Αλή Ακ
Επειδή το σύνολο σχεδόν των αντάρτικων γεγονότων έλαβαν χώρα στο Δυτικό Πόντο, ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι απόψεις Τούρκων ιστορικών ερευνητών που κατάγονται από την περιοχή αυτή.
Μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το βιβλίο του δάσκαλου Αλή Ακ (Η Μπάφρα στα χρόνια τον Απελευθερωτικού Αγώνα) διότι αναφέρεται σε δράσεις Ελλήνων και Τούρκων ανταρτών. Ο Ακ στηρίζεται σε πρωτογενείς πληροφορίες που ο ίδιος συνέλεξε από αφηγήσεις γερόντων που ζούσαν στις περιοχές Μπάφρας και Νεμπιάν.
Ο Ακ ψέγει δριμύτατα τους Πόντιους αντάρτες που κατέκαυσαν τουρκοχώρια του όρους Νεμπιάν (Τσαγσούρ, Ινεζου, Ντούζκιοϊ κ.λπ.), αλλά δεν φείδεται και επαίνων για τους Τούρκους αντάρτες και στρατιώτες που τιμώρησαν σκληρά τους Έλληνες αντάρτες στο σπήλαιο του Ασαρ και το χωριό του Καπού Καγιά. (Βέβαια αποκρύπτει ο Ακ ότι στο σπήλαιο του Ασαρ δεν ήτανε αντάρτες αλλά γυναικόπαιδα που είχαν καταφύγει εκεί για να γλιτώσουν τη μάχαιρα του Τούρκου, κρυπτόμενοι.)
Μπακί Σαρίσακαλ
Οι δύο τόμοι του Σαμψούντιου ερευνητή της Ιστορίας με τον τίτλο Σαμψούντα-η ιστορία μιας πόλης παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον όχι γιατί μεταφέρονται νέα στοιχεία για τις δράσεις του ποντιακού αντάρτικου στην περιοχή, αλλά γιατί παρέχονται στοιχεία που αφορούν πλευρές της οικονομικής, επαγγελματικής, εκπαιδευτικής, εκκλησιαστικής και διοικητικής ζωής της πόλης και της περιοχής, όπου η παρουσία των Ελλήνων είναι έντονη και κυριαρχική.
Δεν παραλείπει βέβαια να αναφερθεί τόσο στο ποντιακό αντάρτικο, παραθέτοντας πίνακα ονομάτων των κυριότερων Πόντιων ανταρτών, όσο και στους ελληνικούς συλλόγους της Σαμψούντας, επισημαίνοντας την «κακοποιό» δράση των πρώτων και αφήνοντας υπονοούμενα για την υπονομευτική σε βάρος των Τούρκων δράση των δευτέρων.
Σαντετίν Γιουιζέλ
Ο εκ Κάβζας οικονομολόγος Σαντετίν Γιουτζέλ, με το βιβλίο του Πρώτη Σπίθα δεν κομίζει γλαύκα. Πριν εξιστορήσει τα γεγονότα της περιόδου 1914-1924, κατά τη συνήθη τακτική των συμπατριωτών του, αναφέρεται στη θρυλική ιστορία των Τούρκων από την εποχή των... Χετταίων, μέχρι τις μέρες μας.
Ο σκοπός του Γιουτζέλ είναι να αξιοποιήσει τις 19 ημέρες που έμεινε όλο κι όλο στην πόλη τους ο Μουσταφά Κεμάλ, όταν φοβούμενος για τη ζωή του έφυγε από την ανταρτοκρατούμενη Σαμψούντα στην «ασφαλέστερη» Κάβζα (από 25-5 έως 13-6-1919).
Εντύπωση προκαλεί η περιγραφή των συνθηκών της προσωπικής συνάντησης του Μουσταφά Κεμάλ με τους Ρωμιούς αρχιαντάρτες Πιτς Βασίλ (Βασίλειο Τσαουσίδη ) και Ντελή Σωκράτ (Σωκράτη Παπαδόπουλο) στον κεντρικό δρόμο της Κάβζας. Τα δυο αυτά επεισόδια καταγράφονται πρωτογενώς στο βιβλίο του Κάβζαλη ιερέα Πρόδρομου Ηλιάδη από την Αξιούπολη Ν. Κιλκίς (ο οποίος ως παιδί ηλικίας 12-14 ετών υπήρξε αυτόπτης μάρτυς) και μεταφέρονται στο βιβλίο του Γιουτζέλ, ως απόδειξη ότι οι Τούρκοι συγγραφείς παρακολουθούν ανελλιπώς την ελληνική ποντιακή βιβλιογραφία.
Ο Γιουτζέλ δεν μπορεί να αποφύγει κάποιες εθνικιστικές κορόνες και συνειδητά ψεύδη, όπως λ.χ. ότι το πολυτελές ξενοδοχείο της Κάβζας «Μεσουντιέ» ήτανε δήθεν ιδιοκτησίας του μουσουλμάνου Αλή Μπαμπά, ενώ το αληθές είναι ότι αυτό ανήκε στην ιδιοκτησία του επιχώριου αρχιεπισκόπου Αριστείας Ιερόθεου Χριστοδουλίδη.
Τέλος, ο Γιουτζέλ περιγράφει, με διαλόγους μάλιστα, την «ιστορική» συνάντηση στο παραπάνω ξενοδοχείο του Μουσταφά Κεμάλ με τον Κερασούντιο αρχιτσέτη Τοπάλ Οσμάν, συνάντηση η οποία αμφισβητείται από σοβαρούς ιστορικούς της Τουρκίας.
Μουσταφά Ουστά
Ο Μουσταφά Ουστά σε δύο ιστορικά μυθιστορήματά του παρουσιάζει με πολύ τραγικό τρόπο τις βάρβαρες και άγριες συμπεριφορές των Ελλήνων ανταρτών σε βάρος του «φιλόξενου, άτυχου και απροστάτευτου μουσουλμανικού πληθυσμού». Η μητέρα του συγγραφέα είναι ποντιόφωνη από την περιοχή της Τσαϋκαρά του Νομού Ριζαίου και έχει προφανώς ακούσματα από αυτήν για συνήθειες, παραδόσεις και πολιτισμό των Ρωμιών και την ιδιαίτερη γλώσσα τους (έχει κι ένα ποντιακό ποίημα-τραγούδι στο βιβλίο του).
Ο Ουστά είναι καλός τεχνίτης της πένας και αποδίδει με ζωντάνια την κατάσταση που επικρατούσε στην περιοχή την κρίσιμη 10ετία. Παρουσιάζει με τους ήρωές του την οικονομία, την εκπαίδευση, το εμπόριο, τις παραδόσεις και το ρόλο της θρησκείας των ανθρώπων της περιοχής (χριστιανών και μουσουλμάνων).
Αναγνωρίζει την ανωτερότητα των χριστιανών απέναντι στους μουσουλμάνους (σε επίπεδο οικονομίας, εκπαίδευσης, εμπορίου κ.λπ.) αλλά τίποτα τελικά δεν μπορεί να αντισταθεί μπροστά στην ανωτερότητα του ψυχικού μεγαλείου και της αγάπης για την πατρίδα που ο Τούρκος έχει στο DNA του. Γι’ αυτό οι Έλληνες έχασαν, γι’ αυτό και πλήρωσαν την αφροσύνη τους.
Αν ο Ουστά, εκτός από τα τουρκικά ιστορικά στερεότυπα, μελετούσε και κάποιες ελληνικές πηγές ίσως να κατέληγε διαφορετικά τους «μύθους» του. Αυτό όμως αφορά το «σενάριο» και δεν έχει να κάνει με το συγγραφικό ταλέντο του που είναι εξαιρετικό
Αλπτεκίν Αχισχαλίογλου
Ο Μπαφραίος Αλπτεκίν Αχισχαλίογλου στο βιβλίο του Μπάφρα, αχ Μπάφρα περιγράφει με γλαφυρό και σκωπτικό τρόπο δεκάδες περιστατικά από τη ζωή των Μπαφραίων που συνθέτουν τη νεότερη ιστορία της Μπάφρας.
Αν και τα επεισόδια στα οποία αναφέρεται απέχουν χρονικά απ’ τα τραγικά γεγογότα της περιόδου εκείνης, εντούτοις συχνές είναι οι πλάγιες αναφορές του για τις τότε σχέσεις χριστιανών-μουσουλμάνων, τις οποίες χαρακτηρίζει φιλικές, ζεστές και ανθρώπινες.
Δεν κρύβει ότι οι Ρωμιοί πριν από την Ανταλλαγή ήτανε οι πλουσιότεροι της Μπάφρας και ότι έλεγχαν την κοινωνικοοικονομική ζωή της περιοχής. Η οικονομική ισχύς των Ελλήνων αποδεικνύεται από τα περικαλλή σπίτια τους, πολλά των οποίων σώζονται ακόμη και σήμερα.
Ο Αχισχαλίογλου θεωρώντας τα πράγματα με πολιτισμικό μάτι προτείνει να κηρυχθούν όλα αυτά τα σπίτια διατηρητέα και αφού ανακαινιστούν να χρησιμοποιηθούν ως χώροι πολιτισμού, εστίασης και υπηρεσιών ύπνου (ξενοδοχεία-εστιατόρια-πνευματικά κέντρα) συμβάλλοντας έτσι στην τουριστική και πνευματική ανάπτυξη της πόλης.
Δεν παραλείπει μάλιστα να επικρίνει τους συμπατριώτες του που κατέστρεψαν τους αρχιτεκτονικούς αυτούς θησαυρούς που άφησαν πίσω τους οι Έλληνες φεύγοντας με την Ανταλλαγή στην Ελλάδα.
Ακίν Ουνέρ
Και ο Σαμψούντιος λογοτέχνης Ακίν Ουνέρ (Akin Uner) στο ιστορικό του μυθιστόρημα με τον τίτλο Ανταλλαγή: χαρμάνι βάτων, αν και τοποθετεί τους αντάρτες του Δυτικού Πόντου στο κάδρο της επίσημης τουρκικής ιστοριογραφίας (κλέφτες, προδότες της πατρίδος, ληστές κ.λπ.), τελικά χαμηλώνει τους τόνους και αναγνωρίζει ότι οι συνέπειες ενός πολέμου και η αναγκαστική προσφυγιά που αυτός δημιούργησε, προκαλούν τον ίδιο πόνο στον άνθρωπο είτε είναι χριστιανός είτε μουσουλμάνος.
Και άλλες απόψεις
Ο εκδοτικός οίκος Seranter επιχείρησε με το συλλογικό έργο Το Ποντιακό Ζήτημα από την αρχή μέχρι τις μέρες μας να δώσει επιστημονική επίφαση στους ισχυρισμούς των Τούρκων, αν και οι απόψεις όλων των εισηγητών που συμμετέχουν στο έργο του δεν αποκλίνουν από την επίσημη κρατική ιδεολογία της χώρας τους.
Στο συλλογικό αυτό έργο συμμετέχουν είκοσι τρεις επιστήμονες (κυρίως λέκτορες), στρατιωτικοί, συγγραφείς και ερευνητές, με ξεχωριστά κείμενα. Η θεματολογία αφορά όλες τις πτυχές του συζητούμενου θέματος από τότε που ξεκίνησε μέχρι τις μέρες μας. Στην ουσία το βιβλίο αποτελεί οδηγό «ορθής» ενημέρωσης της τουρκικής κοινής γνώμης για το θέμα, δεδομένου ότι «έρχονται δύσκολες μέρες και στη φαρέτρα πρέπει να υπάρχουν επιχειρήματα».
Από την ανάγνωση του βιβλίου και ιδιαίτερα την επιλογή των θεμάτων, εύκολα φτάνει κανείς στο συμπέρασμα ότι η παρουσίαση ενός τέτοιου έργου στην τουρκική κοινή γνώμη αφορμή είχε την αφύπνιση της Ποντιοσύνης στις μέρες μας τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία. Αυτό δεν το αρνείται άλλωστε ούτε ο επιμελητής έκδοσης του βιβλίου Βεϊσέλ Ουστά, ο οποίος ερμηνεύοντας ιστορικά το Ζήτημα από την αρχή δίνει το στίγμα της επίσημης (κρατικής) άποψης για το θέμα. Σε κάθε περίπτωση η ratio του βιβλίου δεν φαίνεται να είναι η δημόσια κατάθεση των τουρκικών απόψεων με τις οποίες οριοθετείται το όλο θέμα, αλλά η παρουσίαση στην τουρκική κοινή γνώμη ενός ιστορικού εγχειριδίου μέσα από το οποίο μπορούν οι Τούρκοι πολίτες να αντλήσουν επιχειρήματα κόντρα στα όσα «αβάσιμα και αναληθή» οι ξένοι (όρα οι Ελληνες) υποστηρίζουν. Από αυτή την άποψη το βιβλίο φέρεται να έχει και εκπαιδευτικό χαρακτήρα, εμπλουτισμένο με πολιτική, αφού είναι γνωστό ότι η εκπαίδευση σε όλες τις χώρες (και ιδιαίτερα στην Τουρκία) δεν αφίσταται πολιτικών επιρροών.
Επειδή το σύνολο σχεδόν των αντάρτικων γεγονότων έλαβαν χώρα στο Δυτικό Πόντο, ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι απόψεις Τούρκων ιστορικών ερευνητών που κατάγονται από την περιοχή αυτή.
Μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το βιβλίο του δάσκαλου Αλή Ακ (Η Μπάφρα στα χρόνια τον Απελευθερωτικού Αγώνα) διότι αναφέρεται σε δράσεις Ελλήνων και Τούρκων ανταρτών. Ο Ακ στηρίζεται σε πρωτογενείς πληροφορίες που ο ίδιος συνέλεξε από αφηγήσεις γερόντων που ζούσαν στις περιοχές Μπάφρας και Νεμπιάν.
Ο Ακ ψέγει δριμύτατα τους Πόντιους αντάρτες που κατέκαυσαν τουρκοχώρια του όρους Νεμπιάν (Τσαγσούρ, Ινεζου, Ντούζκιοϊ κ.λπ.), αλλά δεν φείδεται και επαίνων για τους Τούρκους αντάρτες και στρατιώτες που τιμώρησαν σκληρά τους Έλληνες αντάρτες στο σπήλαιο του Ασαρ και το χωριό του Καπού Καγιά. (Βέβαια αποκρύπτει ο Ακ ότι στο σπήλαιο του Ασαρ δεν ήτανε αντάρτες αλλά γυναικόπαιδα που είχαν καταφύγει εκεί για να γλιτώσουν τη μάχαιρα του Τούρκου, κρυπτόμενοι.)
Μπακί Σαρίσακαλ
Οι δύο τόμοι του Σαμψούντιου ερευνητή της Ιστορίας με τον τίτλο Σαμψούντα-η ιστορία μιας πόλης παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον όχι γιατί μεταφέρονται νέα στοιχεία για τις δράσεις του ποντιακού αντάρτικου στην περιοχή, αλλά γιατί παρέχονται στοιχεία που αφορούν πλευρές της οικονομικής, επαγγελματικής, εκπαιδευτικής, εκκλησιαστικής και διοικητικής ζωής της πόλης και της περιοχής, όπου η παρουσία των Ελλήνων είναι έντονη και κυριαρχική.
Δεν παραλείπει βέβαια να αναφερθεί τόσο στο ποντιακό αντάρτικο, παραθέτοντας πίνακα ονομάτων των κυριότερων Πόντιων ανταρτών, όσο και στους ελληνικούς συλλόγους της Σαμψούντας, επισημαίνοντας την «κακοποιό» δράση των πρώτων και αφήνοντας υπονοούμενα για την υπονομευτική σε βάρος των Τούρκων δράση των δευτέρων.
Σαντετίν Γιουιζέλ
Ο εκ Κάβζας οικονομολόγος Σαντετίν Γιουτζέλ, με το βιβλίο του Πρώτη Σπίθα δεν κομίζει γλαύκα. Πριν εξιστορήσει τα γεγονότα της περιόδου 1914-1924, κατά τη συνήθη τακτική των συμπατριωτών του, αναφέρεται στη θρυλική ιστορία των Τούρκων από την εποχή των... Χετταίων, μέχρι τις μέρες μας.
Ο σκοπός του Γιουτζέλ είναι να αξιοποιήσει τις 19 ημέρες που έμεινε όλο κι όλο στην πόλη τους ο Μουσταφά Κεμάλ, όταν φοβούμενος για τη ζωή του έφυγε από την ανταρτοκρατούμενη Σαμψούντα στην «ασφαλέστερη» Κάβζα (από 25-5 έως 13-6-1919).
Εντύπωση προκαλεί η περιγραφή των συνθηκών της προσωπικής συνάντησης του Μουσταφά Κεμάλ με τους Ρωμιούς αρχιαντάρτες Πιτς Βασίλ (Βασίλειο Τσαουσίδη ) και Ντελή Σωκράτ (Σωκράτη Παπαδόπουλο) στον κεντρικό δρόμο της Κάβζας. Τα δυο αυτά επεισόδια καταγράφονται πρωτογενώς στο βιβλίο του Κάβζαλη ιερέα Πρόδρομου Ηλιάδη από την Αξιούπολη Ν. Κιλκίς (ο οποίος ως παιδί ηλικίας 12-14 ετών υπήρξε αυτόπτης μάρτυς) και μεταφέρονται στο βιβλίο του Γιουτζέλ, ως απόδειξη ότι οι Τούρκοι συγγραφείς παρακολουθούν ανελλιπώς την ελληνική ποντιακή βιβλιογραφία.
Ο Γιουτζέλ δεν μπορεί να αποφύγει κάποιες εθνικιστικές κορόνες και συνειδητά ψεύδη, όπως λ.χ. ότι το πολυτελές ξενοδοχείο της Κάβζας «Μεσουντιέ» ήτανε δήθεν ιδιοκτησίας του μουσουλμάνου Αλή Μπαμπά, ενώ το αληθές είναι ότι αυτό ανήκε στην ιδιοκτησία του επιχώριου αρχιεπισκόπου Αριστείας Ιερόθεου Χριστοδουλίδη.
Τέλος, ο Γιουτζέλ περιγράφει, με διαλόγους μάλιστα, την «ιστορική» συνάντηση στο παραπάνω ξενοδοχείο του Μουσταφά Κεμάλ με τον Κερασούντιο αρχιτσέτη Τοπάλ Οσμάν, συνάντηση η οποία αμφισβητείται από σοβαρούς ιστορικούς της Τουρκίας.
Μουσταφά Ουστά
Ο Μουσταφά Ουστά σε δύο ιστορικά μυθιστορήματά του παρουσιάζει με πολύ τραγικό τρόπο τις βάρβαρες και άγριες συμπεριφορές των Ελλήνων ανταρτών σε βάρος του «φιλόξενου, άτυχου και απροστάτευτου μουσουλμανικού πληθυσμού». Η μητέρα του συγγραφέα είναι ποντιόφωνη από την περιοχή της Τσαϋκαρά του Νομού Ριζαίου και έχει προφανώς ακούσματα από αυτήν για συνήθειες, παραδόσεις και πολιτισμό των Ρωμιών και την ιδιαίτερη γλώσσα τους (έχει κι ένα ποντιακό ποίημα-τραγούδι στο βιβλίο του).
Ο Ουστά είναι καλός τεχνίτης της πένας και αποδίδει με ζωντάνια την κατάσταση που επικρατούσε στην περιοχή την κρίσιμη 10ετία. Παρουσιάζει με τους ήρωές του την οικονομία, την εκπαίδευση, το εμπόριο, τις παραδόσεις και το ρόλο της θρησκείας των ανθρώπων της περιοχής (χριστιανών και μουσουλμάνων).
Αναγνωρίζει την ανωτερότητα των χριστιανών απέναντι στους μουσουλμάνους (σε επίπεδο οικονομίας, εκπαίδευσης, εμπορίου κ.λπ.) αλλά τίποτα τελικά δεν μπορεί να αντισταθεί μπροστά στην ανωτερότητα του ψυχικού μεγαλείου και της αγάπης για την πατρίδα που ο Τούρκος έχει στο DNA του. Γι’ αυτό οι Έλληνες έχασαν, γι’ αυτό και πλήρωσαν την αφροσύνη τους.
Αν ο Ουστά, εκτός από τα τουρκικά ιστορικά στερεότυπα, μελετούσε και κάποιες ελληνικές πηγές ίσως να κατέληγε διαφορετικά τους «μύθους» του. Αυτό όμως αφορά το «σενάριο» και δεν έχει να κάνει με το συγγραφικό ταλέντο του που είναι εξαιρετικό
Αλπτεκίν Αχισχαλίογλου
Ο Μπαφραίος Αλπτεκίν Αχισχαλίογλου στο βιβλίο του Μπάφρα, αχ Μπάφρα περιγράφει με γλαφυρό και σκωπτικό τρόπο δεκάδες περιστατικά από τη ζωή των Μπαφραίων που συνθέτουν τη νεότερη ιστορία της Μπάφρας.
Αν και τα επεισόδια στα οποία αναφέρεται απέχουν χρονικά απ’ τα τραγικά γεγογότα της περιόδου εκείνης, εντούτοις συχνές είναι οι πλάγιες αναφορές του για τις τότε σχέσεις χριστιανών-μουσουλμάνων, τις οποίες χαρακτηρίζει φιλικές, ζεστές και ανθρώπινες.
Δεν κρύβει ότι οι Ρωμιοί πριν από την Ανταλλαγή ήτανε οι πλουσιότεροι της Μπάφρας και ότι έλεγχαν την κοινωνικοοικονομική ζωή της περιοχής. Η οικονομική ισχύς των Ελλήνων αποδεικνύεται από τα περικαλλή σπίτια τους, πολλά των οποίων σώζονται ακόμη και σήμερα.
Ο Αχισχαλίογλου θεωρώντας τα πράγματα με πολιτισμικό μάτι προτείνει να κηρυχθούν όλα αυτά τα σπίτια διατηρητέα και αφού ανακαινιστούν να χρησιμοποιηθούν ως χώροι πολιτισμού, εστίασης και υπηρεσιών ύπνου (ξενοδοχεία-εστιατόρια-πνευματικά κέντρα) συμβάλλοντας έτσι στην τουριστική και πνευματική ανάπτυξη της πόλης.
Δεν παραλείπει μάλιστα να επικρίνει τους συμπατριώτες του που κατέστρεψαν τους αρχιτεκτονικούς αυτούς θησαυρούς που άφησαν πίσω τους οι Έλληνες φεύγοντας με την Ανταλλαγή στην Ελλάδα.
Ακίν Ουνέρ
Και ο Σαμψούντιος λογοτέχνης Ακίν Ουνέρ (Akin Uner) στο ιστορικό του μυθιστόρημα με τον τίτλο Ανταλλαγή: χαρμάνι βάτων, αν και τοποθετεί τους αντάρτες του Δυτικού Πόντου στο κάδρο της επίσημης τουρκικής ιστοριογραφίας (κλέφτες, προδότες της πατρίδος, ληστές κ.λπ.), τελικά χαμηλώνει τους τόνους και αναγνωρίζει ότι οι συνέπειες ενός πολέμου και η αναγκαστική προσφυγιά που αυτός δημιούργησε, προκαλούν τον ίδιο πόνο στον άνθρωπο είτε είναι χριστιανός είτε μουσουλμάνος.
Και άλλες απόψεις
Ο εκδοτικός οίκος Seranter επιχείρησε με το συλλογικό έργο Το Ποντιακό Ζήτημα από την αρχή μέχρι τις μέρες μας να δώσει επιστημονική επίφαση στους ισχυρισμούς των Τούρκων, αν και οι απόψεις όλων των εισηγητών που συμμετέχουν στο έργο του δεν αποκλίνουν από την επίσημη κρατική ιδεολογία της χώρας τους.
Στο συλλογικό αυτό έργο συμμετέχουν είκοσι τρεις επιστήμονες (κυρίως λέκτορες), στρατιωτικοί, συγγραφείς και ερευνητές, με ξεχωριστά κείμενα. Η θεματολογία αφορά όλες τις πτυχές του συζητούμενου θέματος από τότε που ξεκίνησε μέχρι τις μέρες μας. Στην ουσία το βιβλίο αποτελεί οδηγό «ορθής» ενημέρωσης της τουρκικής κοινής γνώμης για το θέμα, δεδομένου ότι «έρχονται δύσκολες μέρες και στη φαρέτρα πρέπει να υπάρχουν επιχειρήματα».
Από την ανάγνωση του βιβλίου και ιδιαίτερα την επιλογή των θεμάτων, εύκολα φτάνει κανείς στο συμπέρασμα ότι η παρουσίαση ενός τέτοιου έργου στην τουρκική κοινή γνώμη αφορμή είχε την αφύπνιση της Ποντιοσύνης στις μέρες μας τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία. Αυτό δεν το αρνείται άλλωστε ούτε ο επιμελητής έκδοσης του βιβλίου Βεϊσέλ Ουστά, ο οποίος ερμηνεύοντας ιστορικά το Ζήτημα από την αρχή δίνει το στίγμα της επίσημης (κρατικής) άποψης για το θέμα. Σε κάθε περίπτωση η ratio του βιβλίου δεν φαίνεται να είναι η δημόσια κατάθεση των τουρκικών απόψεων με τις οποίες οριοθετείται το όλο θέμα, αλλά η παρουσίαση στην τουρκική κοινή γνώμη ενός ιστορικού εγχειριδίου μέσα από το οποίο μπορούν οι Τούρκοι πολίτες να αντλήσουν επιχειρήματα κόντρα στα όσα «αβάσιμα και αναληθή» οι ξένοι (όρα οι Ελληνες) υποστηρίζουν. Από αυτή την άποψη το βιβλίο φέρεται να έχει και εκπαιδευτικό χαρακτήρα, εμπλουτισμένο με πολιτική, αφού είναι γνωστό ότι η εκπαίδευση σε όλες τις χώρες (και ιδιαίτερα στην Τουρκία) δεν αφίσταται πολιτικών επιρροών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου