Δεν πήγαμε κατ' ευθείαν, διότι δεν γνωρίζαμε σε τι σημεία βρίσκονται οι Τούρκοι και εκείθεν φθάσαμεν εις τοποθεσίαν Μουσά λεγομένην απένα­ντι του χωρίου Κοπαλάντων, οπόθεν βλέπομε Τούρκους να λεηλατούν το χωριό, ενώ οι λίγοι οπλίται που ευρίσκοντο εκεί ημύνοντο εκ των οικιών, καθώς και αι γυναίκες.
Μόλις αρχίσαμε εμείς πυρ ομαδόν εναντίον τους, βλέποντες οι Τούρκοι ότι έφθασε δύναμις εκ Σάντας εγκατέλειψαν τας θέ­σεις των και άρχισαν να οπισθοχωρούν. Μέχρι το μεσημέρι η μάχη διαρ­κούσε σφοδρά εκατέρωθεν.
 Μόλις οι πυροβολισμοί αραίωσαν λίγο, κατεβή­καμε μέσα στο χωριό και μόλις μας είδαν οι κάτοικοι από την χαράν τους δεν ήξεραν τι να κάνουν. Εις την μάχην εφονεύθησαν ο Χριστόφορος Σισμανίδης γέρων μετά των υιών του Γεωργίου και Μιχαήλ, ο δε Παντελής Κοπαλίδης ετραυματίσθη. Εκ των Τούρκων, όπως πληροφορηθήκαμε, δέκα τέσσαρες σκοτώθηκαν και δύο τραυματίσθηκαν.
Εμείναμεν πέντε ημέρας εις Κοπαλάντων φυλάγοντες, όπως εκκενώσωσι το χωριό και φύγουν στην Σάντα, διότι ήτο πολύ κοντά σε τούρκικα χωριά και ως εκ τούτου ήτο αδύνατον να γλιτώσουν.
Επίσης και το χωριό Υπαπα­ντή διετάχθη να εκκενωθή, όπως και έγινε, και έτσι όλη η δύναμις συνεπτύχθη εις την Σάντα. Την τελευταίαν ημέραν κατεβήκαμε κάτω στο ποτάμι να δούμε αν αφήναν πράγματα οι Τούρκοι φεύγοντες.
 Μόλις μας είδαν όμως από το αντικρινό τούρκικο χωριό Ισχάν, ενόμισαν ότι θα τους επιτεθούμε και αμέσως έγινε ένας πανικός που δεν περιγράφεται. Άνδρες, γυναίκες και παιδιά ρίχθηκαν στους δρόμους και στο δάσος φωνάζοντες και κλαίγοντες, τα δε ζώα τους αδέσποτα μέσα στο χωριό έτρεχαν εδώ κι εκεί, διότι τα βγά­λανε από τους σταύλους να τα φυγαδεύσουν, αλλά ο φόβος και ο πανικός τους έκανε να τα εγκαταλείψουν και να φύγουν.
Το ίδιον συνέβη και εις το χωριό Αγρίδ και όλοι οι κάτοικοι φοβισμένοι κατέβησαν εις Γουλιτσάντων και μετά δύο ημέρας εγύρισαν στα σπίτια τους.
Αργότερα ενθαρρυνθέντες και μόλις είδαν ότι τα δύο χωριά εκκενώθηκαν, άρχισαν να τα χαλνούν για να κάψουν τα σπίτια. Την 18η Φεβρουαρίου ο Πολυχρόνιος Σπυριδόπουλος κατέβηκε με δύο άλλους εις Φτελέν να ιδή αν ήλθαν και εκεί Τούρκοι πλη­σιάζοντας όμως βλέπει μερικούς να τριγυρνούν το σπίτι του, έρημον βέβαια, και εν τέλει να του βάζουν φωτιά" πλησιάζει μέσ' από το δάσος και πυροβο­λεί· σκοτώνει έναν Τούρκον και γυρίζει πάλιν στο χωριό.
Εν τω μεταξύ εμάθαμεν ότι οι Ρώσοι έφυγαν όλοι και οι Τούρκοι κατέλαβαν την Τραπεζούντα και ότι επρόκειτο να έλθουν και στην Σάντα, διότι μόνον εδώ υπήρχε αντί- στασις.
Την ίδιαν ημέραν εστάλησαν εις Κιμισλή, τρεις ώρες μακριά της Σάντας, έξι οπλίται να παρακολουθούν τον δρόμον. Φθάσαντες δε το από­γευμα φέρουν την είδησιν ότι έρχεται ένας Τούρκος αξιωματικός και πέντε στρατιώτες μαζί με τον καθηγητήν Φίλιππον Χειμωνίδην και τον Κων/τίνον Σιδηρόπουλον προς κατάληψιν της Σάντας.
Αμέσως ειδοποιούνται όλα τα χωριά και πολλοί οπλίται φτάνουμε εις το Φουρνόπον να τους αντικρίσωμεν και να μάθωμεν ποιός είναι ο σκοπός τους πριν μπουν μέσα στο χωριό.
Προηγούντο οι κ.κ. Χειμωνίδης και Σιδηρόπουλος και οίτινες μας εκοινοποίησαν ότι εις Τραπεζούντα αποκατεστάθη η τάξις και ότι αυτούς τους στέλνει ο μητροπολίτης Χρύσανθος μαζί με τον αξιωματικόν και τους στρατιώτας και ότι καλόν είναι να μη κάνωμε καμίαν αντίστασιν, διότι είναι περιττόν, αφού εματαιώθη το ζήτημα του στρατού του Καυκάσου και ότι κάθε αντίστασις θα κατέληγε εις βάρος μας.
 Εξαιτίας της αποφάσεως λοιπόν των κατοίκων αποσυρόμεθα εμείς οι οπλίται και ο αξιωματικός ήλθε και κατέλυσε εις Ισχανάντων. Την ίδια βραδιά έφθασε και ο Ζαχαρίας Γιαμάκης από την Λιβεράν, απεσταλμένος του μητροπολίτου Ροδοπόλεως Κυρίλλου. Πάντες οι οπλίται εκτός ολίγων τινών απεσύρθημεν εις το δάσος και εμείναμε εκεί να δούμε πώς θα εξελιχθούν τα γεγονότα και αναλόγως να αποφασίσουμε την επομένην.

19η Φεβρουαρίου.
 Μόλις τα γύρω χωριά έμαθαν ότι ήλθε στην Σάντα Τούρκος αξιωματικός και στρατιώται, αμέσως παρουσιάσθησαν μερικοί Τούρκοι εις τον αξιωματικόν Φαΐκ μπέην λεγόμενον, και επί ώρας ολοκλήρους είχαν συνέντευξιν μαζί του. Ως φαίνεται, εκ των υστέρων θα συνεφώνησαν να έλθουν και εις Σάνταν πολλοί τσετέδες, διά να λεηλατήσουν τα χωριά, διότι αυτό ήτο το σύστημά τους μετά την φυγήν των Ρώσων. Δεν ά­φησαν σώον κανένα ελληνικό χωριό όλα τα είχαν ερημώσει και μόνον έμει­νε η Σάντα, διότι μετά την δοκιμήν των εις Κοπαλάντων πια δεν ετόλμησαν να πατήσουν πόδι.
Αν και ήτο ο αξιωματικός και λίγοι στρατιώται, πάλιν εφοβούντο και απεφάσισαν όπως διά δόλου εισχωρήσουν στα χωριά, ενώ αργότερα δεν θα είχαν ανάγκην.
Διότι εις την Σάνταν ως εκ της τοποθεσίας της και επί πλέον λόγω του χειμώνος διά της βίας ήτο αδύνατον να εισχωρήσουν καθώς και μέσα στα χωριά.
Μαζί με τους επισκεφθέντας τον αξιωματικόν Τούρκους ήτο και ο Χελήμ Κιουλόγλους εκ  Μούκουζης, αρχηγός τσετέδων, όστις κατήγγειλε εις τον αξιωματικόν ότι οι αδελφοί Ευκλείδης και Κωνσταντίνος Κουρτίδης είναι υπαίτιοι και διοργανωταί των Σανταίων, διότι είχε προηγούμενα μαζί μας και ήθελε διά του τρόπου αυτού να μας συκοφαντήση στην Κυβέρνησιν διά να εκδικηθή.

21 Φεβρουαρίου .
 Ήλθαν δύο τρεις αγγελιοφόροι Τούρκοι και ανέφε­ραν εις τον Φάΐκ μπέην ότι εις τον Άγιον Ιωάννην, τοποθεσίαν μιας ώρας κάτωθεν της Σάντας, ήλθαν μερικοί επίσημοι Τούρκοι και ζητούν να κατεβή ο αξιωματικός μέχρι εκεί και να τους οδηγήση στα χωριά.
Οι Σανταίοι εκ της ειδήσεως αυτής υποψιασθέντες εζήτησαν από τον α­ξιωματικόν να έρχωνται μαζί του δύο τρεις από αυτούς, διά να ιδούν περί τίνος πρόκειται.
Εδέχθη προθύμως και αμέσως έστειλε πίσω τους αγγελιο­φόρους συνεννοηθείς μετ' αυτών τι πρέπει να κάνουν. Και όταν κατέβηκε αυτός με τους Σανταίους εις Άγ. Ιωάννην, βρήκαν εκεί καμιά δεκαριά Τούρ­κους ωπλισμένους, οίτινες του έδωσαν μίαν επιστολήν ως διαταγήν δήθεν εκ Τραπεζούντος να τους παραλάβη και αυτούς ως ενίσχυσίν του, ενώ μέσα στο γύρω δάσος εκρύπτοντο τριακόσιοι τσετέδες δίχως να φαίνωνται, πράγ­μα το οποίον εγνώριζε ο Φαΐκ μπέης.
Γυρίζει πίσω τους Σανταίους και τους λέει να ειδοποιήσουν τα χωριά να είναι ήσυχοι, διότι δεν είναι τίποτε, ενώ αυτός με τους τριακοσίους τσετέδες έρχεται και μπαίνει μέσα στα χωριά και έτσι επιτυγχάνει τον σκοπόν του, αφού αμέσως τους διαμοιράζει σ' όλα τα χωριά.
 Τότε οι Σανταίοι κατάλαβαν περί τίνος πρόκειται και τι τους περιμέ­νει, αλλά ήτο αργά πλέον. Οι περισσότεροι εκ των οπλιτών αμέσως απεσύρθησαν εις τα δάση, όσοι δε εφοβούντο τις κακουχίες και το κρύο έμειναν στα χωριά, διά να υποστούν το μοιραίον.
Μεταξύ των τσετέδων ήτο ένα παιδί παλαιός μας φίλος Ουζούνογλου, Αλή Οσμάν λεγόμενος, όστις μυστικώς μας ειδοποίησε ότι ο Ευκλείδης και ο Κων/τίνος Κουρτίδης δεν πρέπει να παρουσιασθούν, διότι θα τους σκοτώ­σουν, και ότι υπάρχει κατάλογος προγεγραμμένων, μεταξύ των οποίων πρώ­τοι είναι αυτοί.
 Ως εκ τούτου εμείς μαζί με λίγους ακόμη, οίτινες μας ηκολούθησαν, πήγαμε βαθύτερα στο δάσος, εις Άσπρα Λιθάρια.
Εν τω μεταξύ έφθαναν προς εμάς απεσταλμένοι λέγοντας να πάμε στα χωριά και να παραδώσουμε τα όπλα, ει δε άλλως θα κακοπάθωμεν.
Και αυτοί οι ίδιοι Σανταίοι μας συνεβούλευον να παραδοθούμε, εμείς ό­μως γνωρίζοντες τους σκοπούς των, τους μεν Σανταίους εστείλαμε πίσω και ειδοποιούσαμε τους Τούρκους να κάνουν ό,τι θέλουν, αλλά εμάς ποτέ δεν θα επιτύχουν να βάλουν στο χέρι.
Πολλοί εκ των συντρόφων μας απεφάσισαν και πήγαν στα χωριά διά να παραδοθούν, εμείς όμως πολλούς από αυτούς τους αφοπλίσαμε και τους στείλαμε δίχως όπλα. Και εμείναμε μόνον οι εξής:
 Ευκλείδης Κουρτίδης,
Κων/τίνος Κουρτίδης,
Θεόδωρος Κουρτίδης,
Δημήτριος, Δαμιανός και Νι­κόλαος Τσιρίπ,
 Πολυχρονίου,
Σπυριδόπουλος,
Γεώργιος Πηλείδης,
Χαράλ. Σισμανίδης,
Γεώργιος και Παναγιώτης Καλαϊτσίδης,
 Ιωάννης Ξανθόπουλος,
Κοσμάς Γαρατσιάλ,
Φίλιππος Εφραιμίδης,
Ιωάννης και Χρήστος Χαρτοματσής,
 Κων/τίνος και Βασίλειος Σωτηρόπουλος,
Φωκίων Σπυριδόπουλος,
Χαράλ. Ποροζάν και τέσσαρες γυναίκες.
Καθημερινώς νύκτα στέλναμε παι­διά στα χωριά από διάφορα μονοπάτια, διά να προμηθευθούμε όσον το δυ­νατόν περισσότερα τρόφιμα, διά να μη μένωμεν νηστικοί εν ώρα ανάγκης.
Μας συνεκίνησε πολύ ένα γράμμα του δημοδιδασκάλου Γεωργίου Εφραιμίδου, όστις με μελανά χρώματα περιέγραφε την κατάστασιν και συνιστούσε οπωσδήποτε να μη παρουσιασθούμε και εν καιρώ να εκδικηθούμε.   Στο τέλος της επιστολής του έγραφε και τρία τραγούδια τα εξής:
- Ανάθεμά σε ήλιε που φεύγεις και κοιμάσαι                                                             
 τον χρυσό καπετάνιο μας καθόλου δεν λυπάσαι.
Αν αρρωστήσει και δεν μπορή λόγγους βουνά να τρέξη                                     
πάνω στους Τούρκους, τα σκυλιά, αίμα, φωτιά να βρέξη.                                        
Ντροπή σου ήλιε χρυσέ, του Ουρανού φανάρι,
την λάμψη σου πώς έκλεψε το άτιμο φεγγάρι.                                                     

 25 Φεβρουαρίου.
 Δαμιανός Τσιρίπ και δύο ακόμη από το λημέρι ξεκίνησαν διά τα ν χωριά και πριν ανεβούν εις τον λόφον του Κρεν έναντι του λημεριού μας συνεπλάκησαν με τους τσετέδες, οίτινες τριακόσιοι τον αριθμόν ήρχοντο να μας συλλάβουν δήθεν.                                                                
 Μετά τους πρώτους πυροβολισμούς τα παιδιά έφυγαν προς εμάς, ενώ οι  Τούρκοι εξηκολούθουν να έρχωνται.
Ήτο δε κατά την ημέραν αυτήν ομίχλη πυκνή και δεν βλέπαμε τίποτε, αν και ευρίσκοντο εις απόστασιν βολής από εμάς. Επειδή όμως γνωρίζαμε το μέρος καλώς, αρχίσαμε πυρ ομαδόν προς   την κατεύθυνσίν των καθώς και εκείνοι προς εμάς και έτσι επί ημίσειαν ώραν εξακολουθούσε η μάχη, οπότε οι Τούρκοι οπισθοχωρούντες έφυγαν          προς τα χωριά. 
 Κατά την μάχην ο Φωκίων Σπυριδόπουλος και Κων/τίνος Σωτηρόπουλος αποχωρισθέντες από εμάς κατά λάθος και μείναντες μόνοι έκρυψαν τα όπλα τους στο δάσος και αυτοί νύχτα πήγαν στο χωριό.                                                                                                                                             

 26 Φεβρουαρίου
 Ήλθαν μαζί μας ο Ματθαίος Γεώργιος Εφραιμίδης, ο Χριστ. Σπυρίδόπουλος και Ισαάκ Κωστικίδης, οίτινες μαζί με πολλούς άλλους ήσαν εις Χαρτοτή και όταν εμείς προ τριών ημερών φύγαμε από εκεί τους συνεβουλεύσαμε να έρχωνται μαζί μας όλοι, διότι εκεί κοντά στα χωριά η θέσις των   ήτο επικίνδυνος.
Αλλά αυτοί δεν εσυμφώνησαν μαζί μας και έμειναν. Και ακριβώς κατά την χθεσινήν ημέραν, ενώ ήρχοντο οι τσετέδες προς εμάς, τους αντελήφθησαν εκεί και περικυκλώσαντες αυτούς, μερικούς συνέλαβον, άλλοι δε διαφυγόντες έφθασαν στα χωριά αφήνοντες τα όπλα τους, ενώ αυ­τοί οι τέσσαρες ήλθαν προς εμάς.
 Επειδή δεν είχαν μαζί τους αρχηγόν πεπειραμένον και οι ίδιοι ήταν αμαθείς, έπαθαν την πανωλεθρίαν αυτήν. Κατά το βράδυ έφθασαν και οι αποχωρισθέντες Φωκίων Σπυριδόπουλος και Κων/τίνος Σωτηρόπουλος από το χωριό και έφεραν τας εξής πληροφορίας. Οι εν Χαρτοτή συνελήφθησαν και εφυλακίσθησαν, τον δε Περικλήν Κουρατσήν, αφού τον εξυλοκόπησαν κα­λώς, του πήραν και χίλια πεντακόσια ρούβλια ως πρόστιμον, ως αρχηγόν των ανταρτών.
Επίσης είπαν ότι κατά την χθεσινήν σύγκρουσιν εσκοτώθη ένας Τούρκος, τον οποίον δεν έφεραν εις Σάντα, αλλά τον έφεραν εις τα τούρκικα χωριά. Μία σφαίρα μάλιστα έσχισε την ζίπκαν του Σεΐτ αγά αρχη­γού των τσετέδων, όστις φοβηθείς διέταξε οπισθοχώρησιν, ειπών εις αυτούς «Ουσιακλάρ ποζουλτία, κερί Κάτσιουνιζ».
Μία σφαίρα επίσης εκτύπησε στο τουφέκι ενός άλλου και το αχρήστευσε. Και έτσι, κακοί κακώς, έφθασαν εις τα χωριά, δικαιολογηθέντες εις τον αξιωματικόν, όστις δεν ήτο σύμφω­νος διά την σύγκρουσιν αυτήν, διότι ενόμιζε ότι θα φέρη καλύτερα αποτελέ­σματα διά του καλού τρόπου και διά του δόλου, ενώ οι τσετέδες επέμειναν λέγοντες ότι εντός δύο ωρών θα μας πάνε προς αυτόν χειροδέσμιους.
 Έλε­γαν επίσης ότι αντάρται δεν είναι μόνον οι Σανταίοι, αλλά έχουν μαζί τους τακτικούς στρατιώτας Γρουζίνους και Αρμενίους και ότι είναι πάρα πολλοί.
Εξύλισαν και εφυλάκισαν και τον Ιωάννην Κουρτίδην, εις τον οποίον είχε γράψει ο Ζαχαρίας Γιαμάκης να έρθη εις το χωριό και να παραδοθή και να μην φοβηθή, διότι ο ίδιος τον γλιτώνει, ει δε άλλως μπορεί να κακοπάθη.
Ο Ζαχαρίας αυτός, όστις ήλθε από την πρώτην ημέραν, ήτο απεσταλμέ­νος εκ Λιβεράς του μητροπολίτου Ροδοπόλεως Κυρίλλου, όστις τον καιρόν εκείνον ευρίσκετο εν διαστάσει με τους Σανταίους, οίτινες ούτε τον ανεγνώριζον και ούτε τον επλήρωναν. Και προς εκδίκησιν, συνεννοηθείς με τους αρχηγούς των τσετέδων, έστειλε και τον Ζαχαρίαν, γραμματέα της μητρο­πόλεως, ώστε ως Σανταίος και αυτός να κάνη την προπαγάνδαν του να μη φέρουν αντίστασιν και να παραδοθούν όλοι. Μόλις έφθασε στην Σάντα, τον διωρίσανε μουδούρην, διά να έχη και περισσότερον κύρος και διά να επιτύχη περισσότερα πράγματα.
Τα της συνεννοήσεως μητροπολίτη και τσετέδων αργότερα τα εξηκριβώσαμε από αυτούς τους ίδιους τους Τούρκους, οίτινες ετύγχανον μερικοί προσωπικοί φίλοι μας και οίτινες ευρίσκοντο εις Λιβεράν.
27 Φεβρουαρίου
 Αλλάξαμε το λημέρι και πήγαμε εις το Σπήλαιον Ουζούν Σιρτ, το ο­ποίον ήτο εις ασφαλές μέρος και εχωρούσε πολλούς και ήτο πολύ θερμόν.
Τα τρόφιμά μας ετελείωσαν και στείλαμε μερικούς εις Υπαπαντήν, διά να φέρουν μερικά λάχανα από τους κήπους και άλλα τρόφιμα που είχαν κρυμμένα οι κάτοικοι, όταν έφυγαν στην Σάντα. Συνεκρούσθησαν με μερι­κούς Τούρκους, οίτινες ήλθαν εκεί από τα γύρω χωριά προς λεηλασίαν. Το βράδυ έστειλαν μερικά λάχανα και φασόλια...


 Κωνσταντίνος Κουρτίδης
 (Αδελφός του Ευκλείδη Κουρτίδη)





Σημείωση Σύνταξης : Οφείλουμε να επισημάνουμε ορισμένες γλωσσικές ατέλειες,γιατί παρουσιάζει μια σύνταξη ιδιότυπη, σύμφωνη με τη γλωσσική του κατάρτιση. Προσπαθήσαμε να μην κάνουμε επεμβάσεις στο αρχικό κείμενο , αφού πρόκειται για ένα είδος απομνημονευμάτων, τα οποία δεν μεταβάλονται "επ' ουδενί λόγω"εντούτοις για την ομαλοποίηση του κειμένου , προβήκαμε στις απαραίτητες διορθώσεις, εκείνες που θεωρήσαμε αναγκαίες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah