Ο σπουδαίος Έλληνας ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης έλεγε πως «Η Εκκλησία είναι το μόνο θέατρο, στο οποίο εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια παίζεται το ίδιο έργο και έχει πάντα κόσμο» και ότι «Ο άνθρωπος γεννιέται με την πίστη. Η επιστήμη την καταργεί και γιαυτό είναι δυστυχισμένος». («Ελευθεροτυπία» 1-2-2005).
Ο Κώστας Βάρναλης, στο ποίημά του «Το τραγούδι του λαού» γράφει για την εκκλησία: «Και σένα χρυσοπάλατον ανύπαρκτης ουσίας... λημέρ’ υποκρισίας... ουράνιοι χωροφύλακες δεν μας χρειάζονται πλια».
Παρ’ όλα αυτά, η εκκλησία κυριαρχεί στη ζωή των ανθρώπων διαφόρων πολιτισμών και στη χώρα μας, όσο δεν προάγεται συνολικά η παιδεία.
Πάντα θα υπάρχουν και οι πιστοί. Είναι στη φύση του ανθρώπου, που αδυνατεί να ερμηνεύσει την καταγωγή του ίδιου και του σύμπαντος. Σεβαστό.
Η πλούσια Εκκλησία της Ελλάδας λέγεται ότι δεν φορολογείται, όπως φορολογούνται οι Εκκλησίες στην Ευρώπη.
Ο συγγραφέας Βασίλης Αλεξάκης, σε δηλώσεις του στη γαλλική εφημερίδα «Λιμπερασιόν», στις 29-10-2012 γράφει: «Πάντως, δεν καταλαβαίνω, γιατί δεν φορολογείται η Εκκλησία, που είναι πάμπλουτη και διαπραγματεύεται με το Κατάρ, αλλά φορολογείται σαν μικρή φιλανθρωπική οργάνωση, που μοιράζει φασολάδα σε μερικούς δυστυχισμένους...»
Η ελληνική Εκκλησία είναι αναχρονιστική, έχει δομές που ανέκαθεν στήριζαν την κρατική εξουσία και αυτή σε ανταπόδοση των υπηρεσιών της, της φέρεται χαριστικά, αναλαμβάνοντας και τη μισθοδοσία του κλήρου και επιβαρύνοντας φορολογικά κάθε πολίτη.
Κάτι αδιανόητο για ευρωπαϊκά χριστιανικά κράτη, ακόμη και την καθολική Ευρώπη, όπου κάθε εκκλησία ρυθμίζει αυτόνομα τα του οίκου της. Οι κάθε είδους πιστοί συμβάλλουν με την όποια εισφορά τους, χωρίς η Εκκλησία να επιβαρύνει τον πολίτη, να επιβαρύνει τον πιστό.
Πώς, λοιπόν, να γίνει η Ελλάδα κράτος ευρωπαϊκό;
Μήπως και σε αυτό την ευθύνη έχει ο ταλαίπωρος φτωχός πολίτης; Ο εξαθλιωμένος από τη συμπεριφορά του φορομπηχτικού κράτους, που προστατεύει τους φοροφυγάδες, οι περισσότεροι των οποίων είναι «ευλαβείς, πολλαπλώς γονυπετούντες στις εκκλησίες.
Πολλοί, για πολλά, λένε πως φταίνε οι Έλληνες και όχι, κυρίως, οι κυβερνήσαντες και οι κυβερνώντες, οι δομές του πολιτικού συστήματος, που ανέχονται σε ώρες κρίσιμες, σε ώρες πείνας του λαού, να αφήνουν ανέγγιχτα τα προνόμια της ελληνικής Εκκλησίας και τους άλλους μεγαλοφοροφυγάδες.
Πάντως, ευτυχώς, που σήμερα οργανώνει συσσίτια (σημ. σύνταξης: όχι από την εκκλησιαστική περιουσία, αλλά από προσφορές των πολιτών) και έστω μοιράζει φασολάδα και ότι άλλο, σε πεινασμένους που πολλαπλασιάζονται και αναπτύσσει φιλανθρωπική δράση, πράγμα που δεν κάνουν, κατά κανόνα, οι βαθύπλουτοι, που μετέφεραν και μεταφέρουν τον πλούτο τους στις τράπεζες της Ελβετίας και των Παρθένων Νήσων, ξεχνώντας τους Έλληνες μεγάλους ευεργέτες του παλιού καιρού.
Αλλά και η Πολιτεία, ξεχνώντας τις λίστες των φοροφυγάδων και τη μεγάλη εκκλησιαστική περιουσία, παίζει θέατρο επικοινωνιακό, με την παράσταση που δίνεται στη Βουλή και στην εξεταστική επιτροπή της, η οποία περιορίστηκε στην έρευνα των απιστιών μόνον του υπουργού Γεωργίου Παπακωνσταντίνου και των αδικημάτων των ξαδέλφων του, αδικημάτων, για τα οποία ήδη προτείνεται η ντροπιαστική (συντομότατη) παραγραφή που προβλέπει το Σύνταγμα
Η Εκκλησία οφείλει, ανταποκρινόμενη στο πανανθρώπινο πνευματικό της μήνυμα της Αγάπης, να φροντίσει να αποχωρισθεί από την ιδεολογία της εκμετάλλευσης, που εκφράζει η κρατική εξουσία. Οφείλει, όπως το πράττουν πολλοί εκπρόσωποί της, να αντιταχθεί έντονα στον ρατσισμό των φονταμενταλιστών και στην αγριότητα της οικονομικής εκμετάλλευσης των αδυνάτων.
Η Εκκλησία εξακολουθεί να θεωρεί την Αριστερά ιδεολογικό της αντίπαλο. Το λενινιστικό αξίωμα ότι η θρησκεία είναι «το όπιο του λαού», όχι μόνον δεν είναι σήμερα αποδεκτό, αλλά έχει ξεχαστεί, αν όχι αποκηρυχθεί. Αντίθετα, στον χώρο της Αριστεράς, πολλοί είναι οι θρησκευόμενοι.
Η πίστη είναι θέμα εντελώς προσωπικό, ψυχικό, εσωτερικό και απόλυτα σεβαστό συνταγματικό δικαίωμα.
Στη Νότια Αμερική, κατά κανόνα, η Εκκλησία είναι με το μέρος του λαού και κατά των εκμεταλλευτών.
Η «επικρατούσα» θρησκεία, τα ιερά και τα όσια, όπως και οι απαρασάλευτοι κανόνες (άρθρο 3 Συντάγματος) είναι απομακρυσμένης εποχής ιδεολογήματα για τον άθεο πολίτη, τον αγνωστικιστή, αλλά και για τον σύγχρονο Ευρωπαίο. Διαγραπτέα η πιο πάνω διάταξη στην πρώτη συνταγματική αναθεώρηση.
Σήμερα μετρούν η τρυφερότητα, η ανθρώπινη ζεστασιά, το ψυχικό αγκάλιασμα, η ανοχή της διαφορετικότητας, η αξιοπρέπεια. Αυτά μένουν ως αρετές και όχι το «δεξιός», «κεντρώος» ή «αριστερός», Έλληνας ή βάρβαρος, χριστιανός, εβραίος, ή μουσουλμάνος ή βραχμανιστής. Μεγαλύτερη αξία για τον άνθρωπο είναι η Ανθρωπιά του.
Κώστας Χορομίδης
Δικηγόρος
πρ. Πρόεδρος της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης
Ο Κώστας Βάρναλης, στο ποίημά του «Το τραγούδι του λαού» γράφει για την εκκλησία: «Και σένα χρυσοπάλατον ανύπαρκτης ουσίας... λημέρ’ υποκρισίας... ουράνιοι χωροφύλακες δεν μας χρειάζονται πλια».
Παρ’ όλα αυτά, η εκκλησία κυριαρχεί στη ζωή των ανθρώπων διαφόρων πολιτισμών και στη χώρα μας, όσο δεν προάγεται συνολικά η παιδεία.
Πάντα θα υπάρχουν και οι πιστοί. Είναι στη φύση του ανθρώπου, που αδυνατεί να ερμηνεύσει την καταγωγή του ίδιου και του σύμπαντος. Σεβαστό.
Η πλούσια Εκκλησία της Ελλάδας λέγεται ότι δεν φορολογείται, όπως φορολογούνται οι Εκκλησίες στην Ευρώπη.
Ο συγγραφέας Βασίλης Αλεξάκης, σε δηλώσεις του στη γαλλική εφημερίδα «Λιμπερασιόν», στις 29-10-2012 γράφει: «Πάντως, δεν καταλαβαίνω, γιατί δεν φορολογείται η Εκκλησία, που είναι πάμπλουτη και διαπραγματεύεται με το Κατάρ, αλλά φορολογείται σαν μικρή φιλανθρωπική οργάνωση, που μοιράζει φασολάδα σε μερικούς δυστυχισμένους...»
Η ελληνική Εκκλησία είναι αναχρονιστική, έχει δομές που ανέκαθεν στήριζαν την κρατική εξουσία και αυτή σε ανταπόδοση των υπηρεσιών της, της φέρεται χαριστικά, αναλαμβάνοντας και τη μισθοδοσία του κλήρου και επιβαρύνοντας φορολογικά κάθε πολίτη.
Κάτι αδιανόητο για ευρωπαϊκά χριστιανικά κράτη, ακόμη και την καθολική Ευρώπη, όπου κάθε εκκλησία ρυθμίζει αυτόνομα τα του οίκου της. Οι κάθε είδους πιστοί συμβάλλουν με την όποια εισφορά τους, χωρίς η Εκκλησία να επιβαρύνει τον πολίτη, να επιβαρύνει τον πιστό.
Πώς, λοιπόν, να γίνει η Ελλάδα κράτος ευρωπαϊκό;
Μήπως και σε αυτό την ευθύνη έχει ο ταλαίπωρος φτωχός πολίτης; Ο εξαθλιωμένος από τη συμπεριφορά του φορομπηχτικού κράτους, που προστατεύει τους φοροφυγάδες, οι περισσότεροι των οποίων είναι «ευλαβείς, πολλαπλώς γονυπετούντες στις εκκλησίες.
Πολλοί, για πολλά, λένε πως φταίνε οι Έλληνες και όχι, κυρίως, οι κυβερνήσαντες και οι κυβερνώντες, οι δομές του πολιτικού συστήματος, που ανέχονται σε ώρες κρίσιμες, σε ώρες πείνας του λαού, να αφήνουν ανέγγιχτα τα προνόμια της ελληνικής Εκκλησίας και τους άλλους μεγαλοφοροφυγάδες.
Πάντως, ευτυχώς, που σήμερα οργανώνει συσσίτια (σημ. σύνταξης: όχι από την εκκλησιαστική περιουσία, αλλά από προσφορές των πολιτών) και έστω μοιράζει φασολάδα και ότι άλλο, σε πεινασμένους που πολλαπλασιάζονται και αναπτύσσει φιλανθρωπική δράση, πράγμα που δεν κάνουν, κατά κανόνα, οι βαθύπλουτοι, που μετέφεραν και μεταφέρουν τον πλούτο τους στις τράπεζες της Ελβετίας και των Παρθένων Νήσων, ξεχνώντας τους Έλληνες μεγάλους ευεργέτες του παλιού καιρού.
Αλλά και η Πολιτεία, ξεχνώντας τις λίστες των φοροφυγάδων και τη μεγάλη εκκλησιαστική περιουσία, παίζει θέατρο επικοινωνιακό, με την παράσταση που δίνεται στη Βουλή και στην εξεταστική επιτροπή της, η οποία περιορίστηκε στην έρευνα των απιστιών μόνον του υπουργού Γεωργίου Παπακωνσταντίνου και των αδικημάτων των ξαδέλφων του, αδικημάτων, για τα οποία ήδη προτείνεται η ντροπιαστική (συντομότατη) παραγραφή που προβλέπει το Σύνταγμα
Η Εκκλησία οφείλει, ανταποκρινόμενη στο πανανθρώπινο πνευματικό της μήνυμα της Αγάπης, να φροντίσει να αποχωρισθεί από την ιδεολογία της εκμετάλλευσης, που εκφράζει η κρατική εξουσία. Οφείλει, όπως το πράττουν πολλοί εκπρόσωποί της, να αντιταχθεί έντονα στον ρατσισμό των φονταμενταλιστών και στην αγριότητα της οικονομικής εκμετάλλευσης των αδυνάτων.
Η Εκκλησία εξακολουθεί να θεωρεί την Αριστερά ιδεολογικό της αντίπαλο. Το λενινιστικό αξίωμα ότι η θρησκεία είναι «το όπιο του λαού», όχι μόνον δεν είναι σήμερα αποδεκτό, αλλά έχει ξεχαστεί, αν όχι αποκηρυχθεί. Αντίθετα, στον χώρο της Αριστεράς, πολλοί είναι οι θρησκευόμενοι.
Η πίστη είναι θέμα εντελώς προσωπικό, ψυχικό, εσωτερικό και απόλυτα σεβαστό συνταγματικό δικαίωμα.
Στη Νότια Αμερική, κατά κανόνα, η Εκκλησία είναι με το μέρος του λαού και κατά των εκμεταλλευτών.
Η «επικρατούσα» θρησκεία, τα ιερά και τα όσια, όπως και οι απαρασάλευτοι κανόνες (άρθρο 3 Συντάγματος) είναι απομακρυσμένης εποχής ιδεολογήματα για τον άθεο πολίτη, τον αγνωστικιστή, αλλά και για τον σύγχρονο Ευρωπαίο. Διαγραπτέα η πιο πάνω διάταξη στην πρώτη συνταγματική αναθεώρηση.
Σήμερα μετρούν η τρυφερότητα, η ανθρώπινη ζεστασιά, το ψυχικό αγκάλιασμα, η ανοχή της διαφορετικότητας, η αξιοπρέπεια. Αυτά μένουν ως αρετές και όχι το «δεξιός», «κεντρώος» ή «αριστερός», Έλληνας ή βάρβαρος, χριστιανός, εβραίος, ή μουσουλμάνος ή βραχμανιστής. Μεγαλύτερη αξία για τον άνθρωπο είναι η Ανθρωπιά του.
Δικηγόρος
πρ. Πρόεδρος της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου