Δευτέρα 31 Μαρτίου 2014

Οι Ρωσοτουρκικοι Πολεμοι & οι Μεταναστευσεις των Ελληνων στη Νοτια Ρωσια

Τους Ηπειρώτες Μετανάστες που ήταν οι πρόδρομοι της ελληνικής διασποράς στη Ρωσία, ακολούθησαν πρόσφυγες από τον ελλαδικό χώρο, οι οποίοι κατέφθασαν στη Νότια Ρωσία στη διάρκεια της τελευταίας 25ετίας του 18ου αιώνα. 
Οι αιτίες πρέπει να αναζητηθούν στους Ρωσοτουρκικούς Πολέμους, που ξέσπασαν αυτή την περίοδο και στη συμμετοχή των Ελλήνων σ’ αυτές τις συγκρούσεις. Συγκεκριμένα, ο πόλεμος 1768-1774 ανάμεσα στη Ρωσία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία οδήγησε σε περιφανή νίκη τον ρωσικό στρατό και στόλο. Με τη Συνθήκη Κιουτσούκ-Καϊναρτζί (1744) η Μεγάλη Αικατερίνη κατάφερε να επεκτείνει τα σύνορα του κράτους προς το νότο, να φθάσει μέχρι τις παραθαλάσσιες περιοχές της Ρωσίας στον Εύξεινο.
 Τα ίδια επιβεβαίωσε ο νικηφόρος πόλεμος του 1787-1792 για τους Ρώσους, που έληξε με τη Συνθήκη του Ιασίου. Ήταν κατακτήσεις που ενίσχυσαν πολλαπλά σε στρατιωτικό και οικονομικό επίπεδο τη Ρωσία. Με τις νέες προσαρτήσεις η τσαρίνα θωράκιζε τη ρωσική επικράτεια, κατοχύρωνε τη Ρωσία σε σεβαστή δύναμη μεταξύ των ανταγωνιστών της στην Ευρώπη, υπογράμμιζε την υπεροχή του ρωσικού στρατού έναντι του τουρκικού.
 Από την άλλη πλευρά οι στρατιωτικοπολιτικές εξελίξεις ανέδειξαν το σιτάρι και το εμπόριο των αγροτικών πρώτων υλών σε πηγή πλούτου για τους εμπόρους που ασχολήθηκαν με αυτές τις επιχειρήσεις, ενώ συγχρόνως επέτρεψαν την ισορροπία στο μόνιμα προβληματικό ισοζύγιο των εγχώριων συναλλαγών της Ρωσίας.
Ο αποικισμός της Νότιας Ρωσίας και η με κάθε τρόπο ενίσχυσή του, ήταν μια αναπόφευκτη ενέργεια των Αρχών στην προσπάθειά τους να ενδυναμώσουν πληθυσμικά τις νέες περιοχές της επικράτειας. Η αραιότητα του πληθυσμού στις αχανείς εκτάσεις της στέπας ήταν τέτοια που επέβαλε στην κυβέρνηση να υιοθετήσει πολιτικές για την προσέλκυση αποίκων από διάφορες εθνότητες. Ο στόχος ήταν διττός. Από τη μία να θωρακισθεί με πληθυσμό η συνοριακή ζώνη στον νότο μπρος στον φόβο της επανάληψης νέων εχθροπραξιών με τους Τούρκους. Αν, μάλιστα, ο αποικιακός πληθυσμός ήταν και ορθόδοξος χριστιανικός ακόμη καλύτερα, με δεδομένες τις διαθέσεις των οθωμανοκρατούμενων χριστιανικών λαών της Βαλκανικής εναντίον των Τούρκων.
 Ο δεύτερος ήταν να σχηματιστεί το απαραίτητο πληθυσμικό δυναμικό, κατάλληλο για την εκμετάλλευση και αξιοποίηση των εύφορων σε αγροτικά προϊόντα περιοχών της Νότιας Ρωσίας. Στην εξυπηρέτηση του μακρόπνοου στόχου της η Μεγάλη Αικατερίνη αναγνώρισε το δικαίωμα της ανεξιθρησκείας στους κατοίκους των νέων περιοχών και, ακόμη περισσότερο, διέταξε την προστασία του θρησκευτικού δόγματος όλων ανεξαιρέτως των αποίκων.
 Ουσιαστικά, λοιπόν, οι Έλληνες πρόσφυγες ήταν μία από τις πληθυσμικές ομάδες που αποίκησαν τον ρωσικό νότο στα τέλη του 18ου αιώνα. Σέρβοι, Βούλγαροι, Αρβανίτες χριστιανοί, αλλά και Γερμανοί Mennonites, Εβραίοι από την Αυστρία, την Ελβετία, την Πολωνία αποτέλεσαν τους γειτονικούς πληθυσμούς αυτού του μεγάλου αποικιακού ρεύματος που εμφανίστηκε στη Νέα Ρωσία.
Αυτές οι πολιτικοστρατιωτικές μεταβολές που πραγματοποιήθηκαν στην περιοχή του Εύξεινου Πόντου, ήταν σημαντικές για την Ελλάδα και τους Έλληνες.
Ακόμη περισσότερο πόσο σημαντικές ήταν για την ανάπτυξη του ελληνισμού της Μαύρης Θάλασσας; Έχει ευρέως αναγνωρισθεί, ότι η Συνθήκη Κιουτσούκ-Καϊναρτζί στάθηκε η βασική αιτία που αναδιαμόρφωσε τις οικονομικές εξελίξεις στον ελλαδικό χώρο, οδηγώντας στη θεαματική πρόοδο του εμπορίου και της ναυτιλίας.
 Πραγματικά, με τη συνθήκη η Ρωσία επέβαλε στην Τουρκία να επιτρέπεται η χρήση της ρωσικής σημαίας από τους χριστιανούς υπηκόους της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στα πλοία τους. Ήταν ένα δείγμα της ρωσικής πολιτικής για προστασία των ορθόδοξων λαών της τουρκικής επικράτειας, ένα στοιχείο που η Ρωσία θα αναδείκνυε σε πρώτιστης σημασίας διπλωματικό όπλο στην εξωτερική πολιτική της στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολής και ιδιαίτερα έναντι στης Πύλης.
 Οι Έλληνες νησιώτες από τα νησιά του Αιγαίου (Ύδρα, Σπέτσες, Ψαρά, Κάσος κ.ά.) προχώρησαν σε κατασκευές πλοίων, ευέλικτων και μικρών ιστιοφόρων, που ανέλαβαν τις μεταφορές, Στην αρχή προχώρησαν σε μικρής ακτίνας επιχειρηματικές δραστηριότητες. Προοδευτικά, όμως, ανέπτυξαν το πεδίο δράσης τους και στις παραμονές του 19ου αιώνα, τα ελληνόκτητα πλοία μπορούσαν να πραγματοποιούν εμπορικές μεταφορές σε ολόκληρη τη Μεσόγειο.
Ωστόσο, αναφορικά με τον παροικιακό Ελληνισμό, οι δύο Ρωσοτουρκικοί Πόλεμοι συνέβαλαν στην αθρόα μετακίνηση ελληνικών πληθυσμών από την Πελοπόννησο και τα νησιά του Αιγαίου προς τα εδάφη της Νότιας Ρωσίας, αυτά που οι συνθήκες προσάρτησαν στη ρωσική επικράτεια. Στη νεώτερη ελληνική ιστορία ο Ρωσοτουρκικός -Πόλεμος του 1768-1774 έχει τη δική  του θέση και έχει καταγραφεί με τον όρο «Ορλωφικά». Δεν είναι αυτές οι σελίδες ο κατάλληλος χώρος για να εμβαθύνουμε στην εξέγερση του 1770, την επανάσταση, δηλαδή, που ξέσπασε στην Πελοπόννησο με την παρότρυνση των Ρώσων.
 Ο ηρωισμός που επέδειξαν τα ελληνικά στρατιωτικά τμήματα στις μάχες δεν βρήκε ουσιαστική ενίσχυση από τη Μεγάλη Αικατερίνη και τους αξιωματικούς της, ο ρωσικός στόλος στάθηκε ανήμπορος να στηρίξει την εξέγερση των οπλαρχηγών. Οι επιτυχίες στο Αιγαίο εις βάρος του τουρκικού στόλου δεν ήταν ικανές να αντισταθμίσουν την καταστροφή στην Πελοπόννησο. Επιδρομές και λεηλασίες από μέρους των Τουρκαλβανών ήταν η κατάληξη αυτής της πρώτης επανάστασης.
 Σε όλες τις ισχυρές πόλεις του Μοριά ο φόβος των αντιποίνων προκάλεσε την αναταραχή και την αγωνία των κατοίκων. Η τελευταία πράξη της τραγωδίας παίχθηκε με την εθελούσια μετανάστευση των κατοίκων της Πελοποννήσου και των νησιών του Αιγαίου σε μια προσπάθεια να διασωθούν από την εκδικητική μανία των Τούρκων. Έτσι, τα ρωσικά πλοία κατά την αποχώρησή τους πήραν μαζί τους πάμπολλες ελληνικές οικογένειες για να τις μεταφέρουν στη Ρωσία. Οι διώξεις που επακολούθησαν επιβεβαίωσαν τις φοβίες των εξεγερμένων.
Αγιος Νικολαος:Χτιστηκε το 1804 απο Ελληνες προσφυγες
Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο Ρωσοτουρκικός Πόλεμος του 1768-1774 ενώ απέβη νικηφόρος για τους Ρώσους, υπήρξε καταστροφικός για τους Έλληνες. Από την άλλη πλευρά δημιούργησε ένα από πάσης απόψεως χρήσιμο και, όπως θα αποδειχθεί στη συνέχεια, χρυσοφόρο ανθρώπινο δυναμικό για την χώρα υποδοχής, τη Ρωσία. Οι Έλληνες που κατέφυγαν στη Νότια Ρωσία αποίκισαν τις νέες επαρχίες της αυτοκρατορίας, τις πρόσφατα κτηθείσες εκτάσεις στην περιφέρεια της Νέας Ρωσίας, όπως ονομάστηκε. Η κύρια δύναμη των προσφύγων έφτασε στις ανατολικές ακτές της Κριμαίας, στη στενή λωρίδα που περιελάμβανε το Κερτς και το Γενικαλέ, όπου και ανασυντάχθηκε σε στρατιωτικά τμήματα.
Ένα άλλο προσφυγικό τμήμα εγκαταστάθηκε στο Ταϊγάνιο, το βορειότερο σημείο της κλειστής θάλασσας του Αζόφ. Οι αρχές παραχώρησαν στους πρόσφυγες προνόμια για να διευκολύνουν την οριστική τους εγκατάσταση. Οι παραχωρήσεις συνίσταντο σε δωρεάν παροχές κτημάτων, κεφάλαια για την οικοδόμηση κατοικιών, φοροαπαλλαγές για 30 χρόνια, καθώς και απαλλαγή από στρατολογικές υποχρεώσεις στον ρωσικό στρατό. 
Το διάταγμα της 28ης Μαρτίου 1775 προέβλεπε ρητά: «Επιτρέπεται ίνα καθιδρυθώσιν εν τη Αζοφική επαρχία κατά το Κέρτσιον και Γενικαλέ ου μόνον οι υπηρετήσαντες εν τω ρωσικώ στρατώ, αλλά και πάσης τάξεως άνθρωποι, όσοι δήποτε πλείστοι και αν μετακομισθώσι, μετά πασών των οικογενειών αυτών...». Το διάταγμα έδινε, επίσης, τη δυνατότητα της ενασχόλησης με εμπορικές δραστηριότητες σε ολόκληρη τη Ρωσία και στο εξωτερικό. Γεγονός πολύ σημαντικό, αν υπολογίσουμε τις απαγορεύσεις που ίσχυαν για τους εγχώριους πληθυσμούς της αυτοκρατορίας στη διενέργεια εμπορικών επιχειρήσεων.
Όλα τούτα δεν σημαίνουν ότι οι Έλληνες οικιστές του νότου βρήκαν πλήρη ανταπόκριση στις διευκολύνσεις που επαγγέλθηκε η αυτοκρατορική εξουσία της Πετρούπολης. Κορυφαίο παράδειγ-
μα ήταν οι Έλληνες που εγκαταστάθηκαν στο Κερτς και το Γενικαλέ της Κριμαίας. Το 1780 οι Έλληνες άποικοι έστειλαν στον επίσκοπο Χερσώνος και Σλαβινίου Νικηφόρο Θεοτόκη, Έλληνα από την Κέρκυρα, επιστολή με την οποία αρνούνταν να συνταχθούν στις διαταγές των Αρχών για μετακίνηση στο Ταϊγάνιο και τον σχηματισμό στρατιωτικού σώματος εκεί.
 Η επιστολή είναι ένα σπουδαίο δείγμα αποφασιστικότητας: «Εμείς είμαστε τέκνα της Ελλάδας και στην ελευθερία που μας έδωσε ο Θεός δεν την πουλάμε· μερικοί στρατιώτες της Βενετικής Δημοκρατίας πωλούνται έναντι χρημάτων, εμείς όχι. Αν το ρωσικό κράτος μας δώσει όσα υποσχέ-θηκε στο Κερτς και το Γενικαλέ, τότε θα είμαστε έτοιμοι, νομιμόφρονες, να χύσουμε κάθε ρανίδα του αίματός μας, όπως κάναμε και στον πόλεμο» (εννοούν τον Ρωσοτουρκικό 1767-1774)·
Οι αιτιάσεις τους δεν ήταν αδικαιολόγητες. Η υπόσχεση για μεταφορά των οικογενειών τους από τον οθωμανοκρατούμενο ελλαδικό χώρο δεν είχε ικανοποιηθεί, ούτε και η διαβεβαίωση για κτίσιμο κατοικιών. Η άρνηση των Αρχών να χορηγήσουν άδεια για ενασχόληση με το εμπόριο, ήταν στην πραγματικότητα το έναυσμα του ξεσηκωμού των Ελλήνων αποίκων της Κριμαίας, που ευελπιστού-σαν ότι το μέλλον τους θα ήταν στο ανερχόμενο εμπόριο του ρωσικού νότου. Το τέλος αυτής της ιστορίας έδωσε λύσεις μόνιμου χαρακτήρα, που μάλλον πρέπει να ευχαρίστησαν τους αποίκους του Κερτς και του Γενικαλέ.
 Η οργάνωση στρατιωτικού σώματος στο Ταϊγάνιο ήταν σαφώς επιθυμία της ρωσικής κυβέρνησης για
Ι. Πωγωνάτος (Απο τους πρωτους Ελληνες στο Ταϊγάνιο)
τη στρατιωτική θωράκιση του νότου έναντι των επιβουλών της Τουρκίας, πράγμα που αποτέλεσε την ικανοποιητική διευθέτηση της «ανταρσίας» των Ελλήνων προσφύγων. Έτσι όλα τα μέλη του σώματος του Ταϊγανίου που θα ονομαζόταν ΣΠΑΡΤΗ θα αμείβονταν, θα γυμνάζονταν σύμφωνα με τις πολύχρονες παραδόσεις του τόπου τους, θα μπορούσαν να φορούν τοπικές ενδυμασίες του ελλαδικού χώρου και στις συνθήκες ειρήνης θα είχαν τη δυνατότητα να κάνουν εμπόριο. Επίσης, οι Αρχές δεσμεύονταν να ιδρύσουν σχολείο για τα Ελληνόπουλα.
Οι Έλληνες μαχητές που παρέμειναν στην Κριμαία συγκρότησαν, επίσης, εθελοντικά στρατιωτικά σώματα, που μάλιστα διακρίθηκαν στο πλευρό των ρωσικών στρατευμάτων στις τοπικές συγκρούσεις με τους Τατάρους του Χαν. Στο κάτω κάτω, αυτό ήταν κάτι που ήξεραν να κάνουν πολύ καλά στις πατρίδες τους υπό τις διαταγές των οπλαρχηγών στην Μάνη και τις άλλες περιοχές.
 Η οριστική προσάρτηση της χερσονήσου στη Ρωσία το 1784, επέφερε την ειρήνη στην περιοχή και επέτρεψε στο ελληνικό στρατιωτικό τμήμα να εγκατασταθεί μόνιμα στη Μπαλακλάβα, απ’ όπου ανέλαβε την αστυνόμευση των ακτών της Κριμαίας από τον κίνδυνο του λαθρεμπορίου. Το Τάγμα Πεζικού της Μπαλακλάβα διαλύθηκε μετά την ήττα της Ρωσίας στον Κριμαϊκό Πόλεμο (1853-1856), όπου πολέμησε με αυταπάρνηση μέσα σε δύσκολες συνθήκες, όπως άλλωστε το σύνολο των Ρώσων στρατιωτών.
Στην Κριμαία υπήρχαν και παλαιότεροι Έλληνες, η παρουσία των οποίων ανάγεται στους βυζαντινούς χρόνους. Ακρίτες των συνόρων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ζούσαν επί αιώνες δίπλα στους τα-ταρικούς πληθυσμούς της χερσονήσου. Άλλοτε με συγκρούσεις, άλλοτε σε ειρηνικές συνθήκες η συνύπαρξη πάντως με τους μουσουλμάνους Τατάρους ήταν αρκούντως προβληματική, γεγονός που οδήγησε την Αικατερίνη στην απόφαση να επιτρέψει την ασφαλή μετάβαση των παλαιών χριστιανικών πληθυσμών στα βορειότερα εδάφη της Αζοφικής Θάλασσας.
 Το 1778 με επικεφαλής τον επίσκοπο Κάφφας (Θεοδοσίας) Ιγνάτιο περίπου 30.000 αποχώρησαν από την Κριμαία και συνοίκησαν τη Μαριούπολη και τα ονομαστά 23 ελληνικά χωριά στα περίχωρά της.
Η γλωσσική διάλεκτος των Μαριουπολιτών παρουσιάζει εξαιρετικό γλωσσολογικό ενδιαφέρον ακόμη και σήμερα. Στοιχεία της ταταρικής, δάνειες λέξεις από την ποντιακή διάλεκτο, όλα, οδήγησαν σε ένα ξεχωριστό ιδίωμα. 
Το ίδιο τα ήθη και τα έθιμά τους αποτελούν μείγμα διαφόρων πολιτισμών στην περιοχή. Αξίζει πάντως να σημειωθεί, ότι όλοι σχεδόν οι περιηγητές της εποχής, αλλά και η διπλωματική αλληλογραφία του 19ου αιώνα αναφέρουν τους Μαριουπολίτες ως Έλληνες, δείγμα ότι δεν επιδέχεται αμφισβήτηση η ελληνική καταγωγή τους.
Το Ταϊγάνιο που επέλεξαν πολλοί Έλληνες μετανάστες ως τόπο της διαμονής τους, αναδείχθηκε σε σημαντικό κέντρο του παροικιακού Ελληνισμού της Ρωσίας. Το 1774 ο φρούραρχος της πόλης παραχώρησε στους Έλληνες για οικοδόμηση κατοικιών έκταση εκτός του φρουρίου, η οποία έκτοτε ονομάστηκε «Οδός Ελλήνων».
 Ήδη από το 1776 οι Αρχές επέτρεψαν να ιερουργεί Έλληνας ιερομόναχος, ενώ από εράνους των προσφύγων κτίσθηκε το 1781 ο ναός του Αγίου Κωνσταντίνου.
Ιωαννης Βαρβάκης (1750-1825)
Στο Ταϊγάνιο της πρώιμης εποχής της ελληνικής εγκατάστασης, έλαμψε η προσωπικότητα του μεγάλου ευεργέτη Ιωάννη Βαρβάκη. Ψαριανός πλοίαρχος με πλούσια δράση και κατορθώματα στον ναυτικό αγώνα του Αιγαίου στη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού Πολέμου. Με την υπογραφή της ειρήνης, και ύστερα από περιπέτειες, ο Βαρβάκης μετέβη στην Αγία Πετρούπολη. Εκεί συνάντησε τον Γρηγόριο Ποτέμκιν, εραστή της Αικατερίνης, ο οποίος μεσολάβησε για να τον δεχτεί τσαρίνα.
 Η Αικατερίνη αποδείχθηκε ιδιαίτερα γενναιόδωρη δίνοντας του ένα πουγκί με 10.000 χρυσά ρούβλια και μια άδεια απεριόριστης και αφορολόγητης αλιείας στην Κασπία. Στο Αστραχάν ο Βαρβάκης ασχολήθηκε με το εμπόριο του χαβιαριού αναπτύσσοντας την επιχείρησή του τόσο, ώστε κάλλιστα μπορεί να υποστηριχθεί, ότι μέσω του Βαρβάκη η κατανάλωση του συγκεκριμένου είδους επεκτάθηκε διεθνώς σε πρωτόγνωρα ύψη.
 Ο ίδιος, υπήρξε ιδιοκτήτης τριών νησιών στην Κασπία, όπου έστησε τις εγκαταστάσεις της επιχείρησής του. Το 1815 μετακινήθηκε αυτός και η οικογένειά του στο Ταϊγάνιο, τόπο που σύμφωνα με τα δεδομένα της εποχής διέθετε υγιέστερο κλίμα. Η παραμονή του Βαρβάκη στο Αστραχάν και το Ταϊγάνιο συνδέθηκε με την ίδρυση πάμπολλων κοινωφελών ιδρυμάτων και την κατασκευή έργων που έγιναν με κεφάλαια του ιδίου.
 Νοσοκομεία, εκκλησίες, γεφύρια και δρόμοι έγιναν με δαπάνες του ψαριανού μεγαλέμπορου. Τέλος, η συνδρομή του Βαρβάκη στον Αγώνα που ξέσπασε μετά από λίγο ήταν τεράστια. Το μαρτυρεί πάνω απ’ όλα η κάθοδος του ιδίου στην επαναστατημένη Ελλάδα παρά τη μεγάλη ηλικία του, για να πολεμήσει στο πλευρό των εξεγερμένων.
Τα γεγονότα του δεύτερου Ρωσοτουρκικού Πολέμου 1787-1792 είναι, επίσης, γνωστά. Εδώ πρωταγωνίστησε ο Λάμπρος Κατσώνης, ο οποίος είχε καταφύγει μετά την ειρήνη του 1774 στην Κριμαία. Εντάχθηκε ως αξιωματικός στο Τάγμα Πεζικού της Μπαλακλάβα· επιπλέον διακρίθηκε στον πόλεμο εναντίον της Περσίας, γεγονός που επέδρασε στο να αποκτήσει την εύνοια της τσαρικής αυλής. 
Για τούτο μετά την έκρηξη του νέου Ρωσοτουρκικού Πολέμου εστάλη το 1788 στην Τεργέστη και, από εκεί, στον νησιωτικό ελλαδικό χώρο, ώστε να εξασφαλίσει τη χρηματική συνδρομή των ομογενών στο σημαντικό αυστριακό λιμάνι της Αδριατικής, αλλά και να ξεσηκώσει τους υπόδουλους Έλληνες. Όμως, οι ναυτικές επιτυχίες του Κατσώνη δεν είχαν συνέχεια, καθώς η υποστήριξη της Ρωσίας αποδείχθηκε για μια ακόμη φορά μάταιη ελπίδα για τον Ελληνισμό. 
Πράγματι, η συνθήκη Ιασίου (1792) κατοχύρωσε τα συμφέροντα της Ρωσίας στη Μαύρη Θάλασσα, αλλά αποτέλεσε και την αυλαία στη νέα αποτυχημένη απόπειρα για επανάσταση στον ελλαδικό χώρο. Για δεύτερη φορά μέσα σε λίγα χρόνια αποδείχθηκε ότι το επονομαζόμενο «ελληνικό σχέδιο» της Αικατερίνης, το σχέδιο δηλαδή για την απελευθέρωση της Ελλάδας, χρησιμοποιούνταν για διπλωματικούς σκοπούς από τη Ρωσία για την ισχυροποίηση της θέσης της έναντι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. 
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ότι η ρωσική εξωτερική πολιτική έβλεπε θετικά την προοπτική των απελευθερωτικών αγώνων στα Βαλκάνια και ειδικά στην Ελλάδα, μόνο που η Πετρούπολη σταθερά επιθυμούσε να διατηρεί αυτή κάθε φορά τον έλεγχο των διπλωματικών χειρισμών προς την Πύλη και τη στρατιωτική πίεση προς τον τουρκικό στρατό. Έτσι είναι σαφές, ότι ενώ από τη μία πλευρά οι Ρωσοτουρκικοί Πόλεμοι συνιστούσαν αντικειμενικά ευνοϊκή συγκυρία για το ελληνικό απελευθερωτικό κίνημα, από την άλλη εξυπηρετούσαν πάνω απ’ όλα την προσπάθεια για εδραίωση και επιβολή της ρωσικής διπλωματίας στον ανατολικό χώρο εις βάρος των συμφερόντων της Τουρκίας.
Όπως και στον πρώτο Ρωσοτουρκικό Πόλεμο, έτσι και τώρα το τέλος των συγκρούσεων με τους Τούρκους προκάλεσε μεταναστεύσεις Ελλήνων στη Νότια Ρωσία. Ο τόπος που περισσότερο προσείλκυσε τους νέους πρόσφυγες ήταν μια καινούργια πόλη, που ιδρύθηκε σε εδάφη, τα οποία η Ρωσία απέκτησε με τη συνθήκη του Ιασίου, η Οδησσός. Κατ’ ουσίαν οι πρόσφυγες από τον ελλαδικό χώρο και τις άλλες περιοχές της Βαλκανικής που προσήλθαν, υπήρξαν οι πρώτοι οικιστές της νέας πόλης, της Οδησσού που έμελλε να εξελιχθεί σε σπουδαίο εμπορικό κέντρο της Μαύρης θάλασσας, αλλά και να σηματοδοτήσει με την ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας την έναρξη της οργάνωσης του επαναστατικού αγώνα του εικοσιένα.

Βασιλης Καρδασης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Copyright © 2015 Santeos
| Design By Herdiansyah Hamzah