Σάββατο 8 Μαρτίου 2014

ΧΑΝΤΟ

Το Χαντό ιδρύθηκε το 1889 από τις ελληνικές οικογένειες, που ζούσαν από τα 1860 στο χωριό Τσίτελι Σοπέλι (Κόκκινο Χωριό) της σημερινής περιοχής του Μπορζόμι της Δημοκρατίας της Γεωργίας. 
Πριν από τους Έλληνες εδώ έμεναν 13 οικογένειες Κούρδων. Διασώθηκαν έγγραφα των αρχείων, που επιβεβαιώνουν ότι οι τελευταίες κουρδικές οικογένειες εγκατέλειψαν το χωριό Χαντό το 1885 και μετανάστευσαν στην περιοχή Καρς.
 Πιστεύουμε ότι από το έτος αυτό άρχισαν να εγκαθίστανται και οι ελληνικές οικογένειες, προερχόμενες από την οθωμανική Αυτοκρατορία και από διάφορες περιοχές της περιφέρειας της Τιφλίδας. Κατά το διάστημα 1885-1889 ολοκληρώθηκε η εγκατάσταση των Ελλήνων σ’ αυτό το χωριό.
Η βρύση στο κέντρο του χωριού Χαντό
Είναι γνωστό ότι στα χρόνια του Κριμαϊκού πολέμου (1853-1856) πολλοί πρόσφυγες από τις βόρειο - ανατολικές περιοχές της Μικράς Ασίας μετακινήθηκαν προς τη Ρωσική Αυτοκρατορία, και συγκεκριμένα προς τον Καύκασο. Μεταξύ των προσφύγων από την πόλη Γκιουμισχανέ (Αργυρούπολη) υπήρχαν οικογένειες με το όνομα Άγγελος που έγινε Αγγέλοβ), Σαχίνος (που έγινε Σαχάνοβ), Χατζή Στεφανίδης (που έγινε Στεφάνοβ), Αντωνιάδης (που έγινε Αντόνοβ), Κωνσταντινίδης (που έγινε Κωνσταντίνοβ), Τσοτουλίδης (που έγινε Τσοτούλοβ), Πορφυριάδης (που έγινε Λεγκνόσοβ και αργότερα Πορφί-ροβ), και Συμεωνίδης (που έγινε Σίμονοβ). Αυτοί το 1854 πέρασαν τις περιοχές των Αχαλτσίχε και Αχαλκαλάκι και έφτασαν στην περιοχή του Μπορζόμι. Ίδρυσαν το χωριό τους δίπλα στο χωριό των Οσετίνων Γκιουτζαρέτι, πάνω στα ερείπια ενός παλιού γεωργιανού οικισμού, του Τσίτελι Σοπέλι.
Πρόεδρος έγινε ο Φιόντορ Αγγέλου (Σαριμπάς). Τα ξανθά μαλλιά και τα γαλανά μάτια του έδωσαν το όνομα «Σαριμπάς», που στα τουρκικά σημαίνει «ξανθός». Οι Έλληνες, που εγκαταστάθηκαν στο Τσίτελι Σοπέλι, αποφάσισαν να επισκευάσουν την παλιά γεωργιανή εκκλησία, οι τοίχοι της οποίας ήταν χτισμένοι από ντόπιο κόκκινο γρανίτη. Κοντά στην εκκλησία βρισκόταν ένα μικρό νεκροταφείο. Οι πρώτοι μετανάστες έζησαν εδώ 16 χρόνια περίπου. Κατά το διάστημα αυτό έχτισαν μια πέτρινη κρήνη, που την ονομάζουν και σήμερα «Ελληνική πηγή», όπως και την εκκλησία την ονομάζουν «Ελληνική».
Ανάμεσα στους κατοίκους του Χαντό κυκλοφορούσαν ως φήμες οι λόγοι για τη μετανάστευση των προγόνων τους από το Τσίτελι Σοπέλι στο Χαντό της περιοχής Τσάλκας. 
Εμείς θεωρούμε ότι η μετανάστευση έγινε λόγω κακών σχέσεων με τους Οσετίνους. Οι Έλληνες ήθελαν να είναι κοντά στους δικούς τους. Τελικά γύρω στο 1889 στο Χαντό συγκεντρώθηκαν οι παρακάτω οικογένειες από το χωριό Τσίτελι Σοπέλι: Αγγέλου, Σαχινίδη, Χατζή, Στεφανίδη, Αντωνιάδη, Κωνσταντινίδη, Τσοτουλίδη, Πορφυριάδη, Συμεωνίδη. 
Από το χωριό Αβρενί οι οικογένειες: Ξέφινο, Αβραμίδη (που έγινε Τσίλοβ). Από την περιοχή του Καρς ο Σπιριδόνοβ (Σωτήροβ) και ο Αδαμίδης. Η οικογένεια του Κονόσοβ, που μετανάστευσε το 1885 από τη Μικρά Ασία, και μια γεωργιανή οικογένεια από το χωριό Γκομαρέτι του Σοσό Μαμαλάτζε. Αυτές οι πληροφορίες περιέχονται σε έγγραφα του αρχείου με τη διαταγή του Φιόντορ Αγγέλου (Σαριμπάς).
Ο αριθμός των οικογενειών όμως ήταν μικρός και δεν τους επέτρεψε να δημιουργήσουν το χωριό τους. Γι' αυτό κάλεσαν και άλλες ελληνικές οικογένειες από διάφορες περιοχές της Γεωργίας.
 Μόνο το 1889 το Χαντό πήρε με βάση το νόμο επίσημα τον τίτλο του χωριού. Από τότε ο πρόεδρος του Χαντό, ο Φ. Αγγέλου, άρχισε να σκέφτεται την επισκευή της παλιάς γεωργιανής εκκλησίας, που βρισκόταν στο κέντρο του χωριού.
Από το αρχείο πληροφορούμαστε και για την κατασκευή της εκκλησίας στο χωριό Χαντό. Από τις 7 Μαρτίου του 1888 ο υπεύθυνος των ελληνικών εκκλησιών στην Τσάλκα Θεοχάρης Αριστάρχης έγραφε:
 «Δύο μεγαλύτεροι από μένα (ο Φιόντορ Αγγέλου και ο Δημήτριος Ζουνάρης) με πλησίασαν και δήλωσαν ότι εδώ και είκοσι χρόνια αυτοί δεν είχαν επαφή με την Ορθοδοξία λόγω έλλειψης εκκλησίας. Είναι τόσο απομακρυσμένοι από τον κόσμο, ώστε κανένας ιερέας δεν έρχεται σ’ αυτούς.
 Γι’ αυτό πολλοί άνθρωποι πεθαίνουν χωρίς να γνωρίσουν τα θρησκευτικά έθιμα και τα παιδιά δε βαφτίζονται. Πέθαναν πολλοί τη στιγμή που ταξίδευαν σε άλλα χωριά για να βρουν ιερέα.
 Μπορούμε να τους στείλουμε το διάκονο της εκκλησίας του Αβρενί, τον Εφίμη Τσίλοβ. Τα υλικά για την κατασκευή της εκκλησίας ετοίμασαν και έφεραν οι ίδιοι οι κάτοικοι. Τους μάστορες θα τους πληρώσει ο Τσίλοβ, αλλά ο ίδιος απασχολείται στο χωριό Αβρενί, επειδή είναι ο νομολόγος στο σχολείο».
Χαντό

Να σημειώσουμε ότι, μελετώντας τα ντοκουμέντα στην εκκλησία του Αγίου Μιχαήλ Αρχάγγελου του χωριού Ρέχα, βρήκαμε σημειώσεις στην ελληνική γλώσσα, που πληροφορούν ότι το 1886 στο χωριό Χαντό ζούσαν μόνο 12 οικογένειες Ελλήνων και στο Ρέχα υπήρχαν 78 σπίτια.
 Αξίζει να προσέξουμε και το ντοκουμέντο του αρχείου (η έκθεση των κατοίκων του Χαντό στις 2 Μαρτίου του 1888), που λέει: «Εμείς οι κάτοικοι του χωριού Χαντό είμαστε Έλληνες, που πριν μερικά χρόνια μεταναστεύσαμε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία εδώ, για να εκτελούμε ελεύθερα τα χριστιανικά μας καθήκοντα, μια και τις εκτελούσαμε κρυφά στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Δεν έχουμε όμως τη δυνατότητα να επισκευάσουμε την παλιά εκκλησία του χωριού. Στο χωριό μας μένουν 24 οικογένειες Ελλήνων».
 Όλες οι υπογραφές στο ντοκουμέντο είναι στη Ρωσική γλώσσα εκτός από την υπογραφή του προέδρου Φιόντορ Αγγέλου, που είναι στα ελληνικά, λαθεμένα πάντως. Όπως φαίνεται, όλα τα επίσημα έγγραφα γράφονταν και υπογράφονταν στη Ρωσική γλώσσα. Ο πρόεδρος Φ. Αγγέλου ήταν πάνω από 100 χρονών και δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί στα ρωσικά γράμματα και φυσικά υπέγραψε στη μητρική του γλώσσα. Από το ντοκουμέντο αυτό φαίνεται επίσης ότι γύρω στο 1888 μερικές οικογένειες από το χωριό Αβρενί μετακόμισαν στο Χαντό. Ένα άλλο έγγραφο αρχείου δείχνει ότι το Μάιο του ίδιου έτους στο Χαντό ήρθαν άλλες τρεις οικογένειες, δηλαδή συνολικά έγιναν 27 οικογένειες: 78 άντρες και 71 γυναίκες.
Τελικά στις 21 Οκτωβρίου του 1888 ο Έξαρχος της Γεωργίας υπέγραψε το διάταγμα για την έναρξη της ενορίας και την επισκευή της παλιάς εκκλησίας. Στο διάταγμα αναφέρεται: «Να ετοιμαστεί η σφραγίδα για τα 4 ρούβλια και 50 καπίκια». Έτσι ο πρόεδρος Φ. Αγγέλου έγινε κάτοχος της εκκλησιαστικής σφραγίδας του χωριού Χαντό. Οι κάτοικοι δεν έχασαν πολύ χρόνο, επειδή τα πετροκοπεία βρίσκονταν κοντά στο χωριό τους.
 Το καλοκαίρι του 1889 οι μάστορες ξεκίνησαν την κατασκευή, που τελείωσε το φθινόπωρο του 1893. Μετά τη διακόσμηση των εσωτερικών τοίχων η εκκλησία εγκαινιάστηκε από τον ιερέα Αλέξανδρο Θεοχάρη και αφιερώθηκε στην Ύψωση του Τιμίου Σταυρού. 
Πρώτος ιερέας ήταν ο Εφίμη Τσίλοβ προερχόμενος από το χωριό Αβρενί.
Για να ολοκληρωθεί ο εσωτερικός διάκοσμος της εκκλησίας ο Φ. Αγγέλου το 1893 αποφάσισε να πάει για προσκύνημα στην Ιερουσαλήμ, στον Τάφο του Κυρίου. Από εκεί έφερε το Ιερό βιβλίο, τη Βίβλο, εικόνες και πολύχρωμα κομπολόγια, που φυλάγονταν στην εκκλησία ως το 1993. Την αναφερόμενη χρονολογία οι Έλληνες κάτοικοι του χωριού έφυγαν στη Ρωσική Δημοκρατία και στην Ελλάδα.
Έχουμε και το πρωτότυπο του λογαριασμού για την απόκτηση των εκκλησιαστικών ειδών στην Τιφλίδα το 1895 από τον Χατζή Φιόντορ Αγγέλοβ, που βεβαιώνει την αγορά ενός κηροπηγίου αξίας 49 ρουβλίων από το μαγαζί του Ασχαλούμοβ για την εκκλησία. Από το 1892 ο Φιόντορ Αγγέλου γραφόταν Αγγέλοβ, όπως και οι υπόλοιποι κάτοικοι του χωριού άλλαζαν τα επώνυμα τους.
 Αυτό έγινε, όταν ο ιερέας του χωριού Ρέχα, ο Θεοφάνης Σωτήροβ, με την άδεια του υπαστυνόμου του Καυκάσου και με τη θέληση των κατοίκων του Χαντό τους όρκισε ως Ρώσους υπηκόους. Όσον αφορά το θρησκευτικό τίτλο του Χατζή, τον πήρε το 1893 μετά το προσκύνημα στην Ιερουσαλήμ στον Τάφο του Κυρίου.
Έχουμε άλλα δύο έγγραφα για την κατασκευή του σπιτιού των ψαλτών και για την προετοιμασία του χώρου για το κτήριο. Το πρώτο χρονολογείται το έτος 1897. Εκεί αναφέρεται ότι ο ιερέας αγόρασε το σπίτι ενός κατοίκου του Χαντό. Το άλλο ντοκουμέντο, στην τουρκική γλώσσα με ελληνικά γράμματα, που συντάχθηκε το 1903, αφορά την προετοιμασία του οικοδομικού υλικού και την κατασκευή του σπιτιού των ψαλτών.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι οι κάτοικοι του χωριού Χαντό ήταν ελληνόφωνοι, δηλαδή μιλούσαν μια διάλεκτο της ελληνικής γλώσσας που χρησιμοποιούσαν στο Γκιουμισχανέ. Γι’ αυτό ο πρώτος ιερέας, ο Εφίμη Τσίλοβ από το χωριό Αβρενί, επειδή δεν ήξερε καλά τη μητρική γλώσσα του, αντικαταστάθηκε από τον ιερέα Αλέξανδρο Θεοχάρη. Ο τελευταίος ήξερε και τη δημοτική και την καθαρεύουσα. Στην ουσία οι πιστοί του Χαντό, σαν πρόσφυγες από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, ήξεραν δύο γλώσσες - την ελληνική και τουρκική, χρησιμοποιούσαν όμως τη μητρική τους γλώσσα. Η τουρκική γλώσσα επικράτησε στο Χαντό, όταν μετακόμισαν εκεί από το Αβρενί οι οικογένειες: Ξεφίνοβ, Ιορδάνοβ, Τσίλοβ, Δολέσοβ. Από το χωριό Σαναμέρ - η οικογένεια Σωτήροβ, η νέα γενιά των οποίων μιλούσε τα τουρκικά.
Χαντό

Εξαιτίας των προσπαθειών του ιερέα Αλέξανδρου Θεοχάρη και του ιερέα Ευσέβιου Οικονόμοβ, στο χωριό Χαντό από το 1897 άρχισε να λειτουργεί το εκκλησιαστικό σχολείο, στο οποίο τα μαθήματα διδάσκονταν μόνο στην ελληνική γλώσσα. 
Πολλοί νέοι, που μετακόμισαν από το Αβρενί, άρχισαν να μαθαίνουν τη μητρική τους γλώσσα. Μερικοί απ αυτούς υπηρετούσαν στην ντόπια εκκλησία και τελούσαν τη λειτουργία στη μητρική γλώσσα. Ένας απ’ αυτούς ήταν ο Τσίλοβ Φώτιος, που έζησε πάνω από 110 χρόνια και πέρασε όλη τη ζωή του υπηρετώντας στην εκκλησία.
 Ως το 1918 το αναφερόμενο σχολείο στο χωριό Χαντό ήταν ελληνικό. Αυτό το έτος όλα τα σχολεία της περιοχής Τσάλκας, με διάταγμα της κυβέρνησης της Γεωργίας, άρχισαν να χρησιμοποιούν τη γεωργιανή γλώσσα. Από τότε ο ρόλος της ελληνικής ορθόδοξης εκκλησίας περιορίστηκε, ιδιαίτερα οι δραστηριότητές της, όσον αφορά την επικράτηση της μητρικής γλώσσας. Αυτά τα πολιτικά γεγονότα, η επικοινωνία στην τουρκική γλώσσα με τους Οσετίνους από τα χωριά Μεγάλο και Μικρό Γκουτζαρέτι, Μεγάλο και Μικρό Τουσρέπι, καθώς και με τους Τατάρους του Μπορτσαλό, που έρχονταν στην περιοχή του χωριού Χαντό, αλλά και με τα γειτονικά αρμενικά χωριά, έκαναν τη νεολαία να μιλάει τα τουρκικά. 
Τα παιδιά κάθε 5-10 χρόνια άλλαζαν τη γλώσσα στο σχολείο. Οι Έλληνες ήθελαν τα μαθήματα στο σχολείο τους να διδάσκονται στα ρωσικά, σύμφωνα με το διάταγμα όμως έπρεπε να γίνονται στα γεωργιανά. Οι Έλληνες δεν πήραν μέρος σ’ αυτό το παιχνίδι, που έγινε η αιτία των διχονοιών μεταξύ των πολιτικών κύκλων μέσα σε μία Αυτοκρατορία. Όλοι φθονούσαν τους Έλληνες, αφού σε πολλά ελληνικά χωριά τα μαθήματα γίνονταν στη μητρική τους γλώσσα. 
Το 1918 σκοτώθηκε ο ιερέας και δάσκαλος της ελληνικής γλώσσας στο σχολείο του Χαντό και στη θέση του διορίστηκε ο Ε. Οικονόμοβ. Σώζεται ένα επίσημο ντοκουμέντο του αρχείου, στο οποίο λέγεται: «Υπάρχει ένας ειδωλολάτρης με το μεταξωτό ράσο και με το σταυρό, που δεν άκουσε ποτέ το όνομα του Χριστού και δεν άνοιξε ποτέ το Ευαγγέλιο.
 Ο ειδωλολάτρης αυτός, υπεύθυνος των ελληνικών εκκλησιών της Τσάλκας, ο Γ. Καρίμποβ, ήρθε σε επαφή με τους εχθρούς του συλλόγου και δημιούργησε στην Τσάλκα την ομάδα των πληρωμένων δολοφόνων.
 Πριν από τέσσερις μήνες ο ιερέας της ενορίας του Χαντό Ε. Οικονόμοβ, άνθρωπος καλός, ειρηνικός, απλός, επέστρεφε στο σπίτι του από την ενορία. Ένας μάρτυρας, κάτοικος του χωριού Χαντό, ο Βασίλης Τσαμουρλίεβ, είπε ότι τρεις πρόσφυγες Αρμένιοι από την περιοχή του Αχαλκαλάκι πυροβόλησαν με όπλο τον Ε. Οικονόμοβ και τον σκότωσαν κοντά στα χωριά Κιζίλ-Κιλισέ και Οζνί. Τον Αύγουστο του περασμένου χρόνου ο Κουρίμποβ έπεισε τον υπαστυνόμο Ομαρόβ από το Παρμακσίζ να σκοτώσει τον ιερέα Κοτάνοβ».
Αυτό το ντοκουμέντο επιβεβαιώνει ότι γύρω από την ελληνική εκκλησία πλέκονταν πολιτικές μηχανορραφίες, που υποκινούνταν από τις εθνικιστικές ομάδες. Ο σκοπός αυτών των εθνικιστικών ομάδων ήταν να χωρίσουν τα ελληνικά χωριά, για να μη δώσουν τη δυνατότητα στο λαό να μαθαίνει τη μητρική γλώσσα του και να μην αναγκαστούν να δώσουν αυτονομία στους Έλληνες.
Μολονότι υπήρχαν αυτές οι δυσκολίες, οι αντιπρόσωποι των ελληνικών εκκλησιών έλπιζαν στη χάρη των ορθοδόξων αδελφών και προσπαθούσαν να επαναφέρουν την ενότητα και να διδάσκουν στη νεολαία τη μητρική τους γλώσσα. Έχουμε ένα έγγραφο, από το 1919, στο οποίο λέγεται: «Ο σύλλογος των κατοίκων του χωριού Χαντό στις 20 Οκτωβρίου συνήλθε σε συνέλευση υπό την προεδρία του προέδρου του χωριού Εμμανουήλ Αγγέλοβ και συζήτησε το ζήτημα της αναχώρησης ενός αντιπροσώπου στο χωριό Κάστρον για εκλογή υπαστυνόμου. Αποφασίστηκε να στείλουν ως αντιπρόσωπο από το χωριό τον Θεοδόση Αγγέλοβ, με το δικαίωμα της ψήφου. Το ντοκουμέντο υπογράφηκε από 24 οικογένειες.
Σε απόσταση τριών χιλιομέτρων από το χωριό Χαντό, πάνω στο βουνό, βρίσκεται η εκκλησία του Προφήτη Ηλία. Αυτή επισκευάστηκε από τους Έλληνες του χωριού το 1894. Οι πιστοί βασικά ήθελαν να χτίσουν αυτή την εκκλησία στο μικρό λόφο, κάτω από το σημείο που βρίσκεται η εκκλησία τώρα. Εκεί κάτω υπήρχε και μια πηγή. 
Μετά από συζητήσεις όμως αποφάσισαν να επισκευάσουν την παλιά γεωργιανή εκκλησία, αυτή που τώρα είναι αφιερωμένη στον Προφήτη Ηλία. Αργότερα, δύο χιλιόμετρα πιο κάτω, έχτισαν μια πέτρινη κρήνη, που θεωρείται ιερή και ονομάζεται «Η πηγή του Προφήτη Ηλία».
Στα 1960 σε απόσταση πέντε χιλιομέτρων από το Χαντό, προς την πεδιάδα Ναριάν, ένας κάτοικος του χωριού, ο Χαράλαμπος (Δασδιμίρ). με δικά του χρήματα επισκεύασε μια παλιά γεωργιανή εκκλησία. Την εγκαινίασαν και την αφιέρωσαν στην Παναγία Μαρία. Σε απόσταση δύο χιλιομέτρων από το χωριό προς το βουνό «Δαλιδάχ», ο κάτοικος Αντόνοβ Θεοχάρης με χρήματά του επισκεύασε μια άλλη παλιά γεωργιανή εκκλησία αφιερώνοντας κι αυτή στην Παναγία (Χαραμπαλάρ).
Για έναν αιώνα, οι Έλληνες από την Αργυρούπολη της περιοχής Τραπεζούντας, εγκαταστάθηκαν σ' αυτά τα άγρια μέρη, στα ψηλά βουνά και κατάφεραν να τα αγαπήσουν και να επισκευάσουν τις ορθόδοξες εκκλησίες. Τώρα εκεί δεν ακούγονται ούτε το παιδικό κλάμα ούτε οι φωνές των βοσκών ούτε το γάβγισμα των σκύλων. Τα ιερά σκέφτονται. Γιατί όμως;



Σωκρατης Αγγελιδης
Διδακτορας της Ιστοριας-Ανατολικολογος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah