Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2014

Μηνολόγιο-Εορτολόγιο. (Σαντάς & Πόντου)

Ιανουάριος - Καλαντάρτς
Το μήνα αυτό γίνονταν οι περισσότεροι γάμοι. Τα μοσχάρια που γεννιόνταν το μήνα αυτό ονομάζονταν Καλαντάρα.

Παροιμίες:
Τη Καλαντάρ τ' αιχτριάσματα και τη γραίας τ' ομνύγματα μ' ινανεύς. Άστατος ο καιρός τότε όπως και οι όρκοι της γριάς.
Καλανταρί αίμαν και μη νερόν. Προτιμότερο να βρέξει αίμα παρά βροχή, διότι τότε πρέπει να χιονίσει, να σκεπαστεί η γη για να προφυλαχθούν τα γεννήματα από την παγωνιά.
Καλανταρί αγγούρια, λέγεται για κείνους που ζητούν πράγματα παράκαιρα ή παράλογα.
Οι πρώτες 12 μέρες του χρησίμευαν ως προγνωστικά των 12 μηνών. Αν στην πρώτη του μηνός έκαμνε καλόν καιρό, όλος ο μήνας θα ήταν καλός. Αν η Δευτέρα ημέρα του μηνός ήταν κακή, όλο ο Φεβρουάριος θα ήταν κακός. Αν η τρίτη ήταν καλή, όλος ο Μάρτιος θα ήταν καλός κ.τ.λ.

Τα Κάλαντα.Πριν να χαράξει η Ανατολή, πήγαιναν να καλαντιάζνε το πεγάδ (βρύση) και τις νεράιδες, που το κατοικούν και να πάρουν νερό, καλαντόνερον, αμίλητοι κατά τη μετάβαση και επιστροφή.
Χάριζαν δηλ. στη βρύση φρούτα, έπαιρναν όμως εκείνα με τα οποία ο προηγούμενος εκαλαντίασεν το πεγάδ, λέγοντας Κάλαντα, καλός καιρός, πάντα και του χρόνου.
Άμον ντό τρέχχ το νερόν να τρέχχ και η ευλοΐα. Το βράδυ και το πρωί έδιναν άφθονο χόρτο στα ζώα, για να έχουν αφθονία όλον το χρόνο, βιάζονταν δε να ποτίσουν πρώτοι τα ζώα τους, προπάντων εκείνοι που ήσαν κοντά στη βρύση. Δεν θεωρούσαν καλό (ογουρλήν) να δώσουν κάτι σε ξένο.
Το πρωί η νοικοκυρά σκόρπιζε διάφορους σπόρους στο στάβλο, και εκαλαντίαζεν τα ζά, κόβοντας λίγο τις τρίχες της ουράς τους, χτυπούσε ελαφρά με μια βίτσα τα ζώα και τα παιδιά λέγοντας: Άλλαξον το χούι σ (τις ιδιοτροπίες σου).
Τα κορίτσια εκαλαντίαζαν τα μαλλία 'τουν, δηλ. τα έκοβαν λιγάκι στις άκρες για να μεγαλώσουν, κρατούσαν έναν σκουλίν μαλλίν (μπούκλα) κάτω από τη βρύση, να παίρει ατο και τρέχχ και τρανύννε τα μαλλία 'τουν και τρέχχ και η τύχη ατουν.
Την ημέρα αυτή δοκίμαζαν το ποδαρικόν του πρώτου που θα έμπαινε στο σπίτι, δηλ. θυμούνταν ποιος μπήκε πρώτος, και πως πέρασε η χρονιά, ευτυχισμένα ή όχι, γ’ αυτό μερικοί φρόντιζαν πρωί πρωί να βάλουν στο σπίτι ένα παιδάκι που είναι ανημάρτωτον (αναμάρτητο) αν το χρόνο εκείνο συνέβαινε στο σπίτι κακό, ατύχημα, τον άλλο χρόνο καλούσαν άλλο παιδί.

Την Πρωτοχρονιά απέφευγαν να αναφέρουν βλαβερά ζώα ή έντομα για να μη πληθύνονται, απέφευγαν επίσης κακολογίες και μαλώματα, για να μη μαλώσουν όλο το χρόνο. Μετά την απόλυση της εκκλησίας τα παιδιά γύριζαν τα συγγενικά σπίτια μ' ένα μήλο ή πορτοκάλι για να καλαντιάζνε τους άντρες που κάρφωναν στο πορτοκάλι, μερικά καπίκια ή μονόγροσα ή δίγροσα δηλ. μια ή δυο σημερινές δραχμές. Μεταφορικά καλαντιάζω σημαίνει δέρνω, βρίζω. Πάντα κάλαντα 'κ εν. Όλα έχουν τον καιρό τους, την ευκαιρία τους.

Την παραμονή των Φώτων τα παιδιά γύριζαν στα σπίτια ψάλλοντας το Σήμερον τα Φώτα και φωτισμός. Όπως και τα Χριστούγεννα, στο τραπέζι έπρεπε να είναι λογής φαγητά. Άναβαν και κεριά, πάππων προς πάππον γονέων προς γονέων.
Τα κορίτσια έκαμναν τ' αλυκόν την πίταν, έψηναν πίτα αλμυρή, που έτρωγαν από το βράδυ και όποιον έβλεπαν στ' όνειρο τους ότι τους έδωσε νερό, εκείνος ήταν μελλοντικός σύζυγος. Το νερό του αγιασμού που έπαιρνε την παραμονή δεν το φύλαγαν, αλλά το ξόδευαν πίνοντας ραντίζοντας σπίτι, στάβλο, ζώα, κήπο.

Τα Φώτα. Το αγόρι που γεννιόταν ονομαζόταν Φώτης (Φώτιος) και το κορίτσι Φωτεινή. Η κατάδυση του Σταύρο γινόταν στην εκκλησία σ' ένα δίλαβον χαλκόν, διότι το ποτάμι ήταν μακριά, ορμητικό και κατάψυχρο.
Μετά το «Εν Ιορδάνη» ο καθένας προσπαθούσε να πάρει πρώτος αγιασμό με μαστραπάδες, και καμιά φορά πληγώνονταν στα χέρια.
Από τον αγιασμό αυτό κρατούσαν στο εικονοστάσι για να χρησιμοποιηθεί σε ώρα ανάγκης, αχπάραγμαν(τρόμαγμα), αρρώστιες. Στον αγιασμό αυτό έσβηναν τη λαμπάδα τους με την οποία εμούντζευαν τα ζά δηλ. καψάλιζαν τις τρίχες των μασταριών τους μετά τον τοκετό. Τα Φώτα τα δέντρα κλίσκουν κά και παίρνε νερόν .(Τα φώτα τα δέντρα σκύβουν κάτω και πίνουν νερό).
17 Τ' Αγι' Αντωνί.
18 Τ' αεΘανασί.

30 Τρέν Αρχοντίων. Ήταν εορτή των γραμμάτων θρησκευτική και εθνική. Στις εκκλησίες έκαμναν μνημόσυνο των Δωρητών και Ευεργετών της Κοινότητος, στα σχολεία γίνονταν σχολικές τελετές με άσματα, ποιήματα μονολόγους και διάλογους.
Οι δάσκαλοι έκαμναν λόγους εθνικοθρησκευτικούς. Ο αλύτρωτος ελληνισμός χειροκροτούσε με όλη την καρδιά του τις επιτυχίες των ευσυνείδητων δασκάλων του και καμάρωνε τη νέα γενεά που ήταν προορισμένη να συνεχίσει την παράδοση και ν αυξάνει την αίγλη του αλύτρωτου έθνους.

Φεβρουάριος - Κούντουρος
Τα μοσχάρια που γεννιούνταν αυτόν τον μήνα ονομάζονταν Κουντούρα. Ο Κούντουρον, ο κούτσουρον και ο πασσαλοκαύτες τον ονόμασαν έτσι διότι, κατά την παράδοση, μια γριά γελάστηκε από τη ζέστη που έκαμε και ανέβηκε σο γιαζλούχ, ξαφνικά όμως χιόνισε πολύ, δε μπόρεσαν να πάνε να την κατεβάσουν στο χωριό, έβγαλε και έκαψε τους πασσάλους στους οποίους έδενε τις αγελάδες.

2 Τα δύο τη Κουντούρ τη Παναΐας. Όταν ήθελαν να ειρωνευθούν κάποιο, που ρωτούσε για πράγμα αυτονόητο, έλεγαν : Τα δύο τη Κουντούρ τη Παναΐας πότε εν ;
Τα κορίτσια που γεννιούνταν την ημέρα αυτή ονομάζονταν Παναΐλα και τ' αγόρια Παναέτας. Γιόρταζε η ενορία της Υπαπαντής (Δώδεκ' αλάτια) στα Φτελένια.

10Τ' αεΧαραλαμπί. Γιόρταζε η ενορία Κοπαλάντων στα Φτελένια. Αν και ήταν μακριά, όμως πήγαιναν πολλοί.

11.Τ' αεΒλασσί. Δεν έκαναν την παραμικρή δουλειά, από φόβο μήπως οι αγελάδες τους δεν γεννήσουν κανονικά, και μόνο να έχτρευαν (γύριζαν το έξω μέσα) ένα σακί, το μοσχάρι τους μπορούσε να γεννηθεί χωρίς τρίχες. Και οι έγκυες δεν έπιαναν μαχαίρι στο χέρι, ούτε καμιά δουλειά έκαμναν, για να μη γεννήσουν παιδιά ελαττωματικά (κουσουρλία).
20 έως 28. Οι εννέα τελευταίες ημέρες του Φεβρουαρίου και οι εννέα πρώτες του Μαρτίου ονομάζονταν λυκοχάνττζια, διότι η λύκαινα βρισκόταν στον οργασμό της και λουζόταν στο τέλος τους έπρεπε δε να κάμει καλόν καιρό για να στεγνώσει, αλλιώς όλος ο χρόνος θα ήταν βροχερός.


Αγία Κυριακή Ισχανάντων

Μάρτης - Μάρτς
Τα μοσχάρια που γεννιόνταν το μήνα αυτό ονομάζονταν Μαρτούλα. Μάρτη μ μούρτη μ αγέλαστε, ξεροχαλχανισμένε. Τον ονόμαζαν αγέλαστο, διότι δεν έκαμνε γλυκιές, ζεστές μέρες, ξεροχαλχανισμένο δε, διότι έκαμνε ξερό κρύο (χωρίς πολλά χιόνια ή βροχές).
Ο Μάρτς οντάν μαρτεύκεται, πατεί και τον καλαντάρ, δηλ. κάποτε κάμνει χειρότερες μέρες και από το Γεννάρη.
Για σήν έμπα μ, για σήν έβγα μ τα σσκυλία σήν εβόρραν. Κάποτε ή στην αρχή ή στο τέλος κάμνει πολλή ζέστη.
Τα δύο μ αν είν' καλά, όλια τ' άλλα μ είν' κακά, τα δύο μ αν είν' κακά, όλια τ' άλλα μ είν' καλά.
9.Τ’ αεΣαράντων, των σαράντα μαρτύρων. Μαγείρευαν ή σαράντα κοχλίδια ή σαράντα κιντέατα (τσουκνίδες).
25. Τ’ Ευαγγελισμού. Τα μοσχάρια που γεννιούνταν ονομάζονταν Βαγγέλα, τ' αγόρια Άγγελος και τα κορίτσια Αγγέλα (Ευαγγελία). Μεγάλη γιορτή, κατέλυαν ψάρι και λάδι. Από την ημέρα αυτή έπρεπε να φάνε πρωί, γιατί ήταν κακός οιωνός να άκουσε κανείς νηστικός τον κούκο.

Απρίλης Απρίλτς
Τα μοσχάρια ονομάζονταν Απρίλα. Απρίλτς κι αν εκατεπράεσεν, απρισνάρευτος 'κι εξέβεν. Και αν ακόμα κάμει κακές μέρες, δεν είναι διαρκείας.
23 Τ' Αερί (Αγ.Γεωργίου). Σαν καβαλάρης που ήταν πρόφθανε αμέσως στις επικλήσεις των πιστών του, γ’ αυτό και ονομαζόταν αλήγορος. Αέρι μ' αλήγορε, πρόφτασον, ήταν επίκληση συχνή.
Γιόρταζε η ενορία Ζουρνατσσάντων.

Μαης - Καλομηνάς
Ονομαζόταν έτσι για τον καλό καιρό και την άφθονη ανθοφορία. Ο Καλομηνάς εδέβεν κ' είδεν ατον η Καλομηνά πα είδα σε και το μυτί σ ξαν ύλιζεν.
Λέγεται ειρωνικά για κείνους που περηφανεύονταν ότι είχαν προτέρημα, που στην πραγματικότητα δεν είχαν.
Άμον καλομηνάς κόπρον απάν σ, ιφτιάρ κι στέκ, για τους φαντασμένους.
Το Μάιο έπαιρναν αίμα με βδέλλες εκείνοι που είχαν μαύρον αίμα από μωλοπισμό ή αρρώστεια.
1 Πρωτομαγιά. Με το νερό της βροχής της ημέρας αυτής εκόλλοζαν ξύγαλαν - μαντζούραν. Τα σχολεία έβγαιναν εκδρομή στα βουνά.
Άγιος Κωνσταντίνος Ζουρνατσιάντων

9. Τ' αεστοφορί, του Αγ.Χριστόφορου. Γιόρταζε η ενορία Πιστοφάντων.
21. Τ' αεΚωσταντινί. Γιόρταζε η ενορία Ζουρνατζζάντων.



Ιούνης - Κερασουνός
Ονομαζόταν έτσι από τα κεράσια που ωρίμαζαν. Τα μοσχάρια ονομάζονταν Κερασούλα.
8 Τ αεΘοδωρί. Γιόρταζε το παρακλήσι του Αγ. Θεοδώρου (Πινατάντων - Κοσλαράντων) που ήταν στα βουνά και πήγαιναν και για εκδρομή.
12. Τ’ Αγιανουφρί, του Αγ. Ονούφριου. Οι γυναίκες που δεν είχαν γάλα πήγαιναν ή έταζαν στον Άγιο, για να πλεθύν το γάλα ατούν.
24 Τ' αΓιαννί, τ' αελουτρουπί (από την τροπή του ηλίου). Τα παιδιά άναβαν φωτιές στην αυλή από αλατοκλάδια ζωγρά (κλαδιά ελάτου χλωρά) που έβγαζαν πολύ καπνό, και πηδούσαν από πάνω.
29.Τ' αεΠαυλί. Οι γυναίκες πήγαιναν στα παρχάρια για να φέρουν κάτι την παρχαρέτζαν, και να πάρουν γιαούρτι, τσσιορτάνια κ.λ.π. Πήγαιναν και άλλοι για να φάνε χαβίτσ’ από τότε έμεινε και η παροιμία:
Σόν παρχάρ' επήες; - Ναι.
- Χαβίτσ έφαες; - Γιόκ.
Χά επήες, χά 'κ επήες• δηλ. είτε πήγες, είτε δεν πήγες το ίδιο είναι, αφού δεν έφαγες χαβίτσ. Λεγόταν για κείνους που έπρεπε να απολαύσουν κάτι για τον κόπο τους και όμως δεν απόλαυσαν.
30. Τ' αεΠέτρονος. Γιόρταζε η ενορία Κοσλαράντων.


Ιούλης - Χορτοθέρτς
Ονομαζόταν έτσι γιατί αυτόν τον μήνα άρχιζε το θέρος του χόρτου: Έρθεν και ο χορτοθέτς, έπαρ' το καγάν σό χχέρτς.

1. Τ' άϊα Κερεκής. Άμον τ' άϊα Κερεκής τ' άψουμον. Για δουλειά που γίνεται γρήγορα. Γιόρταζε η ενορία Ισχανάντων.
17 Τ' άεΜαρίνας. Γιόρταζε το παρακλήσι που ήταν παραπάνω από το μύλο τη Γιαμάκ μέσα στα έλατα.
20 Τα Ηλία. Όταν βροντούσε, έλεγαν ο Ηλίας χχερομυλίζ. Τον φοβούνταν πολύ, γιατί ήταν ζωγραφισμένος κατσουφιασμένος και έσπαξεν τοι ποπάδας. Γιόρταζε η ενορία Πιναντάντων.
27 Τ' Αϊ Παντελεήμονος. Τ' αγόρια της ημέρας ονομάζονταν Παντελής και τα κορίτσια Παντέλα. Γιόρταζε το παρακλήσι Πιστοφάντων που ήταν στη νότια άκρα του χωριού.


Αύγουστος - Άγουστος
Επάτεσα τον Αύγουστο και ση χχιονί μ την άκραν. Πάντοτε κατά το τέλος του μηνός χιόνιζε, και πολλές φορές τ' αγελάδια κατέ¬βαιναν από τα παρχάρια πριν της ώρας τους (29 του μηνός).
6 Τη Μεταμόρφωσης. Γιόρταζε το παρεκκλήσι Τερζάντων που ήταν στη νότια άκρη του χωριού.
15 Τ' Αγούστ' τη Παναΐας. Μεγάλη γιορτή πολλοί πήγαιναν στη Σουμελά.
23 Τ' εννεαήμερον τη Παναΐας. Μερικοί που δεν πήγαν στη Σουμελά στις 15, πήγαιναν τώρα που δεν ήταν και κόσμος πολύς.
29 Τ' αΠαννί. Μεγάλη γιορτή. Γιόρταζε το παρακλήσι που ήταν χιλιόμετρα στα νότια της ενορίας Τερζάντων. Ήταν κτήμα όλων .



Αγία Κυριακή Ισχανάντων

Σεπτέμβρης - ΣταυρίτεςΠήρε τ' ονομά του από τη γιορτή του Σταύρου. Τα μοσχάρια πού γεννιόνταν το μήνα αυτό ονομάζονταν Σταυρούλα.
1.Πρόσεχαν να μην μπει στο σπίτι πρώτος κανένας όγουρσούης, με κακό ποδαρικό, όπως και κατά τα Κάλαντα.
8. η γέννηση της Παναγίας
14. Του Σταυρού
. Μεγάλη γιορτή. Φύλλον ‘κι λαΐσκεται, δηλ. ούτε η παραμικρή εργασία επιτρεπόταν. Νηστεία.


Οκτώβριος - Τρυγομηνάς
Ο μήνας του τρύγου.
26. Τ’ αεδημητρί. Γιόρταζε το παρεκκλήσι της ενορίας Τσιακαλάντων

Νοέμβριος -ΑεργίτεςΠήρε: τ’ όνομά του από τή γιορτή του Αγίου Γεωργίου που γιορτάζε¬ται στις 3 του μηνός.
14 Τ' άεΦιλίππονος. Άρχιζε η νηστεία των Χριστουγέννων
21. Τα Εισοδια.
30.Τ’ αγι’ Αντρέα.

Δεκέμβριος - Χριστιανάρτς

Πήρε τ' όνομα του από τα Χριστίανα, όπως έλεγαν τα Χριστούγεννα.
4 .Τ' αεΒαρβάρας.
5. Τ' αεΣάββα.
6. Τ' αεΝικόλα.
Για τις 3 αυτές ημέρες έλεγαν : ΑεΒαρβάρα φύσα, ΑεΣάββα χχιόντζον και ΑεΝικόλα λύσον.

Τ' αεΣπυριδί. Αρχίζουν να τρανύννε τα ημέρας κοκκίν, κοκκίν ή σπειρίν, σπειρίν. Γιόρταζε η ενορία Χαρατζζιάντων στα Φτελένια. Μ’ όλα τα χιόνια και το κρύο δεν έλειπαν οι πανηγυριστές.
15 Τ' αεΛευτέρ'
24. Τη Παραμονής
. Τα παιδιά γύριζαν το βράδυ στα σπίτια και έψαλλαν:

Καλήν έσπέραν, άρχοντες, αν είναι ορισμός σας. Τα φιλοδωρούσαν χρήματα ή καρπούς (μήλα, καρύδια, λεφτοκάρια) πού δεν υπήρχαν στη Σαντά. Το βράδυ έβαζαν στο τζάκι χοντρό κούτσουρο.
Στο τραπέζι έπρεπε να βάλουν 7 λογής φαγητά, για νά υπάρχει όλον το χρόνο πλησμονή αγαθών.
Αν δεν ετοίμαζαν τόσα φαγητά, τα συμπλήρωναν με φρούτα νωπά ή ξερά. Ερμάτωναν τό τραπέζ ήταν ή σχετική φράση. Την άλλη μέρα τό επερμάτωναν. Έκαιαν θυμίαμα.
Στο τραπέζι άναβαν και τόσα κεριά όσοι ήσαν οι νεκροί της οικογενείας ή 3 κεριά για όλους και ένα επί πλέον για κείνους που πέθαναν και δεν έγιναν γι αυτούς οι θρησκευτικοί τύποι, όπως σήμερα κάνουν για τον Άγνωστο στρατιώτη. Μερικοί εύποροι άναβαν 12 κεριά, διότι οι Απόστολοι ήσαν 12. Σκόρπιζαν στο σπίτι καρύδια ή λεφτοκάρια, πού έπρεπε τά παιδιά να τα μαζέψουν την άλλη μέρα.
25 Χριστούγεννα - Χριστίανα. Μεγάλη γιορτή τριήμερη. Τα κορίτσια που γεννιόνταν εκείνη την ημέρα ονομάζονταν Χριστιανή τα δε αγόρια Χρίστος. Από τά Χριστούγεννα ως τα Φώτα ονομάζονταν Δωδεκαήμερα.
Τις νύχτες γύριζαν τά κακά πνεύματα οι Καλλικάντζαροι - κοντζιολόζ, και έπρεπε νά μη βγουν έξω χωρίς φως, και να μη σβήνουν το φως της λάμπας ή τη φωτιά στο τζάκι.
Δεν γίνονταν και γάμοι και δεν βάπτιζαν παιδιά, εκτός αν υπήρχε κίνδυνος να πεθάνουν. Δεν ξέρω αν ήταν ο τόπος ή ό χρόνος, ή η σκλαβιά ή και όλα μαζί, πού μας έκαμναν να ξεχνούμε τις ημέρες αυτές κάθε άλλη έγνοια και να αφοσιωθούμε στις θρησκευτικές παραδόσεις και στη λατρεία του Θεού.
Ένα μονάχα είναι βέβαιο ότι, ενώ την εποχή εκείνη της φτώχειας (υλικής και πνευματικής) ζούσαμε στην πραγματικότητα κάτω από την απόλυτη κυριαρχία του πνεύματος, σήμερα ύστερα από τις τόσες και τόσες κατακτήσεις και εξελίξεις, ζούμε ένα παντοτινό και αδιάκοπο μαρτύριο, και οι γιορτές και τα σύμβολα, εθνικά και θρησκευτικά έχουν χάσει την αίγλη, τη μεγαλοπρέπεια, τον ενθουσιασμό και τη γοητεία τους, κάτω από την απόλυτη κυριαρχία της ύλης (Μ. Μεταλλείδης).
Τά μεσάνυχτα της χριστουγεννιάτικης νύχτας μας έβρισκαν όλους συγκεντρωμένους κάτω στο θόλο τής εκκλησίας, αν κανένας δεν ξύπνησε και δεν ήρθε στην εκκλησία: Δεβάτε γνεφίστε άτον, ήταν ή επιθυμία του κοινού. Πριν δε να ξημερώσει γινόταν ή απόλυση. Γλέντια και χοροί καθ’ όλο τό τριήμερο.


Ισχανάντων Σαντάς

31 Παραμονή του Νέου "Ετους. Τό βράδυ έβαζαν στο τζάκι χοντρό κούτσουρο, τό Καλαντοκούρ. Τα παιδιά γύριζαν ψάλλοντας το Άγιος Βασίλειος έρχεται. Στα παλιά όμως χρόνια χρόνια έψαλλαν τό παρακάτω:

Αρχή κάλαντα κι αρχή του χρόνου,
πάντα κάλαντα πάντα του χρόνου.
Αρχή μήλον εν κι αρχή κυδων έν.
Αρχή μούσκον έν τό μυριγμένον.
Έρπαξον εμάς οι σσκύλ Εβραίοι,
Αίμαν έσταξεν, αίμαν πα 'κ έτον.
Εμυρίστεν άτ' ο κόσμος όλεν.
Για μυρίστε άτο κ' εσύ άφέντα.
Δέβα σό ταρέζ κ' έλα στήν πόρταν
χα τσιρόπα, χά μηλόπα
χά ξερά κοκκυμελόπα.
Το τραγούδι το συνόδευε και το τρίγωνο και το τυμπιαλιάκ, πήλινο όργανο κρεμασμένο από τον ώμο. Φιλοδωρούσαν τα παιδιά χρήματα ή φρούτα. Το τραπέζι ερματούτον (ετοιμαζόταν , στολιζόταν) όπως και τα Χριστίανα. Από το βράδυ εκείνο άρχιζαν να γυρίζουν τα Μωμοέρια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah