Το
όρος Καρά Καπάν της Σάντας το είχαν οι πατέρες μας για τον “Θήχη” του
Ξενοφώντα και με το δίκαιο τους. Γι αυτό έγινε μια σοβαρή συζήτηση μεταξύ
των διανοούμενων της Σάντας κατά το 1893, την οποία συζήτηση εμείς αν
και μικροί στην ηλικία την παρακολουθήσαμε άγρυπνα.
Συζητητές ήσαν οι Σπύρος Μαντίδης, Χαράλαμπος Τσαντεκίδης, Γεράσιμος Μωυσιάδης, Δαμιανός Πιστοφίδης, Τιμόθεος Ιακωβίδης, Κωνσταντίνος Νυμφόπουλος και λίγοι άλλοι.
Οι μακάριοι αυτοί
άνδρες ανέβηκαν στα Κρεπέγαδα κι' εκεί πού γλεντούσαν και κοίταζαν κατά
τα βουνά μας Ζιαρέτ ταγ και Καρά καπάν άρχισαν τη συζήτηση.
Ο
Σ. Μαντίδης λέγει: “Παιδιά αρκετά κουραστήκαμε με την έρευνα της
αρχαιότητας της Σάντας και τέλος καταλήξαμε στο συμπέρασμα πως η Σάντα
κατοικήθηκε μόνιμα από την εποχή του δέκατου διωγμού των Χριστιανών και
ονομάστηκε Σάντα (Αγία) γιατί έσωσε την ζωή χιλιάδων Χριστιανών και τότε
και ύστερα.
Τώρα, ας συζητήσουμε για το όρος "Ο Θήχης" του Ξενοφώντα. Ο Σάββας Ιωαννίδης όπως ξέρετε λέει ότι ο Θήχης είναι το όρος Κατιρλή ταγ κοντά στο Βατούμ, άλλοι ξένοι ιστορικοί λένε πως ο Θήχης είναι ο Αεσέρ και μερικοί δικοί μας χωρίς θάρρος ιστορικό και χωρίς να κάμουν επιτόπια έρευνα παραδέχονται ασυζητητί τις γνώμες των ξένων ιστορικών, γιατί οι ξένοι αυτοί ιστορικοί συμβαίνει να είναι Ευρωπαίοι, και αφού είναι Ευρωπαίοι ας παν να πουν όλου του κόσμου τα ψέματα.
Τώρα, ας συζητήσουμε για το όρος "Ο Θήχης" του Ξενοφώντα. Ο Σάββας Ιωαννίδης όπως ξέρετε λέει ότι ο Θήχης είναι το όρος Κατιρλή ταγ κοντά στο Βατούμ, άλλοι ξένοι ιστορικοί λένε πως ο Θήχης είναι ο Αεσέρ και μερικοί δικοί μας χωρίς θάρρος ιστορικό και χωρίς να κάμουν επιτόπια έρευνα παραδέχονται ασυζητητί τις γνώμες των ξένων ιστορικών, γιατί οι ξένοι αυτοί ιστορικοί συμβαίνει να είναι Ευρωπαίοι, και αφού είναι Ευρωπαίοι ας παν να πουν όλου του κόσμου τα ψέματα.
Κρίμα!
Εγώ σχημάτισα τη γνώμη πως ο Θήχης είναι αυτό το δικό μας Καρά καπάν,
γιατί, άπ’ το Καρά καπάν περνούσε ο μόνος καλοκαιρινός δημόσιος δρόμος
(Κερβάν γιολ) απ' τα παλιά τα χρόνια ως την σημερινή μας εποχή και
γιατί υπάρχουν και πολλοί άλλοι λόγοι, τους οποίους έχουμε πατριωτικό
καθήκον ν' αναπτύξουμε εδώ”.
Ο Κων. Νυμφόπουλος λέγει: “Είναι αξιέπαινος ο δάσκαλος μας Σ. Μαντίδης που ανακινεί συχνά τέτοια ζητήματα.
Συμφωνώ με την γνώμη του για τούς παρακάτω λόγους:
Πρώτον.
Το δικό μας Καρά καπάν όπως και το Ζιαρέτ ταγ βίσκεται πάνω στην πρώτη
από το εσωτερικό της Βαϊβούρτης (αρχαίας Γυμνιάδος) κορυφογραμμή του
Παρυάδρη και απ’ αυτά φαίνεται για πρώτη φορά η θάλασσα.
Δεύτερον. Η κορφή προ παντός του Καρά καπάν είναι όσο καμιά άλλη κορφή της
βουνοσειράς του Παρυάδρη προσβάσιμη σε στρατό με γυναίκες υποζύγια και
αποσκευές, όπως ήσαν οι Μύριοι.
Τρίτον.
Το Καρά καπάν σύμφωνα με την διήγηση του Ξενοφώντα απέχει 5 μέρες από
την Βαϊβούρτη και πράγματι οι Μύριοι απασχολημένοι με την λεηλασία της
εχθρικής χώρας μόλις σε 5 μέρες μπορούσαν να φτάσουν από την Γυμνιάδα ως το Καρά καπάν της Σάντας.
Τέταρτον
Πίσω απ' την κορφή του Αεσέρ πέφτουν τα βουνά της περιφέρειας
Κιουμουσχανέ που είναι πετρώδη και ακατάλληλα για στρατιωτικές κινήσεις,
ενώ πίσω απ' το δικό μας Καρά καπάν βρίσκονται εκτάσεις πεδινές
κατάλληλες για τέτοιον σκοπό.
Πέμπτον. Από δω και πέρα ας παρακολουθήσουμε τον Ξενοφώντα. Ύστερα απ' τον
Θήχη πήραν δρόμο οι Μύριοι κατά την χώρα των Μακρώνων , την σημερινή
Ματσούκα, την οποίαν χώριζαν απ' την χώρα των Σκυθηνών το οροπέδιο
Μετσίτ και ο ποταμός Πυξίτης από τις πηγές του ως τις εκβολές του.
Το
χωριό που έδειξε στους Έλληνες ο οδηγός για να κατασκηνώσουν φαίνεται
θα βρισκόταν στην χαμηλότερη κοιλάδα του Μετσίτ προς τα δυτικά, κατά την
διεύθυνση του Τσαμέ πογάζ και από κει πήραν οι Μύριοι τον δρόμο της
σημερινής Λαραχανής.
Κατέβηκαν
λοιπόν την πρώτη μέρα στην συμβολή των ποταμών Πυξίτη και Νικάχολα,
εκεί όπου βρίσκεται το σημερινό Κουσπιδή και στα μεν δεξιά τος είχαν χωρίον χαλεπώτατον
το απρόσιτο βουνό της Λιβεράς, όπου ήταν της μοίρας τους να μάχονται
αργότερα με τους Δρίλας, στα δε αριστερά τους θα είχαν τον ποταμό
Νικάχολα, στον οποίον χυνόταν ο ορίζων ποταμός Πυξίτης.
Φαίνεται
δεν πήραν οι Μύριοι την ευθεία από Καρά καπάν στην Λιβερά και Ματσούκα
για στρατηγικούς λόγους και έκαμαν μεγάλη καμπή από Τσαμέ πογάζ του
Μετσίτ και Λαραχανή.
Εκεί
στην συμβολή των δυο ποταμών δυσκολεύτηκαν λιγάκι και ήθελαν να βγουν
από κει όσο το δυνατόν νωρίτερα, γιατί βρίσκονταν μεταξύ δύο εχθρών, των
Δριλών από τα δεξιά,
και των Μακρώνων από τ’ αριστερά. Οι Μάκρωνες παραφύλαγαν στην αντικρινή όχθη του ποταμού Πυξίτη, πιθανόν στην περιφέρεια των σημερινών χωρίων Άγουρσα, Χορτοκόπ, Δανίαχα, Χατσάβερα, Μάγουρα.
Ύστερα από την συνεννόηση τους με τους Μάκρωνες οι Μύριοι έφτασαν στα σύνορα των Κόλχων, όπου ήν όρος μέγαν, το Μίλ ταγ.
Στο Μίλ ταγ απαραιτήτα παρατάχθηκαν οι Κόλχοι και οι Μύριοι ανέβαιναν το
βουνό για να τους συναντήσουν και να τους πολεμήσουν.
Εκεί
λοιπόν «οι Έλληνες εστρατοπεδεύοντο έν πολλαίς κώμαις καί τα επιτήδεια
πολλά έχούσαις. Δηλ. ανεβαίνοντας οι Έλληνες στρατοπέδευαν στα σημερινά
χωρία του Τσικανόϊ και της Όλασας που είχαν άφθονα τα επιτήδεια.
Ύστερα
από την κατατρόπωση των Κόλχων στο Μίλ ταγ (*) έφαγαν οι Μύριοι από το
μαινόμενο μέλι τους που βρισκόταν άφθονο εκεί εξ αιτίας της πυκνής
αζαλέας του Τσικανόϊ και την έπαθαν χιώτικα.
Δεν
πέρασαν πολλές μέρες και οι Μύριοι κατά παρακίνηση των Ελλήνων αποίκων
της Τραπεζούντας πολέμησαν τους Δρίλας στην οχυρωμένη Λιβερά και τούς
αφάνισαν.
Τα ανωτέρω συμφωνούν με την αφήγηση του Ξενοφώντα. Από όλα αυτά που είπαμε
βγαίνει το συμπέρασμα ότι ο Θήχης είναι το δικό μας Καράκαπαν”.
Ο
Δαμιανός Πιστοφίδης λέγει: “Η γνώμη του Νυμφόπουλου έχει βάσεις
ιστορικές και δεν μπορούμε να την αποκρούσουμε. Και εγώ είμαι βέβαιος ότι
οι Μύριοι μέσα στις τόσες τους περιπέτειες απόφευγαν τις απρόσιτες
τοποθεσίες, αν δε υποσχέθηκε ο οδηγός στους Μύριους να τους δείξει μέσα
σε 5 μέρες από κάποιο βουνό την θάλασσα, θα προτιμούσε βέβαια από κάθε
άλλο βουνό της κορυφογραμμής του Παρυάδρη το δικό μας προσβάσιμο Καρά καπάν, από την κορφή του οποίου και από τις ανατολικές του υπώρειες
φαίνεται για πρώτη φορά η θάλασσα”
Ο Τιμ. Ιακωβίδης λέγει: «Και μόνη η χρησιμοποίηση από τα καραβάνια του
δρόμου Καρά καπάν από χιλιάδες χρόνια ως σήμερα, μαρτυράει αλάνθαστα πως ο
Θήχης του Ξενοφώντα είναι το δικό μας Καρά καπάν”.
Ο Χαραλ. Τσαντεκίδης λέει: “Και μόνη η ύπαρξη πεδινών εκτάσεων
καταλλήλων για στρατιωτικές κινήσεις πίσω από τα δικά μας βουνά
Καρά καπάν και Ζιαρέτ ταγ μαρτυράει πως ο Θήχης του Ξενοφώντα είναι το
δικό μας Καράκαπαν”.
Δευτερολογεί ο Κ. Νυμφόπουλος: “Μάλιστα, έχετε δίκαιο όλοι σας γιατί τα είπατε
ξάστερα. Είναι αλήθεια ότι ενώνει την Βαϊβούρτη με το δικό μας Καρά καπάν
ένας αυτοσχεδίαστος και μοναδικός αμαξιτός δρόμος, ο οποίος διασχίζει
πεδινές εκτάσεις και από τον οποίο μπορούν να περάσουν όχι μονάχα
υποζύγια, αλλά και δίτροχα και τετράτροχα αμάξια με φορτίον πολλών
εκατοντάδων οκάδων, αφού απ' τον ίδιο δρόμο μας ήρθαν πολλές φορές απ'
τα χωριά της Βαϊβούρτης μυλόπετρες βάρους 1000 οκάδων.
Ο
δρόμος αυτός του Καρά Καπάν της Σάντας που ενώνει τη Βαϊβούρτη με την
Τραπεζούντα είναι καλοκαιρινός, περνά από τις υπώρειες του Καρά καπάν
και φτάνει στα οροπέδια της Σάντας.
Ώστε οπωσδήποτε θα πήραν τούτο τον καλοκαιρινό δρόμο οι Μύριοι, οι οποίοι
κατέβηκαν συνέχεια στο Καζουκλή, στο Μετσίτ, στο Τσαμέ Πογάζ, στην
Λαραχανή κλπ.
Άλλωστε ο δρόμος αυτός του Καρά καπάν χρησιμοποιήθηκε για το σύντομο του
—παίρνει την ευθεία Τραπεζούντας - Βαϊβούρτης -—άπ' τα παλιά τα χρόνια
ως την εποχή μας για την συγκοινωνία Τραπεζούντας - Εσωτερικού και τον
λέμε και σήμερα Κερβάν γιολ (δρόμος των καραβανιών), γιατί περνούσαν
χιλιάδες καραβάνια από δω, κατέβαιναν στο Κιμισλή και στ’ Αμπάρια, και
από κει μέσον Γαλίανας κατέβαιναν στην Τραπεζούντα.
Ο
δρόμος του δικού μας Καρά καπάν αχρηστεύθηκε τώρα που φτιάχτηκε ο
αμαξιτός δρόμος Τραπεζούντας-Ερζερούμ, γιατί αιτία αυτός ο αμαξιτός
δρόμος τα τροχοφόρα αντικατέστησαν τα καραβάνια.
Ο δρόμος αυτός περνά απ' το Χαψήκιοϊ, απ' το βουνό Ζύγανα, από την
Άρτασα, τον Κιουμουσχανέ, την Βαϊβούρτη και φτάνει στο Ερζερούμ και στο
εσωτερικό της Αρμενίας, ήταν απ' τα παλιά τα χρόνια δρόμος του
χειμώνα ή δρόμος της ανάγκης πολύ ανεπιθύμητος, γιατί περνούσε ανάμεσα
από τις πετρώδεις και άγονες εκτάσεις της περιφέρειας Κιουμουσχανέ, και
γιατί είχε μεγάλη καμπή που τον έκανε 50% μακρύτερο από τον δρόμο
Καρά καπάν.
Αφού
όμως από κτίσεως κόσμου ο Πόντος δεν ευτύχησε να έχει αμαξιτό δρόμο,
τα καραβάνια κατ’ ανάγκην προτιμούσαν κατά το καλοκαίρι από χιλιάδες
χρόνια τον συντομότερο δρόμο, και τέτοιος ήταν ο δρόμος του δικού μας
Καρά καπάν.
Και αυτόν τον σύντομο και ευχάριστο καλοκαιρινό δρόμο τον προτίμησαν και οι δικοί μας Μύριοι”.
Δευτερολογεί
ο Σπ. Μαντίδης. “Ευχαριστώ τους κ.κ. Νυμφόπουλο, Τσαντεκίδη,
Πιστοφίδη και τους άλλους για τις ορθές κρίσεις τους.
Έχω
όμως κάποια αμφιβολία. Αφού θα παραδεχθούμε πως ο Θήχης είναι το δικό
μας Καρά καπάν, έπρεπε να υπάρχει στην κορφή του ο “Μέγας Κολωνός” των
Ελλήνων, εγώ όμως στην κορφή του Καρά καπάν δεν είδα τέτοιο σωρό, μόνο
είδα πέτρες μεγάλες πεσμένες εδώ κι εκεί”.
Όλοι
τότε , οι μακάριοι εκείνοι άνδρες ,απάντησαν ομόφωνα στον Μαντίδη ότι
ένας τέτοιος σωρός από πέτρες δεν ήταν δυνατόν να μείνει όρθιος για
χιλιάδες χρόνια, ότι αυτό δεν μπορεί ν’ αποτελέσει εμπόδιο στην
εξακρίβωση της τοποθεσίας του όρους Θήχη, και ότι όλοι παραδέχονται πως ο
Θήχης είναι το όρος Καρά καπάν της Σάντας, και πως ο δήθεν λιθοσωρός του
Αεσέρ είναι παραμύθι της Χαλιμάς.
(*) Για το Μίλ ταγ μας λέγει ο φίλος κ. Τηλέμαχος Πελαγίδης δικηγόρος τουρκομαθής τα παρακάτω αξιοσημείωτα:
«Οι πατέρες μας έθεσαν ορθώς το ζήτημα του Καρά καπάν και του Μίλ ταγ. Όσα μας λένε για το Καρά καπάν έχουν βάση ιστορική σταθερή. Όσα όμως μας λένε για Μίλ ταγ μας επιτρέπουν να συμπεραίνουμε ότι ο ελληνικός λαός του Πόντου πάντοτε αναγνώριζε το Μίλ ταγ ως βουνό των Μυρίων, κατόπιν οι Τούρκοι ονόμασαν το βουνό Μύρ ταγ και κατά παραφθοράν Μίλ ταγ.
Ώστε άθελα τους οι πατέρες μας στάθηκαν κήρυκες της ιστορικής αλήθειας.
Άλλωστε, η λέξη Μίλ είναι ανύπαρκτη στο τούρκικο λεξιλόγιο».
Σ’ αυτά προσθέτομαι εμείς τα παρακάτω; «Η γνώμη του κ. Τ. Πελαγίδη ενισχύεται από το εξής: Όταν οι Μύριοι με την παρακίνηση των Μακρώνων επιτέθηκαν εναντίον των Κόλχων, ανέβηκαν στο Μίλ ταγ, παρακάτω και ανατολικώς του οποίου ήσαν τα χωριά των Κόλχων, η γνωριμία δε αυτή των Μυρίων με το ονομαστό Μίλ ταγ ενωμένη με την καταστροφή που προξένησαν οι Μύριοι στους Κόλχους συντέλεσε στο να εντυπωθεί βαθιά στην μνήμη των τότε και των κατοπινών Κόλχων το όνομα των Μυρίων και έτσι από γενεά σε γενεά έφτασε το όνομα αυτό στους πρώτους Τούρκους κατακτητές, οι οποίοι στην αρχή ονόμασαν το βουνό Μύρ ταγ, βουνό των Μυρίων. Αργότερα το Μύρ παρεφθάρει σε Μίλ από το μιλλιόν (εκατομμύριο), γιατί οι Τούρκοι κάθε μεγάλο αριθμό αρέσκονται να τον εξισώσουν προς το μιλλιόν.
Πάνω σ’ αυτό συμπληρώνουμε το εξής περιστατικό: Κατεβαίνοντας κάποτε από τα βουνά μας στην Τραπεζούντα με μερικούς Τούρκους χωρικούς της Γεμουράς τους ακούσαμε να λεν: Εσκή βακουτά πίρ μιλλιόν γιουνάν ασκερί κετστί πού ταγλαρτάν (Στα παλιά τα χρόνια ένα εκατομμύριο ελληνικού στρατού-πέρασε απ’ αυτά τα βουνά).
Τα παραπάνω κρίνονται εποικοδομητικά της ιστορικής αλήθειας, η οποία θέλει το Καρά καπάν της Σάντας για τον «Θήχη του Ξενοφώντα».
Τα παραπάνω κρίνονται εποικοδομητικά της ιστορικής αλήθειας, η οποία θέλει το Καρά καπάν της Σάντας για τον «Θήχη του Ξενοφώντα».
Μιλτιάδης Κ. Νυμφόπουλος
"ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΑΝΤΑΣ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ"
"ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΑΝΤΑΣ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου