Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2014

Η Παναγία Σουμελά

Το μεγάλο μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά στον Πόντο ιδρύθηκε, σύμφωνα με την παράδοση, τον 4ο  αιώνα (386) από τους Αθηναίους μοναχούς Βαρνάβα και Σωφρόνιο, που πήραν την εικόνα της Παναγίας από τον ναό της στον Παρθενώνα και την πήγαν στον Πόντο, γιατί παρακινήθηκαν από κάποιο Όνειρο ή για να τη γλιτώσουν από τους Σαρακηνούς, που κατέλαβαν την Αθήνα.
Σύμφωνα με την παράδοση, οι δυο μοναχοί οδηγήθηκαν στο όρος Μελά του Πόντου, ακολουθώντας μια φλόγα. 
Το όνομα Σουμελά πήρε από την συνεκφορά των λέξεων στου Μελά, ποντιακά σου Μελά- Σουμελά. Την εικόνα της Παναγίας, κατοπινής Σουμελά, τη ζωγράφισε ο Ευαγγελιστής Λουκάς*. Το μοναστήρι είναι χτισμένο σένα γιγάντιο βράχο και φαίνεται να κρέμεται από αυτόν, στο βάθος της γραφικότατης κοιλάδας του ποταμού Πυξίτη. 
Απέχει από το Δικαίσιμο (Τζεβισλούκ) περίπου σαράντα χιλιόμετρα και από την Τραπεζούντα γύρω στα πενήντα.
Τον πρώτο ναό, που έχτισαν οι δυο μοναχοί μέσα στο σπήλαιο, όπου μόναζαν, τον αφιέρωσαν στη μνήμη του Αρχιστράτηγου Μιχαήλ. Ο  επίσκοπος της Τραπεζούντας τους βοήθησε, λίγο αργότερα, να χτίσουν μέσα στο σπήλαιο το ναό της Παναγίας.
Εκείνο που έκανε τους δυο μοναχούς να πάνε στο όρος Μελά του Πόντου, για να μονάσουν, ήταν η μοναχική ζωή που άκμαζε τότε εκεί, στηριγμένη στους κανόνες και τις καινοτομίες του Μεγάλου Βασιλείου και του Γρηγορίου του θεολόγου.
Ο Γερμανός ιστορικός Γιάκομπ Φαλμεράγιερ, γνωστός για το έργο του: "Η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας" και για τις απόψεις του για την καταγωγή των νεοελλήνων, αναφέρει ότι κανένας τόπος στον κόσμο, απ' όσους επισκέφτηκε, δεν είναι τόσο κατάλληλος να εμπνεύσει στην ψυχή διάθεση για προσευχή, προσκύνηση και θεώρηση του θείου όσο ο αειθαλής και μαγευτικός άγριος αυτός τόπος του κολχικού όρους Μελά.
Το μοναστήρι της Σουμελά στον Πόντο απέκτησε φήμη, πλούτο και δόξα από τους χριστιανούς και μουσουλμάνους ηγεμόνες , που πήγαν και προσκύνησαν την εικόνα της Παναγίας. Οι χριστιανοί συνέρεαν εκεί σαν προσκυνητές από τον Πόντο, την  Καππαδοκία, τη Μικρά Ασία, τη Ρωσία, και από τις παραδουνάβιες χώρες.
Αυτοκράτορες και σουλτάνοι προσέφεραν δώρα και προνομία στο μοναστήρι, έκαναν ανακαινίσεις και οχυρώσεις, το προίκισαν με φιρμάνια και χρυσόβουλα και οι πατριάρχες με σιγίλια.
Ο σουλτάνος Σελίμ ο Α'(1467-1520), όταν ήταν τοπάρχης Τραπεζούντας το 1512, επικύρωσε με σουλτανικό  Χάττι σερί όλα τα προνόμια που είχαν δώσει στη Σουμελά οι αυτοκράτορες της Τραπεζούντας και κάλυψε με χαλκό τον ναό της Παναγίας. Οι πέντε μεγάλες λαμπάδες που χάρισε ο Σελίμ Α' σώζονταν μέχρι την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1923. Ο Σελίμ είχε μητέρα την Ελληνίδα Μαρία Γκιούλ Μπαχάρ( ρόδο της άνοιξης), από τη Λιβερά. Πατέρας του ήταν ο Βαγιαζήτ Β'(1418-1512) γιος του Μωάμεθ του Β' του πορθητή.
Ο Αλέξιος Γ'(1349-1390) ανακαίνισε τον ναό στη μορφή που διατήρησε μέχρι τελευταία. Από τότε σώζονταν τοιχογραφίες με μορφές αγίων  και αυτοκρατόρων, γεγονός συνηθισμένο και στις εκκλησίες του Πόντου, να εικονίζονται, δηλαδή, και μορφές αυτοκρατόρων.
Το αρχαιότερο ίσως γραπτό δείγμα της ποντιακής διαλέκτου είναι μια λαϊκή επιγραφή στον ναό της Σουμελά, που αναφέρει:
Ιξεύρετε το μέσα άγιον βήμα ήτο τρείς φοράς ιστορημένον. Το α' ετος δεν εύρον.Το δεύτερον, ςχξη'(1160 μ.Χ.) και το τριτον σψμε'(1237).
Τα χειρόγραφα , που διέσωσε η βιβλιοθήκη του μοναστηριού και που ήταν αρκετά και σημαντικά, τα κατέστρεψαν οι Τούρκοι μετά το 1923. Δεν είχαν αφήσει στους μοναχούς να πάρουν μαζί τους τίποτε κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών. Τα μοναδικά κειμήλια του ναού της Παναγίας Σουμελά του Πόντου, που διασώθηκαν, είναι: Η εικόνα της Παναγίας, ο σταυρός χωρίς την θήκη του, που δώρισε ο αυτοκράτορας Μανουήλ Γ' (1390-1417) και το ευαγγέλιο του όσιου Χριστόφορου. 
Τα κειμήλια αυτά τα είχαν κρύψει οι μοναχοί, κατά την αναχώρηση τους το 1923, στο μετόχι της Άγιας Βαρβάρας, πολύ κοντά στο μοναστήρι. Το 1930, μετά από επιστολή του ιερομόναχου Ιερεμία στον μητροπολίτη Χρύσανθο, ο Βενιζέλος ζήτησε τα κειμήλια από τον Ισμέτ Ινονού. Μετά την αποδοχή του αιτήματος , πήγε στη Σουμελά ιερομόναχος Αμβρόσιος Σουμελιωτης, που ανάσκαψε , τα βρήκε και τα μετέφερε στην Ελλάδα.
Ως το 1952, τα ιερά κειμήλια του Ποντιακού Ελληνισμού φιλοξενήθηκαν στο βυζαντινό μουσείο της Αθήνας. Το ετος αυτό, ύστερα από πολλές συζητήσεις και ταλαιπωρίες, οι Πόντιοι μετέφεραν τα ιερά τους κειμήλια στο νέο μοναστήρι, που ανιστόρησαν στο Βέρμιο, με πρωτοβουλία του γιατρού και συγγραφέα Φίλωνα Κτενιδη και την συνεισφορά όλων των Ποντίων και του κράτους.
Απο το 1952, το μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά βρίσκεται εκεί ψηλά στο Βέρμιο και αποτελεί τόπο πανελλήνιου προσκυνήματος και παγκόσμιας ποντιακής αμφικτιονίας κάθε Δεκαπενταύγουστο.



Καίτη Μελή -Παπαπαναγιώτου

Οικονομολόγος-Δημοσιογράφος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah