«Εξακόντισαν σπαθιά και λόγχες κατά των χριστιανών, έκαναν μάχες, πολέμους και σφαγές. Πόλεις αφανίστηκαν, περιοχές λαφυραγωγήθηκαν, ολόκληρη η χώρα των Ρωμαίων βάφτηκε με το αίμα των χριστιανών.
Ορισμένοι έπεσαν θλιβερά από τόξα και λόγχες, άλλοι σύρθηκαν από τα σπίτια τους στην αιχμαλωσία στις πόλεις της Περσίας. Πάνω απ’ όλα βασίλευε ο τρόμος και όλοι έτρεχαν να κρυφτούν στις σπηλιές, τα δάση, τα βουνά, τους λόφους.
Ορισμένοι ξεφώνιζαν έντρομοι για τα δεινά που υπέφεραν, καθώς τους έπαιρναν μέσα στην Περσία, και άλλοι που επιβίωσαν (οι λίγοι που απέμειναν μέσα στα σύνορα της αυτοκρατορίας) έκλαιγαν και θρηνούσαν, ο ένας για το γιο του, ο άλλος για την κόρη του.
Κάποιος θρηνούσε τον αδελφό του, άλλος τον ξάδελφό του που σκοτώθηκε, και έχυναν μαύρα δάκρυα σαν γυναίκες. Δεν υπήρχε άνθρωπος που να μην κλαίει και να λυπάται για κάποιον δικό του».
(Άννα Κομνηνή, III, 229)
Ορισμένοι έπεσαν θλιβερά από τόξα και λόγχες, άλλοι σύρθηκαν από τα σπίτια τους στην αιχμαλωσία στις πόλεις της Περσίας. Πάνω απ’ όλα βασίλευε ο τρόμος και όλοι έτρεχαν να κρυφτούν στις σπηλιές, τα δάση, τα βουνά, τους λόφους.
Ορισμένοι ξεφώνιζαν έντρομοι για τα δεινά που υπέφεραν, καθώς τους έπαιρναν μέσα στην Περσία, και άλλοι που επιβίωσαν (οι λίγοι που απέμειναν μέσα στα σύνορα της αυτοκρατορίας) έκλαιγαν και θρηνούσαν, ο ένας για το γιο του, ο άλλος για την κόρη του.
Κάποιος θρηνούσε τον αδελφό του, άλλος τον ξάδελφό του που σκοτώθηκε, και έχυναν μαύρα δάκρυα σαν γυναίκες. Δεν υπήρχε άνθρωπος που να μην κλαίει και να λυπάται για κάποιον δικό του».
(Άννα Κομνηνή, III, 229)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου